A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ Ο ΝΕΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ Ο ΝΕΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 20 Σεπτεμβρίου 2023

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΜΕΓΑΛΟ ΕΞΟΡΙΣΤΟ

 

Ὁ Ἅγιος πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος στὸ κελλάκι του μὲ τὸ κομβοσχοίνι στὸ χέρι,
στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ὑψηλοῦ Λέσβου κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Ἐξορίας του (1951-1952)


Ἐπικοινωνία μὲ τὸν Μεγάλο Ἐξόριστο

ΠΑΡΑΘΕΤΟΥΜΕ ἕνα σύντομο ἀπόσμασμα ἀπὸ τὸ Κεφάλαιο ΙΕ΄ («Ἡ δύσκολη καὶ ἔνδοξη περίοδος ἕως τῆς Κοιμήσεως τοῦ Ἁγίου πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου») ἀπὸ τὸν Τόμο Β΄ τοῦ ἔργου μας: «Ἐπίσκοπος Μαγνησίας Χρυσόστομος Νασλίμης (1910-1973) – Ἀκατάβλητος Ἀγωνιστὴς Πίστεως καὶ Ὑπομονῆς», Ἀθήνα 2020, σελ. 43-46, προκειμένου νὰ τιμήσουμε τὴν μνήμη τοῦ Ὁμολογητοῦ Πατρὸς καὶ κορυφαίου τῆς Ὀρθοδοξίας ἀναστήματος Ἁγίου πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου (+7/20-9-1955), ἐπικαλούμενοι τὶς θεοπειθεῖς Αὐτοῦ πρεσβεῖες ὑπὲρ τῶν κατὰ πνεῦμα τέκνων του.

Ὁ βιογραφούμενός μας π. Χρυσόστομος Νασλίμης ὡς χαρακτηριζόμενος ἀπὸ ὑψηλὸ αἴσθημα εὐθύνης καὶ ἀπὸ γνήσιο ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα, ἔσπευδε νὰ ἐπικοινωνεῖ γραπτῶς μὲ τὸν Μέγα Ὁμολογητὴ τῆς Ὀρθοδοξίας Ἅγιο πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομο, διατελοῦντα τότε ἐξόριστο στὴν δυσπρόσιτη Ἱερὰ Μονὴ Ὑψηλοῦ Μυτιλήνης. Καὶ τοῦτο, διότι ἐκζητοῦσε πατρικὲς εὐχές, ἐνημέρωνε περὶ ὅσων συνέβαιναν καὶ ἔθετε ἐρωτήματα.

Δύο χαρακτηριστικὲς ἐπιστολὲς τοῦ Ἁγίου πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου ἔχουμε ὑπ᾽ ὄψιν μας ἀπὸ ἐκείνη τὴν περίοδο πρὸς τὸν τότε Ἀρχιμ. π. Χρυσόστομο Νασλίμη. Στὴν πρώτη, μὲ ἡμερομηνία 2/15-6-1951, ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὑψηλοῦ, γράφει ὁ Ὑψηλὸς Δεσμώτης τῆς Ὀρθοδοξίας πρὸς τὸν ἀκούραστο Ἀγωνιστὴ π. Χρυσόστομο:

«Ἀγαπητέ μοι Ἀρχιμανδρίτα κ. Χρυσόστομε·

Τὴν ὑπὸ ἡμερομηνίαν 20 Μαΐου ἀδελφικὴν ἐπιστολὴν τῆς ὑμετέρας περισπουδάστου πανοσιολογιότητος ἔλαβον χθὲς τὸ ἑσπέρας. Τὸ περιεχόμενον αὐτῆς ἀνέγνων μετὰ προσοχῆς καὶ μεγάλου ἀδελφικοῦ ἐνδιαφέροντος. Εἶδον μὲ λύπην καὶ συγκίνησιν καὶ τὰς ἰδικάς Σας δοκιμασίας καὶ περιπετείας ἅς, συνεπείᾳ τοῦ καθ᾽ ἡμῶν κινηθέντος ἀγρίου καὶ ἀμειλίκτου διωγμοῦ, μεθ᾽ ὑπομονῆς ὑπέστητε καὶ ὑμεῖς διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ. Ὁ διωγμὸς οὗτος εἶνε πρωτοφανὴς εἰς τὰ χρονικὰ τῆς ἱστορίας τῆς Αὐτοκεφάλου Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ἡ ὑπομονὴ καὶ ἐγκαρτέρησις τῶν Χριστιανῶν μας εἶνε καὶ αὕτη πρωτοφανὴς εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας. Καὶ τοὺς μὲν διώκτας, ἐκκλησιαστικούς τε καὶ πολιτικούς, ἡ ἱστορία θὰ καυτηριάσῃ μὲ τὰ δριμύτερα καυστήρια, τοὺς δὲ διωκομένους καὶ ὑπομένοντας τὰ πάντα διὰ τὴν Ὀρθοδοξίαν, θὰ στέψῃ μὲ τὸν ἐπίζηλον φωτοστέφανον τοῦ Ὁμολογητοῦ ἐν ὥρᾳ Κρίσεως. Ἄς δοξάζωμεν τὸν Θεόν, τὸν εὐδοκήσαντα νὰ ἐπιφυλάξῃ εἰς ἡμᾶς τὸν τιμητικὸν κλῆρον νὰ ἀγρυπνῶμεν καὶ φυλακὰς νὰ φυλάσσωμεν περὶ τοὺς προμαχῶνας τῆς Ὀρθοδοξίας, καυτηριάζοντες καὶ στηλιτεύοντες τὰς καταχθονίους ἐπιβουλὰς τῶν πολεμίων καὶ λυμεώνων τοῦ ὑγιοῦς καὶ ἀκραιφνοῦς πνεύματος αὐτῆς…

»Ὅσον ἀφορᾷ τὴν ἐξοικονόμησιν τῆς δι᾽ ἁγνῶν καὶ εὐσεβῶν γυναικῶν Μεταλήψεως τῶν Τιμίων Δώρων εἰς μελλοθανάτους ἀσθενεῖς, οὕς δὲν δύνασθε προσωπικῶς νὰ ἐπισκεφθῆτε καὶ κοινωνήσητε, ταύτην ἐγκρίνομεν καὶ ἡμεῖς, προτιμῶντες ἐκ δύο κακῶν τὸ μὴ χεῖρον. Ἐπὶ τῇ ἐλπίδι, ὅτι ὁ Κύριος, διὰ τὴν δόξαν τοῦ Ὁποίου ἀγωνιζόμεθα, ἐν τῷ ἀπείρῳ ἐλέει τῆς μακροθυμίας καὶ τῆς ἀμέτρου συγκαταβάσεως πρὸς ἡμᾶς θὰ εὐδοκήσῃ νὰ κολοβώσῃ τὰς ἡμέρας τῶν θλίψεων καὶ δοκιμασιῶν, ἐπιβραβεύων μὲν τὸν ἱερὸν Ἀγῶνα τὸν θρίαμβον, ἡμῶν δὲ τὴν ἀπελευθέρωσιν, διατελῶ μετ᾽ ἀγάπης καὶ εὐχῶν» (Ἀρχεῖον Χρυσοστόμου Νασλίμη. Νὰ σημειώσουμε ὅτι σύμφωνα μὲ τὸν Μέγα Βασίλειο ἡ ἐξορία ἁγίου Ποιμένος σὲ χρόνια διωγμοῦ θεωρεῖται «ἐρημία τῆς Ἐκκλησίας», πρόξενη μεγάλης λύπης στοὺς πολλούς, ἀλλὰ καὶ μακαρισμοῦ γιὰ τοὺς πάσχοντας μετὰ μακροθυμίας καὶ γενναιότητος [βλ. Ἐπιστολὴ ΡΠΒ΄: «Πρὸς τὸν Πρεσβύτερον Παυλῖνον»).

Εἶναι ἀξιοπαρατήρητο τὸ ὑψηλὸ καὶ ἀπτόητο φρόνημα τοῦ Ἁγίου Πατρός, ὁ ὁποῖος δὲν κάμπτεται πρὸ τῶν δεινῶν τῆς ἐξορίας, ἀλλὰ σπεύδει νὰ παρηγορήσει καὶ ἐγκαρδιώσει τοὺς ἐπίσης διωκομένους εὐσυνειδήτους καὶ γενναίους Κληρικούς του, ὅπως καὶ τὸ ἀνυποχώρητο Ποίμνιό του, καὶ ἐπίσης τὸ μέτρο τῆς ποιμαντικῆς οἰκονομίας καὶ διακρίσεώς του, τὸ ὁποῖο λόγῳ τοῦ διωγμοῦ ὑπερβαίνει τὸ στενὸ γράμμα τοῦ νόμου πρὸς ἐπιτέλεσιν τοῦ σωστικοῦ ἔργου ὑπὲρ ἀθανάτων ψυχῶν.

Στὴν δεύτερη ἐπιστολὴ μὲ ἡμερομηνία 24-7-1951, διαβάζουμε:

«Ἀγαπητέ μοι Χρυσόστομε, τὴν ἀπὸ 23 Ἰουνίου ἐπιστολὴν τῆς ὑμετέρας φίλης πανοσιολογιότητος ἐδεξάμην χθὲς καὶ μετὰ πολλῆς χαρᾶς ἀνέγνων. Σᾶς συγχαίρω διὰ τὴν ἀνύστακτον ὑμῶν ἐπαγρύπνησιν καὶ περιφρούρησιν τῶν ἱερῶν Παραδόσεων καὶ τῶν Πατρώων τῆς Ὀρθοδοξίας θεσμῶν, ὡς καὶ διὰ τὴν σθεναρὰν ἄμυναν ὑμῶν κατὰ τῶν ἀγρίων διωκτῶν, οἵτινες πρὸς κέντρα λακτίζουν, κηρύξαντες ἐν διωγμῷ τὴν Ὀρθοδοξίαν. Ἐπίσης, εἶσθε ἄξιος συγχαρητηρίων, διότι, παρ᾽ ὅλον τὸν περιορισμόν Σας καὶ τὸν ἄγριον διωγμόν, δὲν ἀμελεῖτε καὶ τὰ ἱερατικά Σας καθήκοντα πρὸς ἱκανοποίησιν τῶν θρησκευτικῶν ἀναγκῶν τοῦ ποιμνίου Σας. Εἰς τὴν ὑγείαν μου εἶμαι θαυμάσια, χάρις τῷ ἐνδυναμοῦντι με Χριστῷ, οὗ τὸ ἄπειρον ἔλεος καὶ ἡ εἰρήνη σὺν τῇ ἐμῇ εὐχῇ καὶ εὐλογίᾳ εἴη μεθ᾽ ὑμῶν καὶ τῶν Χριστιανῶν Σας. Διαβιβάζω τὰς εὐχάς μου εἰς ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς. Τῆς Ὑμετέρας φίλης καὶ περισπουδάστου πανοσιολογιότητος διάπυρος εὐχέτης, +ὁ π. Φλωρίνης Χρυσόστομος» (Ἀρχεῖον Χρυσοστόμου Νασλίμη).

Τὰ δύο αὐτὰ σύντομα ἱστορικὰ κείμενα-μαρτυρίες, ἐντυπωσιακὰ γιὰ τὸν παλμό, τὴν εὐγένεια, τὸ ἐνδιαφέρον, τὴν ἀποφασιστικότητα, τὴν εἰλικρίνεια καὶ τὸ ἄρωμα ποὺ ἀποπνέουν, ἀποδεικνύουν τόσο τὴν μεγαλοσύνη τοῦ Γράφοντος, ὅσο καὶ τὴν ἀξιοσύνη τοῦ ἀποδέκτου, τοῦ ὁποίου τὶς πρὸς τὸν ἱερὸ Δεσμώτη ἐπιστολὲς δὲν ἔχουμε δυστυχῶς ὑπ᾽ ὄψιν μας.

Πέμπτη 16 Ιουνίου 2022

Ἕνας διάλογος γιὰ τὸ Ἡμερολογιακὸ Ζήτημα

 Νικολάου Μάννη, ἐκπαιδευτικοῦ

Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν
ὑπὸ τὸν Ἅγιο πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομο.

Κατὰ τὴν πενταετία 1947-1952 διεξήχθη ἐντύπως ἀνεπίσημος διάλογος περὶ τοῦ ἡμερολογιακοῦ ζητήματος, μεταξὺ τοῦ Μητροπολίτου Λαρίσης Δωροθέου Κοτταρᾶ (μετέπειτα Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν, +1957)[1], ὡς ἐκπροσώπου τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας, καὶ τῶν Παλαιοημερολογιτῶν Ἀρχιερέων Μητροπολίτου πρ. Φλωρίνης Ἁγίου Χρυσοστόμου Καβουρίδου (+1955)[2] καὶ Ἐπισκόπου Διαυλείας Πολυκάρπου Λιώση (+1996, μετέπειτα Μητροπολίτου Σισανίου & Σιατίστης)[3].

Ἡ ἀρχὴ ἔγινε μὲ τὴν δημοσίευση ἄρθρου τοῦ Λαρίσης Δωροθέου μὲ τίτλο «Ἡ νομοκανονικὴ θέσις τοῦ ἑλληνικοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ ζητήματος», σὲ ἔγκριτο ἐπιστημονικὸ περιοδικὸ τῆς ἐποχῆς[4]. Στὸ ἄρθρο αὐτὸ ὁ συγγραφέας προσπαθεῖ νὰ ἀποδείξει ὅτι τὸ ἡμερολόγιο εἶναι ἀστρονομικὸ καὶ ὄχι δογματικὸ θέμα, ὅτι οἱ κατὰ τῶν Παλαιοημερολογιτῶν κληρικῶν καθαιρέσεις εἶναι ἔγκυροι καὶ ἂν ἐπιμένουν νὰ λειτουργοῦν ὑπόκεινται σὲ ποινικὲς διώξεις γιὰ «ἀντιποίηση ἀρχῆς», πὼς οἱ Παλαιοημερολογῖτες δὲν εἶναι οὔτε αἱρετικοί, οὔτε σχισματικοὶ καὶ ὡς ἐκ τούτου ὑπάγονται στὴν δικαιοδοσία τῆς ἐπισήμου Ἐκκλησίας τὴν ὁποίαν ὀφείλουν νὰ ὑπακοῦν, ὅτι δὲν δικαιοῦνται νὰ ἀποτελέσουν ξεχωριστὴ θρησκευτικὴ κοινότητα γιὰ νὰ μὴν ὑπάρχουν δύο Ἐκκλησίες στὴν ἴδια χώρα καί, τέλος, ὅτι τὸ 1924 δὲν υἱοθετήθηκε τὸ Γρηγοριανό, ἀλλὰ ἁπλῶς προστέθηκαν 13 ἡμέρες πρὸς ἐπαναφορὰ τῆς ἡμερομηνίας τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας.

Ἄμεση ἀπάντηση πρὸς τὸν Λαρίσης Δωρόθεο συνέταξε ὁ Ἡγέτης τῶν Παλαιοημερολογιτῶν, Ἅγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος, ἐπίσης ὑψηλῆς θεολογικῆς μορφώσεως[5], μὲ τὸ ἔργο του «Ἀναίρεσις τῆς ἡμερολογιακῆς πραγματείας τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου κ. Δωροθέου Κοτταρᾶ τῆς δημοσιευθείσης εἰς τὸ μηνιαῖον περιοδικὸν “Ἀρχεῖον τοῦ Κανονικοῦ καὶ Ἐκκλησιαστικοῦ Δικαίου”»[6].

Ἀνταπαντῶντας ὁ πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος ἐπισημαίνει ἀρχικὰ πὼς ὄντως τὸ ἡμερολόγιο θὰ ἦταν ἀστρονομικὸ καὶ ὄχι δογματικὸ θέμα μόνο ἂν ἐξεταζόταν ἀπὸ ἀστρονομικὴ καὶ ὄχι ἀπὸ ἐκκλησιαστικὴ σκοπιά. Ἡ Ἐκκλησία ὅμως στὸ παρελθὸν ἀπέκρουσε πολλάκις τὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἐξέταζε τὸ ζήτημα ἀπὸ ἐκκλησιαστικὴ σκοπιὰ καὶ θεώρησε ὅτι θὰ ἐξυπηρετοῦσε σκοποὺς ἀλλότριους τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπως τὴν διατάραξη τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητος, τὸν προσηλυτισμὸ ἐκ μέρους τῶν παπικῶν, τὴν σύγχυση στὸ τυπικό καὶ τὴν ὁμοιομορφία τῶν ἑορτῶν καὶ τῶν νηστειῶν. Ἐν συνεχείᾳ ἀποδεικνύει πὼς ἡ καθαίρεση Παλαιοημερολογίτου κληρικοῦ δὲν ἔχει Κανονικὸ ἔρεισμα, ἀλλὰ καὶ ἂν ὑποτεθεῖ πὼς ἔχει κάποιο κῦρος, παρόλα αὐτὰ δὲν εἶναι τελεσίδικος, διότι μία τέτοια ἀπόφαση πρέπει νὰ διέλθει ὅλα τὰ ἔνδικα στάδια, ἐφεσιβαλλομένη σὲ Μεγάλη Τοπικὴ ἢ καὶ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, λόγῳ τῆς φύσεως τοῦ θέματος, ποὺ δὲν ἀφορᾶ σὲ προσωπικὴ ἢ ἠθικὴ παράβαση, ἀλλὰ σὲ ἐκκλησιαστικὴ διαφωνία. Παράλληλα, ἀποδεικνύει καὶ γιὰ ποιοὺς λόγους ἡ ἄρνηση τῶν Παλαιοημερολογιτῶν κληρικῶν νὰ δεχθοῦν τὴν «καθαίρεσή» τους δὲν συνιστᾶ «ἀντιποίηση ἀρχῆς», ἐνῶ παρατηρεῖ πὼς οἱ πραγματικὰ ἄξιοι καθαιρέσεως εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ «προβαίνουσιν ἐλαφρᾷ τῇ συνειδήσει εἰς μεταρρυθμίσεις ἐκκλησιαστικῶν θεσμῶν πανορθοδόξου κύρους καὶ σημασίας, ἄνευ πανορθοδόξου Συνόδου, εἰς οὐδὲν λογιζόμενοι τὴν διαίρεσιν τῶν Ἐκκλησιῶν καὶ τὸν σκανδαλισμὸν τῶν Ὀρθοδόξων χριστιανῶν»[7]. Συνεχίζοντας εὐχαριστεῖ τὸν Λαρίσης Δωρόθεο ποὺ διαβεβαιώνει πὼς οἱ Παλαιοημερολογῖτες δὲν εἶναι οὔτε αἱρετικοί, οὔτε σχισματικοί, ἀλλὰ ἐξηγεῖ πὼς οἱ τελευταῖοι δὲν εἶναι ὑποχρεωμένοι νὰ ὑπακοῦν στὶς ἀποφάσεις τῆς Διοικούσης Ἱεραρχίας γιὰ νὰ μὴ καταστοῦν μετ᾿ αὐτῆς συνυπεύθυνοι γιὰ τὴν αὐθαίρετη καὶ ἀντικανονικὴ Ἡμερολογιακὴ Καινοτομία! Συμφωνεῖ ἐπίσης μαζί του στὸ ζήτημα τοῦ ἀνεξάλειπτου τῆς Ἱερωσύνης καὶ ὑπερασπίζεται τὸ κῦρος τῶν ὑπὸ τῶν Παλαιοημερολογιτῶν τελουμένων Μυστηρίων. Δὲν λησμονεῖ νὰ θίξει καὶ τὸ θέμα τῆς ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως, στηλιτεύοντας τοὺς μακρόχρονους διωγμοὺς τῶν Παλαιοημερολογιτῶν, ἐνῶ καταρρίπτοντας τὸ ἐπιχείρημα περὶ δύο Ἐκκλησιῶν στὴν ἴδια χώρα προβαίνει σὲ κρυστάλλινη διακήρυξη ἐκκλησιολογικῆς αὐτοσυνειδησίας γράφοντας ὅτι «μέχρι τῆς ἐγκύρου καὶ Κανονικῆς διευθετήσεως τοῦ ἡμερολογιακοῦ ζητήματος, ἐπιδίκου ὄντως ὡς ἔφθην εἰπὼν ἐνώπιον τῆς μελλούσης πανορθοδόξου Συνόδου, δὲν δημιουργεῖται Δευτέρα Ἐκκλησία, ἀλλὰ μία μειοψηφία τῆς Ἐκκλησίας διαφωνοῦσα πρὸς τὴν πλειοψηφίαν τῆς Ἱεραρχίας καὶ συνεχίζουσα τὴν ἱστορίαν τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας ὑπὸ τὴν ἄκρατον ὀρθοδοξίαν λυμανθεῖσαν διὰ τῆς ἡμερολογιακῆς καινοτομίας»[8]. Ἀναφερόμενος τέλος στὸ ἐπιχείρημα ὅτι ἡ Ἱεραρχία δὲν προσέλαβε τὸ Γρηγοριανό, ἀλλὰ διόρθωσε τὸ Ἰουλιανὸ ἡμερολόγιο, ἐπισημαίνει πὼς ὑπάρχει παραδοχὴ ἀπὸ ἐπίσημα χείλη γιὰ τὸ ἀντίθετο (παραπέμπει σὲ δήλωση τοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γρηγορίου Ζ΄). Κλείνοντας διαβεβαιώνει τὸν Λαρίσης Δωρόθεο γιὰ τὰ ἀδελφικὰ αἰσθήματα ἀγάπης καὶ ἐκτιμήσεως πρὸς τὸ πρόσωπό του παραδίδοντας μαθήματα ἤθους καὶ πρότυπο συμπεριφορᾶς γιὰ κάθε διαλεγόμενο.

Ἡ ἐξέλιξη τοῦ ἄτυπου αὐτοῦ διαλόγου συνεχίστηκε καὶ τὸ ἑπόμενο ἔτος (1948), μέσα ἀπὸ τὶς στῆλες τῶν ἀθηναϊκῶν ἐφημερίδων «Ἐμπρὸς» καὶ «Καθημερινή».

Ἡ ἐφημερίδα «Ἐμπρὸς»[9] σὲ ἄρθρο μὲ τίτλο «Ἡ Ἐκκλησία ἐπιδίδει τελεσίγραφον» φιλοξένησε γιὰ τὸ Ἡμερολογικὸ Ζήτημα Συνεντεύξεις Ἀρχιερέων, μεταξὺ τῶν ὁποίων ἦταν ὁ Λαρίσης Δωρόθεος καὶ ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος. Ὁ πρῶτος ἐπανέλαβε γιὰ ἄλλη μία φορὰ ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δὲν προσέλαβε τὸ Γρηγοριανὸ ἡμερολόγιο, ἀλλὰ διόρθωσε τὸ Ἰουλιανό, ὅτι τὸ ἡμερολόγιο δὲν εἶναι δογματικὸ ζήτημα, ὅτι οἱ Παλαιοημερολογῖτες δὲν εἶναι οὔτε αἱρετικοί, οὔτε σχισματικοί (καὶ γι’ αὐτὸ ὀφείλουν νὰ πειθαρχοῦν στὶς ἀποφάσεις τῆς Ἱεραρχίας) καὶ ὅτι ὁ Παλαιοημερολογιτισμὸς εἶναι «αὐτὴ αὕτη ἡ Ὀρθόδοξος Θρησκεία» (!) καὶ ἑπομένως δὲν προστατεύεται συνταγματικὰ ὡς ξεχωριστὴ θρησκεία καὶ ἄρα ἡ Πολιτεία πρέπει νὰ καταστείλει τὴν ἀνταρσία τῶν ἐπαναστατούντων Παλαιοημερολογιτῶν!

Ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης ἀπὸ τὴν ἄλλη τόνισε πὼς ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ νέου ἡμερολογίου γιὰ μὲν τὴν Πολιτεία καὶ Κοινωνία ἀποτελεῖ ἀδιάφορο ζήτημα χρόνου, γιὰ δὲ τὴν Ἐκκλησία ὅμως ζήτημα συμφωνίας καὶ ἑνώσεως τῶν Ὀρθοδόξων Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν στὴν Θεία Λατρεία. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ ἀποκρούσει τὸν παπικὸ προσηλυτισμό, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀπέκρουε ἐπὶ αἰῶνες τὸ νέο ἡμερολόγιο. Ἐπιπροσθέτως, ἐπισημαίνει πὼς ἡ ἐξαιτίας τῆς ἡμερολογιακῆς Καινοτομίας διάσπαση τῆς ἑνότητος τῶν Ὀρθοδόξων προσκρούει στὸ 9ο ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως. Πρὸς τοῦτο ἐπικαλεῖται καὶ γνώμη εἰδικῶν Καθηγητῶν (Νομικῶν καὶ Θεολόγων, μεταξύ τῶν ὁποίων καὶ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χρυσόστομου Παπαδόπουλου, ὁ ὁποῖος λίγα χρόνια μετὰ εἰσήγαγε τὸ νέο ἡμερολόγιο γνωσιμαχήσας) ἀναφερόμενη στὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Τέλος ἀποκρούει τὴν κατηγορία ὅτι ἡ ἀριθμοῦσα περὶ τὸ 1.000.000 τότε μερίδα τῶν Παλαιοημερολογιτῶν εἶναι ἐπαναστάτες, ἀλλὰ μᾶλλον στυλοβάτες τῆς Ὀρθοδοξίας.  

Λίγες ἡμέρες μετὰ ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος συνέταξε κείμενο τὸ ὁποῖο ὑπογράφεται ἀπὸ τὴν Σύνοδο τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων (Παλαιοημερολογιτῶν), ἀποτελούμενη τότε ἀπὸ τὸν ἴδιο ὡς Πρόεδρο, τὸν Μεγαρίδος Χριστοφόρο Χατζῆ (+1973, μετέπειτα Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς & Κονίτσης) καὶ τὸν Διαυλείας Πολύκαρπο, ὑπὸ τὸν τίτλο «Κρίσεις ἐπὶ τῶν Συνεντεύξεων τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ τῶν ἐγκρίτων Μητροπολιτῶν Ἰωαννίνων καὶ Λαρίσσης ἀναφορικῶς πρὸς τὸν Παλαιοημερολογιτισμόν», τὸ ὁποῖο δημοσιεύθηκε στὴν ἐφημερίδα «Καθημερινή»[10]. Σὲ αὐτὸ ἀρχικὰ (καὶ μὲ ἀφορμὴ τὴν παραδοχὴ τῶν νεοημερολογιτῶν Ἱεραρχῶν ὅτι τὸ νέο ἡμερολόγιο εἰσήχθη ὑπὸ τὴν πίεση τῆς τότε Κυβερνήσεως) οἱ Παλαιοημερολογῖτες Ἀρχιερεῖς παρατηροῦν πὼς ἡ Ἱεραρχία δὲν ἀπαλλάσσεται τῶν εὐθυνῶν της ἐφόσον ὀφείλει νὰ εἶναι φρουρὸς καὶ θεματοφύλακας τῶν παραδόσεων καὶ νὰ μὴν ὑποκύπτει σὲ καμία κυβερνητικὴ πίεση, γιὰ νὰ μὴ προκαλεῖ μὲ αὐτὴ τὴν στάση σκανδαλισμὸ τοῦ ποιμνίου τῆς Ὀρθοδοξίας[11]. Ἐν συνεχείᾳ ἀπορρίπτουν τὴν σοβαρότητα τοῦ γνωστοῦ ἐπιχειρήματος πὼς ἐφόσον τὸ ἡμερολόγιο δὲν εἶναι Δόγμα ἐπιτρέπεται ἡ ἀλλαγή του καὶ μάλιστα μὲ τέτοιο τρόπο ὥστε νὰ δημιουργεῖται ἀταξία στὴν Ἐκκλησία. Προχωρῶντας ἐπαινοῦν τοὺς Μητροπολῖτες γιὰ τὴν φιλαλήθεια τῆς ὁμολογίας τους ὅτι οἱ Παλαιοημερολογῖτες δὲν εἶναι οὔτε αἱρετικοί, οὔτε σχισματικοί, ἀλλὰ Ὀρθόδοξοι, οἱ ὁποῖοι διέκοψαν τὴν κοινωνία μὲ τοὺς Καινοτόμους «ἵνα μὴ μετέχωσι καὶ οὗτοι τῆς εὐθύνης ἐνώπιον τῆς ὅλης Ἐκκλησίας διὰ τὴν καινοτομίαν ταύτην»· ἑπομένως, δὲν εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ πρέπει νὰ χαρακτηρισθοῦν ὡς ἐπαναστάτες… Τὸ κείμενο ὁλοκληρώνεται μὲ παρατηρήσεις καὶ θερμὴ ἔκκληση γιὰ τὴν ἐπαναφορὰ τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος γιὰ ἐκκλησιαστικούς, ἀλλὰ καὶ ἐθνικοὺς λόγους. Δυστυχῶς, ἡ φωνὴ αὐτὴ δὲν εἰσακούστηκε γιὰ ἀκόμη μία φορά, ἐνῶ μία διετία μετὰ ξεκίνησαν φοβεροὶ διωγμοὶ κατὰ τῶν Παλαιοημερολογιτῶν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν τότε Κυβέρνηση τῶν …Φιλελευθέρων.

Ὁ Λαρίσης Δωρόθεος ἐπανῆλθε στὸ ζήτημα ἔπειτα ἀπὸ τρία χρόνια μὲ τὸ ἄρθρο του «Παρατηρήσεις ἐπὶ τῆς γνωματεύσεως τῶν κ.κ. καθηγητῶν ἐπὶ τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ ζητήματος»[12]. Ἀφορμὴ δόθηκε ἀπὸ τὴν Γνωμάτευση ποὺ δημοσίευσαν οἱ Καθηγητὲς τῆς Νομικῆς Γεώργιος Ράμμος, Χρῆστος Σγουρίτσας καὶ Κωνσταντῖνος Τσάτσος, κατ᾿ ἀνάθεση τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας, στὴν ὁποία ὑπῆρχε ἡ παραδοχὴ ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος υἱοθέτησε τὸ Γρηγοριανὸ ἡμερολόγιο, ἐνῶ ἐκφραζόταν καὶ ἡ θέση ὅτι ἡ καθαίρεση ἐξαλείφει τὴν Ἱερωσύνη καὶ ἑπομένως οἱ Παλαιοημερολογῖτες Κληρικοὶ γιὰ νὰ γίνουν δεκτοὶ στὴν ἐπίσημη Ἐκκλησία πρέπει νὰ ἀναχειροτονηθοῦν. Ὁ Λαρίσης Δωρόθεος ἐπανέλαβε γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ τὴν ἄποψη ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δὲν υἱοθέτησε τὸ Γρηγοριανὸ ἡμερολόγιο, ἐπειδὴ δὲν ἔθιξε τὸ Πάσχα, ἀλλὰ ἁπλῶς διόρθωσε τὸ Ἰουλιανὸ μὲ τὴν ἀπάλειψη δέκα τριῶν ἡμερῶν. Γιὰ τὸ θέμα δὲ τῆς ἀναχειροτονίας μετὰ ἀπὸ καθαίρεση κατακρίνει τὴν ἀθεολόγητη ἄποψη τῶν ὡς ἄνω νομικῶν καὶ ἀποδεικνύει, μὲ ἐπιχειρήματα ἐρειδόμενα στοὺς Ἱεροὺς Κανόνες, ἀλλὰ καὶ στὴν πράξη τῆς Ἐκκλησίας, τὸ ἀνεξάλειπτο τῆς Ἱερωσύνης καὶ ὡς ἐκ τούτου τὸ παράνομο τῆς ἀναχειροτονίας[13].

Μὲ ἀφορμὴ τὸ νέο κείμενο τοῦ Λαρίσης Δωροθέου, οἱ Ἀρχιερεῖς Ἅγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος καὶ Διαυλείας Πολύκαρπος συνέταξαν εἰδικὲς ἀποκρίσεις. Ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος, εὑρισκόμενος τότε στὴν ἐξορία λόγῳ τοῦ ἀγώνα του ὑπὲρ τοῦ παλαιοῦ ἡμερολογίου, συνέγραψε καὶ ἀπέστειλε ἀπαντητικὸ κείμενο μὲ τίτλο «Ἀπάντησις εἰς μίαν διατριβὴν περὶ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης κ. Δωροθέου», καὶ τὸ ὁποῖο ἐκδόθηκε ταυτοχρόνως σὲ Ἀθήνα καὶ Λάρισα[14]. Στὸ ἔργο αὐτὸ ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης, ἀπὸ τὴν μία ἀναιρεῖ, γιὰ ἀκόμη μία φορά, τὰ περὶ δῆθεν ἀσυμφωνίας μεταξὺ Γρηγοριανοῦ καὶ «διορθωμένου Ἰουλιανοῦ»[15], ἀφετέρου ἐγκωμιάζει τὸν Λαρίσης Δωρόθεο γιὰ τὰ ἐπιστημονικά του προσόντα καὶ δηλώνει ἀπολύτως σύμφωνος μὲ τὶς ἀπόψεις του γιὰ τὸ ἀνεξάλειπτο τῆς Ἱερωσύνης καὶ τὴν Κανονικότητα τῶν Παλαιοημερολογιτῶν Κληρικῶν.

Σχετικὰ μὲ τὸ πρῶτο, ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης παρατηρεῖ πὼς ἡ λέξη «διόρθωση» δὲν ἀνταποκρίνεται στὴν πραγματικότητα, διότι καὶ τὰ δύο ἡμερολόγια εἶναι ἐσφαλμένα ἀπὸ ἀστρονομικὴ ἄποψη· ἑπομένως, μὲ τὴν προσθήκη 13 ἡμερῶν δὲν ὑπῆρξε «διόρθωση», ἀλλὰ ἀφομοίωση τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου, ἐφόσον πλέον οἱ ἡμερομηνίες του μὲ ἐκεῖνες τοῦ τάχα «διορθωμένου Ἰουλιανοῦ» ταυτίζονται ἀπόλυτα! Ἐπιπροσθέτως, ἡ χρήση δύο ἡμερολογίων (τοῦ Γρηγοριανοῦ γιὰ τὶς ἀκίνητες, καὶ τοῦ Ἰουλιανοῦ γιὰ τὶς κινητὲς ποὺ ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὸ Πασχάλιο) δημιουργεῖ σοβαρὰ προβλήματα στὸ Τυπικό. Αὐτὸ θὰ ἐξαναγκάσει τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἢ νὰ προσαρμόσει καὶ τὸ Πασχάλιο πρὸς τὸ Γρηγοριανὸ ἡμερολόγιο (προσκρούοντας ἔτσι στοὺς περὶ τοῦ καθορισμοῦ τοῦ Πάσχα Ἱεροὺς Κανόνες) ἢ νὰ ἐπανέλθει στὸ Ἰουλιανό. Ἐπισημαίνει μάλιστα ὅτι τὸ λεγόμενο «Πανορθόδοξο Συνέδριο» τοῦ 1923 προβλέπει καὶ ἀλλαγὴ τοῦ Πασχαλίου, μὲ σαφὴ σκοπὸ τῆς Καινοτομίας ὄχι τὴν διόρθωση τάχα, ἀλλὰ τὴν προσέγγιση τῶν Ὀρθοδόξων μὲ τοὺς ἑτεροδόξους τῆς Δύσεως, ὅπως ὁμολογεῖ ὁ ἴδιος ὁ πρωτεργάτης αὐτῆς (καὶ Πρόεδρος τοῦ δῆθεν «Πανορθοδόξου» Συνεδρίου τοῦ 1923) διαβόητος Μελέτιος Μεταξάκης. Ἄλλωστε, συνεχίζει ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος, ἐὰν ληφθοῦν ὑπόψιν καὶ οἱ γνῶμες πολλῶν ἐπιστημόνων ὅτι τὸ Ἰουλιανὸ ἔχει τελικὰ λιγότερα σφάλματα ἀπὸ τὸ Γρηγοριανό, τότε μᾶλλον ἡ λέξη «διόρθωση» θὰ πρέπει νὰ ἀντικατασταθεῖ μὲ τὴν λέξη «χειροτέρευση»[16]… Σχετικὰ μὲ τὸ δεύτερο μέρος, ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος ἐγκωμιάζει θερμότατα τὸν Λαρίσης Δωρόθεο γράφοντας μεταξὺ ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς: «Πολλὰς ὀφείλομεν χάριτας εἰς τὸν Σεβασμιώτατον Συντάκτην, δόντα, δι᾿ ὅσων λίαν ὀρθῶς καὶ πειστικῶς ἐν τῷ δευτέρῳ μέρει τῆς διατριβῆς Του ἀνέπτυξε, πλῆρες δίκαιον εἰς τοὺς δῆθεν καθῃρημένους Παλαιοημερολογίτας κληρικούς διϊσχυριζομένους ὅτι αἱ χειροτονίαι αὐτῶν καὶ αἱ Μυστηριακαὶ πράξεις κέκτηνται ἀκέραιον τὸ κῦρος αὐτῶν· διότι πηγάζουσιν ὡς ὀρθῶς γράφει ὁ Σεβασμιώτατος, ἐκ τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἱερωσύνης, ὅπερ φέρουσιν οὗτοι ἀκέραιον»[17]. Σημειωτέον δὲ ὅτι τὸ παραπάνω πόνημα ὅ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης τὸ συνέταξε στὶς 10 Δεκεμβρίου 1951 στὸν τόπο τῆς ἐξορίας του, τὴν Μονὴ Ὑψηλοῦ Μυτιλήνης, στὴν ὁποία τὸν ἔστειλε ἡ διωκτικὴ μανία τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας ἐπὶ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Σπυρίδωνος Βλάχου.

Τὴν ἴδια περίοδο καὶ ὁ Διαυλείας Πολύκαρπος συνέταξε ἀπάντηση μὲ τίτλο «Κρίσεις ἐπὶ τῆς πρώτης παρατηρήσεως τῆς γενομένης ὑπὸ τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Λαρίσης κ. Δωροθέου ἐπὶ τῆς γνωματεύσεως τῶν κ.κ. Γ. Ράμμου, Χ. Σγουρίτσα καὶ Κ. Τσάτσου ἐπὶ τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ ζητήματος»[18]. Σὲ αὐτὴν προβαίνει σὲ διεξοδικότερη ἀναίρεση τῶν ἀπόψεων τοῦ Λαρίσης Δωροθέου, ἂν καὶ διασαφίζει πὼς «δὲν ἐπιδιώκομεν νὰ θέσωμεν ἐν ἀμφιβόλῳ τὸ ἐπιστημονικὸν κῦρος τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἁγίου Λαρίσης, ὅν, διά τε τὸν ἐξαίρετον αὑτοῦ ἐπιστημονικὸν καταρτισμὸν καὶ τὴν ψυχικὴν αὑτοῦ ἁπλότητα καὶ καλοκαγαθίαν, εἰλικρινέστατα ἐκτιμῶμεν»[19]. Ξεκινῶντας τὴν ἐργασία του ὁ Διαυλείας Πολύκαρπος τονίζει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μὲ τὶς Πανορθοδόξους Συνόδους τοῦ ΙΣΤ΄ αἰ. καταδίκασε ὄχι μόνο τὸ ἐκ τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου συνταχθὲν Πασχάλιο, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ καθ᾿ αὐτὸ τὸ Γρηγοριανὸ ἡμερολόγιο· πόσο μᾶλλον ὅταν αὐτὸ χρησιμοποιήθηκε καὶ ὡς μέσο προσηλυτισμοῦ ἀπὸ τὴν Παπικὴ Ἐκκλησία. Σχετικὰ μὲ τὸν ἰσχυρισμὸ ὅτι τὸ Γρηγοριανὸ ἡμερολόγιο εἶναι διαφορετικὸ ἀπὸ τὸ «διορθωμένο Ἰουλιανὸ» ἀφενὸς μὲν παρατηρεῖ πὼς τὰ δύο ἡμερολόγια ταυτίζονται, ἀφετέρου δὲ παραθέτει ἀποσπάσματα ἀπὸ ἐπίσημα ἔγγραφα ποὺ γράφουν ξεκάθαρα γιὰ συνταυτισμὸ πολιτικοῦ (δηλαδὴ τοῦ Γρηγοριανοῦ) καὶ ἐκκλησιαστικοῦ ἡμερολογίου. Καὶ ἔτσι καταλήγει στὸ συμπέρασμα πὼς «τὸ ὑφ᾿ ὑμῶν ὑποστηριζόμενον, ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δὲν εἰσήγαγεν ἐν τῇ Ἱερᾷ Λατρείᾳ αὐτῆς τὸ Γρηγοριανὸν ἡμερολόγιον, ἀλλὰ διόρθωσε τὸ ἐν χρήσει Ἰουλιανόν, ποιήσασα προσθήκην δεκατριῶν ἡμερῶν, τυγχάνει ὅμοιον μὲ τὴν αἰτιολογίαν ἐκείνων, οἵτινες διϊσχυρίζονται, ὅτι τὸ ὄνομα Γιάννης ἤ Γιαννάκις, εἶναι διάφορον τοῦ Ἰωάννου»[20]. Συνεχίζοντας παραθέτει σωρεία ἐκκλησιαστικῶν ἀποφάσεων ἀπὸ τὸ 1583 μέχρι καὶ τὸ 1923 μὲ τὶς ὁποῖες ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀπέκρουσε τὴν ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμιση γιὰ πολλοὺς λόγους. Ὁλοκληρώνοντας ἐπισημαίνει πὼς μπορεῖ μὲν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος νὰ μὴ μετέβαλε τὴν ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, ὅμως ἀθέτησε τὸν Πασχάλιο Κανόνα δημιουργῶντας «ἀνωμαλίας εἰς τὸ ἑορτολόγιον αὐτῆς καὶ ἰδίᾳ εἰς ἑορτὰς καὶ νηστείας ἐχούσας σχέσιν μὲ τὸ Πασχάλιον, ἐφ᾿ ὅσον ἔχει ἄλλην βάσιν τὸ ἑορτολόγιον καὶ ἄλλη τὸ Πασχάλιον»[21].

Καὶ οἱ δύο Παλαιοημερολογῖτες Ἱεράρχες κλείνουν τὰ κείμενά τους μὲ εὐχὲς καὶ προτροπὴ γιὰ μετάνοια. Λίγο καιρὸ μετὰ ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος ἐπέστρεψε ἀπὸ τὴν ἐξορία καὶ κοιμήθηκε ἀγωνιζόμενος μόνος ἐπὶ τῶν «ἀδαμαντίνων ἐπάλξεων» τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ Διαυλείας Πολύκαρπος προσεχώρησε (γιὰ λόγους ποὺ δὲν εἶναι τοῦ παρόντος καὶ χωρὶς νὰ ἐγκαταλείψει τὶς πεποιθήσεις του) στὴν ἐπίσημη Ἐκκλησία – χωρὶς μάλιστα νὰ ἀναχειροτονηθεῖ -, ἐνῷ ὁ Λαρίσης Δωρόθεος ἔγινε ὁ ἑπόμενος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν, διαδεχόμενος τὸν διώκτη Σπυρίδωνα Βλάχο καὶ ἐγκαινιάζοντας μία νέα περίοδο, πιὸ μετριοπαθῆ πρὸς τὸν Παλαιοημερολογιτισμό, ἡ ὁποία ὅμως ἔμελε νὰ εἶναι βραχύβια λόγῳ τοῦ αἰφνιδίου θανάτου του, μόλις ἕνα χρόνο μετὰ τὴν ἀνάληψη τῶν καθηκόντων του.


[1] Γιὰ τὸ πρόσωπό του βλ. Κωνσταντίνου Μουρτζανοῦ (νῦν Ἀρχιμανδρίτου Ἰγνατίου), Δωρόθεος Κοτταρᾶς. Ὁ ἀπό Λαρίσης, Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν: http://ikee.lib.auth.gr/record/134329/files/GRI-2014-12354.pdf .

[2] Γιὰ τὸ πρόσωπό του βλ. Ἠλία Ἀγγελόπουλου-Διονυσίου Μπατιστάτου, Μητροπολίτης πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης-Ἀγωνιστὴς τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τοῦ Ἔθνους, Ἀθῆναι, 1981. Σταύρου Καραμήτσου, Ὁ Σύγχρονος Ὁμολογητὴς τῆς Ὀρθοδοξίας, Ἀθῆναι, 1990. Νικολάου Μάννη, Ὁ τελευταίος Ἕλληνας Μητροπολίτης τῆς Βόρειας Μακεδονίας: https://poimin.gr/o-telefteos-ellinas-mitropolitis-tis-vorias-makedonias

[3] Γιὰ τὸ πρόσωπό του βλ. Διονυσίου Ν. Μ. (Ἀνατολικιώτου), Ὁ Ἀρχιερέας τῆς ἀγάπης, Πειραιάς, 2002.

[4] Ἀρχεῖον Ἐκκλησιαστικοῦ καὶ Κανονικοῦ Δικαίου, Ἔτος Β΄ [1947].

[5] Ὁ μὲν Δωρόθεος ὑπῆρξε ἀπόφοιτος τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν, ὁ δὲ Χρυσόστομος ἀπόφοιτος τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Χάλκης.

[6] Ἀθῆναι, Δεκέμβριος 1947.

[7] Αὐτόθι, σ. 15.

[8] Αὐτ., σ. 25-26.

[9] 19-6-1948.

[10] 27-6-1948.

[11] Πόσο ἐπίκαιρη παρατήρηση!

[12] Ἀρχεῖον Ἐκκλησιαστικοῦ καὶ Κανονικοῦ Δικαίου, Ἔτος ΣΤ΄ [1951].

[13] Ὁ Λαρίσης Δωρόθεος μὲ τὴν κατάθεση τῶν ἀπόψεών του αὐτῶν δικαίωσε τὴν Σύνοδο τῶν Παλαιοημερολογιτῶν ποὺ τὸν Αὔγουστο τοῦ 1948 ἐξέδωσε τὸ κείμενο «Μήνυσις κατὰ τοῦ Μητροπολίτου Χίου Παντελεήμονος Φωστίνη ἐπὶ ἀναχειροτονίᾳ Ἱερέων».

[14] Ὁ τίτλος τῆς ἐν Λαρίσῃ ἐκδόσεως εἶναι ἐλαφρῶς τροποποιημένος ὡς ἑξῆς: «Ἀπάντησις εἰς τὴν διατριβὴν τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσσης κ.κ. Δωροθέου Κοτταρᾶ περὶ τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ ζητήματος».

[15] Ἄλλωστε τὸ Γρηγοριανὸ ἡμερολόγιο αὐτὸ ἀκριβῶς ἰσχυρίστηκε ὁ εἰσηγητής του ὅτι εἶναι: τὸ Ἰουλιανὸ «διορθωμένο»!

[16] Γιὰ περισσότερες ἀποδείξεις ποὺ δικαιώνουν τὴν θέση τοῦ Ἁγίου πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου βλ. Νικολάου Μάννη, Διορθωμένο Ἰουλιανὸ ἢ Λανθασμένο Γρηγοριανό;

http://krufo-sxoleio.blogspot.com/2012/12/blog-post_9496.html

[17] Ἔκδ. Ἀθηνῶν, σ. 13, ἔκδ. Λαρίσης, σ. 12.

[18] Βόλος, 1952.

[19] Αὐτόθι, σ. 4. Καὶ ὁ Διαυλείας Πολύκαρπος, ὅπως καὶ ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος, παραδίδει μαθήματα ἤθους καὶ εὐγένειας, πολύτιμα γιὰ τοὺς διαδόχους τους, ἀλλὰ καὶ ἐλεγκτικὰ γιὰ τοὺς διῶκτες.

[20] Αὐτ., σ. 8.

[21] Αὐτ., σ. 18.

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2020

ΠΡΟΣ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΗΝ ΤΗΣ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΝ

 


Άγιος Χρυσόστομος ο νέος Ομολογητής
(1870-1955)
 


Προς υπερασπιστήν της Καινοτομίας επίσκοπον


Η γνώμη της ιεραρχίας, ότι με την παροχήν ελευθερίας εις τους Παλ/τας, δημιουργείται δευτέρα Εκκλησία και κράτος εν κράτει, ως λέγουν, δεν είναι αληθής, διότι αι Εκκλησίαι δεν φυτρώνουν ως μήκυτες εις τον περίβολον της Εκκλησίας, αλλ' ιδρύονται και προικίζονται διά της Χάριτος και των Μυστηρίων υπό της όλης Εκκλησίας, ως ταμειούχου της Χάριτος και της ευλογίας.


Η γνώμη αύτη της ιεραρχίας, καθ' ην μία μερίς κληρικών και λαικών αποσπωμένη προσωρινώς από της Εκκλησίας διά λόγους διαφωνίας εις τι εκκλησιαστικόν ζήτημα, επίδικον και ιάσιμον κατά τον Μ. Βασίλειον, μέχρις της άρσεως της διαφωνίας υπό Κανονικής Πανορθοδόξου Συνόδου, όζει Προτεσταντισμού, παρέχοντος εις μεμονωμένα άτομα το δικαίωμα να ιδρύουν ιδίαν Εκκλησίαν άνευ της γνώμης και της ευλογίας της όλης Εκκλησίας. Και τούτο διότι οι Προτεστάνται φρονούν και πιστεύουν ότι η έμπνευσις και η θέλησις του Παναγίου Πνεύματος εις τα ζητήματα της πίστεως και του αγιασμού εμφαίνεται και εκδηλούται και διά των μεμονωμένων ατόμων, εν αντιθέσει προς την γνώμην της Ορθοδόξου Εκκλησίας, φρονούσης και πιστευούσης, ότι η έμπνευσις και η ενέργεια του Παναγίου Πνεύματος εκδηλούται υπό της όλης Εκκλησίας, της ερμηνευούσης και ορθοτομούσης τον λόγον της θείας αληθείας...


Ημείς όμως οι ποιμένες των Παλαιοημερολογιτών, γνώσται του Κανονικού και Εκκλησιαστικού Δικαίου και με ορθόδοξον παλμόν διισχυριζώμεθα, ότι δεν αποτελούμεν δευτέραν Εκκλησίαν εν τω Κράτει, αλλά στεντορία τη φωνή διακηρύττομεν, ότι ημείς μένοντες πιστοί εις τα δεδογμένα και ημίν παραδεδομένα υπό των επτά Οικ. Συνόδων, αποτελούμεν, καίπερ μειοψηφούντες, την πατροπαράδοτον και ακαινοτόμητον Ελληνικήν Εκκλησίαν, ης την ιστορίαν συνεχίζομεν υπό την άκρατον έννοιαν της Ορθοδοξίας.


Αληθώς, όσω και αν παρουσιαζώμεθα κατά το φαινόμενον εις την λατρείαν ημών με ιδίους ευκτηρίους οίκους και με ιδίους λειτουργούς, ουχ ήττον όμως, καίπερ διατελλούντες εν ακοινωνησία μετά της καινοτομησάσης Ιεραρχίας, ημείς αποτελούμεν δυνάμει, ουχί δευτέραν Εκκλησίαν, αλλά την αγνήν και αλύμαντον έννοιαν αυτής και την ανύστακτον φρουράν της Ελληνικής Εκκλησίας, την αγρύπνως φρυκτωρούσαν επί των θεοδμήτων και ακαταλύτων επάλξεων της περιπύστου και περιμαχίτου Ορθοδοξίας.


Ναι, ημείς, άγιε Λαρίσης, διεκόψαμεν την εκκλησιαστκήν επικοινωνίαν μετά της διοικούσης Ιεραρχίας συνεπεία εκκλησιατικής διαφωνίας, ουχί, ίνα αποτελέσωμεν δευτέραν Εκκλησίαν, αλλ' ίνα περισώσωμεν το ορθόδοξον κύρος της Ελληνικής Εκκλησίας και αποφύγωμεν την ημερολογιακήν καινοτομίν, ως και την βαρυτάτην ευθύνην, ην υπέχουσιν απέναντι του Θεού και της Ιστορίας οι δημιουργοί της σκανδαλώδους διαφωνίας, συνεπεία της οποίας διηρέθησαν αι μάζαι των χριστιανών εις τον εορτασμόν των εορτών. 


Προκειμένου τέλος περί του έκτου και τελευταίου επιχειρήματος του αγίου Λαρίσης, ότι η Ιεραρχία δεν προσέλαβε το Γρηγοριανόν Ημερολόγιον, αλλά διώρθωσε το Ιουλιανόν, μετακινήσασα την εαρινήν ισημερίαν αυτού 13 ημέρας προς τα εμπρός, πάσαν ανασκευήν του διισχυρισμού τούτου, αντικειμένου καταφόρως προς την πείραν και την κοινήν ομολογίαν, θεωρούμεν όλως περιττήν.


Διότι εάν επεχειρούμεν την αναίρεσιν τούτου, ου μόνον θα ηδίκουν την νοημοσύνην του κοινού, αλλά θα ωφλισκάνομεν και ημείς αφέλειαν και σχολαστικότητα, προσπαθούντες να αποδείξωμεν διά λογικών επιχειρημάτων το αυταπόδεικτον. Άλλως τε ότι διά της ημερολογιακής μεταρρυθμίσεως η ελληνική Ιεραρχία προσέλαβε το Γρηγοριανόν ημερολόγιον, τούτο, εκτός της κοινής ομολογίας, επεκύρωσε και ο αοίδιμος Οικ. Πατριάρχης Γρηγόριος, επί της πατριαρχείας του οποίου εγένετο η ημερολογιακή μεταβολή.


Απαντών ούτος προς τον Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών Χρυσόστομον, παραπονούμενον διά την βραδύτητα και την περίσκεψιν, ην εδείκνυεν η Σύνοδος του Οικ. Πατριαρχείου διά την αλλαγήν του ημερολογίου, προβάλλει εις αυτόν την εξής δικαιολογίαν: 


''Δεν πρέπει αγαπητέ εν Χριστώ αδελφέ η Εκκλησία να αδιαφορήση και εις την εντύπωσιν ην θα εμποιήση η ημερολογιακή μεταρρύθμισις εις τας μάζας του ορθοδόξου λαού ημών, τοσούτω μάλλον, όσω διά της μεταρρυθμίσεως ταύτης προσχωρεί η Εκκλησία εις το Γρηγοριανόν ημερολόγιον''! Νυν δεν απομένει εις ημάς, παρά να καταρρίψωμεν και το τελευταίον έρεισμα της υπό αναίρεσιν ημερολογιακής ταύτης πραγματείας του αγίου Λαρίσης, όστις επεχείρισε να στηρίξη την περί ημερολογίου εσφαλμένην γνώμην και επί της εμής σχετικής γνώμης, ην είχομεν και ημείς άλλοτε, και ην διετυπώσαμεν εις εν υπόμνημα, όπερ υπεβάλλομεν τω 1929 εις την Σύνοδον της Ιεραρχίας της συνελθούσης προς επίλυσιν εκκλησιαστικών τινών ζητημάτων, ως και του ημερολογιακού προβλήματος.


Προ πάσης ανασκευής επί του σημείου τούτου, θεωρούμεν πρώτον να ευχαριστήσωμεν τον άγιον Λαρίσης, διότι μοι δίδει την αφορμήν να προβώ εις μίαν εξομολόγησιν προς το κοινόν, ότι και η εμή ελαχιστότης παρ' όλην την αντίθετον γνώμην προς την ημερολογιακήν μεταρρύθμισιν, ην είχε κατ' αρχήν, δεν ήτο και αύτη απηλλαγμένη της πεπλανημμένης αντιλήψεως και σφαλεράς γνώμης περί ημερολογίου, φρονούσα, ότι τούτο δεν θίγει το δόγμα και τας παραδόσεις της Εκκλησίας και την θείαν λατρείαν, ως έγραφεν εις το εν λόγω υπόμνημά της.


Τούτο είναι αληθές και έχω το θάρρος και την παρρησίαν να το ομολογήσω, αλλά και να διαπιστώσω το κοινόν, ότι την εσφαλμένην ταύτην γνώμην εμόρφωσα προχείρως, πριν ή εγκύψω εις την μελέτην του ζητήματος τούτου.


Διό και όταν εμελέτησα τούτο από εκκλησιαστικής πλευράς και είδον, αφ' ενός την σύγχυσιν, ης επήνεγκεν εις την απ' αιώνων επικρατούσαν αρμονίαν και ευρυθμίαν της θείας λατρείας και εις την τάξιν την επικρατούσαν εις όλας τας ορθοδόξους Εκκλησίας, όσον αφορά τας ημέρας των νηστειών, και αφ' ετέρου τας ολεθρίους συνεπείας, ας προυκάλεσεν η ημερολογιακή μεταρρύθμισις, διαιρέσασα τας Εκκλησίας και τους χριστιανούς, τουθ' όπερ και του δόγματος της ενότητος των Εκκλησιών, δεν εδίστασα ποσώς ουδ' εδειλίασα να υψώσω την σημαίαν του πατρίου και ορθοδόξου εορτολογίου, όπερ ως αδιάσπαστος κρίκος συνδέει όλας τας ορθοδόξους Εκκλησίας και ως άλλη εκκλησιαστική πυξίς καθοδηγεί τους ψάλτας και τους ιερείς εις την εύρυθμον και ομοιόμορφον τέλεσιν της θείας λατρείας.


Διό και όταν ημείς είχομεν εσφαλμένην γνώμην, ην είχε και εξακολουθεί δυστυχώς να έχη όλη η Ιεραρχία, συνέστησα εις την Σύνοδον, όπως ενεργήση τα δέοντα παρά τη Κυβερνήσει επί τω τέλει, ίνα διά νόμου απαγορευθή η χρήσις του παλαιού ημερολογίου προς αποσόβησιν της θρησκευτικής διαιρέσεως, επηρεαζούσης σοβαρώς και τον παράγοντα της Εθνικής ενότητος.


Τούτο έπραξα πεπλανημένος μεν, ως εκ των υστέρων κατενόησα, αλλ' εν πεποιθήσει, ότι εξυπηρετώ τα τιμαλφή συμφέροντα της Εκκλησίας και του Έθνους. Και μία ταύτη πλάνη τυγχάνει συγγνωστέα, και μάλιστα ομολογουμένη μετά τόσης παρρησίας και συντριβής καρδιάς προς εξιλέωσίν μου ενώπιον του Θεού και της Ιστορίας.


Το πλανάσθαι, άγιε Λαρίσης, είναι ανθρώπινον, αλλά το συναισθάνεσθαι την πλάνην και ομολογείν ταύτην δημοσία είναι ίδιον ανθρώπου με τιμιότητα και ηθικόν χαρακτήρα. Ευχής έργον θα ήτο, άγιε Λαρίσης, και πολλού επαίνου άξιον να ενδείκνυον την τοιαύτην γνωσιμαχίαν, και όσοι των Ιεραρχών, εν οις και η Υμετέρα Σεβασμιότης, συναισθάνονται το αντικανονικόν και ολέθριον της ημερολογιακής μεταρρυθμίσεως, και να ύψωνον και ούτοι την ένδοξον σημαίαν των παραδόσεων υπό τας πτυχάς της οποίας εδοξάσθη και εκλείσθη η Ορθόδοξος Εκκλησία και το Έθνος.


Αξιοκατάκριτοι είναι εκείνοι, οι οποίοι συναισθάνονται την πλάνην των και δεν έχουν το θάρρος και την ευψυχίαν να ομολογήσουν και να αποπτύσουν αυτήν εκ κακής εννοουμένης προσωπικής φιλοτομίας και κενοδοξίας...''.



Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια και παρουσίαση κειμένου 
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ
Εκ του βιβλίου του μακαριστού Θεολόγου Σταύρου Καραμήτσου
 ''Ο Σύγχρονος Ομολογητής της Ορθοδοξίας'', 
εκδόσεις Βιβλιοπωλείου - Ορθοδόξου Συλλόγου ''Παναγία η Θεοτόκος''
 Αθήνα 1990, σελ. 95-100.

Πηγή:  https://353agios.blogspot.com/2020/10/blog-post_15.html

Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2019

Ο ΠΡ. ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΩΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ



Πολύ δύσκολο είναι να ξεχάση κανείς μια μορφή, σαν την μορφή του Μητροπολίτου Χρυσοστόμου. Έχει επιβληθή εις τας ψυχάς όσων τον εγνώρισαν και έχει αφίσει ανεξίτηλον την σφραγίδα της προσωπικότητός του επ’ αυτών.

Που ευρίσκεται όμως το θεμέλιον της δυνάμεως αυτής και ποία η πηγή της λαμπράς αυτής ακτινοβολίας του ανδρός; Η μόρφωσίς του ήτο πολύπλευρος και διεκρίνετο διά το βάθος της. Όσοι ηυτύχησαν να ακούσουν κηρύγματά του ή να μελετήσουν έργα του θα δύναται να διαβεβαιώσουν, ότι ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος είχε κατορθώσει να συνδυάση εις μία οργανικήν ενότητα το βάθος του στοχασμού, το ύψος των νοημάτων, την χάριν του λόγου, την απλότητα των εκφράσεων. Η μόρφωσις διά τον Χρυσόστομον δεν είχε την μορφήν μερικών (πολλών ή ολίγων) γνώσεων, τοποθετημένων όπως τα βιβλία εις πλουσίαν βιβλιοθήκην. Ήτο το πνευματικόν πλαίσιον μιάς ζωής πειθαρχημένης εις την ιεραρχίαν των αξιών και αντλούσης τους ζωτικούς αυτής χυμούς από τα αστείρευτα και ανεξάντλητα βάθη της νοήσεως, της νοήσεως όμως που κατηυγάσθη από το ανέσπερον μεγαλείον του Χριστιανισμού!

Και δι’ αυτόν ακριβώς τον λόγον από την εν γένει συμπεριφοράν του αειμνήστου Γέροντος έλιπε αυτή η εξεζητημένη κομψότης των «μορφωμένων», που τους καθιστά αποκρουστικούς διά τας μικρολόγους σχολαστικότητας και απαισίους διά την έπαρσιν εκ της «μορφώσεως».

Ο αλησμόνητος Επίσκοπος είχε μετουσιώσει όλην την μόρφωσιν, την τεραστίαν και πολυποίκιλον εις ένα μοναδικόν και ιδεώδη ανθρωπισμόν.

Και αυτό ακριβώς αποτελεί την ιδιάζουσαν σφραγίδα της προσωπικότητός του. Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος υπήρξε άνθρωπος, «κατ’ εικόνα και ομοίωσιν» του τελειοτάτου προτύπου.

Άνθρωπος! Πόσον δύσκολον πράγμα να είσαι άνθρωπος! Ο μεταστάς εχάρισε εις την κοινωνίαν την δυνατότητα αυτήν και ανεκούφισε ευρύτατον κύκλον με τον ευγενικόν ανθρωπισμόν του.

Αλλ’ ας δούμε μερικάς λεπτομερείας του υπερόχου εκείνου ανθρωπισμού, μερικάς πτυχάς της αγίας εκείνης ψτχής, όσας η βαθυτάτη μετριοφροσύνη του επέτρεψε να θαυμάσωμεν.
Απλότης! Και όταν λειτουργούσε και όταν ωμίλει και όταν συνεζήτει τον διέκρινε η κορωνίς των ανθρωπιστικών προσόντων, η απλότης. Τον ενθυμούμαι εις το γραφικόν του καναπεδάκι παρά την επί την Κυψέλην οικίαν του με το καλογερικό του σκουφάκι. Μόνο που έβλεπα το άγιο εκείνο Γεροντάκι εγέμιζε η ψυχή μου από πνευματική ικανοποίησι. Σε άκουγε∙ σε άκουγε μάλιστα με προσοχή, με ενδιαφέρον. Και αυτό δεν το έκανε από «συγκατάβασι» στην πνευματική σου πτωχεία, αλλά από ανθρωπιστική κατανόησι, από ειλικρινή σεβασμό στον άνθρωπο, στον οιονδήποτε άνθρωπο!

Δεν προσπαθούσε να σε παρασύρη  με την άποψίν του, γιατί δεν σε θεωρούσε κατώτερό του. Σου ωμίλει με την μεγαλειώδη εκείνην δημοκρατικήν απλότητα, που εκπηγάζει από την πραγματικήν πνευματικήν αριστοκρατίαν, και σε άφινε ελεύθερον να λάβης θέσιν.

Ενθυμούμαι ότι κάποιο Πάσχα είχον κατά νούν να μεταβώ εις Άγιον Όρος να εορτάσω εκεί. Μίαν ημέρα λοιπόν της Βαϊφόρου με εκάλεσεν εις το γραφείον του ο άγιος και νεανικός κατά το ψυχικόν σθένος Γέρων, και μεταξύ μας διημείφθη ο εξής περίπου, διάλογος.
-Έμαθα ότι πρόκειται να μεταβήτε εις Άγιον Όρος!
-Μάλιστα.
-Θα μου επιτρέψετε να σας πω την γνώμην μου και μετά να αποφασίσετε ότι νομίζετε ορθόν.
-Ευχαρίστως να την ακούσω, Πανιερώτατε.
-Το Πάσχα είναι εορτή οικογενειακής χαράς. Η σύζυγός σας δεν σας υπανδρεύθη, διά να εξασφαλίση μόνον την συντήρησίν της και τα εκ της εργασίας σας αγαθά∙ έχει την ηθικήν και δικαίαν αξίωσιν να συναπολαβάνη μαζύ σας τας αγίας ημέρας των χριστιανικών εορτών. Αυτό δε κυρίως συνιστά σύνδεσμον του γάμου.

Μη στηρίζεσθε εις την συγκατάθεσίν της διά να αδικήσετε ,ίαν ευγενική γυναίκα και μη συσσωρεύετε νεφίδρια εις τον ουρανόν του οικογενειακού σας βίου. Εκτός όμως αυτού έχετε υποχρέωσιν και έναντι των εκκλησιασμάτων, τα οποία ζητούν τας ημέρας αυτάς από τους εργάτας της Εκκλησίας μίαν ομιλίαν.

Ας μη ζητούμεν λοιπόν αυτά που μας ευχαριστούν, αλλά αυτά που επιβάλλονται.

-Πανιερώτατε, είμαι πρόθυμος να εκτελέσω την εντολήν σας.
-Σας παρακαλώ, δεν δίδω εντολάς∙ την γνώμην μου εκθέτω και σεις ελευθέρως αποφασίσατε.

Παρεθέσαμεν αυτόν τον διάλογον διά να γίνη γνωστή η υπεροχή του ως ανθρώπου. Δεν ήτο «Δεσπότης», με «αξιώσεις» και «απαιτήσεις»∙ δι’ αυτό και δεν προσπαθούσε να δεσμεύση τον άλλον∙ περιέργως όμως τον έπειθε!

Παρ’ όλη την μορφωτικήν του και ηθικήν του υπεροχήν, δεν έζη το αμαρτωλόν εκείνο βίωμα της διαστολής του από τους υπολοίπους θνητούς. Με άλλους λόγους δεν εθεώρει τον εαυτόν του υπέρτερον ουδενός, ούτε ως προς τας γνώσεις, ούτε ως προς την ηθικήν, παρ’ όλον δε ότι ήτο καθαρά και αγνή φύσις δεν τον διέκρινε η αδυναμία των τοιούτων φύσεων, ο εγωισμός. Διατί; Διότι ήτο άνθρωπος!

Ουδέποτε ηθέλησε να σχολιάση λάθη γραμματικά, συντακτικά, εκφραστικά των υφισταμένων του, ή να σατυρίση δηκτικώς τας ελλείψεις των άλλων. Οσάκις διέβλεπε λάθη, εφ’ όσον μεν αυτά δεν μετέβαλον το νόημα του κειμένου τα άφινε, διά να μη θίξη τον συνεργάτην του∙ εφ’ όσον πάλιν μετέβαλον το νόημα προσεπάθει να κατευθύνη τούτον εις την ανεύρεσιν του λάθους, ώστε να μη φανή ότι διορθώνει τον άλλον.

Έθετε υπό την κρίσιν άλλων, κατωτέρων της μορφώσεώς του και των γνώσεών του, διάφορα έγγραφά του, έργα του, ουχί κατά λόγον ταπεινοφανούς φιλαρεσκείας, αλλά κατά λόγον ειλικρινούς εκτιμήσεως της κρίσεως των συνανθρώπων του.

Ποτέ δεν εσχολίασε συνάνθρωπόν του δυσμενώς, δι’ οιονδήποτε ελάττωμα.

Το εσωτερικόν δε αυτό ανθρωπιστικόν φρόνημα απετύπωσε εις το πρόσωπόν του μιάν γλυκυτάτην ευπροσηγορίαν. Ένα αγνόν μειδίαμα ήνθει εις τα χείλη του και η φυσιογνωμία του εν γένει σου ενέπνεε τον σεβασμόν χωρίς να σε τρομάζη. Πτωχός, διότι εστάθη πάντοτε ανώτερος των χρημάτων, δεν ηρνείτο να ανακουφίση υλικώς τους έχοντας ανάγκην.

Εσέβετο την συνείδησιν των συνανθρώπων του∙ δι’ αυτό επαγρύπνει και επί των λεπτομερειών ακόμη της ζωής του, διά να μη σκανδαλίση τινα των ελαχίστων.

Κάποτε μετέβη εις Αίγινα, εις έν μικρόν Μοναστηράκι. Εις το δωμάτιον λοιπόν, που του παρεχώρησαν να αναπαυθή, υπήρχε εν ακόμη κρεββάτι και ένα ζεύγος παντόφλες. Παρεκάλεσε να απομακρυνθούν τα αντικείμενα, αυτά από το δωμάτιον! Διατί; Διότι ήτο άνθρωπος, και εσέβετο την συνείδησιν των συνανθρώπων του.

Θα πρέπει να θεωρούνται ευτυχείς όσοι καθ’ οιονδήποτε τρόπον συνεδέθηκαν μαζί του. Το καύχημα των δε αυτό ασφαλώς είναι ο ευγενέστερος τίτλος τιμής διά την ζωήν των.

Και τούτο διότι ο Άγιος πρώην Φλωρίνης δεν ήτο μόνον ο ενάρετος Αρχιερεύς ο περινούστατος διανοούμενος, ο ευφραδέστατος ρήτωρ, ο αγνός άγιος, ο ακαταγώνιστος μαχητής∙ αλλ’ ήτο προ παντός ο άνθρωπος. Και τοιούτοι άνθρωποι είναι φαινόμενα, διαφεύγοντα την αρχήν της συχνότητος. Και τοιούτον φαινόμενον ανθρώπου υπήρξε ο επιζών εις τας ψυχάς μας ως ιδέα και σύμβολον και πτερυγίζων μεταξύ μας ως αθάνατος και μακαρία ψυχή, ο αείμνηστος Πρόεδρος της Εκκλησίας Γ.Ο.Χ. Χρυσόστομος.

Τις οίδε πότε άλλοτε η ανθρωπότης θα συναντήση το τοιούτον φαινόμενον!

Το παράπονον του παραλύτου είναι και παράπονον της κοινωνίας «Κύριε άνθρωπον ουκ έχω».

Και το παράπονον αυτό θα εξέρχεται πλέον βαρυκάρδιον από τα στήθη όσων εγνώρισαν τον άνδρα, διότι η απώλεια του «ανθρώπου» καθιστά σκληροτέραν την πραγματικότητα της ελλείψεως ανθρώπων!

Δ.Μ. Μπατιστάτος
Η Φωνή της Ορθοδοξίας, φυλ. Της 12.9. ‘55

Πηγή: «Ο ΣΥΓΧΡΝΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ»
ΣΤΑΥΡΟΥ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΥ θεολόγου-καθηγητού