A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2014

Ἃγιοι Ἀπόστολοι Βαρθολομαῖος καί Τίτος (25 Αὐγούστου)




Ὁ Ἅγιος Βαρθολοµαῖος ὁ Ἀπόστολος (Ἀνακοµιδὴ ἱεροῦ λειψάνου του)

Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Βαρθολοµαῖος µαρτύρησε µὲ σταυρικὸ θάνατο στὴν Ἀρµενία. Τὸ ἅγιο λείψανό του οἱ χριστιανοὶ τὸ ἔβαλαν µέσα σὲ µία πέτρινη θήκη καὶ τὸ ἔκρυψαν στὴν Οὐρβανούπολη. Ἐπειδή, ὅµως, ἡ θήκη γιάτρευε πολλὲς ἀσθένειες, συνέρρεαν σ᾿ αὐτὴν πλήθη λαοῦ. Γι᾿ αὐτὸ οἱ εἰδωλολάτρες, ὅταν βρῆκαν τὴν κατάλληλη εὐκαιρία, πέταξαν τὴν θήκη στὴν θάλασσα, µαζὶ µὲ ἄλλες τέσσερις θῆκες µαρτύρων. Τότε ἔγινε κάτι τὸ θαυµαστό. Ἡ θήκη µὲ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Βαρθολοµαίου, συνοδείᾳ τῶν ἄλλων τεσσάρων θηκῶν, ἀφοῦ πέρασαν τὴν Μαύρη Θάλασσα, τὰ στενά του Ἑλλησπόντου, τὸ Αἰγαῖο πέλαγος καὶ τὸ Ἀδριατικό, ἔφθασαν ἀριστερὰ τῆς Σικελίας, στὸ νησὶ Λιπαρά. Ἔπειτα, οἱ θῆκες ποὺ συνόδευαν τὴν θήκη τοῦ Ἁγίου Βαρθολοµαίου πῆγε ἡ κάθε µία σὲ διαφορετικοὺς τόπους τῆς Ἰταλίας. Τότε λοιπόν, ὁ Ἅγιος του Θεοῦ ἀποκαλύφθηκε στὸν ἐπίσκοπο τῆς Λίπαρος, Ἀγάθωνα, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ κατέβηκε στὴν παραλία καὶ εἶδε τὴν θήκη, ἔµεινε ἐκστατικός. Μὲ σεβασµὸ τότε, συνόδευσαν τὴν θήκη µὲ τὸ ἅγιο λείψανο ἐκεῖ ὅπου θαυµατουργικὰ ὑπέδειξε ὁ Ἀπόστολος τοῦ Θεοῦ καὶ ὅπου κτίστηκε µεγαλοπρεπὴς ναός. Δίκαια, ἔτσι, µπορεῖ νὰ πεῖ κανείς: «Θαυµαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ». Θαυµαστὸς εἶναι ὁ Θεὸς στὶς προστασίες ποὺ παρέχει στοὺς Ἁγίους Του, ποὺ εἶναι ἀφοσιωµένοι σ᾿ Αὐτόν.

Ὁ Ἅγιος Τίτος ὁ Ἀπόστολος, ἐπίσκοπος Γόρτυνος Κρήτης

Ὁ Τίτος ἦταν Ἕλληνας στὴν καταγωγή, καὶ µάλιστα ἀπὸ τοὺς πιὸ διακεκριµένους ὅσον ἀφορᾶ τὴν µόρφωση καὶ τὸ γένος. Ἔγινε χριστιανὸς ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, µὲ τὸν ὁποῖο καὶ συνεργάστηκε γιὰ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου. Ἀκολούθησε τὸν Ἀπ. Παῦλο στὴν δεύτερη ἄνοδό του στὴν Ἱερουσαλὴµ καὶ κατόπιν ἐπιφορτίσθηκε µὲ ἀποστολὴ στὴν Κόρινθο, γιὰ νὰ δεῖ ἀπὸ κοντὰ τὴν κατάσταση τῆς ἐκεῖ Ἐκκλησίας. Ὅταν ἐπέστρεψε συνάντησε τὸν Ἀπ. Παῦλο στὴν Μακεδονία. Ἔπειτα µαζί του, περίπου τὸ ἔτος 58, πῆγαν στὴν Κρήτη, ὅπου ὁ Ἀπόστολος Παῦλος κατέστησε τὸν Τίτο ἐπίσκοπο γιὰ νὰ κηρύξει τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἐγκαταστήσει σ᾿ ὅλο τὸ νησὶ πρεσβύτερους. Ἀπὸ τὴν δεύτερη πρὸς Τιµόθεον ἐπιστολὴ µαθαίνουµε, ὅτι ὁ Τίτος πῆγε καὶ στὴν Δαλµατία, ἄγνωστο γιὰ ποιὸν σκοπό. Ὁ Παῦλος ἔστειλε καὶ τὴν γνωστὴ πρὸς Τίτον ἐπιστολή, ἀπὸ τὴν ὁποία µαθαίνουµε, ὅτι ὁ Ἕλληνας µαθητής του τιτλοφορεῖται ἀπ᾿ αὐτὸν «τέκνον» του «γνήσιον». Ἀπὸ τὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ ἐπίσης, µαθαίνουµε ὅτι ὁ Τίτος εἶχε λαµπροὺς συνεργάτες στὴν Κρήτη, δηλαδὴ τὸν Ζήνα τὸν νοµικὸ καὶ τὸν περίφηµο Ἀπολλώ. Ὁ Τίτος πέθανε στὴν Κρήτη, κατὰ τὸ ἔτος 105 µετὰ Χριστόν.


Ἀπολυτίκιον 

Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Προκληθείς ουρανόθεν προς γνώσιν ένθεον, την εν σαρκί του Δεσπότου επιδημίαν εν γη, αυτοψεί εωρακώς φωτός πεπλήρωσαι, όθεν του Παύλου κοινωνός, θεηγόρος γεγονώς, την Κρήτην πάσαν πυρσεύεις, της ευσεβείας τω λόγο, Τίτε απόστολε μακάριε.



Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἐξ Ἑῴας ὡς ὄρθρος ὤφθη πολύφωτος, ποντοπορήσασα ξένως Βαρθολομαῖε σοφέ, πρὸς τὴν Δύσιν ἡ σορὸς ἡ τῶν λειψάνων σου· τοῦ γὰρ Ἡλίου τῆς ζωῆς, δᾳδουχεῖ τὰς δωρεάς, καὶ σκότος παντοίων νόσων, ὁλοσχερῶς διαλύει, τῶν προσιόντων ταύτῃ πάντοτε.