A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου 2013

Ο ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ

Νικολάου Μάννη, εκπαιδευτικού

Στην εποχή της παναιρέσεως του Οικουμενισμού, όπου οι θρόνοι των Τοπικών Εκκλησιών έχουν καταληφθεί από οικουμενιστές επισκόπους και η πορεία των χαρακτηρίζεται προδοτική για την Πίστη μας, αρκεί άραγε ο χαρακτηρισμός «Ορθόδοξοι» για τους όντως Ορθοδόξους, από τη στιγμή που «ορθόδοξοι» αυτοχαρακτηρίζονται και οι Οικουμενιστές;

Ήδη από το 1924, έτος της ημερολογιακής καινοτομίας, όπου ο Οικουμενισμός επιτέθηκε ευθέως στο Σώμα της Εκκλησίας, οι Ορθόδοξοι ένιωσαν την ανάγκη να προσδιορισθούν έναντι των καινοτόμων, οι οποίοι τους απεκάλεσαν χλευαστικώς «Παλαιοημερολογίτες». Έτσι χρησιμοποιήθηκαν δύο χαρακτηρισμοί. Για τους μοναχούς του Αγίου Όρους ο χαρακτηρισμός «Ζηλωτές», για τους πιστούς της υπόλοιπης Ελλάδος ο χαρακτηρισμός «Γνήσιοι».

Οι παραπάνω χαρακτηρισμοί ερείδονται επί των Γραφών. Ο προφήτης Ηλίας λέει: «Ζηλῶν ἐζήλωσα τῷ Κυρίῳ παντοκράτορι, ὅτι ἐγκατέλιπον τὴν διαθήκην σου οἱ υἱοὶ Ἰσραήλ» (Βασ.Γ΄,19,10). Ο Κύριος επίσης απαιτεί: «ζήλευε (δηλαδή γίνε ζηλωτής) οὖν καὶ μετανόησον» (Αποκ. γ΄, 19). Υπάρχει βέβαια και κακός ζήλος, ζήλος ου κατ’ επίγνωσιν, τον οποίο στηλιτεύουν οι Πατέρες, όπως ενδεικτικά ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος (Λόγος ΝΗ:΄ Περί της βλάβης του μωρού ζήλου) και ο άγιος Νεκτάριος (Το γνώθι σαυτόν: Ο χαρακτήρ του μη κατ’ επίγνωσιν ζηλωτού). Να είμαστε λοιπόν «Ζηλωτές» με επίγνωση και με άγιο ζήλο. Τέτοιον ζήλο είχε εκτός από τον προφήτη Ηλία και ο άγιος Νικόλαος, ο οποίος ράπισε τον Άρειο, όταν τον έβλεπε να επιμένει αμετανόητος να βλασφημεί τον Κύριό μας.

Ο όρος «γνήσιος» είναι όρος που αφορά την πίστη και όχι το πρόσωπο. Έτσι ο απόστολος Παύλος  γράφει:  «Τιμοθέῳ γνησίῳ τέκνῳ ἐν πίστει»  (Τιμ. α΄, 2)  και  ο ιερός Χρυσόστομος ερμηνεύει:  «Εἰπών γὰρ τέκνον διὰ τοῦτο προσέθηκε  ἐν  πίστει  ὥστε δηλῶσαι  ὅτι γνήσιος ἧν καὶ ἐξ αὐτοῦ ἧν· οὐδὲν ἐνἠλακτο, κατὰ τῆν πίστην τὸ ἐμφερὲς εἶχε» (P. G. 62, 505). Και στα Πρακτικά της Ζ΄ Οικουμενικής  Συνόδου  διαβάζουμε:  «Καὶ  ὅστις  ταύτης  τῆς ὁμολογήσεως ἔχεται τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας ἐστὶ γνήσιος υἱὸς τε καὶ μέτοχος». Οι δε πρώτοι αγωνιστές κατά της καινοτομίας, που αυτοχαρακτηρίσθηκαν ως «γνήσιοι ορθόδοξοι»,  αναφέρουν χαρακτηριστικά: «ο όρος Γνήσιος συμπίπτει προς την έννοιαν του ακραιφνούς, του μη ανεχομένου τουτέστιν νοθείαν, ἤ παραποίησιν των παραδεδομένων» (ΣΚΡΙΠ 20-12-1928).
 


Ένας άλλος όρος που χρησιμοποιούν οι Ορθόδοξοι είναι και ο χαρακτηρισμός «ενιστάμενος». Αυτός μαρτυρείται τόσο από τον άγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη («ὁ ὑπὲρ τῆς ἀληθείας ενιστάμενος»(P. G. 99, 1064) και «ὁμολογητὴς γὰρ πᾶς ὁ ἐνιστάμενος» (αυτόθι, 1177), όσο και από τον αείμνηστο ηγέτη του ιερού ημών Αγώνος πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομο  Καβουρίδη (Ακριβής θέσις του ημερολογιακού ζητήματος, κεφ. Β΄, σελ. 18, Αθήναι 1950).

Όλοι οι παραπάνω όροι εκφράζουν σήμερα τους Ορθοδόξους Χριστιανούς και τους διαχωρίζουν από τους Οικουμενιστές.