A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Κυριακή 31 Μαρτίου 2013

Ο ΑΓΙΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ Ο ΠΡΩΤΟΜΑΡΤΥΣ



Άγιος Στέφανος, ο Πρωτομάρτυρας του Χριστού, που τιμά η Εκκλησία μας στις 27 Δεκεμβρίου, είναι μια μεγάλη και ηρωική μορφή του Χριστιανικού Μαρτυρολογίου.



Όταν όμως οι άνθρωποι της ανομίας, οι υπηρέτες του αντίχριστου αποδεικνύονται ανίσχυροι στο διάλογο δεν παραιτούνται από τα σχέδιά τους, δεν σταυρώνουν τα
χέρια, αλλά εφαρμόζουν νέα τακτική στην κακοποιό δράση τους. Χρησιμοποιούν το ψευδός, τη συκοφαντία και τη βία. Χαλκεύουν κατηγορίες. Κατασκευάζουν ένοχους
και σέρνουν ως κατηγορουμένους, αθώους, ανθρώπους του Θεού.
Αυτό λοιπόν εφαρμόζουν και κατά του Πρωτομάρτυρα Στεφάνου οι άνθρωποι του Ιουδαϊκού Συνεδρίου. Επιστρατεύουν εναντίον του ψευδομάρτυρες που τους
δασκαλεύουν κατάλληλα.

Γινόταν κάποτε συζήτηση μεταξύ Ιουδαίων , Σαδδουκαίων , Φαρισαίων και Ελληνιστών για τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό . Άλλοι έλεγαν για τον Κύριο ότι είναι προφήτης , άλλοι ότι είναι πλάνος και άλλοι ότι είναι υιός του Θεού . Τότε ο αοίδιμος Στέφανος αφού στάθηκε σε τόπο ψηλό , κήρυξε σε όλους την πίστη του στο θεάνθρωπο Ιησού , λέγοντας ” Άνδρες αδελφοί , γιατί τόσο πληθύνθηκαν οι κακίες σας και ταράσσεται η Ιερουσαλήμ ; Μακάριος είναι ο άνθρωπος εκείνος που δε δέχτηκε στην καρδιά του δισταγμό για τον Κύριο . Γιατί Αυτός είναι που εγκατέλειψε τους ουρανούς και κατέβηκε στη γη για τις αμαρτίες μας . Γεννήθηκε από την Παρθένο την αγία και καθαρή , τη διαλεγμένη πριν ο κόσμος δημιουργηθεί . Αυτός πήρε τις αδυναμίες μας και βάσταξε τις ασθένειές μας . Αυτός έκαμε να αναβλέψουν οι τυφλοί . Αυτός καθάρισε τους λεπρούς και Αυτός έδιωξε τα δαιμόνια από τους δαιμονιζομένους .”
Ακούγοντας αυτά οι Ιουδαίοι οργίστηκαν και έφεραν τον Άγιο Στέφανο στο συνέδριο των αρχιερέων για να δικαστεί , γιατί δεν μπόρεσαν να αντισταθούν στη σοφία και την δύναμη του Αγίου Πνεύματος με την οποία μιλούσε .

Ασκεί ο Άγιος δριμύτατο έλεγχο σ αυτούς που τάχα
εκόπτοντο για το ναό και το Μωυσή. Τους αποκαλεί προδότες και φονείς του Δικαίου Ιησού Χριστού.
Ας δούμε αυτό το θαρραλέο κατηγορώ του Στεφάνου:

“Σκληροτράχηλοι και αναίσθητοι στην καρδιά και τα αυτιά σας ! Πάντοτε αντιτάσσεσθε εσείς στο Πνεύμα το Άγιο . Όπως οι πατέρες σας έτσι και εσείς . Ποιόν από τους προφήτες δεν κατεδίωξαν οι προγονοί σας και φόνευσαν εκείνους που προανάγγειλαν τον ερχομό του Μεσσία , του οποίου τώρα εσείς έχετε γίνει προδότες και φονιάδες ; Εσείς που πήρατε τον νόμο που διέταξε ο θεός με τους αγγέλους και δεν τον φυλάξατε ! “

. Τον άρπαξαν , τον έβγαλαν έξω από την πόλη και άρχισαν να τον λιθοβολούν . Ό μακάριος Στέφανος ενώ οι λίθοι πλήγωναν θανάσιμα το Άγιο σώμα του , επικαλούνταν τον Κύριο και έλεγε : “Κύριε Ιησού δέξου το πνεύμα” . Τέλος αφού γονάτισε , μιμούμενος τον σταυρωμένο Χριστό , έκραξε με φωνή μεγάλη : ” Κύριε μην τους λογαριάσεις την αμαρτία αυτή . “

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.

Βασίλειον διάδημα, ἐστέφθη σὴ κορυφή, ἐξ ἄθλων ὧν ὑπέμεινας, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, Μαρτύρων Πρωτόαθλε· Στέφανε, σὺ γὰρ τὴν Ἰουδαίων, ἀπελέγξας μανίαν, εἶδες σου τὸν Σωτῆρα, τοῦ Πατρὸς δεξιόθεν. Αὐτὸν οὖν ἐκδυσώπει ἀεί, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ (“Φώτισόν μου το σκότος…!”)





Την κυρίως μνήμη του την τιμούμε την 14η Νοεμβρίου. Η Εκκλησία τον προβάλλει και του δίνει εξέχουσα θέση τη Μεγάλη Σαρακοστή, επειδή δεν δίστασε να δώσει μπροστά σε όλες τις εξουσίες ομολογία πίστεως. Ακόμη κι όταν βρισκόταν η ζωή του σε κίνδυνο, όταν συκοφαντήθηκε, όταν φυλακίστηκε, ομολόγησε πάντα την ορθή πίστη.

Ο Άγιος Γρηγόριος έτσι δεν είναι για την Εκκλησία ένας απλός άγιος, αλλά σύμβολο και όρος Ορθοδοξίας, στου οποίου τη διδασκαλία κρίνεται το ορθόδοξο από το αντορθόδοξο και αιρετικό,
το γνήσιο και αληθινό από το κίβδηλο και ψεύτικο. Από την άποψη αυτή η προσέγγιση του αγίου αυτού Πατρός αποτελεί προσέγγιση στα καθαρά νάματα της ορθόδοξης πίστης και γι’ αυτό στέρεα τροφή στον σύγχρονο πνευματικά πεινασμένο άνθρωπο της εποχής μας. Δεν θα σταθούμε στη ζωή και τη διδασκαλία του αναλυτικά. Εκείνο που θα μας απασχολήσει και μάλιστα δι’ ολίγων, είναι η γνωστή προσευχή που αδιάκοπα έκραζε ο άγιος: «Φώτισόν μου, το σκότος, φώτισόν μου το σκότος, Κύριε!»

Ο άγιος Γρηγόριος προσευχόταν ο Κύριος να φωτίσει το υπάρχον σ’ αυτόν σκότος. Το σκότος που έβλεπε να υπάρχει στην ψυχή και την καρδιά του, το σκότος δηλαδή της αμαρτίας και των παθών. Αφετηριακό με άλλα λόγια σημείο της πνευματικής του ζωής ήταν η αναγνώριση της αμαρτωλότητάς του. Κι ίσως πει κανείς: άγιος αυτός και αναγνώριζε αμαρτωλότητα πάνω του; Αλλά τούτο ακριβώς συνιστά το σημάδι της αγιότητας. Ο άγιος, ως γνωστόν, δεν είναι αυτός που νιώθει αναμάρτητος – αυτό αποτελεί σύμπτωμα της πιο βαθιάς αμαρτίας και του υπάρχοντος δαιμονισμού του ανθρώπου, όπως το βλέπουμε στο πρόσωπο του κατακεκριμένου από τον ίδιο τον Κύριο Φαρισαίο της γνωστής παραβολής. Αντιθέτως: είναι εκείνος που έχει τη μεγαλύτερη συναίσθηση των αμαρτιών του, η οποία μάλιστα βαίνει αυξανόμενη, καθώς θέτει τον εαυτό του ενώπιον του Θεού, ζώντας αδιάκοπα κάτω από τις ακτίνες του ήλιου της Δικαιοσύνης Του. Όσο δηλαδή προσεγγίζει τον Θεό, τόσο και φωτίζεται στο να βλέπει και την παραμικρότερη κηλίδα της ψυχής του. Συμβαίνει κάτι παρόμοιο με ό,τι σ’ ένα κλειστό δωμάτιο: λόγω του σκότους δεν βλέπει κανείς το τι υπάρχει, ενώ όταν αρχίζει να μπαίνει σ’ αυτό λίγο φως και στη συνέχεια περισσότερο φως, βλέπει κανείς πια και το παραμικρότερο σκουπιδάκι, και την ελάχιστη βρωμιά.

Η Εκκλησία μας προβάλλει σήμερα τον άγιο Γρηγόριο, όπως είπαμε, ως όριο Ορθοδοξίας, αλλά και ως διαπρύσιο κήρυκα της χάρης και του φωτός του Θεού. Η προσευχή του «φώτισόν μου, το σκότος» επιβεβαιώνει την αλήθεια αυτή και λειτουργεί παραδειγματικά και σε εμάς. Ας ευχηθούμε να γίνει και η δική μας προσευχή, με την πεποίθηση ότι λέγοντάς την όχι μόνο καλούμε τον Θεό να γίνει η λαμπάδα μέσα μας που θα φωτίζει το νου και τη ζωή μας, ώστε να πορευόμαστε τον δρόμο που οδηγεί στην αιώνια βασιλεία Του, αλλά και θα κατακαίει κάθε εμπαθή κίνηση της ψυχής μας και κάθε εναντίον μας δαιμονική επιρροή.

Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος πλ. Δ'.
Ὀρθοδοξίας ὁ φωστήρ, Ἐκκλησίας τὸ στήριγμα καὶ διδάσκαλε, τῶν Μοναστῶν ἡ καλλονή, τῶν θεολόγων ὑπέρμαχος ἀπροσμάχητος, Γρηγόριε θαυματουργέ, Θεσσαλονίκης τὸ καύχημα, κῆρυξ τῆς χάριτος, ἱκέτευε διὰ παντός, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.




Δείτε σχετικά:

ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ:




. Πως καμιά γυναίκα της Παλαιάς Διαθήκης δεν κατάφερε μέσα στους τόσους αιώνες που πέρασαν από την πτώση των Πρωτοπλάστων, να συγκεντρώσει στο πρόσωπό της τόσες πολλές αρετές και μάλιστα από την εφηβική της ηλικία, όπως η Θεοτόκος! Την Παναγία μας δεν Την κοσμούσε μονάχα η παρθενία, αλλά και όλη Της η ζωή ήταν κατά τον Άγιο Φώτιο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως: «Ανωτέρα των ουρανίων νοών»! Ανώτερη από τον αγγελικό κόσμο. Πρόσωπο που δέσποζε ανάμεσα σε όλα τα άλλα δημιουργήματα του Θεού!


Πῶς πάει ὁ ζῆλος σου;


Σ’ ἕνα ἄρθρο ἀπὸ τὸ περιοδικὸ «ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ» (1-11-1956), τὸ ὁποῖο εἶχε φυλάξει στὸ ἀρχεῖο του ὁ ἀείμνηστος Γέροντας, πατὴρ Ἀρσένιος Κομπούγιας, τοῦ ἡσυχαστηρίου «Παναγία ἡ Γοργοεπήκοος» στὴ Ναύπακτο, γράφει τὸ ἑξῆς σημαντικὸ γεγονός:

Ἕνας ἱερεὺς ζηλωτὴς, μὲ πλούσια δράση, εἶδε κάποτε ἕνα ὄνειρο. Ὁ ἴδιος μᾶς τὸ ἔχει περιγράψει ὡς ἑξῆς:

«Καθόμουνα στὴν πολυθρόνα μου, κουρασμένος κι ἐξαντλημένος ἀπὸ τὴν ἐργασία. Τὸ σῶμα μου πονοῦσε ἀπ’ τὴ μεγάλη κόπωση.

Πολλοὶ στὴν ἐνορία μου ζητοῦσαν τὸν πολύτιμο «Μαργαρίτη». Καὶ πολλοὶ τὸν εἶχαν βρεῖ. Ἡ ἐνορία μου προόδευε ἀπὸ κάθε ἄποψη. Ἡ ψυχὴ μου πλημμύριζε ἀπὸ χαρά, ἐλπίδα καὶ θάρρος. Τὰ κηρύγματά μου ἔκαναν μεγάλη ἐντύπωση. Πολλοὶ προσήρχοντο στὴν Ἐξομολόγηση. Ἡ ἐκκλησία μου ἦταν πάντοτε ἀσφυκτικὰ γεμάτη. Εἶχα κατορθώσει νὰ κινητοποιήσω ὁλόκληρη τὴν ἐνορία.

Ἱκανοποιημένος ἀπ’ ὅλα, ἐργαζόμουνα κάθε μέρα μέχρις ἐξαντλήσεως. Ἐνῷ σκεπτόμουνα ὅλα αὐτὰ, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβω, μὲ πῆρε ὁ ὕπνος. Τότε συνέβη τὸ ἑξῆς, ποὺ θὰ σᾶς περιγράψω:

Ἕνας ξένος μπῆκε στὸ δωμάτιο χωρὶς νὰ χτυπήσει τὴν πόρτα. Τὸ πρόσωπό του ἦταν γλυκὸ κι εἶχε μεγάλη πνευματικότητα. Ἦταν καλὰ ντυμένος καὶ κρατοῦσε στὸ χέρι του μερικὰ ὄργανα χημικοῦ ἐργαστηρίου. Ἡ ὅλη του ἐμφάνιση προκαλοῦσε παράξενη ἐντύπωση. Ὁ ξένος μὲ πλησίασε. Κι ἐνῷ μοῦ ἅπλωνε τὸ χέρι του γιὰ νὰ μὲ χαιρετήσει, μὲ ρώτησε:

-Πῶς πάει ὁ ζῆλος σου;

Ἡ ἐρώτηση αὐτὴ μοῦ προξένησε μεγάλη χαρά. Γιατὶ ἤμουν πολὺ ἱκανοποιημένος μὲ τὸ ζήλο μου. Καὶ δὲν εἶχα καμία ἀμφιβολία, πὼς κι αὐτὸς ὁ ξένος θὰ ἦταν πολὺ χαρούμενος, ἄν τὸν γνώριζε.

Τότε, ὅπως θυμᾶμαι ἀπ’ τὸ ὄνειρό μου, γιὰ νὰ τοῦ δείξω πόση ἀξία ἔχει ὁ ζῆλος μου, σὰν νὰ ἔβγαλα ἀπ’ τὸ στῆθος μου μιὰ συμπαγῆ μᾶζα, ποὺ ἀκτινοβολοῦσε σὰν χρυσάφι. Τοῦ τὴν ἔβαλα στὸ χέρι καὶ τοῦ λέω:

-Αὐτὸς εἶναι ὁ ζῆλος μου.

Ἐκεῖνος τὴν πῆρε καὶ τὴ ζύγισε προσεκτικὰ πάνω στὴ ζυγαριὰ του:

-Ζυγίζει πενῆντα κιλά, μοῦ λέει σοβαρά.

Ἐγὼ μόλις ποὺ μποροῦσα νὰ συγκρατήσω τὴ χαρὰ μου γιὰ τὸ βάρος αὐτό. Ἐκεῖνος ὅμως μὲ σοβαρότητα, σημείωσε τὸ βάρος σ’ ἕνα χαρτὶ καὶ συνέχισε τὴν ἐξέτασή του.

Ἔσπασε τὴ μᾶζα ἐκείνη σὲ κομμάτια καὶ τὴν ἔβαλε μέσα σ’ ἕνα χημικὸ τηγάνι πάνω στὴ φωτιά. Ὅταν ἡ μᾶζα ἔλειωσε καὶ καθαρίστηκε, τὴν ἔβγαλε ἀπ’ τὴ φωτιά. Ξεχώρισε τὰ διάφορα στοιχεῖα. Ὅταν αὐτὰ κρύωσαν, σχηματίσθηκαν διάφορα κομμάτια. Τὰ ἄγγιζε μ’ ἕνα σφυράκι καὶ ζύγιζε τὸ βάρος κάθε κομματιοῦ πάνω στὸ χαρτί.

Ὅταν τελείωσε, μοῦ ἔριξε μιὰ ματιὰ γεμάτη ἀπὸ συμπόνια καὶ μοῦ λέει:

-Εὔχομαι νὰ σὲ λυπηθεῖ ὁ Θεὸς καὶ νὰ σωθεῖς.

Κι ἀμέσως, ἐγκατέλειψε τὸ δωμάτιο.

Στὸ χαρτὶ ποὺ μοῦ ἄφησε στὸ τραπέζι, ἦταν γραμμένα τὰ ἑξῆς:

Ἀνάλυσις τοῦ ζήλου τοῦ ἱερέως Χ.

Συνολικὸν βάρος: 50 κιλὰ

Ἡ προσεκτικὴ ἀνάλυσις παρουσιάζει τὰ ἑξῆς στοιχεῖα:
• Φανατισμός: 5 κιλά.
• Προσωπικὴ φιλοδοξία: 15 κιλά.
• Φιλοχρηματία: 12 κιλά.
• Τάση πρὸς ἐπιβολὴ καὶ κυριαρχία πάνω στὶς ψυχές: 8 κιλά.
• Ἐπίδειξις: 10 κιλὰ παρὰ 20 γραμμάρια.
• Ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό: 10 γραμμάρια.
• Ἀγάπη πρὸς τοὺς ἀνθρώπους: 10 γραμμάρια.

Σύνολον: 50 κιλά.

Ἡ παράξενη συμπεριφορὰ τοῦ ξένου καὶ ἡ ματιὰ μὲ τὴν ὁποία μὲ ἀποχαιρέτησε, μοῦ μετέδωσαν κάποια ἀνησυχία. Μὰ ὅταν εἶδα τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἐξετάσεώς του, ἔνοιωσα τὰ γόνατά μου νὰ λυγίζουν.

Θέλησα στὴν ἀρχὴ ν’ ἀμφισβητήσω τὴν ὀρθότητα τῶν ἀριθμῶν. Μὰ ἐκείνη τὴ στιγμὴ ἄκουσα ἕναν ἀναστεναγμὸ τοῦ ξένου, ποὺ εἶχε φθάσει στὴν ἐξώπορτα. Ἠρέμησα κι ἄρχισα νὰ σκέπτομαι πιὸ ψύχραιμα. Μὰ καθὼς σκεπτόμουν, σκοτείνιασε μπροστὰ μου. Δὲν μποροῦσα νὰ διαβάσω τὸ χαρτί, ποὺ κρατοῦσα στὰ χέρια μου. Ἀγωνία καὶ φόβος μὲ κατέλαβαν. Στὰ χείλη μου ἦλθε ἡ κραυγή:

-Κύριε, σῶσον με…

Ἔριξα πάλι μιὰ ματιὰ στὸ χαρτί. Ξαφνικά, μεταμορφώθηκε αὐτὸ σ’ ἕναν ὁλοκάθαρο καθρέπτη, ποὺ καθρέπτιζε τὴν καρδιὰ μου. Ἔνοιωσα καὶ ἀνεγνώρισα τὴν κατάστασή μου. Μὲ δάκρυα στὰ μάτια παρακαλοῦσα τὸν Κύριο νὰ μ’ ἐλευθερώσει ἀπ’ τὸ ΕΓΩ μου. Τέλος, ξύπνησα μὲ μιὰ κραυγὴ ἀγωνίας.

Στὰ περασμένα χρόνια, παρακαλοῦσα τὸν Θεὸ νὰ μὲ σώσει ἀπὸ διαφόρους κινδύνους. Μὰ ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη, ἄρχισα νὰ παρακαλῶ τὸν Θεὸ νὰ μ’ ἐλευθερώσει ἀπὸ τὸ δικὸ μου ΕΓΩ.

Γιὰ πολὺ καιρὸ ἔνοιωθα ταραγμένος. Τέλος, ὕστερα ἀπὸ ἐπίμονες προσευχές, ἔνοιωσα τὸ φῶς τοῦ Κυρίου νὰ πλημμυρίζει τὴν καρδιὰ μου καὶ νὰ καίει τ’ ἀγκάθια τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ μου. Ὅταν ὁ Κύριος μὲ καλέσει κοντὰ Του, θὰ Τὸν εὐχαριστήσω ὁλόθερμα γιὰ τὴν ἀποκάλυψη ἐκείνης τῆς ἡμέρας, γιατὶ μοῦ φανέρωσε τότε τὸν ἀληθινὸ ἑαυτὸ μου καὶ ὁδήγησε τὰ πόδια μου στὸν πιὸ στενό, ἀλλὰ καὶ πιὸ ὄμορφο δρόμο. Ἀπὸ τότε κάθε μέρα ἀνανέωνα τὶς ἀποφάσεις μου.

Ἐκείνη ἡ ἐπίσκεψη ποὺ μοῦ ἔκανε Ἐκεῖνος ποὺ «ἐτάζει καρδίας καὶ νεφρούς» (πρβλ. Ψαλμ. 7:10), μὲ ἔκανε ἄλλον ἄνθρωπο καὶ ὠφέλησε πολὺ τὴν ἐργασία μου».


 π. Στέφανος Ἀναγνωστόπουλος


ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΠΑΠΙΚΟΙ ΑΛΛΑ ΟΙ ΔΙΚΟΙ ΜΑΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ»


 Μέχρι τώρα νομίζαμε, ότι ο κίνδυνος για την Ορθοδοξία προέρχεται από τους ετερόδοξους. Ξεχάσαμε -ή λησμονήσαμε λόγω υπακοής σε κάποιους γεροντάδες και επισκόπους-, ότι ο μεγάλος κίνδυνος είναι εσωτερικός και όχι εξωτερικός. «Λύκοι βαρείς» εισδύουν μέσα στην Εκκλησία, όταν λείψουν οι θεόσταλτοι άγιοι ποιμένες, και ρημάζουν το ποίμνιο. 
    Οι «λύκοι» αυτοί σκέπτονται και εργάζονται τελείως διαφορετικά. Πρόβλημά τους δεν είναι να διαφυλάξουν το ποίμνιο, αλλά να το σακατέψουν. Πρόβλημά τους δεν είναι να το προστατέψουν αλλά να το καταστρέψουν. Δεν τους ενθουσιάζει το αξίωμα του ορθοδόξου επισκόπου, αλλά τους εντυπωσιάζει και τους διεγείρει το αξίωμα του καρδιναλίου. Δεν τους αναπαύει το πρωτείο διακονίας και θυσίας, αλλ’ επιζητούν το πρωτείο εξουσίας μοναρχικής και εγωιστικής. Δεν κάνουν υπακοή στο Ευαγγέλιο και τους κανόνες της Εκκλησίας, αλλά θέλουν οι άλλοι να υπακούουν σ’ αυτούς. Δεν θέλουν ενότητα στην πίστη, αλλά επιδιώκουν ενότητα στη διοίκηση. Δεν πιστεύουν στη μοναδικότητα της χριστιανικής Εκκλησίας –της Ορθοδοξίας, αλλά κηρύττουν ότι είμαστε ένα παρακλάδι του χριστιανισμού και ένας από τους πολλούς δρόμους που οδηγούν στο Θεό. 
    Υπάρχουν και κάποιοι επίσκοποι που δεν πιστεύουν αυτά, που θεολογούν ορθοδόξως. Αλλά μέχρι εκεί. Πιο πέρα δεν προχωρούν. Δεν αγαπούν τον κίνδυνο και τον διωγμό. Όπως φαίνεται, .. «ούτοι ρίζαν ουκ έχουσι»· αυτοί «προς καιρόν πιστεύουσι και εν καιρώ πειρασμού αφίστανται» (Λουκ. 8,13). Δεν θέλουν να έλθουν σε σύγκρουση μ’ εκείνους που κατέχουν τις καίριες θέσεις στην διοίκηση της Εκκλησίας χωρίς όμως να διαφυλάσσουν και να προστατεύουν την άμπελό τους. Μιλούν και γράφουν συνέχεια για το σεπτό πρόσωπο του οικουμ. πατριάρχου, για το μαρτυρικό Φανάρι, για την καθημαγμένη εκκλησία του Βοσπόρου, συνιστούν να στηρίξουμε το πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως για να μη πάρουν την πρωτοκαθεδρία οι Ρώσοι, και άλλα τινά βαρύγδουπα πλην όμως ανώδυνα και εκφραστικά της δειλίας τους, της απιστίας τους και της θεολογικής ασυνέπειάς τους. 
    Και δεν φθάνει που είναι δειλοί ή άπιστοι ή άθεοι – ανάλογα με την θεολογική η αρετολογική ένδειά τους και την παντελή έλλειψη σθένους και ισχυράς εν Χριστώ προσωπικότητας- επί πλέον κυνηγούν εν Χριστώ αδελφούς τους που τυγχάνει να τελούν υπό την διοίκησή τους. Απειλές, εκφοβισμοί, συκοφαντίες και θεολογικές ανακρίβειες, διωγμοί, ιδού τα μέσα που μετέρχονται. 
    Τελευταίο παράδειγμα η διοίκηση της Εκκλησίας της Ορθοδόξου μαρτυρικής και πονεμένης Κύπρου μας.Συνήλθε στις 4 και 5 Νοεμβρίου η Ι. Σύνοδος της Εκκλησίας της μεγαλονήσου υπό την προεδρία του αρχιεπισκόπου Κύπρου κ. Χρυσοστόμου. Τα μέλη της ενημερώθηκαν για τις ανακρίσεις που διεξήγαγαν οι μητροπολίτες Κιτίου και Τριμυθούντος. Μίλησαν για εωσφορικό εγωισμό των αντισταθέντων κατά την συνάντηση της Μικτής Διεθνούς Επιτροπής του Διαλόγου Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών στην Πάφο (16-23 Οκτωβρίου), ορθοδόξων λαϊκών, μοναχών και κληρικών. Τους διέβαλαν, πως δεν έχουν εκκλησιαστικό φρόνημα· τους κατηγόρησαν, πως δεν υπακούουν στους εκκλησιαστικούς ηγέτες τους. Κι όταν είδαν ότι οι ομολογητές δεν κάμπτονται, αντί οι άγιοι συνοδικοί να συναισθανθούν τη δική τους εκτροπή και να μετανοήσουν για την απιστία και δειλία τους, επετέθηκαν κατά των διαμαρτυρηθέντων και τους εδίωξαν με εντελώς άδικα και ανορθόδοξα πειθαρχικά μέτρα. Στέρησαν τους ομολογητές κληρικούς της ι. μητροπόλεως Τριμυθούντος από ένα μηνιαίο μισθό μετά επιπλήξεως και συστάσεων, στους δε θαρραλέους μοναχούς του Σταυροβουνίου επέβαλαν δίμηνο αποκλεισμό από την θεία κοινωνία. Δηλαδή, οι θεωρούμενοι πατέρες και κηδεμόνες και προστάτες και καθοδηγοί προς το ορθοδόξως ζην και πιστεύειν εξετράπησαν κατά τρόπο ανάρμοστο και σκληρό. Φθάσαμε στο σημείο να τιμωρούνται οι φρουροί της πίστεως. 
    Συγχαίρουμε τους ηρωικούς ευσεβείς και ορθοδόξους κληρικούς και μοναχούς που διώκονται. Τους θαυμάζουμε και είμαστε στη διάθεσή τους ακόμη και υλικώς να τους στηρίξουμε. Να ξέρουν, ότι ο Χριστός είναι μαζί τους και όχι με τους φιλοπαπικούς επισκόπους που συμπλέουν με τους αιρετικούς. 

«ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ» ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2009


ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Ο Π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΕΣ

Ο μητροπολίτης Αυγουστίνος αγαπούσε την Ορθοδοξία. Τον πονούσε η διαίρεση του ελληνικού λαού σε νεοημερολογίτες και «παλαιοημερολογίτες», αλλά και η διαίρεση των «παλαιοημερολογιτών» την οποία δεν έβλεπε ως εγκατάλειψη της Θείας Χάριτος, ως ισχυρίζονται με χαιρεκακία πολλοί «φωτισμένοι», αλλά ως αποτέλεσμα ξένου προς την Ορθοδοξία δάκτυλου όπως πραγματικά ήταν. Μάλιστα ως Αρχιμανδρίτης είχε αποφασίσει να γυρίσει στο πάτριο εορτολόγιο, αλλά τον μετέπεισε ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος με την διαλεκτική του δεινότητα.[1] Προσπάθησε επίσης να συμφιλιώσει και τον αποσχισθέντα Βρεσθένης Ματθαίο με τον πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομο, αλλά χωρίς επιτυχία, λόγω της φανατισμένης στάσης του περιβάλλοντος του Ματθαίου[2].


Καυτηρίασε με την πένα του τις διώξεις των Ορθοδόξων του Πατρίου Εορτολογίου



και γι’ αυτό έχαιρε εκτίμησης από αυτούς.

Ο Αυγουστίνος Καντιώτης εκτιμούσε πάρα πολύ και τον πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομο Καβουρίδη, του οποίου το πορτρέτο διακοσμούσε το μητροπολιτικό του γραφείο μέχρι και της παραιτήσεώς του (2000), και με τον οποίο διατηρούσε και αλληλογραφία. Παραθέτω ενδεικτικά και μία επιστολή από τον πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομο:

Πάντοτε παρακολουθούσε τον αγώνα των Ορθοδόξων του Πατρίου εορτολογίου, των οποίων κρυφή ελπίδα ήταν η επιστροφή του μητροπολίτου Αυγουστίνου στο παλαιό ημερολόγιο. Ο γέροντας του άλλωστε π. Φιλόθεος Ζερβάκος τον είχε παροτρύνει σε επιστολή του να μεριμνήσει για την επαναφορά του στην επίσημη Εκκλησία (ολόκληρη η επιστολή θα αναρτηθεί σύντομα).

Κλείνω την αναφορά αυτή με δύο κείμενα του. Το πρώτο είναι επιστολή στον "Ορθόδοξο Παρατηρητή" του μετέπειτα επισκόπου Γ.Ο.Χ. Καλλιοπίου, όπου χαρακτηρίζει την μερίδα των παλαιοημερολογιτών ως "προμαχώνα της Ορθοδόξου πίστεως" και το δεύτερο μερικές σημαντικές παρατηρήσεις στην "Χριστιανική Σπίθα" (Ιανουάριος 1987):

Αξίζει να σημειωθεί πως όταν ο Γέροντας Χρυσόστομος Σπετσών αποτειχίστηκε από την επίσημη Εκκλησία λόγω Οικουμενισμού (δείτε και εδώ), ο μητροπολίτης Αυγουστίνος με τον οποίο γνωριζόντουσαν από τον κοινό τους Γέροντα π. Φιλόθεο Ζερβάκο, τον πήρε τηλέφωνο και τον επιβράβευσε συστήνοντάς του να παραμείνει στην Ομολογία του, γιατί, όπως χαρακτηριστικά του είπε: "εμείς οι επίσκοποι είμαστε δεμένοι"...



ΠΗΓΗ ''ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ''


Η ΚΑΚΗ ΚΡΙΣΗ (ΚΑΤΑΚΡΙΣΙΣ) ΚΑΙ Η ΔΙΚΑΙΑ ΚΡΙΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ

 << μή κρίνετε, ίνα μή κριθήτε (Ματθ. ζ' 1) περί βίου εστίν, ού περί πίστεως>> (Χρυσοστόμου, PG.63,232).


Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μας διδάσκει εις τους λόγους του την σωστή ερμηνεία των λέξεων ΚΑΤΑΚΡΙΣΙΣ και ΔΙΚΑΙΑ ΚΡΙΣΙΣ λέγοντας τα εξής



Η ΚΑΚΗ ΚΡΙΣΗ (ΚΑΤΑΚΡΙΣΗ)


α) Δι' όσους επικρίνουν τους ιερείς και δι' όσους τους σέβονται.

Μ' αυτά, τα όποια λέγω, δεν επιδοκιμάζω εκείνους, οι οποίοι διαχειρίζονται αναξίως την ιερωσύνην των, άπ' εναντίας, τους οικτείρω πολύ και τους κλαίω. Άλλ' όμως δεν θεωρώ δίκαιον να τους κρίνουν και να τους κατακρίνουν οι αποτελούντες το ποίμνιόν των, όπως το κάμνουν δυστυχώς τόσοι, ακόμη και οι περισσότερον απαίδευτοι και αμόρφωτοι και, επομένως, και ολιγώτερον κατάλληλοι εις το να κρίνουν τους άλλους.

Δι' όλα, λοιπόν, αυτά και τον Θεόν ας φοβούμεθα και προς τους ιερείς ας δεικνύωμεν όλην την πρέπουσαν ευλάβειαν και τιμήν. Ο Θεός, τότε, θα μας ανταμείψη πλουσίως και δια τας ιδιαιτέρας αρετάς μας και δια τον σεβασμόν, με τον οποίον συμπεριεφέρθημεν προς τους πνευματικούς μας πατέρας.

β) Η καταλαλιά κατά των ιερέων μεγίστη πληγή της Εκκλησίας.

Και είθε εις την μεγάλην αυτήν αμαρτίαν να μη ήσαν ένοχοι και άνθρωποι, οι όποιοι κάμνουν τον ευσεβή! Δυστυχώς, περισσότερον ενίοτε και άπ' αυτούς τους απίστους κακολογούν και ονειδίζουν τους ιερείς χριστιανοί εξ εκείνων, οι οποίοι λέγουν ότι ενδιαφέρονται δια την Εκκλησίαν και εμφανίζονται ως πιστοί. Και όμως τίποτε δεν ημπορεί τόσον να διαφθείρη και να κατάλυση μίαν Εκκλησίαν, με περισσήν μάλιστα ευκολίαν, όσον το να λείπη εις αυτήν ο στενός σύνδεσμος των μαθητών με τους διδασκάλους, των τέκνων με τους πατέρας, των αρχομένων με τους άρχοντας, του ποιμνίου με τους ποιμένας.


γ) Ο κακολογών τους ιερείς ανάξιος να εισέλθει εις τον ναόν. 

Και αν μεν κακολογήση κανείς τον αδελφόν του, κρίνεται ανάξιος και ν' αναγινώσκη τας Αγίας Γραφάς. Ίνα τι αναλαμβάνεις την διαθήκην μου δια στόματός σου; λέγει ο Θεός (Ψαλμ. ΜΘ' 16)• έπειτα, δηλώνων δια τι η τοιαύτη απαγόρευσις, προσθέτει, καθήμενος κατά του αδελφού σου κατελάλεις (Αυτόθι 20). Πως, λοιπόν, όταν καταλαλής τον πνευματικόν πατέρα σου, πως θεωρείς τον εαυτόν σου άξιον να πατήση εις τα ιερά πρόθυρα του ναού; Πως τολμείς να νομίζης ότι σου είναι το τοιούτο συγχωρημένον;

Όσοι κακολογούν τον πατέρα των ή την μητέρα των θεωρούνται από την Γραφήν άξιοι μεγίστης τιμωρίας. Ποία, λοιπόν, ποινή δεν θα έπρεπε να επιβληθή κατ' εκείνου, ο οποίος κακολογεί τον Ιερέα; Δεν φοβείσαι μήπως άνοιξη η γη και σε καταπίη ή κεραυνός πέση άνωθεν και σε κατακαύση;


δ) Δια τους λαϊκούς τους κρίνοντας τους ιερείς και επεμβαίνοντας εις την διοίκησιν της Εκκλησίας.

Δι' αυτό παρακαλώ και συμβουλεύω να λείψη η πονηρά αυτή συνήθεια. Δια να μάθης δε καλά ότι, και αν ακόμη περιπίπτουν εις αμαρτήματα οι ιερείς, συ δεν δικαιολογείσαι να γίνεσαι παρήκοος, άκουσε τι λέγει δια τους συγχρόνους του άρχοντας των Ιουδαίων ο Χριστός Επί της Μωσέως καθέδρας εκάθησαν οι γραμματείς και οι φαρισαίοι πάντα ουν, όσα αν λέγωσιν υμίν ποιείν, ποιείτε˙ κατά δε τα έργα αυτών μη ποιείτε (Ματθ. ΚΓ' 23).


Και όμως τι ημπορούσε να είναι χειρότερον από εκείνους, των οποίων τα πάθη διέστρεφαν τους μαθητάς των; Αλλά και πάλιν δεν ηθέλησε να εκμηδένιση το κύρος των και να συστήση εις τον λαόν να παρακούη. Και πολύ σωστά. Διότι, αν οι λαϊκοί ήθελαν λάβη τοιαύτην εξουσίαν, θα τους εβλέπατε να καταληφθούν από την μανίαν να καθαιρούν και να εκβάλλουν τους ιερείς από το άγιον βήμα.

...Όχι, δεν είναι επιτετραμμένον εις τους λαϊκούς, οφείλοντας υποταγήν, να εμφανίζωνται επικριταί των Ιερέων και να αξιούν ότι αυτοί είναι αρμόδιοι να διορθώσουν την Εκκλησίαν. Διότι, εάν ο ένας και ο άλλος, με πρόφασιν να διορθώσουν τα κακώς κείμενα, έκαμνον επέμβασιν εις τα Ιερατικά δικαιώματα, ούτε πρόφασις επεμβάσεως θα λείψη ποτέ, ούτε θα γνωρίζωμεν ποίοι είναι εις την Εκκλησίαν οι άρχοντες και ποίοι οι αρχόμενοι, αλλά θα επήρχετο γενικόν ανακάτευμα και θαλάσσωμα.

ε) Οι δήθεν ευσεβούντες κατήγοροι των ιερέων άθλιοι υποκριταί.

Είναι, δυστυχώς, βέβαιον ότι πολλοί λαϊκοί αγαπούν να παραμεγαλώνουν μικρά σφάλματα, εις τα οποία ημπορεί να περιπέση και ο ιερεύς, ως άνθρωπος και αυτός, δεν λείπουν δε και οι πρόθυμοι συκοφάνται και διαβολείς των ιερέων.


Συ όμως θέλεις να είσαι πράγματι ευσεβής; Φυλάξου από το να ύβρίζης και κακολογής τους ιερείς, έστω και αν ήθελε να είναι ελαττωματικοί εις το ποιμαντικόν και διδακτικόν των έργον. Διότι, εάν δια τον σωματικόν γονέα λέγει ένας σοφός καν απολίπη σύνεσιν, συγγνώμην έχε (Σοφίας Σειράχ Γ' 15), ήτοι, και αν καταντήση ανόητος, συ οφείλεις να τον συγχωρής, πολύ περισσότερον χρεωστούμεν να φυλάττωμεν τον νόμον αυτόν, προκειμένου δια τους πνευματικούς γονείς μας. Θα το φυλάττωμεν δε, εάν δεν κρίνωμεν τους ιερείς, αλλά κρίνωμεν τον εαυτόν μας, δια να μη ακούσωμεν κατ' εκείνην την ημέραν, υποκριτά, τι βλέπεις το κάρφος το εν τω οφθαλμώ του αδελφού σου, την δε εν τω σω οφθαλμώ ου κατανοείς δοκόν; (Ματθ. Ζ' 3).

Ενοχλείσαι, διότι σε είπα υποκριτήν;
Και όμως οφείλεις να το αναγνώρισης˙ Υποκριτής είσαι, όταν εις μεν τον ναόν φιλείς το χέρι του ιερέως και γονατίζεις εμπρός του και επιζητής τας προς τον Θεόν ευχάς του και, όταν χρειάζεσαι βάπτισιν, τρέχεις και τον αναζητείς, εις το σπίτι σου δε και εις τας διαφόρους συναναστροφάς σου τον λούεις με ύβρεις ή ανέχεσαι να κακολογούν και να καταλαλούν άλλοι τους περιβεβλημένους το ιερατικόν αξίωμα! 

(Εκ της 86ης ομιλίας του εις το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον)

Δυστυχώς, πολλοί δεν προσέχουν διόλου εις το Ευαγγελικόν: Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε (Ματθ. Ζ' 1). Όχι μόνον κρίνουν, αλλά και γίνονται πικροί κριταί, ακόμη, και δια πράγματα, προς τα οποία ώφειλαν να είναι παραβλεπτικοί, αφού μάλιστα, αν επρόσεχαν εις τον εαυτόν των, θα εύρισκαν ότι αυτοί περιπίπτουν εις μεγαλύτερα σφάλματα!

Η μανία της κατακρίσεως προχωρεί και μέχρι του μοναχού! Λαϊκοί, οι οποίοι ζουν άσωτα ή διαπράττουν μυρίας άρπαγας και πλεονεξίας καθ' εκάστην, κακολογούν τον μοναχόν, ο οποίος έχει κάποια βιωτικά μέσα και ενδύεται με κάποιαν ευπρέπειαν. Και σκανδαλίζονται οι σεμνότατοι άνθρωποι, εάν ένας καλόγηρος ήθελεν εξέλθει ενίοτε από την πολύ αυστηράν δίαιταν, να τον καταγγέλλουν ως επικούρειον, ενώ οι ίδιοι γαστριμαργούν και πίνουν ή και μεθύουν και κραιπαλούν συχνά! Δεν λαμβάνουν υπ' όψιν των ότι, τοιουτοτρόπως, επιβαρύνουν τρομερά τα αμαρτήματά των και στερούν τον εαυτόν των από κάθε απολογίαν!

Ύστερον από την τοιαύτην διαγωγήν σου, πως θα ζήτησης από τον Θεόν να μη σε κρίνη αυστηρά; Εάν θέλης επιεική κρίσιν δια τον εαυτόν σου, διατί, τότε, συ κρίνεις τόσον πικρά τον πλησίον σου και είσαι τόσο ανηλεής δια τον ιερέα και δεν εννοείς να παράβλεψης ουδέ τα ελάχιστα σφάλματα του; Θα κριθής, λοιπόν, με τα ίδια σου μέτρα και δεν θα δύνασαι να παραπονεθής ότι σου ζητούνται βαρείαι ευθύναι! Ο Χριστός σου το φωνάζει. Διατί δεν τον ακούεις; ω μέτρω μετρείτε, αντιμετρηθήσεται υμίν (Ματθ. Ζ' 1).

Υποκριτής ο καταλαλών. Το ιδικόν του δοκάρι.

Άκουσε και το άλλο τούτο: Υποκριτά (Ματθ. Ζ' 5). Διατί η κραυγή αυτή του Ιησού εναντίον του καταλάλου; Διατί ο χαρακτηρισμός του ως υποκριτού; Διότι, όσον και αν προσπαθούμεν να παραστήσωμεν ότι κρίνομεν και κατακρίνομεν από ενδιαφέρον μας προς τον πταίστην ή από ενδιαφέρον μας προς την κοινωνίαν, η αλήθεια είναι διαφορετική. Υπό τα προσχήματα, τα οποία προβάλλομεν, κρύπτομεν χυδαία πάθη. Και δια τούτο τους καταλάλους υποκριτάς τους ωνόμασεν ο Χριστός.

Και ο έλεγχός του εξακολουθεί. Έκβαλε πρώτον την δοκόν εκ του οφθαλμού σου. Πολύ σωστά. Αφού δεν ανέχεσαι εις τους άλλους ουδέ τα μικρά σφάλματα, αλλά τους κρίνεις, πολλές φορές, και δια τιποτένια πράγματα, διατί επιτρέπεις εις τον εαυτόν σου τα πολύ μεγαλύτερα και βαρύτερα; Αφού ενδιαφέρεσαι δια τους άλλους και δια αυτό τους κρίνεις, ως βεβαιώνεις, διατί δεν κατακρίνεις πρωτίστως τον εαυτόν σου; Αφού καταγίνεσαι με τα ξένα αμαρτήματα, τα οποία δεν δύνασαι να γνωρίζης επακριβώς, διατί παρατρέχεις τα ιδικά σου, τα οποία ημπορείς να γνωρίζης καλύτερα; Θέλεις να απαλλαγή ο αδελφός σου από το μικροσκοπικό ξυλαράκι, το οποίον έχει εις τον οφθαλμόν του; Διατί δεν ελευθερώνεις τον ιδικόν σου οφθαλμόν από το εντός του δοκάρι; Εφ όσον δεν κάμνεις κατ' αυτόν τον τρόπον, αυτοκαταγγέλλεσαι ότι κρίνεις τον αδελφόν σου όχι από ενδιαφέρον, αλλά διότι τον εχθρεύεσαι ή διότι αισθάνεσαι ηδονήν εις το να κακολογής και να εξευτελίζης τον πλησίον σου.

(Εκ της Γ' ομιλίας του προς τον λαόν της Αντιοχείας και της ΚΓ' εις το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον)


α) Διατί δεν δικαιούσαι να κρίνεις τον ιερέα.

Αλλά λέγεις: Δεν έχω, λοιπόν, εγώ το δικαίωμα να κρίνω τον ιερέα; Όχι, δεν δικαιούσαι,.Εάν οι λαϊκοί είχον το δικαίωμα να ερευνούν τον βίον και την πολιτείαν των πνευματικών των ποιμένων, δια να αποφασίζουν αν πρέπη να πειθαρχούν εις αυτούς ή να ανταρτεύουν, τότε, οι αρχόμενοι θα έθεταν τον εαυτόν των επάνω από τους άρχοντας και το παν θα εγίνετο άνω κάτω, θα ήσαν άνω τα πόδια και κάτω η κεφαλή. Ή δεν ακούεις τον Χριστόν, ο οποίος λέγει: μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε; (Ματθ. Ζ' 1), και τον Παύλον, ο οποίος μας φωνάζει, Συ τι κρίνεις τον αδελφόν σου; (Ρωμ. ΙΔ' 10). Εάν τον αδελφόν σου έχεις καθήκον να μη κρίνης, πολύ περισσότερον οφείλης ν' απέχης από του να κρίνης τον ιερέα. Ο Θεός σου το απαγορεύει. Πως το τολμάς εσύ;

Ύστερον από την μοσχοποιΐαν εις την έρημον οι περί τον Κορέ και τον Δαθάν και τον Αβειρών επανεστάτησαν κατά του αρχιερέως Ααρών. Τι έγινε τότε; ο Θεός τους κατέστρεψε. Ο καθείς, λοιπόν, ας κοιτάζη τα ιδικά του.

β) Δια τας διαφόρους αιτιάσεις κατά του επισκόπου και του ιερέως.

Αλλά δεν δίδει ο επίσκοπος, δεν δίδει ο ιερεύς προς τους πτωχούς και φρονείς, ως λέγεις, ότι δεν διοικούν καλά. Σ' ερωτώ και εγώ: Είσαι απολύτως βέβαιος περί τούτου; Έχεις εξακριβώσει τα πράγματα, ώστε να μη σου μένη καμμιά αμφιβολία; Διατί, λοιπόν, μέμφεσαι; Φοβήσου τας ευθύνας. Και οφείλεις να μη λησμονής ότι πολλά οι άνθρωποι τα κρίνουν με τας υποψίας των ή παρασυρόμενοι ευκολόπιστα από τας υποψίας και τας σπερμολογίας των άλλων. Συ, λοιπόν, μιμήσου τον Θεόν. Άκουε τον, όπου λέγει: Καταβάς δέομαι, ει κατά την κραυγήν αυτών συντελούνται (Γεν. ΙΗ' 21). Ηθέλησε να μας διδάξη δια τούτου ότι ακόμη και φωνή ολοκλήρου λαού ημπορεί να είναι πεπλανημένη και άδικος.

γ) Επί τέλους περίμενε τον Κριτήν.

Εξήτασες όμως επιμελέστατα και επληροφορήθης ακριβέστατα και έχεις πεισθή πλέον τελείως; Και, αν τυχόν τοιουτοτρόπως είναι το πράγμα, το καθήκον σου και πάλιν είναι να περιμένης τον Κριτήν και να μη σπεύδης και αρπάζης την θέσιν του Χριστού. Εις Εκείνον ανήκει η κρίσις, όχι εις εσέ. Συ είσαι υπήκοος, όχι Κύριος. Και δεν σου αρμόζει να σφετερίζεσαι δικαιώματα, τα οποία ανήκουν εις την ανωτέραν διοίκησιν της Εκκλησίας και εις τον Θεόν.
(Εκ της Β' ομιλίας του εις την Β' προς Τιμόθεον) 

Η ΔΙΚΑΙΑ ΚΡΙΣΗ


Οι πατέρες της Εκκλησίας κάνουν σαφή διάκριση μεταξύ άφ ενός μέν αποκλίσεων σε θέματα πίστεως και δογμάτων, άφ ετέρου δέ σε θέματα ανθρωπίνης συμπεριφοράς. Ο ιερός Χρυσόστομος μας διδάσκει ότι σε θέματα που αφορούν στό δόγμα και στο περιεχόμενο της πιστεώς μας δεν υπάρχουν περιθώρια συμβιβασμού. Δεν επιτρέπεται να υπακούουμε σε αιρετικές διδασκαλίες έστω κι αν προέρχονται απο χείλη επισκόπων η πνευματικών ποιμένων <<Άν διαστρέφει το δόγμα της πίστεως ( ο επίσκοπος) να μην πεισθείς, να μην υπακούσεις, έστω κι αν λέγονται απο αγγελικά χείλη>>. Όμως άν ο πνευματικός ηγέτης <<διδάσκει την ορθή διδασκαλία της Εκκλησίας, να ακούς και να προσέχεις αυτά που λέει (έστω κι αν στην προσωπική του ζωή δεν είναι συνεπής)>>.



Τό <<μή κρίνετε, ίνα μή κριθήτε (Ματθ. ζ' 1) περί βίου εστίν, ού περί πίστεως>>(Χρυσοστόμου, PG.63,232). <<Οράς ότι ού περί δογμάτων εστίν ο λόγος, αλλά περί βίου καί έργων;>> (τού ιδίου). Διότι περί πίστεως ισχύει ή εντολή, <<την δικαίαν κρίσιν κρίνατε>> (Ιωάν. ζ΄ 24).

<<"Πώς ουν Παύλος φησίν, πείθεσθε τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε; Ανωτέρω ειπών ων αναθεωρούντες την έκβασιν της αναστροφής, τότε είπε πείθεσθε τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε τι ουν; φησίν, όταν πονηρός ή και μη πειθώμεθα; Πονηρός πώς λέγεις; Ει μέν πίστεως ένεκεν φεύγε και παραίτησαι: μη μόνον αν άνθρωπος ή, αλλά καν άγγελος εξ ουρανού κατιών. Ει δε βίου ένεκεν, μη περιέργάζου >> (PG. 63, 232)

«Αλλ' ίσως θα μας ειπή κάποιος, ότι υπάρχει και τρίτο κακό [εκτός από την αναρχία και την απειθαρχία], όταν ο άρχοντας [της Εκκλησίας] είναι κακός. Το γνωρίζω και εγώ, και δεν είναι μικρό το κακό τούτο, αλλά και πολύ χειρότερο από την αναρχία: διότι είναι καλύτερο να μη καθοδηγείσαι από κανένα, παρά να καθοδηγείσαι από κάποιον κακόν. Διότι ο μεν πολλές φορές σώθηκε, και πολλές φορές εκινδύνευσε, αλλά αυτός οπωσδήποτε θα κινδυνεύσει, οδηγούμενος προς βάραθρα. Πως λοιπόν λέγει "Πείθεσθε τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε;" Αφού πιο πάνω είπε "των οποίων βλέποντες την έκβαση της ζωής, μιμείσθε την πίστη τους" τότε είπε "Πειθαρχείτε στους ηγουμένους σας και υπακούετε". Τι γίνεται λοιπόν, λέγει, όταν είναι πονηρός και δεν πειθαρχούμε; Πονηρός, πως το εννοείς; Αν εξ αιτίας της πίστεως, απόφευγε και παράτησέ τον, όχι μόνον αν είναι άνθρωπος, αλλά κι αν είναι άγγελος που κατέρχεται εξ ουρανού [Γαλ. 1, 8] Αν εξ αιτίας της ζωής του, μη ασχολείσαι [...] Αλλά μη προσέχετε στη ζωή, αλλά στα λόγια τους· διότι εξ αιτίας των ηθών δεν θα ημπορούσε κανείς ποτέ να βλαβτεί. Γιατί; Διότι είναι φανερά σε όλους, και ο ίδιος, ακόμη κι αν είναι πονηρός μύριες φορές, ποτέ δεν θα διδάξει πονηρά. Αλλά όταν είναι στην πίστη [πονηρός] ούτε είναι φανερό σε όλους, κι ο πονηρός δεν θα σταματήσει να διδάσκει. Διότι και το "Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε" είναι για τον βίο και όχι για την πίστη».


ΤΑ 128 ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ''ΣΥΝΟΔΙΚΟΥ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ''

Κατά τη Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως του 1724:

«Εκείνοι οπού αποσκιρτήσουσιν από την ευσέβειαν και αφήσουσι μεν τα

πάτρια και ορθά της πίστεως ημών δόγματα και τας κοινάς παραδόσεις της Εκκλησίας, περιπέσωσι δε και εξολισθήσωσιν εις νεωτερισμούς και αλλοκότους υπολήψεις και έθη ετερόδοξα και παραχαράξωσι και νοθεύσωσι την της ευσεβείας αλήθειαν, οι τοιούτοι ούτε πλέον είναι, ούτε ονομάζονται τη αληθεία Χριστιανοί, αλλ’ ως ετερόδοξοι και νεωτεριστάς εκκόπτοντας και χωρίζοντας της εκκλησιαστικής και χριστιανικής ολομελείας και της ιεράς μάνδρας εκβάλλοντας ως πρόβατα ψωριώντα και μέλη σεσηπότα

ΖΗΤΟΥΝΤΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ

Άλγος και ντροπή αισθάνονται όλοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί με την παρουσία του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίου στην τελετή ενθρονίσεως του αιρετικού Πάπα Ρώμης, μια παρουσία που θα ήταν όντως αιτία χαράς αν ο Πάπας είχε επανέλθει στα πατρώα δόγματα και είχε αποβάλλει όλες τις αιρέσεις και τις καινοτομίες που διαμόρφωσαν τον παπισμό τα τελευταία χίλια περίπου χρόνια.
Η παρουσία όμως Ορθοδόξου (έστω και όχι κατ' ουσίαν) Επισκόπου σε εκδήλωση αμετανοήτου αιρετικού, ούτε ως δείγμα αγάπης μπορεί να ερμηνευτεί, γιατί τέτοιου είδους "αγάπη" δεν παραλάβαμε από τον Κύριό μας, τους Αποστόλους Του και τους Αγίους Πατέρες, αλλά ως δείγμα ότι αποτελεί έναν φορέα της αιρέσεως του Οικουμενισμού.
Το παρόν άρθρο ξεκίνησε να συγγράφεται με τον τίτλο "Ζητούνται Επίσκοποι". Σε όλη την περίοδο της δισχιλιετούς εκκλησιαστικής ιστορίας, εν καιρώ αιρέσεως, πάντοτε βρισκόντουσαν Ορθόδοξοι Επίσκοποι που προσπαθούσαν να συνεφέρουν τους αιρετίζοντες και αιρετικούς συνεπισκόπους τους και αν εκείνοι επέμεναν στην αίρεσή τους, συγκαλούσαν Σύνοδο και τους καθαιρούσαν και τους αφόριζαν, τους έδιωχναν δηλαδή από την σωτήρια κιβωτό της Εκκλησίας, ως ψευδεπισκόπους και ψευτοποιμένες.
Σήμερα όμως;
Τα τελευταία εκατό χρόνια, με την εμφάνιση του Οικουμενισμού δηλαδή, τα πράγματα έχουν αλλάξει. Ο Οικουμενισμός, η μεγάλη αυτή παναίρεση, βρήκε έδαφος και ρίζωσε και αναπτύχθηκε, εξαιτίας ενός συγκεκριμένου χαρακτηριστικού, το οποίο ενήργησε ως ήλιος και νερό και χώμα και λίπασμα για το τερατώδες αυτό φυτό της αιρέσεως. Και το χαρακτηριστικό αυτό είναι η ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ. Αν η υπερηφάνεια των αιρετικών γεννά την αίρεση, η αδιαφορία των Ορθοδόξων, είναι αυτή που τη συντηρεί και της επιτρέπει να αναπτυχθεί.
Τα όσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια είναι πρωτοφανή στην εκκλησιαστική ιστορία. Σε άλλες περιόδους, ακόμη και αν δεν υπήρχαν Επίσκοποι, γνήσιοι και αγωνιστές, να αντιδράσουν, υπήρχε ο κατώτερος κλήρος, το μοναχικό τάγμα, ο πιστός λαός. Σήμερα λοιπόν δεν ζητούνται Επίσκοποι, ζητούνται Ορθόδοξοι.
Σήμερα δικαιώνεται ο αγώνας των Αποτειχισμένων Γνησίων Ορθοδόξων, των περιφρονητικώς αποκληθέντων "παλαιοημερολογιτών", διότι παρόλες τις αδυναμίες τους, τα σφάλματά τους, τις διαιρέσεις τους, τα πάθη τους, ενίοτε και τις πλάνες τους, εκείνοι οχυρώθηκαν εντός των τειχών της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, μη δεχόμενοι να κοινωνούν με Λατινόφρονες. Δικαιώνονται αυτοί οι ταπεινοί Επίσκοποι (ο Κύριος γνωρίζει ποιοι από όλους είναι όντως γνήσιοι ποιμένες και σε ποιες δήθεν "παρατάξεις" υπάρχουν, - γιατί αυτοί είναι στην παράταξη του Κυρίου στην πραγματικότητα), οι κατηγορούμενοι ως "σχισματικοί", αυτοί που δεν είναι υπάλληλοι του Καίσαρα, και αυτοί με τα λάθη τους και τα πάθη τους και τις πλάνες τους ενίοτε, που προσπάθησαν όμως να κρατήσουν τα λάβαρα της Ορθοδοξίας ψηλά. 
Οι υπόλοιποι, οι "κανονικοί" Επίσκοποι, μαζί με το "κανονικό" ποίμνιό τους, ας αναλογιστούν τις ευθύνες τους, πριν έλθει ο καιρός της κρίσης. Διότι και Σύνοδος να μην γίνει για να αποκόψει από την Εκκλησία, τους Οικουμενιστές και τους κοινωνούντες εν γνώση με αυτούς, σίγουρα όμως δεν θα γλυτώσουν την Κρίση, η οποία έρχεται με τον σωματικό θάνατος του καθενός.
Τώρα είναι ο καιρός για δράση, μια δράση αγιοπατερική, πλήρης ζήλου με επίγνωση.
Για να συμφωνήσουμε την ερχόμενη Κυριακή, ότι είναι ΕΞΩ από την Εκκλησία, οι κατακριθέντες υπό αυτής αιρετικοί. Αυτό είναι η πραγματική αγάπη, έτσι νοιαζόμαστε πραγματικά για τους αιρετικούς και γινόμαστε αιτία με την ακοινωνησία μας μαζί τους να συναισθανθούν την πλάνη τους και να επιστρέψουν στην Ορθοδοξία. Αντιθέτως η υποκριτική αγαπολογική στάση των Οικουμενιστών, έχει ως αποτέλεσμα, οι μεν αιρετικοί να μένουν στην πλάνη τους, οι δε Ορθόδοξοι, να μολύνονται από την αίρεση και να καθίστανται υποκριτές αφού δεν πρεσβεύουν όσα η Εκκλησία δια μέσου των αιώνων εκήρυξε και εδογμάτισε.

Ἀπάντηση στόν π. Εὐθύμιο Τρικαμηνᾶ Ἀπάντηση στό νέο βιβλίο τοῦ π. Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ: Περί τοῦ 15ου Κανόνος τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου


το π. Νικολάου Δημαρ, δρος Νομικς
λγος καί πογοήτευση μς προξένησε  νάγνωση τονέου βιβλίου το ερομονάχου Εθυμίου Τρικαμην «διαχρονικ συμφωνία τν γίων Πατέρων γιά τόποχρεωτικό το 15ου Κανόνος τς Πρωτοδευτέρας Συνόδου περί διακοπῆς μνημονεύσεως Ἐπισκόπου κηρύσσοντος ἐπ' ἐκκλησίας αἵρεσιν » Τρίκαλα 2012.

Τό βιβλίο πραγματεύεται τό πιβεβλημένο ἤ μή τςποτειχίσεως τν πιστν πό τος αρετικουςπισκόπους, ταν ατοί κηρύττουν κακόδοξες διδασκαλίες καί δόγματα. Δέν διαφωνομε μέ τν βασικδέα ατο το βιβλίου, ντιθέτως τν πικροτομε, καθς καί μες εμαστε ποτειχισμένοι γιά τος ἴδιους λόγους.

Πίπτει μως, ὁ π. Εὐθύμιος σ διάφορες περβολς,τοπήματα καί πλάνες, ταν ναφέρεται περίποστολικς Διαδοχς τν κπεσόντων στν πίστηπισκόπων, πως πίσης καί στίς ναφορς του γιά τοςποτειχισμένους πιστος το Παλαιο ορτολογίου.

Ἀρχικά θά θέλαμε νά τοῦ παντήσουμε στό πρῶτο θέμαπου λέγει:
          «ν δημιουργηθ κάποια Σύνοδος παράλληλος πρός τν αρετικ  τοποθετηθ κάποιος πίσκοπος σ κάποιαπισκοπ, χωρίς προηγουμένως νά καταδικασθ πάρχων αρετικός, τότε σταματ  ποτείχισις, φοδημιουργεται μιά λλη νέα «κκλησία», (σ. 245). «δέν νομίζω" (λέγει) "τι θά ερη κανείς παράδειγμα στνρθοδοξία κατά τό ποο νά πάρχουν σ μίακκλησιαστικ παρχία καί νά σκον τά καθήκοντά των συγχρόνως δύο πίσκοποι, ρθόδοξος καί αρετικός καί δύο ντίστοιχα Σύνοδοι, ο ποες νά λειτουργον συγχρόνως καί παραλλήλως, χωρίς δηλαδή νά χη καταδικασθ  αρεσις πό ρθόδοξο Σύνοδο» (σ. 248).

 διδασκαλία ατή εναι κακόδοξος καί πηρετε πλήρως τά συμφέροντα καί τν κκλησιολογία τν Οκουμενιστν πι-σκόπων.

Στό βιβλίο το 19ου αἰῶνος τοῦ Μανουήλ Γεδεών, τοῦ μεγάλου Χαρτο-φύλακα το Οκουμενικο Πατριαρχείου«Πατριαρχικοί Πίνακες», παρατίθενται κατάλογοι τν Πατριαρχν, (αρετικν καί ρθοδόξων), πού πατριάρχευσαν μέχρι καί τν ποχή του στόν θρόνο τς Κων/λεως.
         
ναφέρεται, λοιπόν, στν σελ. 122 το βιβλίου ατο τι, κατά τά τη 360-369 Πατριάρχης Κων/λεως χρημάτισε Εδόξιος,  ποος ταν ρειανός, πό τν ρχή τςμφανίσεώς του στόν κκλησιαστικό βίο καί μάλιστα αρεσιάρχης, φο δημιουργησε καί δικ του αρετικδογματικ δοξασία.
         
 Πατριάρχης ατός νεθρονίσθη στόν θρόνο τς Κων/λεως πό βδομήντα δύο ρειανούς πισκόπους! (σ. 123).
         
Ταυτόχρονα μως ο ποσχισθέντες ρειανοί έτιος καί Ενόμιος, ξέλεξαν καί χειροτόνησαν καί ατοί δικό τους Πατριάρχη, τόν Ποιμένιο, καί μετά τόν θάνατο ατοτόν Φλωρέντιο∙  τό ατό πραξαν καί σέ λλες πισκοπές. Μετά τόν θάνατο το Εδοξίου ο ρειανοί ξέλεξαν τόν Δημόφιλον (369-370). μως καί ο ρθόδοξοι δένμειναν πραγες λλά χειροτόνησαν δικό τους πίσκοπο, τόν Εάγριο, που πατριάρχευσε κατά τά τη 369-370. 
         
δού πώς  Μανουήλ Γεδεών περιγράφει τήν κατάσταση:«ποθανόντος το Εδοξίου, διχάσθη  χριστιανικός τς Κωνσταντινουπόλεως πληθυσμός,  μλλον ες πολλά κατετμήθη. ντί δ’ νός δύο πατριάρχαι ξελέγησαν» (σ. 126). Καί συνεχίζει:

«Τόν Εάγριον ξελέξαντο ο ρθόδοξοι μετά τόν θάνατον το Εδοξίου,  δέ τς ντιοχείας πατριάρχης Εστάθιος,πανελθών μέν κ τς ξορίας πί οβιανο τοατοκράτορος, ν Κωνσταντινουπόλει δέ κρυπτόμενος,χειροτόνησεν ατόν.

Τότε  ατοκράτωρ Οάλης, τήν το Εαγρίου χειροτονίαν μαθών, φίκετο κ Μαρκιανουπόλεως, νθα διέτριβεν, ες Κωνσταντινούπολιν, καί τόν μέν ρθόδοξον πατριάρχην Εάγριον παυσε, τάς δέ κκλησίας ρπάσας πό τνρθοδόξων δωκεν ες τούς ρειανούς, ναγνωρίσας τόν κακόδοξον Δημόφιλον, καί τόν ερόν Εστάθιον ξώρισεν ες Κύζικον»(σ. 127). Βλέπομε λοιπόν τι δύο Πατριάρχες πατριάρχευσαν ταυτόχρονα στήν Κων/λη κατά τό τος 369,  νας ρθόδοξος,  λλος αρετικός.

Πς, λοιπόν,  γαπητός π. Εθύμιος μς λέγει τι δένπάρχει οδεμία τέτοια περίπτωση, λλά τι ορθόδοξοι μόνο μετά πό διαδοχή πό τούς αρετικούςνελάμβαναν πάλι τούς θρόνους, π' που εχαν κάποτεκθρονισθ διά νά μή δημιουργήσουν, πως λέγει, καινούργιες Συνόδους καί κατά συνέπεια καινούργιακκλησία; (!!!)

ν σέ λο τό βιβλίο του δικαίως κόπτεται τι οπίσκοποι καί μόνον πού θά δημοσιοποιήσουν κάποια κακοδοξία εθύς βρίσκονται κτός κκλησίας, δ μως, χάριν μις πιπλάστου Διαδοχς, τούς προβάλλει, μλλον χωρίς νά τό ννος αθεντίες ατς τς Διαδοχς καίρα ντός κκλησίας! 
Πρωτάκουστη διατύπωση!  Ο πιστοί μέ τήν ρθήμολογία τς πίστεως,  ποία  βρίσκεται μόνον μέσα στά πλαίσια τς ρθοδόξου κκλησίας νά χωρίζονται τάχα πό τήν ποστολική Διαδοχή!

 Δηλαδή νά ἀνήκουν σέ κκλησία δίχως ποστολική Διαδοχή, ν ο κτός κκλησίας αρετικοί νά τήν κατέχουν κληρονομικ δικαίῳ! Διατύπωση γινομένη, δυστυχς, κάτω πό τήν πίδραση νός κράτου Νομικισμο!!!

μες γνωρίζουμε τι, που κκλησία καί ρθήμολογία-πίστη, κε πάρχει καί ποστολική Διαδοχή πουθενά λλο, σέ καμμία παρασυναγωγή  αρεση,στω καί ν λκουν τίς χειροτονίες τους πό τήνρθόδοξη κκλησία, στήν ποία ταν κάποτενταγμένοι.

Κάθε ποδοχή αρετικο στούς κόλπους τς κκλησίας διατηροντος τό ξίωμα το πισκόπου  γενικότερα τοκληρικο, γίνεται χάριν οκονομίας[1] καί μόνον καί χινεκα τς νεργος ποστολικς Διαδοχς ατο. Διό καί βλέπομε κτός πό "κρίτους" (δηλ. μή καταδικασθέντες ἀπό Σύνοδο), πολλάκις νά δέχονται καί κεκριμένους (καταδικασθέντες ἀπό Σύνοδο) μέ τήν δια κριβς διαδικασία ντάξεως[2].

Δέν εναι μως  περίπτωση ατή που ναφέραμε μοναδική κατά τήν ποχή κείνη  κατάσταση ατή διαιωνίσθηκε, διό καί βλέπουμε λες τίς πλευρές νά χειροτονον κάστη τούς δικούς της πισκόπους.ναφέρουμε καί πάλι, γιά παράδειγμα, πό τούς Πατριαρχικούς Πίνακες, τά ξς λεγόμενα:

«πί ττικο (το ρθοδόξου Πατριάρχου σ.σ.),πατριάρχης τν ν Κωνσταντινουπόλει ρειανν ν γέρων Θεόδωρος, οτινος ποθανόντος ες λικίαν τν εκοσι καί κατόν, χειροτόνησαν ο ρειανοί πατριάρχην ατν τόν Βάρβαν» (σ. 171).

Δύο πισκόπους μως σέ μία πισκοπή δέν εχαμε μόνον στήν Κων/λη, λλά καί σέ πολλές λλες περιπτώσεις, πως στήν πισκοπή τς πόλεως Συνάδων,που  ρθόδοξος πίσκοπος Θεοδόσιος κατεδίωκε τόν Μακεδονιανό πίσκοπο Συνάδων, τόν ποο καί κατεδίωξε πό τήν πόλη, μέχρις του νέλάβε τήνπισκοπήν ξανά, λλ ς ρθόδοξος πλέον! (Πατριαρχικοί Πίνακες, σ. 170).

Δέν πρχαν μως Πατριάρχες καί πίσκοποι μόνον κ τν διαφόρων ρειανικν μάδων, ο ποοι συνυπρχαν μετά τν ρθοδόξων σέ μία πισκοπή, λλά καί λλων μερίδων πως π.χ. τν Ναυατιανν,  ο ποοι ποίμαναν τά ποίμνιά τους ν μέσῳ τν πολοίπων. Γιά παράδειγμα στόν θρόνο τς Κων/λεως εχαν νέβη πίσκοποι ξ ατν, πως ο κέσιος, γέλιος,  Σισίνιος,  Μαρκιανός  κ. . (Πατριαρχικοί Πίνακες, σ. 140-141). 

 λήθεια βεβαίως εναι τι  παρξη πολλν πισκόπων σέ μία πόλη  καί νός μόνου ξηρτᾶτο:

α) πό τό άν πρχε ποίμνιο, στε νά δικαιολογται παρξη πισκόπου, διότι, ποιό θά ταν διαφορετικά τό νόημα τς πάρξεως ατο;

β) πό τήν διάθεση τς κοσμικς ξουσίας νά νεχθ  ατο το εδους τίς καταστάσεις, καί χι διάκκλησιολογικούς λόγους ς παινίσεται  π. Εθύμιος. Καί ατός ταν  λόγος, που βλέπομε πολλές φορές νά κατέχονται ο πισκοπικοί θρόνοι μόνον πό τούςρεστούς στούς ξουσιαστές, ετε ρθοδόξους, ετε αρετικούς, μή πιτρέποντες σέ οδένα λλον  νά διεισδύση, νίοτε  οτε κν διά πλό προσηλυτισμό.

      Τήν γνώμη λοιπόν το π. Εθυμίου τι τάχα «Δένχομε μως ες τήν κκλησιαστική στορία παράδειγμα κατά τό ποο ες τόν καιρό τς αρέσεως νά πάρχουν ες να καί τόν ατόν τόπο καί νά λειτουργον παράλληλα δύο Σύνοδοι,[3] τν ρθοδόξων δηλαδή καί τν αρετικν,πό τήν ννοια τι ο ρθόδοξοι ποτειχίστηκαν πό τούς αρετικούς καί τοποθέτησαν σέ λλες παράλληλες θέσειςπισκόπους, χωρίς φυσικά νά καταδικασθ  αρεσις καί συνοδικς» (σ. 314), θά μπορούσαμε νά τήν χαρακτηρίσωμε τό λιγότερο πεπλανημένη, ν χι κάτιλλο... καθώς  κκλησιαστική στορία ποδεικνύειντελς τά ντίθετα! Δέν πεκταθοῦμε λλο σέ ατό τό θέμα διότι δη περέβημεν τό να ζητηθέν παράδειγμα...[4]

      Ἡ πλέον μως δικη κρίση διαπράττεται πό τόν π. Εθύμιο στήν ναφορά του  στούς πιστούς το παλαιοορτολογίου, που δέν παξιο πλς  τήν ποτείχισή τους, λόγῳ τς εσαγωγς το παπικο μερολογίου, λλά τήν παρουσιάζει καί ς ντικανονική καί δίκως γενομένη (σ. 232),  καθώς πιστεύει τι δέν ποτελοσε  παράβαση ντικανονική, οτε θέτηση κάποιαςκκλησιαστικς παραδόσεως!!!

ντιθέτως, τούς συντάσσει μέ τούς σχισματικούς, λλά καί μπεσόντες σέ μία διότυπη εδωλολατρία (σ. 230) καί πλάνη (σ. 231).


Τά λέει ατά, σως, γιά νά μήν χει ντιπάλους στήν διεκδίκηση τς δόξας νός ποτειχισμένου μολογιτο... Πρός πίστωση δέ τν λεγομένων του παρουσιάζειπόσπασμα το γίου ωάννου το Χρυσοστόμου, που λέγει τι δέν χει οδεμία σημασία  χρόνος, που θάορτάσουμε κάποιον  γιο,  μιά Δεσποτική, Θεομητορική ορτή, ρκε νά τήν ορτάσουμε (σ.240). Φθάνει δέ στό σημεο νά π τι δέν χει σημασία, τό πότε θά ορτασθῆ, κόμη καί  ορτή ... το Πάσχα.

«Τά βασικά σημεα δ τς διδασκαλίας το γίου (λέγει π. Εθύμιος) εναι τι καί δι ατήν τήν ορτή το Πάσχα δέν πάρχει πρόβλημα διά τό πότε θά τήν ορτάσωμε, ρκενά ορτάσωμε μαζί μέ τήν κκλησία»!!! 
     
Δυστυχς μως διά τόν π. Εθύμιο, τά λόγια το γίου Χρυσοστόμου, που πέλεξε γιά νά χτυπήση τούς παλαιημερολογίτες, τά δια κριβς λόγια  γιος Νικόδημος  γιορείτης, στό συγγραφέν π ατο καίγκεκριμένο πό το Οκουμενικο Πατριαρχείου, ερόν Πηδάλιον τς ρθοδόξου κκλησίας (σ. 9), τά στρέφειναντίον τν καινοτομησάντων τό ουλιανό μερολόγιο  καί ορτολόγιο, δηλαδή κατά το π. Εθυμίου καί τν σύν ατ πεισμόνων καινοτόμων Νεο-ημερολογιτν, καί οχί κατά τν μμενόντων μετ ελαβείας στά πάτρια!

κε  γιος κατακρίνει ς παρατηρητές το χρόνου καί τιμαστές καί βριστές τν τριακοσίων δέκα κτώ Πατέρων τς πρώτης Οκουμενικς Συνόδου, πουνομοθέτησαν τό Πασχάλιο καί τό προσηρμοσμένο σέ ατό ορτολόγιο, ατούς τούς θεόφοβους τολμηματίες,που ποίησαν σχίσμα στήν κκλησία, νεκα τςκρίβειας το χρόνου, καί χι ατούς που διαφόρησαν διά τόν χρόνο καί προτίμησαν τήν νότητα τςκκλησίας, δηλαδή τούς παλαιοημερολογίτες!

ποία διαστροφή στά λόγια τν γίων, καί τό φοβερότερον, πό στόματα που νήκουν στόντιοικουμενιστικό λεγόμενο στρατόπεδο τν Νεοημεολογιτν!

      ς δομε μως, τί μς λέγει   γιος Νικόδημος: «Χρόνων κρίβειαν, καί μερν παρατήρησιν δέν ξεύρει το Χριστο κκλησία... λλ πειδή ες τήν πρώτην σύνοδον συνάχθησαν ο Πατρες καί διώρισαν πότε νά γίνεται τό Πάσχα, τιμσα  κκλησία πανταχο τήν συμφωνίαν καί νωσιν, δέχθη τόν διορισμόν πο κενοικαμαν. Λοιπόν, πρεπε κατά τόν Χρυσόστομον, νά προτιμήσουν καί ο Λατνοι τήν συμφωνίαν καί νωσιν τςκκλησίας, περισσότερον πό τήν παρατήρησιν τν χρόνων (τς σημερίας δηλαδή πο κατέβη τώρα ες τάς 11, Μαρτίου, οσα πί τς πρώτης συνόδου ες τάς κα΄ Μαρτίου) καί χι νά τιμάζουν τούς τριακοσίους κείνους Πατέρας, πο νομοθέτησαν τοτο κατά θεον φωτισμόν, νομίζοντες τούτους ς νοήτους, καί βρίζοντες ες τήν κοινήν μητέρα πάντων μν κκλησίαν, διότι λέγεικολούθως  χρυσος ήτωρ) ν καί  κκλησία σφαλλε, βέβαια δέν θελε κατορθωθ τόσον μεγάλον καλόν, πό τήν κριβ ταύτην φύλαξιν το καιροσον μεγάλον κακόν θελε προξενηθ πό τήν διαίρεσιν ατήν καί τό σχίσμα τό πό τς καθολικς κκλησίας.

πειδή λέγει, δέν φροντίζει  Θεός καί  κκλησία διά τοιαύτη παρατήρησιν τν χρόνων καί μερν πάρεξ διά μοναχήν τήν μόνοιαν καί ερήνη. Καί βλέπε, γαπητέ, πς θεος Χρυσόστομος νομάζει σχισματικούς τούς Λατίνους διά τί καινοτόμησαν τό πασχάλιόν τους καί τό Καλαντάριον, χι διά τί δέν εναι τοτο, σον κατά τήνσημερίαν, ρθόν».

Καί τελειώνει  γιος λέγοντας τά ἑξς:«...εαρεστεται  Θεός ες τήν τάξιν το πασχαλίου καίπλς επεν, το καλανταρίου (μερολογίου σ.σ.) τοδικο μας, παρά ες τήν κρίβειαν  το πασχαλίου καί καλανταρίου τν Λατίνων...».

Στήν συνέχεια δέ ναφέρει διάφορα θαύματα, που πιστοποιον τήν εαρέστηση ατή το Θεο στόρθόδοξο Καλεντάριο-ορτολόγιο ς «βεβαιωτικά τομετέρου καλανδαρίου, ναιρετικά δέ τν λατίνων» (. Πηδάλιον, σ. 8-9).[5]

Βλέπουμε λοιπόν τι, ν καί  π. Εθύμιος δέν γνοετήν παρξη τν νωτέρω λεχθέντων πό το γίου Νικοδήμου, ν τούτοις γνόησε παντελς καί κατεφρόνησε τήν γνώμη του ατή καί θέση καί κατπέκταση τς κκλησίας, μόνο καί μόνο γιά νά στηρίξη τήν δική του προσωπική, λλά κατά συνέπεια καί τν νεωτεριστν τς ποστάτριας κκλησίας.

 γνώμη το γίου Νικοδήμου πού ποτελε καί τήνπίσημη θέση τς ρθοδόξου κκλησίας, φο Ατήπανειλλημένως πί σειρά Συνόδων καί λλωνποφάσεων, κατεδίκασε καί πέρριψε κάθε λλαγή τοορτολογίου καί μεταθέσεως το Πασχαλίου  νομίζω χει περισσότερη βαρύτητα π ατή το πατρός Εθυμίου.

Τό ποιός, λοιπόν, βρίσκεται σέ σχίσμα θά πρέπη μλλον νά τόν προβληματίση πιό σοβαρά, ταν θά κφέρη πλέον τήν ποψή του,  ετε γραπτς, ετε προφορικς, πρόςποφυγή το σκανδαλισμο τν στηρίκτων. λλωστε καί ατοί ο πρωτεργάτες τς ορτολογικς λλαγς Χρυσόστομος Παπαδόπουλος καί Μελέτιος Μεταξάκης,  δήλωσαν καστος τι:    

 μέν Παπαδόπουλος  πρίν τήν πάρατον λλαγή"τιοδεμίαν λλαγή το μερολογίου μπορε νά γίνη χωρίς κκλησία τς λλάδος νά καταστ σχισματική ναντι τνλλων"[6].

 δέ Μεταξάκης τήν ρα το θανάτου του σπαράζοντας καί βασανιζόμενος πό τς συνειδήσεώς του ἔκραζε λέγοντας «βασανίζομαι διότι σχισα τήνκκλησία»!!![7]

Γιά τόν λόγον ατόν καί  γνωστός σέ λους μας νεοημερολογίτης ρχιμανδρίτης Φιλόθεος Ζερβάκοςχοντας πλήρη συναίσθηση γιά τήν σχισματικήκκλησιολογική κατάσταση στήν ποία ερίσκονταν ατός καί  κκλησία πού νκε καί νησυχῶντας γιά τήν σωτηρία τς ψυχς του, γραφε συνεχς πιστολές πρός τόν ρχισχίστη Παπαδόπουλο, παροτρύνοντάς τον πως:

« ερά Σύνοδος καί ο  γιοι ρχιερες ς φροντίσουν  νά παναφέρουν τό πατροπαράδοτον μερολόγιον, διά νάπαλλάξουν αυτούς καί τά ποίμνια ατν τνναθεμάτων»[8]καθώς πικρέμονται τά πιτίμια τν Πατέρων πί τά κεφαλάς τν ποδεχομένων τήν καινοτομίαν το Νέου μερολογίου.
 ρχιμανδρίτης ατός, ελικρινέστερος το πατρός Εθυμίου, παραδεχόταν, σέ ντίθεση μέ ατόν, τι τό παλαιόν μερολόγιο-ορτολόγιο εναι «πατροπαράδοτον», [9] «παράδοσις τν Πατέρων»[10],καί τι «εσήχθη ντικανονικς»[11], διό καί «οπαλαιοημερολογται καλς ποίησαν πού δέν δέχθησαν τό νέον παπικόν μερολόγιον»[12] τό ποο «παρέδωκαν ογιοι Πατέρες τς πρώτης Οκουμενικς Συνόδου»[13]. 

ποία διάσταση πόψεων!!! Καί ατή τήν θέση εχε Γέροντας Φιλόθεος, διότι γνώριζε καλς τι  ο Πατέρεςβλεπαν ατό τό καινοτομημένο μερολόγιο ς«ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΝ ΣΚΑΝΔΑΛΟΝ»[14]«ΔΕΚΑΘΗΜΕΡΟΝ ΕΚΤΡΩΜΑ»[15] καί ΜΙΑΝ ΑΠΟ ΤΑΣ ΤΕΣΣΑΡΑΣ ΑΙΡΕΣΕΙΣ ΟΠΟΥ ΕΓΕΝΝΗΣΕΝ Ο ΙΣΤ΄ ΑΙΩΝ[16].Γι' αυτό νομίζουμε τι, καλό θά ταν νά μήν γίνονται κάποιοι βασιλικότεροι τοβασιλέως... λλά νά ποτάσσονται στά ντάλματα καί στά παραδείγματα τν Πατέρων τς κκλησίας μας, μή ατοσχεδιάζοντες πάνω σέ θέματα πού εναι δυνατόν νά βλάψουν ψυχικς τούς ἰδίου λλά καί αὐτούς πού τούς ἀκούουν!
                                                              
Μοναχός ωσήφ[17],  γιον ρος

Συμπεράσματα

Ὅποιος ἀκολουθεῖ τήν αἵρεση δέν ἔχει τήν δυνατότητατῆς ἐν Χριστῷ τελειώσεως καί σωτηρίας ἐφὅσον "τῆςἐκκλησιαστικῆς ἑνώσεως(ΞΘ΄ τῆς Καρθαγένης"ἐκ τῆς τοῦ Κυριακοῦ σώματος ἑνώσεως ἀνησυχάστῳδιχονοίᾳ" ἀποσχίζεται (ΞΣΤ΄ τῆς Καρθαγένης), γιά νάμεταβεῖ ἐκεῖ "ὅπου  ἐκκλησία οὐκ ἔστιν" (ΚανώνΚαρχηδόνος), "τῷ τῆς ἀποστασίας συνεδρίῳ". Οἱαἱρετικοί ὑπάρχουν "πάσης ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίαςἐκβεβλημένοι καί ἀνενέργητοι" (α΄τῆς Γ΄Οἰκουμενικῆς), τελοῦντες ὑπό τήν κυριαρχίαν τοῦδιαβόλουû "δώσει αὐτοῖς  Θεός μετάνοιαν πρός τόἐπιγνῶναι τήν ἀλήθειανκαί ἵνα ἀνασφήλωσιν οἱ ἐκ τῶντοῦ διαβόλου βρόχων αἰχμαλωτισθέντες αὐτῷ εἰς τῷαὐτοῦ θέλημα(ΞΣΤ΄ Καρθαγένης).
Ἡ αὐστηρή αὐτή στάση τῶν ἁγίων Πατέρων εἶναι συνέπεια τῆς Ἐκκλησιολογίας τους. Ἐφ' ὅσον μία μόνον Ἐκκλησία ὑπάρχει, (ἕν σῶμα μόνον ἀντιστοιχεῖ εἰς μίαν κεφαλήν), εἶναι φυσικό, ὅτι οἱ ἀποκόπτοντες ἑαυτούς διά τῆς αἱρέσεως ἤ τοῦ σχίσματος ἀπό τῆς Μιᾶς Ἐκκλησίας, παύουν νά εἶναι μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ καί νά ἔχουν τό Ἅγιον Πνεῦμα. Ὁ "οἶκος αὐτῶν ἀφίεται ἔρημος" καί ἐκπίπτει εἰς "ἐκκλησίαν πονηρευομένων" (Νικηφόρου Ὁμολογητοῦ ἐπιστολή γ΄).

Γιαὐτό τό λόγο καί τά μυστήρια τῶν αἱρετικῶν θεωροῦνται ὡς ἄκυρα, ἐπειδή ἀκριβῶς οἱ αἱρετικοί στεροῦνται τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Στούς αἱρετικούς δέν ὑφίσταται κἄν ἀληθές βάπτισμα ἤ χρίσμα ("ἀσφαλῶς κρατοῦμεν, μηδένα βαπτίζεσθαι δύνασθαι ἔξω τῆς καθολικῆς ἐκκλησίαςû ἑνός ὄντος βαπτίσματος, καί ἐν μόνῃ τῇ καθολικῇ ἐκκλησίᾳ ὑπάρχοντοςû ... ὅθεν οὐ δύναται χρίσμα τοῖς αἱρετικοῖς εἶναι").

Ὁ λόγος εἶναι προφανήςû "παρά δέ τοῖς αἱρετικοῖς, ὅπου ἐκκλησία οὐκ ἔστιν, ἀδύνατον ἁμαρτημάτων ἄφεσιν λαβεῖν" καί "οὐ γάρ δύναται ἐν μέρει ὑπερισχύεινû εἰ ἠδυνήθη βαπτίσαι, ἴσχυσε καί Ἅγιον Πνεῦμα δοῦναιû εἰ οὐκ ἠδυνήθη, ὅτι ἔξω ὤν, Πνεῦμα ἅγιον οὐκ ἔχει, οὐ δύναται τόν ἐρχόμενον βαπτίσαι, ἐνός ὄντος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί μιᾶς ἐκκλησίας ὑπό Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν, ἐπάνω Πέτρου τοῦ Ἀποστόλου ἀρχῆθεν λέγοντος, τῆς ἑνότητος τεθεμελιωμένηςû καί διά τοῦτο τά ὑπ' αὐτῶν γινόμενα ψευδῆ καί κενά ὑπάρχοντα, πάντα ἐστίν ἀδόκιμα"(Κανών Καρχηδόνος).

Αὐτός ὁ Κανών δέν ἀποτελεῖ κάτι τό καινοφανές στήν Ἐκκλησία. Εἶναι ἀπήχηση τῆς ἐκκλησιολογίας τοῦ Ἀποστόλου Παύλουû "ἕν σῶμα καί ἕν Πνεῦμα, καθώς καί ἐκλήθητε ἐν μιŽ ἐλπίδι τῆς κλήσεως ὑμῶνû εἷς Κύριος, μία πίστις, ἕν βάπτισμα" (Ἐφ. δ΄4-5). Κάθε ἄλλη θεώρηση τῶν αἱρέσεων θά ἀνέτρεπε τήν ἐκκλησιο-λογική αὐτή βάση.

Ἀπάντηση τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς πρός τόν Πάπα Πίο Θ΄ (1848)

(Πηγή: Τά δογματικά καί συμβολικά μνημεα τςρθοδόξου Καθολικς κκλησίας, Καρμίρη ωάννη,  τ. Β΄ σελ. 902-925, θήνα 1953).

"... Τό φρικτό ατό νάθεμα, δελφοί καί γαπητά παιδιάν Χριστ, δέν τό κφωνομε μες σήμερα, λλά τόκφώνησε πρτος  Σωτήρας μας «ποιος μιλήσειναντίον το γίου Πνεύματος, δέν θά συγχωρεθε οτε σέ ατόν τόν αώνα, οτε στόν μελλοντικό»  γιος Παλοςκφώνησε «πορ πού μετακινεστε τόσο γρήγορα πό ατόν πού σς κάλεσε μέ τήν χάρη το Χριστο σέ λλο εαγγέλιο, τό ποο δέν εναι λλο, παρά μόνον κάποιοι πού σς ταράσσουν καί θέλουν νά διαστρεβλώσουν τό εαγγέλιο το Χριστο λλά κι ν μες  γγελος πό τόν ορανό σς κηρύσσει λλο εαγγέλιο πό ατό πού σς κηρύξαμε, ς εναι νάθεμα», ατό κφώνησαν ο πτά οκουμενικές Σύνοδοι καί λη  χορωδία τν θεοφόρων Πατέρων.

λοι λοιπόν ο καινοτόμοι, ετε μέ αρεση ετε μέ σχίσμα, νδύθηκαν μέ τή θέλησή τους, σύμφωνα μέ τόν ψαλμωδό, «κατάρα ς ροχο», ετε Πάπες ετε Πατριάρχες ετε Κληρικοί ετε Λαϊκοί, «κι ν κάποιος,κόμα καί γγελος πό τόν ορανό, σς κηρύσσει λλο εαγγέλιο πό ατό πού χετε παραλάβει, ς εναι νάθεμα.

τσι σκεπτόμενοι ο Πατέρες μας καί πακούοντας στούς ψυχοσωτήριους λόγους το Παύλου, στάθηκαν σταθεροί καί στέρεοι στήν πίστη πού τούς παραδόθηκε πό γενιά σέ γενιά καί τήν διέσωσαν μετάβλητη καί μόλυντη στό μέσο τόσων αρέσεων, καί τήν παρέδωσαν σέ μς ληθινή καίνόθευτη, πως βγκε γνή πό τό στόμα τν πρώτωνπηρετν το Λόγου, τσι σκεπτόμενοι καί μες, νόθευτηπως τήν παραλάβαμε θά τήν μεταδώσουμε στίςπερχόμενες γενιές, χωρίς νά μεταβάλλουμε τίποτα, γιά νά εναι κι κενοι, πως κι μες, επρεπες καί νά μήν ντρέπονται ταν μιλον γιά τήν πίστη τν προγόνων τους."
1848, μήνας Μάιος, νδικτινος ς΄.

+Άνθιμος λέῳ Θεο ρχιεπίσκοποςΚωνσταντινουπόλεωςΝέας Ρώμηςκαί οκουμενικόςΠατριάρχηςν Χριστ τ Θε γαπητός δελφός καίκέτης πέρ μν.

+ερόθεος λέω Θεο Πατριάρχης λεξανδρείας καίλης της Αγύπτου, ν Χριστ τ Θε γαπητός δελφός καί κέτης.

+Μεθόδιος λέω Θεο Πατριάρχης τς μεγάλη πόλης τοΘεο ντιοχείας καί λης της νατολς, ν Χριστ τΘε γαπητός δελφός καί κέτης.

+Κύριλλος λέω Θεο Πατριάρχης εροσολύμων καίλης της Παλαιστίνης, ν Χριστ τ Θε γαπητόςδελφός καί κέτης.

 ερά Σύνοδος τῆς Κωνσταντινουπόλεως
 Καισαρείας Παΐσιος
 φέσου νθιμος
 ρακλείας Διονύσιος
 Κιζύκου ωακείμ
 Νικομηδείας Διονύσιος
 Χαλκηδόνας ερόθεος
 Δέρκων Νεόφυτος
 δριανουπόλεως Γεράσιμος
 Νεοκαισαρείας Κύριλλος
 Βεροίας Θεοκλητός
 Πισιδίας Μελέτιος
 Σμύρνης θανάσιος
 Μελενίκου Διονύσιος
 Σόφιας Παΐσιος
 Λήμνου Δανιήλ
 Δρυϊνουπόλεως Παντελεήμων
 ρσεκίου ωσήφ
 Βοδενν νθιμος.

 ερά Σύνοδος τῆς ντιόχειας
 ρκαδίας Ζαχαρίας
+ μέσης Μεθόδιος
 Τριπόλεως ωαννίκιος
+ Λαοδικείας ρτέμιος.

 ερά Σύνοδος τῆς ερουσαλήμ
 Πέτρας Μελέτιος
 Βηθλεέμ Διονύσιος
 Γάζας Φιλήμων
 Νεαπόλεως Σαμουήλ
 Σεβαστείας Θαδδαος
 Φιλαδελφείας ωαννίκιος
 Θαβωρίου ερόθεος.



[1].Καί βέβαια, ὄχι πάντοτε! Ὅπως ἀναπτύσσεται ἐκτεταμένα στό παρόν τεῦχος τῶν Ἁγίων Κολλυβάδων. 
Βλ. . Πηδάλιον, σ. 582. «...ο εκονομάχοι οτοι καίπάντες ο λλοι αρετικοί, τν ποίων τάς χειροτονίαςδέχθη ποτέ  κκλησία, κατ οκονομίαν καί συγκατάβασιν, καί χι κατά κρίβειαν...». Οἱ Εἰκονομάχοι ἦσαν ἐκτός Ἐκκλησίας, πρίν ὑπάρξει Οἰκουμενική Σύνοδος νά τούς καταδικάσει. Βλ. στό παρόν τεῦχος δημοσίευση ἐκτενῶν ἀποσπασμάτων τῶν πρακτικῶν τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.

[2].[Βλ. ποφάσεις κυρίως τς Β΄ καί ΣΤ΄ Οκουμενικς Συνόδου, που ο Πατέρες δέχθησαν καί πεκατέστησαν τούς δη κατεδικασμένους ρειανούς, Μακεδονιανούς, κ.. Μετά ἀπό ἀποκήρυξη τῆς αἱρέσεώς τους μέ πανηγυρική δήλωση ἐνώπιον τῆς Συνόδου ἤ ἐγγράφως μέ λίβελο. Σέ ἄλλες περιπτώσεις ὅπως διδάσκει ὁ Μέγας Βασίλειος,(ἀλλά καί πολλοί ἄλλοι Πατέρες), δέχονται τούς αἱρετικούς καί μέ Ἅγιον Μῦρον ἤ μέ βάπτισμα, καθ' ὅτι οἱ αἱρετικοί στεροῦνται τῆς ἁγιαστικῆς Χάριτος.

[3].Ὅποιος θέλει νά ἀναζητήση περισσότερα στοιχεῖα διά τό θέμα τῆς λειτουργίας Συνόδων ὑπό ὀρθοδόξων ἐπισκόπων σέ καιρό αἱρέσεων, ἄς ἀνατρέξη στίς ἐπιστολές τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὅπου θά διαπιστώση ὅτι καί Συνόδους συγκροτοῦσαν γιά τήν ἐπίλυση τῶν προβλημάτων ὅπου προέκυπταν, ἀλλά καί διαιρέσεις καί σχίσματα εἶχαν μεταξύ τους, ὡς ἦταν φυσικό σέ ἕναν ζωντανό ὀργανισμό ὅπου τόν ἀποτελοῦν ἄνθρωποι καί ὄχι ἄγγελοι... Τίς Συνόδους βεβαίως τίς συγκροτοῦσαν ὄχι γιά νά ἔχουν τήν αἴσθηση ὅτι ἦταν ‘’ἐκκλησία’’, ἀλλά διά νά ρυθμίζουν  ὡς εἴπαμε τά προβλήματά τους.

[4].Βλ. πλῆθος ἄλλων παραδειγμάτων στό βιβλίο τοῦ καθηγητοῦ τῆς Πατρολογίας Στυλιανοῦ Παπα-δόπουλου,Ἡ Ζωή ἑνός Μεγάλου. Βασίλειος Καισαρείας, ἔκδ. Ε΄, Ἀθῆνα 2002. Ὁ δέ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὅταν ἦλθε στήν Κων/λη, τήν βρῆκε ἀνεπίσκοπο, ὅπως ὁ ἴδιος γράφει! Μόνο μία ἐκκλησία ἦταν Ὀρθόδοξη, ἡ Ἁγία Ἀναστασία. Παντοῦ κυριαρχοῦσαν οἱ Ἀρειανοί καί οἱ Πνευματομάχοι. Εἶχε χειροτονηθεῖ μάλιστα γιά τήν Νανζιανζό!

 Κατά τήν λογική τοῦ π. Εὐθυμίου δέν θά ἔπρεπε νά ἔλθει στήν Κωνσταντινούπολη, γιατί ἀκόμη οἱ αἱρετικοί δέν εἶχαν ἐκβληθεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία, καί κατά τήν ἀντιπατερική λογική του δέν θά ἐπιτρεπόταν ... νά ὑπάρχει δεύτερος ἐπίσκοπος στήν Πόλη! Πλήρης παραλογισμός τοῦ π. Εθυμίου. Βλ. σχετικά τό ραιότατο βιβλίο τοκαθηγητο μας Στ. Παπαδοπούλου Γρηγόριος ὁΘεολόγος.   πληγωμένος ετός, θνα 1994.

[5]Βλ. τήν σχετική ναίρεση πού κάναμε στά κείμενα το κ. Λιβανο στόν "ρθόδοξο Τύπο" κριβς μέ τήνδια πιχειρηματολογία.

[6]κκλησιαστικός Κήρυξ», φύλ. 142, 1918, πρβλ. καί στό σύγγραμμά του κκλησιαστική στορία, σ. 482.

[7].Φιλοθέου Ζερβάκου, Τό Νέον μερολόγιον καί οκαρποί ατο, σ. 7.

[8]τόθι, σ. 33.
[9]τόθι, σ. 33.
[10]τόθι, σ.32.
[11]τόθι, σ. 31.
[12]τόθι, σ. 28.
[13]τόθι, σ. 28.

[14].Ἐπιστολή Πατριάρχου ερεμία Β΄ πρός Ν. Νταπόντε. Παρά Σάββα ερομ. Καρυαί, 1924.

[15].Μελετίου Πηγ, Περί το Πάσχα, Letres de MeletiusPigas, 286, 106.

[16].«μολογία Πίστεως», Πατριάρχου εροσολύμων, σ. 4, 1690. «Τέσσερα μεγάλα θηρία θηρία γέννησε ΙΣΤ΄αών. Τήν αρεσιν το Λουθήρου, τήν αρεσιν τοΚαλβίνου, τήν αρεσιν τν Γιεζουβιτν, καί τήν αρεσιν το νέου καλενταρίου... κατά δέ τς αρέσεως το νέου καλενταρίου πεφάνθη  ν Κων/λει μεγάλη Οκουμενική Σύνοδος το 1593».
[17].Τό νωτέρω κείμενο γράφτηκε πό τόν π. Ἰωσήφ στόγιον ρος καί στηρίχτηκε ν πολλος καί σέ δικές μαςπαντήσεις πρός τούς Οκουμενιστές-Νεοημερολογίτες, πού δημοσιεύσαμε στό παρελθόν, πρός τόν κ. Λιβανόν, στόν "ρθ. Τύπο", πρός τήν Μονή Γρηγορίου, στούς "γίους Κολλυβάδες" καί πρός τόν Θεόκλητο Διονυσιάτη, στό Βοανεργές. Μικρές διορθώσεις καί διευκρινιστικές προσθῆκες γιναν στό κείμενο λλά καί στίςποσημιώσεις.

 Μέ ἰδιαίτερη σαφήνεια καί μεθοδικότητα νατρέπει  π.ωσήφ τά αολα πιχειρήματα το π. Εθυμίου Τρικαμην, πού πλς ναμασ τίς θέσεις τοῦ πιφάνιου Θεοδωρόπουλου καί το ωήλ Γιαννακόπουλου, πού πέθαναν χωρισμένοι πό τήν κκλησία το Χριστο, τήνγιωτάτην ρθοδοξίαν.