A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 30 Σεπτεμβρίου 2017

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΚΩΝ/ΠΟΛΕΩΣ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΥ ΤΟΥ Β΄ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΑΡΙΣΗΣ ΠΑΡΘΕΝΙΟ

Την παρακάτω επιστολή, η οποία βρίσκεται σε διάφορα χειρόγραφα και έντυπα, την δημοσιεύουμε (τα έντονα και υπογραμμισμένα γράμματα ημέτερα) διότι είναι εξαιρετικά επίκαιρη, αφού δείχνει ποια ήταν η θέση των ορθοδόξων Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως, κατά τους προηγούμενους αιώνες, για τις σχέσεις μας με τους ετεροδόξους. Θέση εντελώς αντίθετη από αυτήν που εκφράζουν τα τελευταία εκατό χρόνια οι οικουμενιστές πατριάρχες. Και δημιουργείται το εξής ερώτημα: εφόσον το Σύνταγμα ρητώς γράφει πως "H Oρθόδοξη Eκκλησία της Eλλάδας, που γνωρίζει κεφαλή της τον Kύριο ημών Iησού Xριστό, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη Mεγάλη Eκκλησία της Kωνσταντινούπολης και με κάθε άλλη ομόδοξη Eκκλησία του Xριστού  τηρεί απαρασάλευτα, όπως εκείνες, τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις" (εκ του ισχύοντος Συντάγματος), ποια από τις δύο θέσεις που εξέφρασε η Μεγάλη Εκκλησία, η θέση του μακαριστού Καλλινίκου και των ορθοδόξων Πατριαρχών τότε ή η θέση του κ. Βαρθολομαίου και των οικουμενιστών πατριαρχών τώρα, συντάσσεται με "τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις", τους οποίους τηρεί απαρασάλευτα; Η απάντηση είναι απλή. Δεδομένου ότι ο νομοθέτης συνέταξε το σχετικό άρθρο το 1844 (το κείμενο του πρώτου Συντάγματος είναι το ίδιο με το παραπάνω, σε παλαιότερη μορφή της γλώσσας μας: "Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, κεφαλὴν γνωρίζουσα τὸν Κύριον ἡμών Ἰησοῦν Χριστόν, ὑπάρχει ἀναποσπάστως ἡνωμένη δογματικῶς μετὰ τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλης καὶ πάσης ἄλλης ὁμοδόξου τοῦ Χριστοῦ Εκκλησίας, τηροῦσα απαρασαλεύτως, ὡς ἐκεῖναι, τούς ἱεροὺς ἀποστολικοὺς καὶ συνοδικούς κανόνες καὶ τὰς ἱεράς παραδόσεις") σαφώς λαμβάνεται υπόψιν και δικαιώνεται η τότε θέση του Πατριαρχείου, ενώ η νυν οικουμενιστική συνιστά παρεκτροπή εκ της Ορθοδοξίας.  Επομένως, όσα μέλη της Εκκλησίας της Ελλάδος δεν έχουν εκκλησιαστική κοινωνία με την σημερινή Διοίκηση του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως (αλλά και με τη Διοίκηση της Εκκλησίας της Ελλάδος που επίσης έχει παρεκκλίνει από τη γραμμή της Ορθοδοξίας και επομένως δεν μπορεί να αποτελεί την Εκκλησία που αναγνωρίζει το Σύνταγμα) καλύπτονται και συνταγματικώς. Περί αυτού όμως, αναλυτικότερα, σε άλλο άρθρο. Ας διαβάσουμε με προσοχή την επιστολή του αοιδίμου Πατριάρχου Καλλινίκου του Β΄ του Ακαρνάνος (+1702), στην οποία ξεκάθαρα ομολογούνται οι Δυτικοί ως αιρετικοί και οι ψευδεκκλησίες τους ως σχισματικές και αιρετικές.
Νικόλαος Μάννης 


Περὶ τοῦ μὴ δέχεσθαι ἑτερόδοξον ὡς ἀνάδοχον ὀρθοδόξου

Καλλίνικος ἐλέῳ Θεοῦ ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης καὶ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης. 
Τὸ γράμμα τῆς ἀρχιερωσύνης σου ἐλάβομεν, διὰ τοῦ ὁποίου ἐρωτᾶ περί τινων ἐνδεχομένων συμβῆναιˑ ἤγουν ἀνίσως καὶ ζητηθῇ ἀπὸ τοὺς εἰς τὰ αὐτόθι διατρίβοντας Λατίνους, τόσον παπιστάς, ὡσὰν καὶ λουτεροκαλβίνους, κανένα ἐκκλησιαστικὸν μυστήριον, εἶναι δυνατὸν νὰ τοὺς δοθῇ, ἢ ὄχι;
Καί πρώτονˑ ἀνίσως τινὰς τῶν παπιστῶνευρισκόμενος εἰς ἐπικίνδυνον καὶ πνέων τά λοίσθια ἤθελε ζητήσει νὰ μεταλάβῃ τῶν ἀχράντων μυστηρίων, δυνατόν ἐστι μεταδοῦναι αὐτῷ; Εἰς τὸ ὁποῖον θέλετε ἔχει ἀπόκρισιν ἐκεῖνο, ὅπου εἶναι καὶ γνωστὸν τοῖς πᾶσι καὶ δυνατόν, ἤγουν, ἐὰν θελήσῃ νὰ καταργήσῃ τὴν λατινικὴν δόξαν, ἤτοι τὸ λατινικὸν φρόνημα, καὶ νὰ ἀποδεχθῇ τὴν πίστιν τῆς ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, ἀνεμποδίστως μεταλαμβάνει τῶν ἀχράντων μυστηρίωνˑ εἰ δὲ μένων εἰς τὴν θρησκείαν του ζητήσει νὰ μεταλάβῃ, ἀδύνατόν ἐστιν, ὅτι τὸ αὐτὸ ποτήριον τοὺς κοινωνοῦντας ὁμοφρονοῦντας εἶναι βούλεται, οὐχὶ ἀλλοτρίουςˑ τὰ ἀλλότρια γὰρ ἀκοινώνητα εἰσί.
Δεύτερον· ἐρωτᾶ, ἐὰν ἤθελεν ἀποθάνει τις ἐξ αὐτῶν, καί ἤθελον ζητήσει ἱερεῖς πρὸς τὸ ἐνταφιάσαι ἐκεῖνον, τί ποιητέον; Εἰς τὸ ὁποῖον θέλει ἔχει τὴν ἀπόκρισιν, ὅτι μηδόλως νὰ δοθοῦν ἱερεῖς εἰς ἐνταφιασμὸν τοῦ αἱρετικοῦˑ διατὶ ἐκεῖνον ὁποῦ εἶναι ὑπὸ ἀνάθεμα πῶς θέλουν νὰ παρακαλοῦν ὑπὲρ αὐτοῦ οἱ ἱερεῖς νὰ τὸν τάξῃ ὁ Θεὸς μετὰ δικαίων πνευμάτωνΤὸ δὲ εἶναι αὐτοὺς αἱρετικοὺς ἀναμφίβολον ἐστίˑ καὶ αὐτοὶ μὲν ἔχουν σύνοδον, ὁποῦ μᾶς ἀναθεματίζουν διὰ αἱρετικούς, καὶ ἔτζι τὸ λέγουν καὶ ἔτζι τὸ κηρύττουνˑ ἡμεῖς δὲ οὐχ ἧττον, ἀλλὰ καὶ πολλῷ μάλλον τοὺς ἔχομεν διὰ αἱρετικοὺς καὶ ὑπὸ τὸ ἀνάθεμα τελοῦντας πολλῶν οἰκουμενικῶν συνόδων ὁποῦ ἀναθεματίζουσι τοὺς ἀθετοῦντας τὰ δόγματα τῆς ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, τὴν ὁποῖαν αὐτοὶ οὐδὲ διὰ Ἐκκλησίαν δὲν τὴν λογίζουν, καὶ ἂν οἱ πολιτικοὶ τῶν χριστιανῶν νόμοι ἀποφασίζουν ὅτι ὅποιος  εἰς ἓν μόνον δόγμα ἀθετήσει αἱρετικὸς ἐστίν, αμὴ πῶς νὰ μὴν εἶναι αὐτοὶ αἱρετικοί, ὁποῦ μηδὲ κανένα δὲν ἀφῆκαν ἀμετάτρεπτον; Ἄρα ὁ μὴ ὢν μετ᾿ ἐμοῦ, κατ᾿ ἐμοῦ ἐστίˑ καὶ ὁ μὴ συνάγων μετ᾿ ἐμοῦ σκορπίζειˑ καὶ ἐπειδὴἐξεχώρισαν ἀπὸ τὴν ἀνατολικὴν Ἐκκλησίαν καὶ ἔκαμαν ἄλλην ἰδικήν τους τερατώδη, ἀνομοίαν καὶ παντάπασι ξεχωρισμένην ἀπὸ τὴν ἀνατολικὴν Ἐκκλησίαν, ἀναντίρρητόν ἐστιν, ὅτι αἱρετικοὶ εἶναι καὶ ἀναπολόγητοι, καὶ καμμίαν συγκοινωνίαν μετ᾿ ἐμᾶς δὲν ἔχουσιν, ὅτι τὰ ἡνωμένα δὲν εἶναι διηρημέναˑ τὰ δὲ διῃρημένα δὲν εἶναι ἡνωμένα, καὶ ἂς ματαιολογοῦσιν ὅσα θέλουσινˑ ὥστε ἱερεῖς ὀρθόδοξοι νεκροὺς αἱρετικοὺς εἶναι ἀδύνατον νὰ ἐνταφιάζουν.
Τρίτον ἐρωτᾶ, ὡς ἔτυχε νὰ γεννήσῃ ἡ γυνὴ τοῦ κονσόλου [=προξένου] τῶν Ἐγγλέζων, ἥτις ὑπάρχει χριστιανὴ ὀρθόδοξος, καὶ ζητεῖ νὰ βαπτίσῃ τὸ νήπιον, ποιεῖ δὲ ἀνάδοχον τὸν κόνσολον τοῦ Φράντζα, εἰ δυνατὸν τοῦτο γενέσθαι; Διὰ τὸ ὁποῖον ἂς ἔχει ἀπόκρισιν ὅτι νὰ μὴν γένῃ ἀλλὰ ἐὰν ἔχῃ ἀνάδοχον ὀρθόδοξον ἂς γένει τὸ βάπτισμαˑ εἰδὲ μὲ ἀνάδοχον ἑτερόδοξον, ἢ παπιστήν, ἢ λούτερον, πρόσεχε νὰ μὴν τὸ στέρξῃς νὰ γίνῃˑ καὶ διὰ νὰ μὴν ἔχῃς ἀπὸ τοὺς τοιούτους τίποτα εἰς τὰ πολιτικὰ ἐνόχλησιν, μὲ εἰρηνικὸν τρόπον ἀποδιάβασέ τους, χωρὶς φιλονεικίαις, λέγωντας πῶς δὲν ἠμποροῦμεν νὰ κάμωμεν ἐκείνα, ὁποῦ ἐμποδίζει ἡ Ἐκκλησία μας καὶ ὄχι ἄλλο.
Ταῦτα μὲν περὶ τούτωνˑ ἡ δὲ τοῦ Θεοῦ χάρις εἴη μετὰ τῆς ἀρχιερωσύνης σου. 
ᾳψα΄ [=1701], Νοεμβρίου κε


Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου 2017

ΚΑΛΩΣ ΟΡΙΣΑΤΕ ΣΤΟ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ




Ας μην εκπλήττει αίφνις ο τίτλος του άρθρου περισσότερο από την συγκρητιστική ουσία της ελεγχόμενης εκπαίδευσης, καθώς στο DNA του κυβερνητικού, ιδεοληπτικού παραβατισμού ταυτοποιείται πλήρως ο -σοσιαλιστικά- αλληλέγγυος κοσμικός λαϊκισμός με τον -σε πλήρη εξέλιξη- διαχριστιανικό και διαθρησκειακό Οικουμενισμό!

Όχι βεβαίως, πως οι προηγούμενοι κυβερνητικοί αυτοσχεδιασμοί υπολείπονταν σε αντορθόδοξους, τεκτονικούς αυτοματισμούς και σε ''εκπληκτικά'' ανθελληνικά πυροτεχνήματα, όμως στην εποχή αυτή του 2017, η οριζόμενη από το συρρικνωμένο, ελληνικό προτεκτοράτο, ως θρησκευτική εκπαίδευση κόβεται ΣΥΡΙΖΑ στα δύο:

στην ομοθυμαδόν, διαχριστιανική ομαδοποίηση και στον διαθρησκειακό, πολυσυλλεκτικό συγκεντρωτισμό, ένα δηλαδή πολυεθνικό και πολυπολιτισμικό θρησκειολογικό ''γκουρμέ'', που έκαναν σύνθημα ''την των πάντων ένωσιν'' στο όνομα τάχα της αγάπης, από την οποία όμως απουσιάζει η Αλήθεια:

Ο Χριστός μας!

Στο φετινό βιβλίο της Δ΄Δημοτικού -πλην κάποιων γενικευμένων, αρκετά υπεραπλουστευμένων μα προπάντων φιλενωτικών αναφορών στην ''Ορθοδοξία'', παρευλάνουν:

ο Οικουμενιστής Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας κ. Αναστάσιος, ως υπόδειγμα θρησκευτικής υπέρβασης και θρησκειολογικού ολοκληρωτισμού,

ο παπικός ''άγιος'' Φραγκίσκος της Ασίζης δεόμενος,

ο καθολικός ''ιερέας'' Αλβέρτος από το Κογκό με ποίημα στην ''Μαύρη Παναγία,''

η εναρκτήρια προσευχή του Κορανίου ''Εις το όνομα του Αλλάχ του Παντελεήμονα και του πολυεύσπλαχνου'' όπως αναφέρεται,

η... ''τιμητική'' θέση στην Παναγία που προσφέρει το... Κοράνι,

το ''Βάπτισμα'' και το ''Χρίσμα'' των Καθολικών,

οι Τελετές ενηλικίωσης στον Ιουδαϊσμό,

μέχρι για τον ''δάσκαλο'' Ραβίνο Ελιέζερ που έζησε στην Πολωνία...



ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΠΟΥ ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ ΣΤΗΝ ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑ


Και μόνο ο Πρόλογος του ''άοσμου'', ''άγευστου'', απνευμάτιστου από Ορθοδοξία και προχειρογραμμένου αυτού θρησκειολογικού βιβλίου παραπέμπει στου λόγου το αληθές που θίξαμε παραπάνω. Γράφει: ''Αγαπητοί μαθητές και μαθήτριες Ολοκληρώνουμε, φέτος, το ταξίδι μας στον Α΄ κύκλο (Γ΄ και Δ΄ τάξη) των Θρησκευτικών του Δημοτικού. Βασικός σκοπός του Α΄ κύκλου είναι να έχουμε μια πρώτη γνωριμία με τον κόσμο της θρησκείας, κυρίως του Χριστιανισμού και της Ορθοδοξίας, και να εξοικειωθούμε με το παγκόσμιο θρησκευτικό φαινόμενο. Στη Γ΄ τάξη γνωρίσαμε σύμβολα, εικόνες, γιορτές, τελετουργίες και έθιμα της Ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης (καθώς και ορισμένων άλλων παραδόσεων), πλησιάσαμε ιερά πρόσωπα και ακούσαμε βιβλικές αφηγήσεις και θρησκευτικές ιστορίες. Στη φετινή τάξη συνεχίζουμε το ταξίδι μας κυρίως στον χριστιανισμό αλλά και σε άλλες θρησκείες του κόσμου. Θα γνωρίσουμε νέες βιβλικές αφηγήσεις και θρησκευτικές ιστορίες, τις οποίες θα προσπαθήσουμε να συνδέσουμε με τις προσωπικές εμπειρίες και τα βιώματά μας. Θα ακούσουμε για τη ζωή βιβλικών προσώπων και χριστιανών αγίων, καθώς και δασκάλων και ιερών προσώπων από άλλες θρησκευτικές παραδόσεις. Θα εξοικειωθούμε με τις γιορτές, με τα Μυστήρια, με τις εικόνες, με τις τελετουργίες και με τα έθιμα και την τέχνη της Ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης και θα προσπαθήσουμε να αντιληφθούμε τον ρόλο τους στη ζωή των ανθρώπων και των κοινοτήτων.Θα ανακαλύψουμε ακόμη την ξεχωριστή θέση που έχει η Αγία Γραφή στη ζωή των χριστιανών και θα αναγνωρίσουμε τα ιερά κείμενα και τα μνημεία που υπάρχουν και σε ορισμένες άλλες θρησκείες. Το ταξίδι θα μας βοηθήσει να αναπτύξουμε τη διάθεσή μας για έρευνα γύρω από ζητήματα της πίστης και της θρησκείας, να καλλιεργήσουμε ικανότητες για παρατήρηση, επικοινωνία και διάλογο γύρω από τα θρησκευτικά ζητήματα και, τέλος, να εκφραστούμε με δημιουργικό τρόπο, αξιοποιώντας την παράδοσή μας. Έτσι, λοιπόν, με τα εφόδια αυτά, θα σταθούμε με σεβασμό μπροστά στον συνάνθρωπό μας, στον αδελφό μας, που πιστεύει σε άλλη θρησκεία και προέρχεται από άλλο πολιτισμό. Για το ταξίδι μας αυτό, θα έχουμε εφόδιο το υλικό που βρίσκεται τώρα στα χέρια μας. Είναι μια πλούσια συλλογή κειμένων, εικόνων και άλλων μέσων, που αναφέρονται κυρίως στην ορθόδοξη χριστιανική παράδοση, καθώς και σε άλλες θρησκευτικές παραδόσεις. Οι δικές σας ιδέες μπορούν να το κάνουν πιο πλούσιο και πιο εύχρηστο. Το υλικό αυτό έχει σαν σκοπό να το χρησιμοποιήσουμε στις δραστηριότητές μας στην τάξη, με διάφορους τρόπους. Ο δάσκαλος ή η δασκάλα θα οδηγήσει το ταξίδι σας και τη συμμετοχή σας στις διαδικασίες αυτές του μαθήματος. Καλό μας ταξίδι στον υπέροχο κόσμο που ανοίγεται μπροστά μας. Η συγγραφική ομάδα του υλικού



Ο ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΚΟΣ ΦΙΛΕΝΩΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ


Στην αναφορά μας περί ενός διαθρησκειακού-συγκρητιστικού βιβλίου με ψήγματα πανθρησκειολογικού φιλενωτισμού δεν θα ήταν φρόνιμο να μην παραπέμπαμε τις ''άχαρες'' πηγές αυτής της οικουμενιστικής αβροφροσύνης, αλλά, ούτε να μην προσημειώναμε τα ιδεοληπτικά και προσχεδιασμένα κίνητρα αυτού του παγκοσμίου εγχειρήματος. Η Παγκοσμιοποίηση, ως φυσικό απαύγασμα του γενικευμένου, λαθρομεταναστατευτικού ρεύματος που έπληξε την Ευρώπη, δεν ήταν τίποτ΄άλλο από την ''υπόσχεση τιμής'' που έδωσε ο Henry Alfred Kissinger (άσχετα αν αργότερα το διέψευσε εκ των υστέρων) για τον πολιτισμικό διαμελισμό, την εκκλησιαστική, φρονηματική διαστροφή και την εθνική συρρίκνωση των Ελλήνων. Η ''Ευρωπαική Ένωση,'' ως ο ακρογωνιαίος, πιστός θεματοφύλακας της οργανωμένης εθνολογικής σαλαμοποίησης των λαών της Γηραιάς Ηπείρου και οι αυλικοί ινστρούχτορές της θα έπρεπε να δικαστούν για εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου, για όλα εκείνα, που τόσο εμφατικά δεδηλωμένα είχε ανακοινώσει και η Άννα Ψαρούδα - Μπενάκη, άμα τη λήψη της προεδρίας από τον Κάρολο Παπούλια στις 8 Φεβρουαρίου του 2005. Η Νέα Εποχή ήδη από τις 23 Απριλίου του 2010, γνωστή, ως η εντάφια ημερομηνία ανακοίνωσης της προσχώρησης της χώρας στο Δ.Ν.Τ από τον George Papandreou προχώρησε δραστικότερα στον πλήρη υποβιβασμό, απαξίωση και ευτελισμό του καθημερινού γίγνεσθαι. Όλα τα υπόλοιπα ήρθαν, ως ''φυσικές'' συνέπειες: ο αποχριστιανισμός της χώρας, το face lifting των εξευρωπαϊσμένων και αμερικανοκίνητων Ελλήνων, ο εθνικός, σμικρυντικός αποστατισμός, η -εκπληκτικά πανηγυρική ''άλωση'' της λαικής παράδοσης και η ανθελληνική και αντορθόδοξη πορεία της δημόσιας εκπαίδευσης. Για όλα τα παραπάνω, οι σημερινοί, κυβερνητικοί -ιδεοληπτικά αιωρούμενοι- ραγιάδες μπορούν ευλόγως να επικαλούνται την άρδην αλλαγή των ειωθότων, που επιβάλλουν νέους τρόπους χρηστικής αντιμετώπισης!...


Η ΔΙΑΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ



Το στίγμα της κατεύθυνσης και της στοχοποίησης που δίνει το βιβλίο της Δ΄Δημοτικού ''Έντυπο υλικό στα Θρησκευτικά'' καταγράφεται ''αυτοδίκαια,'' εμβληματικά και απροκάλυπτα στην θεματολογία ''Εργαζόμαστε για την Ενότητα Όλων''. Γράφει: ''H Eκκλησία του Xριστού για να δώσει παρηγοριά στο σύγχρονο άνθρωπο, προσφέρει ιεραποστολικό και πνευματικό έργο και προσεύχεται ''για την της των πάντων ενώσεως''. Nα γίνουμε δηλαδή όλοι ένα, μια αγκαλιά, μια μεγάλη οικογένεια, όπου ο καθένας θα έχει το δικό του χαμόγελο, το δικό του χρώμα, τις δικές του συνήθειες, τη δική του γλώσσα. Σε μια τέτοια μεγάλη οικογένεια με τόσα ξεχωριστά και διαφορετικά άτομα υπάρχει ένας μόνο τρόπος επικοινωνίας: H αγάπη, που ξεπερνάει τις δυσκολίες, όλα τα ενώνει και τίποτα δε χωρίζει''. Τρανότερη απόδειξη του συγκρητιστικού αυτού πονήματος των επίδοξων συντακτών του δεν υπάρχει. Ομολογείται, διακηρύττεται και καταμαρτυρείται -εκ του πονηρού βεβαίως- η ένωση πασών των θρησκειών στο όνομα μιας κοσμικής, γενικόλογης και υποκριτικής αγάπης, κατά την οποία ο Θεός παραγκωνίζεται, εξαιρείται και τιμωρείται στην γωνία, προκειμένου να υπερισχύσει η πρώτη... Έτσι, όχι μόνο δεν ομολογείται ο Τριαδικός Θεός μας ως ο Ένας και Μοναδικός Θεός της Αγάπης, της Αλήθειας και της Δικαιοσύνης, αλλά αντιθέτως κατηγοριοποιείται, συναθροίζεται και αντιπαραβάλλεται μαζί με τους άλλους εκπονημένους ψευτοθεούς των λοιπών προκατασκευασμένων, ανθρωπίνων θρησκειολογικών δοξασιών!... Το πλήρη επιστέγασμα της οικουμενιστικής αυτής ομολογίας δίδεται ακολούθως στην ίδια σελίδα 33, όπου αναφέρεται: ''Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος εκτός από το σπουδαίο ιεραποστολικό, φιλανθρωπικό και μορφωτικό έργο που πρόσφερε, κατόρθωσε να ενώσει τους ανθρώπους και τους βοήθησε να ξεπεράσουν τις θρησκευτικές αλλά και τοπικές διαφορές...!'' Στην σελίδα 42, ο παπικός ''ιερέας'' Αλβέρτος από το Κογκό σε ποίημά του με διαφυλετικούς... προβληματισμούς δέχεται μάλλον, πως η Παναγία είναι και λευκή και μαύρη και κίτρινη και κόκκινη... Σουρεαλιστικές αναζητήσεις σε οικουμενιστικό φόντο! Αναφέρεται: ''Στη μαύρη Παναγιά. Καλή μου Μητέρα Παναγιά, οι κίτρινοι σου δάνεισαν το χρώμα τους, οι κόκκινοι σ’ έκαναν ίδια με τις γυναίκες τους. Θα αρνηθείς το δικό μας, το μαύρο χρώμα; Αλλά από την ημέρα της Κοίμησής σου, από κείνη τη δοξασμένη μέρα που σε δέχτηκαν οι ουρανοί, δεν έχεις πια χρώμα. Μάλλον έχεις όλα τα χρώματα: Είσαι κίτρινη με τους κίτρινους, με τους κόκκινους κόκκινη, είσαι λευκή με τους λευκούς και με τους μαύρους μαύρη. Είσαι μια Μάνα με τόσα παιδιά, τόσο διαφορετικά κι όμως ενωμένα κοντά σου''. Ο Οικουμενισμός αρχίζει να εκδηλώνεται αναλυτικότερα στους μαθητές της Δ΄Δημοτικού με αναφορά στα... ''μυστήρια'' των... Ρωμαιοκαθολικών ακολούθως στην σελίδα 79. Αναφέρεται: ''Βάπτισμα και Χρίσμα των Καθολικών. Και οι καθολικοί βαφτίζουν τα παιδιά όταν είναι μωράκια. Όμως δεν τελείται ταυτόχρονα και το Μυστήριο του Χρίσματος. Αυτό γίνεται όταν τα παιδιά είναι περίπου 10-14 ετών και είναι σε θέση να καταλάβουν όσα γίνονται. Επίσης, ο ιερέας δεν βυθίζει το παιδάκι στο νερό της κολυμβήθρας, αλλά ρίχνει λίγο στο κεφαλάκι του. Βάπτισμα των Προτεσταντών. Οι Προτεστάντες δεν δέχονται τον νηπιοβαπτισμό, το βάπτισμα δηλαδή σε βρεφική ή παιδική ηλικία. Πιστεύουν πως η βάπτιση αποτελεί μια δημόσια ομολογία πίστης στον Θεό, που μπορεί και πρέπει να την κάνει ένας άνθρωπος που είναι αρκετά μεγάλος για να κατανοεί τι πιστεύει''. Και... ο παπικός ''άγιος'' Φραγκίσκος της Ασίζης προβάλλεται ως ''πνευματική μορφή'' που ''εξήλθε'' εκ της ανθρωπίνης υπόστασής του και έφθασε σε τέτοια ''θεόθεν'' χαρίσματα, ώστε να συνομιλεί και με τα ζώα... Και αναρωτιέται κανείς το απλούν: Δεν μπορούσαν να γράψουν λίγα λόγια για τον μεγάλο Ρώσο άγιο της Ορθοδοξίας μας Σεραφείμ του Σαρώφ, τον Άγιο Γεράσιμο τον Ιορδανίτη, την Οσία Μαρία την Αιγυπτία και τόσους άλλους αγίους, που ημέρευαν ακόμη και τα άγρια θηρία; Ιδού τι γράφεται στην σελίδα 114: ''Ο Άγιος Φραγκίσκος και τα ζώα. Τον καιρό που ο άγιος Φραγκίσκος έμενε στο Agobbio είχε παρουσιαστεί ένας άγριος λύκος που τρομοκρατούσε τους κατοίκους, γιατί δεν κατασπάραζε μόνον ζώα αλλά και ανθρώπους. Ο Φραγκίσκος πήγε να τον βρει. Ο λύκος στάθηκε να τον κοιτά, και κείνος του είπε: «Αδελφέ λύκε, εγώ ξέρω πως όλα αυτά που κάνεις, τα κάνεις γιατί πεινάς. Να έρχεσαι όμως κάθε μέρα να σου δίνουμε εμείς να τρως». Ο λύκος άκουσε τα λόγια του, πλησίασε τον Άγιο όπως ένας σκύλος, κι από τότε πήγαινε κάθε μέρα από πόρτα σε πόρτα και τον ταΐζανε, και τούτο κράτησε για χρόνια ως το τέλος της ζωής του''.


ΠΡΟΣΗΛΥΤΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ ΔΙΑΘΡΗΣΚΕΙΑΚΟ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ 


Αν εις ουδόλως ασχολείται με τα της Πίστης και έχει εύπιστο, αγαθό και άδολο νου, (όπως ακριβώς δηλαδή συμβαίνει με τα παιδιά της Δ΄Δημοτικού) χωρίς να διέπεται όμως από πνευματική αρωγή ορθοδόξου εξομολόγου ή της οικογένειάς του, τότε σίγουρα θα πιστέψει πως όλες οι θρησκείες είναι ίδιες και συνταυτίζονται με την Πίστη στον Τριαδικό Θεό μας... Η προπαγάνδα, η μεροληψία, ο σφετερισμός του αγαθού νοός, ο οικουμενιστικός προσηλυτισμός και η διαθρησκειακή πλάνη βρίσκονται επί ποδός σε θέση μάχης... Η Παναγία μας για τους Μωαμεθανούς -επί παραδείγματι στο βιβλίο των ''Θρησκευτικών''- είναι λίαν αγαπητή, το Κοράνι την ονομάζει μητέρα του Μεσσία, την ευλαβείται όλως ιδιαιτέρως, με μία μόνο... ''μικρή'' διαφορά... Δεν την δέχεται ως Θεοτόκο, ως μητέρα που γέννησε τον Θεό... Ιδού όμως, πως το πονηρό πνεύμα του Συγκρητισμού παρουσιάζει την διαφορά αυτή με τόσο -ανεπαίσθητα- απατηλό και ομορφοποιημένο τρόπο, που ένα παιδί θα πιστέψει σίγουρα αυτό που θα διαβάσει... Από την σελίδα 43 του ομώνυμου βιβλίου: ''Το Κοράνιο δέχεται ότι ο Ιησούς γεννήθηκε «εκ Μαρίας της Παρθένου». Δίνει εξαιρετικά τιμητική θέση στην Παναγία και μιλάει πολλές φορές γι’ αυτήν με πολύ μεγάλη ευλάβεια. Την ονομάζει Μαριάμ και τη χαρακτηρίζει «άσπιλη παρθένο», «ενάρετη μητέρα του Ιησού», «αγνή από κάθε κηλίδα ανάμεσα σε όλες τις γυναίκες». Ένα ολόκληρο κεφάλαιο, το 19ο, ονομάζεται Σούρα Μαριάμ και είναι αφιερωμένο σε αυτήν. Οι μουσουλμάνοι τη σέβονται ως μητέρα του Μεσσία αλλά όχι ως Θεοτόκο, ως μητέρα του Θεού δηλαδή. Θεωρούν ότι ο Ιησούς είναι ένας από τους προφήτες και όχι ο Υιός του Θεού και “Θεός αληθινός”, όπως το διατύπωσε η Εκκλησία στο «Σύμβολο της Πίστεως». Έτσι, και η Παναγία γι’ αυτούς δεν είναι Θεοτόκος. Την επικαλούνται, όμως, ονομάζοντάς την ''Δέσποινά μας, κυρία μας Μαριάμ''. Και φθάνουμε στο κομβικότερο ίσως σημείο του διαθρησκειακού προσηλυτισμού, που γι' αυτό δημιουργήθηκε δικαιολογημένα σάλος, ταραχή και αναστάτωση στο ορθόδοξο ποίμνιο, στην προσευχή προς τον... ''ελεήμονα και φιλεύσπλαχνο Αλλάχ''...! Από την σελίδα 22: ''Στο όνομα του ελεήμονος και φιλεύσπλαχνου Αλλάχ'' (Εναρκτήριος Σούρα Κορανίου). Είναι η τυπικότερη προσευχή του Ισλάμ, πάνω στην οποία βασίζεται η πνευματική ζωή των μουσουλμάνων. Αλ-Φάτιχα σημαίνει έναρξη, προοίμιο. Αρχίζει έτσι: «Εις το όνομα του Αλλάχ του παντελεήμονα, του πολυεύσπλαχνου. Η δόξα ανήκει στον Αλλάχ, τον Κύριο όλων των κόσμων…» Επίσης, άλλος τύπος προσευχής είναι μερικές σύντομες αναφωνήσεις, όπως «ο Αλλάχ είναι μέγας» ή «Μέγας ο Αλλάχ». Και οι δύο τύποι προσευχής επαναλαμβάνονται πολλές φορές την ημέρα.'' Φυσικά δεν θα μπορούσε να λείψει και ο εβραικός Ιουδαϊσμός, η δόλια Σειρήνα των σταυρωτών του Χριστού μας, που ο ίδιος ο Κύριος τους αποκάλεσε: ''ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνῶν! πῶς φύγητε ἀπὸ τῆς κρίσεως τῆς γεέννης; διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω πρὸς ὑμᾶς προφήτας καὶ σοφοὺς καὶ γραμματεῖς, καὶ ἐξ αὐτῶν ἀποκτενεῖτε καὶ σταυρώσετε, καὶ ἐξ αὐτῶν μαστιγώσετε ἐν ταῖς συναγωγαῖς ὑμῶν καὶ διώξετε ἀπὸ πόλεως εἰς πόλιν'' (Ματθ. 23.33-34).Σελίδα 137: ''Η ΤΕ.ΝΑ.ΚΑ. (Τανάκ) των Εβραίων (Νόμος, Προφήτες, Αγιόγραφα). Η ιερή γραφή των Εβραίων αποτελείται από τα είκοσι τέσσερα βιβλία της Βίβλου και είναι γνωστή ως ΤΑΝΑΚ* από τα αρχικά των τριών ενοτήτων από τις οποίες αποτελείται. Οι ενότητες αυτές είναι οι εξής: α) η Τορά που περιέχει τα πέντε πρώτα βιβλία της Βίβλου, την Πεντάτευχο ή τον Νόμο, β) τα βιβλία των Προφητών  και γ) τα υπόλοιπα βιβλία, τα λεγόμενα Αγιόγραφα. Η Τορά, σήμερα, αντιπροσωπεύει ολόκληρη την εβραϊκή διδασκαλία, από την αρχή της Βίβλου ως τις μέρες μας''.



Αυτά και πολλά ακόμη ενυπάρχουν στο βιβλίο ''Έντυπο υλικό στα Θρησκευτικά'' της Δ΄Δημοτικού, που ουσιαστικά λειτουργεί ως ένα πρώιμο, καταχρηστικό και ωραιοποιημένο εγχειρίδιο εισαγωγής στον διαχριστιανικό και διαθρησκειακό συγκρητισμό.

Το πνεύμα του κυοφορείται αποκλειστικά σχεδόν στην ''περί της των πάντων ενώσεως,'' που αναφέρεται στην ευχή της Μεγάλης Συναπτής και που οι βυσσοδομούντες, μηχανορράφοι και δυστηχείς Οικουμενιστές, την έχουν τελείως διαστρέψει.

Τα παιδιά μας εντελώς διαστροφικά, δολερά και χαλκευμένα διδάσκονται, πως η ευχή αφορά όλες τις αιρέσεις -αλλά και τις προκάτ θρησκείες- περί ενώσεως αυτών σε μία ''Εκκλησία''.

Αποσιωπάται όμως εντελώς το ακριβές της αληθείας, ότι δηλαδή η ευχή αναφέρεται στην στερέωση των Αγίων του Θεού Εκκλησιών, δηλαδή των τοπικών  Ορθοδόξων Εκκλησιών και της των πάντων ενώσεως, με επιστροφή των κακοδόξων και σχισματικών αιρετικών στην Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία.

Εν κατακλείδι, δεν είναι μόνο το συγκεκριμένο αυτό βιβλίο το οποίο χρήζει καθολικής απαξίωσης, ως μυημένος ''ιός'' που μολύνει ανεξέλεγκτα τα αγνά και ορθοτομημένα, πνευματικά ''κύτταρα'' των υγιώς ακόμα ελληνόπουλων.

Σχεδόν όλα τα εκπαιδευτικά βιβλία που υποκρίνονται, πως επιχειρούν να κάνουν λόγο για την ''του Χριστού την Πίστη την Αγία'' δεν είναι τίποτ΄άλλο από άναρθρες κραυγές εικονοπλαστικής αγαπολογίας στα χείλη νέων, δουρειοιππικών βαρβάρων.

Ελάχιστα παιδιά υπάρχουν να απαγγείλουν το Σύμβολο της Πίστεως, το κοντάκιο του Ακαθίστου Ύμνου ή ακόμη και αυτήν την Κυριακή Προσευχή...

Αποστατήσαμε από την ποίμνη του Χριστού, οι καινοτόμοι έκαναν την αίρεση παιάνα, με διαστροφικές θεολογίες και επιμελημένους προσηλυτισμούς οδηγούν τα πλήθη στην πλατιά και ευρύχωρη οδό της απωλείας, την στιγμή που κάποιοι αμετακίνητοι πιστοί έμειναν πίσω να φωνάζουν: ''Μας φράγκεψαν! Μας φράγκεψαν!...''

Εύχεσθε!



Στον αγαπητό και αδελφικό μας ιερέα π. Κωνσταντίνο, με την προτροπή και ευλογία του οποίου γράφτηκαν αυτές οι φτωχές γραμμές ένα μεγάλο Ευχαριστώ!


 Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Παρασκευή 22 Σεπτεμβρίου 2017

Η Ψευδοσύνοδος της Κρήτης: Προς Νέα Εκκλησία (Μέρος β΄)



(Απάντηση στο κείμενο του Επισκόπου Αβύδου κ. Κυρίλλου Κατερέλου «Ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος τῆς Κρήτης: Νέα Εκκλησιολογία ἢ Πιστότητα στὴν Παράδοση;»)

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΑΠΟ ΕΔΩ: 
http://krufo-sxoleio.blogspot.gr/2017/09/blog-post_15.html

Νικολάου Μάννη
εκπαιδευτικού

Ε. Πριν προχωρήσουμε στην καθαρώς προτεσταντίζουσα πλευρά της Νέας Εκκλησιολογίας, όπως αυτή παρουσιάζεται στο επόμενο κεφάλαιο του εξεταζομένου κειμένου («Αἱρετικοὶ καὶ Ἑτερόδοξοι»), συνεχίζουμε την αναφορά με την εξέταση του καταταλαιπωρημένου ΙΕ΄ Κανόνος της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, με την οποία φαίνεται τόσο η παπίζουσα, όσο και η προτεσταντίζουσα επιρροή στη Νέα αυτή Εκκλησιολογία των Οικουμενιστών.
Ο Σ. προβαίνει σε μια πρωτοφανή ερμηνευτική ανάλυση του Κανόνος τούτου, η οποία τον οδηγεί στις εξής εσφαλμένες, όπως θα αποδειχθεί, θέσεις (με την σειρά που παρουσιάστηκαν):
ε1. Όταν δεν υπάρχει προγενέστερη συνοδική καταδίκη του Πατριάρχου για αίρεση, ο Κανόνας δεν μπορεί να εφαρμοστεί,
ε2. Δεν υπάρχει απόδειξη ότι Πατριάρχης σήμερα κηρύττει κατεγνωσμένη αίρεση «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ»,
ε3. Η προσπάθεια προσέγγισης των ετεροδόξων δια του διαλόγου δεν συνιστά αίρεση,
ε4. Ο Κανόνας μιλώντας για αιρέσεις, εννοεί συγκεκριμένες αιρέσεις, καταδικασμένες μέχρι τότε, και δεν αφορά μεταγενέστερες χρονολογικά, γι’ αυτό και επίκληση και εφαρμογή του ήταν άγνωστη στην εκκλησιαστική γραμματεία επί αιώνες,
ε5. Μετά την Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο, δεν υπάρχει άλλη Οικουμενική Σύνοδος στην Ορθόδοξη Εκκλησία και επομένως κάθε αίρεση μετά από την Σύνοδο αυτήν δεν είναι «κατεγνωσμένη»,
ε6. Η διακοπή της εκκλησιαστικής κοινωνίας εξ αιτίας κατεγνωσμένης αιρέσεως, δικαιολογείται μόνο σε περίπτωση που την κηρύττει Πατριάρχης και όχι αν την κηρύττει Επίσκοπος ή Μητροπολίτης, αναφέρεται δηλαδή αποκλειστικά στον ΙΕ΄ Κανόνα και όχι τους ΙΓ΄ και ΙΔ΄, άρα κάθε «αυθαίρετη πράξη» (σ. ημ. εννοεί την αποτείχιση) από πρεσβύτερο ή μοναχό αποκλείεται και
ε7. Οι αποφάσεις της Συνόδου της Κρήτης δεν δικαιολογούν την επίκληση του Κανόνος για Αποτείχιση.
Ας τα δούμε ένα ένα:
ε1. Η θέση αυτή δεν μπορεί να ισχύει, διότι ο Κανόνας είναι σαφής, αφού όχι μόνο αναφέρεται σε αίρεση «παρὰ τῶν ἁγίων συνόδων ἢ Πατέρωνκατεγνωσμένην» (και άρα αρκεί η κατάκριση της αιρέσεως από Πατέρες), αλλά διότι ξεκάθαρα ομιλεί για αποτείχιση «πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως».
Εκτός αυτού η θέση αυτή του Σ. δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή εξ αιτίας των εξής τριών ενδεικτικών παραδειγμάτων, από τα δεκάδες που βρίσκει κανείς στην εκκλησιαστική ιστορία:
α) Ποια Σύνοδος είχε καταδικάσει τους Επισκόπους Αντιοχείας Ευλάλιο, Ευφρόνιο, Φλάκιτο, Στέφανο, Λεόντιο και Ευδόξιο, ώστε να δικαιολογείται η, επί έτη, διακοπή εκκλησιαστικής κοινωνίας από τους, πιστούς στο Δόγμα της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, Ορθοδόξους, τους ονομαζομένους «Ευσταθιανούς»; Καμία! Και όμως ο Μέγας Αθανάσιος, Επίσκοπος Αλεξανδρείας, κοινωνούσε μαζί τους, ενώ διατελούσε σε ακοινωνησία με τους παραπάνω Επισκόπους[29].
β) Ποια Σύνοδος είχε καταδικάσει τον Κωνσταντινουπόλεως Δημόφιλο, ώστε οι Ορθόδοξοι να μην έχουν εκκλησιαστική κοινωνία μαζί του, αλλά να κοινωνούν με τον «σχισματικό» «παράλληλο» Επίσκοπο Σασίμων Γρηγόριο τον Θεολόγο, επί δέκα έτη; Καμία! Και όμως όταν συνήλθε τελικώς η Β΄ Οικουμενική Σύνοδος ο Δημόφιλος καταδικάστηκε και οι Ορθόδοξοι επαινέθηκαν[30].
γ) Ποια Σύνοδος είχε καταδικάσει τον Κωνσταντινουπόλεως Νεστόριο, όταν οι Ορθόδοξοι διέκοψαν την κοινωνία μαζί του, επειδή δεν δεχόταν την Παναγία μας ως Θεοτόκο; Καμία! Και όμως ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας τους προτού να συνέλθει η Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος (η οποία τελικά καταδίκασε τον Νεστόριο), εγκωμίαζε την αποτείχιση των Ορθοδόξων και κοινωνούσε μαζί τους[31].
ε2. Προσφάτως ο σεβαστός Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Πήχος, Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Λογγοβάρδας Πάρου, κατέθεσε ενώπιον της Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος Κείμενο κατά του Πατριάρχου Βαρθολομαίου με τίτλο «Κατάγνωσις ετεροδιδασκαλιών, διατυπωθεισῶν ὑπὸ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου»[32], στο οποίο αποδεικνύεται ξεκάθαρα πως ο Πατριάρχης κηρύττει «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» την αίρεση του Οικουμενισμού.
Η δε αίρεση του Οικουμενισμού είναι κατεγνωσμένη όχι μόνο από ευσεβεστάτους Πατέρες σε όλο τον κόσμο (όπως, μεταξύ άλλων, ο Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς, ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, ο π. Φιλόθεος Ζερβάκος, ο π. Σεραφείμ Ρόουζ), αλλά και από την Τοπική Σύνοδο των Ρώσων της Διασποράς το 1983 επί πρωθιεραρχίας του Αγίου Φιλαρέτου[33].
ε3. Η προσπάθεια προσέγγισης των ετεροδόξων δια του διαλόγου βεβαίως και δεν συνιστά αίρεση όταν οι Ορθόδοξοι:
α) Προ(σ)καλούνται να καταθέσουν την θέση τους και δεν συμμετέχουν σε μόνιμες «Επιτροπές Διαλόγου». Οι μόνιμες μεικτές (αποτελούμενες δηλαδή από Ορθοδόξους και αιρετικούς) επιτροπές θεολογικών διαλόγων είναι κάτι το πρωτοφανές στην ιστορία της Εκκλησίας. Η ενότητα της Εκκλησίας εξ αρχής διασαλεύθηκε με τις αποσχίσεις αιρετικών και σχισματικών από το Σώμα Της, πουθενά όμως δεν θα συναντήσει κανείς τέτοιον τρόπο διαλόγου. Πουθενά δεν θα βρει κανείς επιτροπή που να αποτελείται φερ᾿ ειπείν από εκπρόσωπο των Ορθοδόξων, από εκπρόσωπο των Αρειανοφρόνων, από εκπρόσωπο των Μανιχαίων και από εκπρόσωπο των Νοβατιανών και να διαλέγονται! Αντιθέτως, και κατά την αποστολική επιταγή «ἕτοιμοι ἀεὶ πρὸς ἀπολογίαν παντὶ τῷ αἰτοῦντι»[34], οι Ορθόδοξοι οφείλουν όταν «οἱ ἄπιστοι, ἢ οἱ αἱρετικοὶ ζητοῦσι λόγον διὰ τὴν πίστιν… νὰ δίδουν ἀπόκρισιν πρὸς τοὺς ἐρωτῶντας»[35],
β) Επικεντρώνονται στον διάλογο χωρίς να παραβαίνουν τους Ιερούς Κανόνες με συμπροσευχές, τελετές και θεατρινισμούς [36], στο όνομα μιας δήθεν «αγάπης», και
γ) Γνωρίζουν ότι ένας διάλογος δεν είναι ατέρμονος, αλλά κινείται μέσα στα όρια που έθεσε το Πνεύμα το Άγιο διά του Αποστόλου: «αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ»[37].
Πρότυπο ενός τέτοιου, συμφώνου με τα παραπάνω, διαλόγου αποτελεί ο διάλογος που έκανε ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμίας ο Τρανός με τους Λουθηρανούς. Οι δε Οικουμενιστες απέχουν παρασάγγας από έναν τέτοιον τρόπο διαλόγου και με τον δικό τους τρόπο αποδεικνύουν ότι δεν θεωρούν πως ως Ορθόδοξοι κατέχουμε την Αλήθεια. Αυτό όμως συνιστά όχι μόνο αίρεση, αλλά και άρνηση της Πίστεως!
ε4. Ο Σ. φαίνεται ότι δεν κατανοεί πως δεν είναι ο Κανόνας που καθορίζει την πράξη, αλλά η πράξη που επικυρώνεται διά του Κανόνος. Αν απομονώσουμε τον ΙΕ΄ Κανόνα της Πρωτοδευτέρας είναι αναμενόμενο να προβούμε σε συμπεράσματα πόρρω απέχοντα από την αλήθεια. Αν τον εξετάσουμε όμως σε σχέση με την πράξη της Εκκλησίας, τότε μπορούμε να τον ερμηνεύσουμε ορθώς. Διότι η μέχρι τότε πράξη της Εκκλησίας αποδεικνύει πως όσοι για κάποια αίρεση, κατακεκριμένη από Συνόδους ή Πατέρες, διέκοπταν κοινωνία με τον προϊστάμενό τους, όταν εκείνος την κήρυττε φανερά, όχι μόνο δεν επέσυρε επιτίμια η πράξη τους, αλλά αξιώνονταν και τιμής[38]Επομένως ο Κανόνας δεν μας λέει κάτι που δεν γινόταν ήδη επί 861 χρόνια. Προς τι ο Σ. μας αναφέρει ότι η επίκληση του Κανόνος ήταν άγνωστη στην εκκλησιαστική γραμματεία μέχρι κάποια στιγμή; Μήπως και προ του 861 δεν εφάρμοζαν οι Ορθόδοξοι το πνεύμα του Κανόνος, παρά την έλλειψη του γράμματος; Άλλωστε και ο, συναφής με τον παραπάνω Κανόνα, ΛΑ΄ Αποστολικός Κανόνας, μεταφέρει ακριβώς το ίδιο πνεύμα.
Αξίζει να αναφερθεί πως υπάρχουν πάμπολλα παραδείγματα αποτειχίσεων Ορθοδόξων, εκ της, μετά το 861, εκκλησιαστικής ιστορίας, που φανερώνουν ότι αυτές αφορούν και μεταγενέστερες του 861 αιρέσεις, και κυρίως τις αιρέσεις που γέννησε, ή και αναγέννησε, ο Παπισμός. Ένα μόνο ενδεικτικό παράδειγμα είναι το παρακάτω. Στο α΄ μισό του ΙΓ΄ αιώνος δύο μεγάλες εκκλησιαστικές προσωπικότητες της εποχής, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γερμανός ο Β΄ και ο Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος Δημήτριος Χωματιανός συστήνουν στους Ορθοδόξους να διακόψουν την εκκλησιαστική κοινωνία με εκείνους που υποτάχθηκαν στους Λατίνους. Ο μεν Γερμανός αποστέλλει επιστολή προς τους Κυπρίους στην οποία γράφει, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Ὅσοι τῆς καθολικῆς ἐκκλησίας ἐστὲ τέκνα γνήσια,φεύγειν ὅλῳ ποδὶ ἀπὸ τῶν ὑποπεσόντων ἱερέων τῇ λατινικῇ ὑποταγῇ, καὶ μηδὲ εἰς ἐκκλησίαν τούτοις συνάγεσθε, μηδὲ εὐλογίαν ἐκ τῶν χειρῶν αὐτῶν δέχεσθε τὴν τυχοῦσανˑ κρεῖσσον γάρ ἐστιν ἐν τοῖς οἴκοις ὑμῶν τῷ Θεῷ προσεύχεσθαι καταμόνας, ἢ ἐπ' ἐκκλησίας συνάγεσθαι μετὰ τῶν λατινοφρόνων ὑποταγάτων»[39]. Ο δε Χωματιανός σε απάντησή του προς τους Έλληνες μοναχούς της αγιορειτικής Μονής Ιβήρων, οι οποίοι τον ρώτησαν «ἂν δύνανται νὰ κοινωνῶσι τοῦ λοιποῦ πρὸς τοὺς ἀποσκιρτήσαντας Ἴβηρας τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησίας»[40], τους απάντησε ως εξής: «ἀποφαινόμεθα, ὡς οὐκ ἐξόν ἐστι ἐν οὐδενὶ κοινωνεῖν τοὺς Γραικοὺς τοῖς Ἴβηρσι μοναχοῖς, καὶ ὅσοι τούτοις ομόφρονες, ὡς ἀναμαξαμένοις τῶν Ἰταλῶν ἐθῶν τε καὶ θρησκευμάτων, ὅσα τῆς καθ' ἡμᾶς ἁγίας γεγόνασι ἔκβλητα· οὔτε γὰρ ἐν προσευχαῖς οὐδέποτε οὐδαμῶς τούτοις συστήσονται, οὔτε αλλήλοις, ἢ τῶν θείων ἁγιασμάτων, ἢ προβολῆς ἡγουμενικῆς, καὶ ἐτεροίων τοιωνδέτινων μεταδώσουσιν»[41]. Σημειωτέον πως οι «αποσκιρτήσαντες Ίβηρες» δεν είχαν κηρύξει κάποια αίρεση «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ», αλλά το μόνο που έπραξαν ήταν να δώσουν την λεγόμενη «χειραψία υποταγής» προς τον τοπικό Λατίνο επίσκοπο[42].
ε5. Ο Σ. δηλώνει τη συμφωνία του με την αυθαίρετη, όπως θα δούμε, γνώμη που εξέφρασε το 1971 ο δικηγόρος Ιωάννης Παναγόπουλος, σε επικριτικά του κείμενα κατά της ενέργειας του μακαριστού Ελευθερουπόλεως Αμβροσίου να παύσει τη μνημόνευση του ονόματος του τότε Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Αθηναγόρου. Σύμφωνα με αυτήν, για να εφαρμοστεί ο ΙΕ΄ Κανόνας απαραίτητη προϋπόθεση δεν είναι η αίρεση να είναι κατεγνωσμένη «παρὰ Συνόδων ἢ Πατέρων», αλλά υπό Οικουμενικών Συνόδων! Μεταφέροντας την αυθαίρετη - και φανερώς ενάντια στο γράμμα και το πνεύμα του Κανόνος - γνώμη αυτή, ο Σ. επιδιώκει τον ίδιο σκοπό που επεδίωκε τότε και ο Παναγόπουλος: να παραστήσει τις αιρέσεις των Παπικών ως μη κατεγνωσμένες υπό Οικουμενικών Συνόδων, και να δικαιολογηθούν τοιουτοτρόπως οι φιλοπαπικές ενέργειες και δηλώσεις του Αθηναγόρου – και του διαδόχου του κ. Βαρθολομαίου σήμερα - και των υπολοίπων Οικουμενιστών.
Δυστυχώς ο Σ. αγνοεί (δεν θέλω να πιστέψω πως αποκρύπτει) τις συντριπτικές απαντήσεις του Ελευθερουπόλεως Αμβροσίου προς τον Ι. Παναγόπουλο[43]. Ιδίως στην δεύτερη απάντησή του καταρρίπτει παντελώς τις θέσεις του κ. Παναγόπουλου. Αφού επισημαίνει το αυτονόητο (πως δηλαδή ο Κανόνας δεν αξιοί την καταδίκη της αιρέσεως από Οικουμενική Σύνοδο, αλλά αρκεί και Τοπική Σύνοδος ή και η γνώμη Πατέρων), αποδεικνύει με ιστορικά στοιχεία πως οι αιρέσεις του Παπισμού είναι κατεγνωσμένες από τις Συνόδους του 867, του 879, του 1009, του 1054, του 1341, του 1347, του 1351, του 1440, του 1441, του 1443, του 1450, του 1484, του 1722, του 1727, του 1838, του 1848, του 1895.
Πρέπει μάλιστα να σημειωθεί πως ιδίως η Σύνοδος του 879  επί Μεγάλου Φωτίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, έχει όλα τα γνωρίσματα και θεωρείται στη συνείδηση των Ορθοδόξων ως Οικουμενική Σύνοδος[44], αφού μάλιστα συμμετείχε σε αυτήν και η, πάλαι ποτέ Ορθόδοξος, Τοπική Εκκλησία της Ρώμης. Πάντως το επιχείρημα πως Οικουμενική Σύνοδος δεν είναι δυνατόν να συνέλθει μετά την απόσχιση της Τοπικής Εκκλησίας της Ρώμης[45] δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό, διότι τότε ούτε μετά την απόσχιση των, πάλαι ποτέ Ορθοδόξων, Τοπικών Εκκλησιών σε περιοχές της Ασίας και της Αφρικής (όπως της Ασσυριακής των Νεστοριανών ή τις Προχαλκηδόνιες των Μονοφυσιτών) μετά την Γ΄ και Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο, θα μπορούσε να γίνει Οικουμενική Σύνοδος, αφού κατά την οικουμενιστική σκέψη η Εκκλησία ήταν πλέον διηρημένη. Όμως όπως ούτε η αποστασία των λεγομένων «Προχαλκηδόνιων Εκκλησιών» δεν εμπόδισε την σύγκληση της Ε΄, της Στ΄ και της Ζ΄ (και της Η΄ αν θέλετε) Οικουμενικής Συνόδου, έτσι και η αποστασία της «Παπικής Εκκλησίας» δεν μπορεί να εμποδίσει την σύγκληση Οικουμενικής Συνόδου[46], όπως ακόμη και η προφητευθείσα αποστασία[47] όλων των Τοπικών Εκκλησιών δεν θα μπορέσει να εμποδίσει το, ανά την οικουμένη διεσπαρμένο, μικρό ποίμνιο[48], το λείμμα της Χάριτος[49], να συγκαλέσει Οικουμενική Σύνοδο, αν αυτό είναι το θέλημα του Θεού, διότι οι Ορθόδοξοι έχουμε την βαθεία πεποίθηση πως η Θεία Χάρις τα ασθενή θεραπεύει και τα ελλείποντα αναπληρώνει.
ε6. Σφάλλει μεγάλως ο σεβαστός Σ. όταν ισχυρίζεται από τους Κανόνες ΙΓ΄, ΙΔ΄ και ΙΕ΄ της Πρωτοδευτέρας η διακοπή μνημοσύνου δικαιολογείται μόνο «στὴν τρίτη περίπτωση, δηλ. μόνο σὲ περίπτωση αἵρεσης τοῦ Πατριάρχου». Η θέση αυτή[50], ότι δηλαδή μόνο σε Πατριάρχη μπορεί να εφαρμοστεί η διακοπή μνημοσύνου και όχι σε Μητροπολίτη ή Επίσκοπο, αποδεικνύεται εσφαλμένη εύκολα, αρκεί κανείς να παραθέσει τις ερμηνείες των εγκρίτων Κανονολόγων[51]:
α) Του Βαλσαμώνος: «Εἰ γὰρ μὴ δι᾿ ἐγκληματικὴν αἰτίαν, ἀλλὰ δι᾿ αἳρεσιν χωρίσῃ τις ἑαυτὸν ἀπὸ τοῦ ἐπισκόπου αὐτοῦ ἢ τοῦ Μητροπολίτου ἢ τοῦ Πατριάρχου ὡς ἐπ᾿ Ἐκκλησίας διδάσκοντος ἀνερυθριάστως διδάγματά τινα ἀπηλλοτριωμένα τοῦ ὀρθοῦ δόγματος, ὁ τοιοῦτος καὶ πρὸ ἐντελοῦς διαγνώσεωςπολλῷ δὲ πλέον καὶ μετὰ διάγνωσιν. Ἐὰν ἑαυτὸν ἀποτειχίσῃ, ἤγουν χωρίσῃ ἐκ τῆς κοινωνίας τοῦ πρώτου αὐτοῦ, οὐ μόνον οὐ τιμωρηθήσεται, ἀλλὰ καὶ τιμηθήσεται, ὡς ὀρθόδοξος»[52].
 β) Του Ζωναρά: «Εἰ δ᾿ ὁ πατριάρχης τυχὸν ἢ μητροπολίτης, ἢ ὁ ἐπίσκοπος αἱρετικὸς εἴη, καὶ τοιοῦτος ὡς δημοσίᾳ, κηρύττειν τὴν αἵρεσιν, καὶ γυμνῇ τῇ κεφαλῇ, ἀντὶ τοῦ, ἀνυποστόλως καὶ μετὰ παρησίας, διδάσκει τὰ αἱρετικὰ δόγματα, οἱ ἀποσχίζοντες αὐτοῦ, ὅποιοι ἂν εἶεν, οὐ μόνον κολάσεως ἄξιοι οὐκ ἔσονται διὰ τοῦτο, ἀλλὰ καὶ τιμῆς, ὡς ὀρθόδοξοι, ἀξιωθήσονται, χωρίζοντες ἑαυτοὺς τῆς τῶν αἱρετικῶν κοινωνίας»[53].
γ) Του Αριστηνού: «Εἰ δέ τινες ἀποσταῖεν τινος οὐ διά πρόφασιν ἐγκλήματος ἀλλά δι᾿ αἵρεσιν ὑπό συνόδου ἤ ἁγίων Πατέρων κατεγνωσμένην τιμῆς καί ἀποδοχῆς ἄξιοι ὡς ὀρθόδοξοι»[54].
δ) Του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου: «Ἐὰν δὲ οἱ ρηθέντες πρόεδροι ἦναι αἱρετικοί, καὶ τὴν αἵρεσιν αὐτῶν κηρύττουσι παρρησία, καὶ διὰ τοῦτο χωρίζονται οἱ εἰς αὐτοὺς ὑποκείμενοι, καὶ πρὸ τοῦ νὰ γένῃ ἀκόμη συνοδικὴ κρίσης περὶ τῆς αἱρέσεως ταύτης, οἱ χωριζόμενοι αὐτοί, ὄχι μόνον διὰ τὸν χωρισμὸν δὲν καταδικάζονται, ἀλλὰ καὶ τιμῆς τῆς πρεπούσης ὡς ὀρθόδοξοι, εἶναι ἄξιοι, ἐπειδή, ὄχι σχίσμα ἐπροξένησαν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν μὲ τὸν χωρισμὸν αὐτόν, ἀλλὰ μᾶλλον ἐλευθέρωσαν τὴν Ἐκκλησίαν ἀπὸ τὸ σχίσμα καὶ τὴν αἵρεσιν τῶν ψευδεπισκόπων αὐτῶν»[55].
ε) Του Νικοδήμου Μίλα: «Καθορίσας ταῦτα περὶ τῆς πρὸς τὸν Πατριάρχην ὑπακοῆς, ὁ Κανὼν ποιεῖται γενικὴν παρατήρησιν καὶ ἐπὶ τῶν τριῶν (ΙΓʹ-ΙΕʹ) Κανόνων, δι᾿ ἧς λέγει, ὅτι τὰ ἐκδοθέντα προστάγματα ἰσχύουσι μόνον καθ᾿ ἢν περίπτωσιν ὑπεισάγονται σχίσματα ἕνεκεν ἀναποδείκτων τινῶν παραβάσεων τοῦ Πατριάρχου, τοῦ Μητροπολίτου καὶ τοῦ ᾿Επισκόπου. ᾿Εὰν ὅμως ᾿Επίσκοπός τις ἢ Μητροπολίτης ἢ Πατριάρχης ἄρξηται νὰ διακηρύττῃ δημοσίᾳ ἐπ᾿ ἐκκλησίας αἱρετικήν τινα διδαχήν, ἀντικειμένην πρὸς τὴν ᾿Ορθοδοξίαν, τότε οἱ προαναφερθέντες κέκτηνται δικαίωμα ἅμα καὶ χρέος ν᾿ ἀποσχοινισθῶσι πάραυτα τοῦ ᾿Επισκόπου, Μητροπολίτου καὶ Πατριάρχου ἐκείνου, διὸ οὐ μόνον εἰς οὐδεμίαν θέλουσιν ὑποβληθῆ κανονικὴν ποινήν, ἀλλὰ θέλουσι καὶ ἐπαινεθῆ εἰσέτι, καθ᾿ ὅσον διὰ τούτου δὲν κατέκριναν καὶ δὲν ἐπανεστάτησαν ἐναντίον τῶν νομίμων ᾿Επισκόπων, ἀλλ᾿ ἐναντίον ψευδεπισκόπων καὶ ψευδοδιδασκάλων, οὔτε καὶ ἐγκατέστησαν τοιουτοτρόπως σχῖσμα ἐν τῇ ᾿Εκκλησίᾳ, ἀλλ᾿ ἀντιθέτως, ἀπήλλαξαν τὴν ᾿Εκκλησίαν, ἐν ὅσῳ ἠδυνήθησαν, τοῦ σχίσματος καὶ τῆς διαιρέσεως»[56].
Επιπροσθέτως και ο συναφής ΛΑ΄ Κανόνας των Αγίων Αποστόλων μιλάει για Επίσκοπο γενικώς και όχι ειδικώς για Πατριάρχη.
ε7. Αν και κανείς Ορθόδοξος δεν έπρεπε να περιμένει τις αποφάσεις της «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου» της Κρήτης για να προβεί σε Αποτείχιση[57], εν τούτοις η εν λόγω Σύνοδος, είναι Ψευδοσύνοδος (δηλαδή Ληστρική και Κακόδοξος) διότι:
α) Συμμετείχαν σε αυτήν επίσκοποι ασεβούντες περί την Πίστη, οι οποίοι διατελούν υπό κατηγορία «παρὰ ἀξιοπίστων ἀνθρώπων»[58] επί κακοδοξία[59].
β) Όχι μόνο δεν εξετάστηκε η διαφωνία περί την Πίστη[60] που έχει προκύψει στην Εκκλησία, το αν δηλαδή ο Οικουμενισμός είναι αίρεση ή ορθόδοξη μαρτυρία, αλλά αντιθέτως η, εδώ και έναν σχεδόν αιώνα, ενεργός συμμετοχή στην «Οικουμενική Κίνηση» επικυρώθηκε συνοδικώς και αποφασίστηκε η συνέχισή της .
γ) Καινοτόμησε ως προς τον τρόπο μαρτυρίας της Πίστεως προς τους εκτός Εκκλησίας, θεωρώντας ως μόνο ενδεδειγμένο τους συγχρόνους Ψευδοδιαλόγους. Αποκαλώντας δε ως «προσηλυτισμό», «ουνία» και «προκλητική ενέργεια ομολογιακού ανταγωνισμού»[61] κάθε διαφορετικό τρόπο μαρτυρίας, από αυτόν που η ίδια θεωρεί ενδεδειγμένο, κατακρίνει ουσιαστικά την Εκκλησία για τον τρόπο μαρτυρίας της Πίστεως, προς τους εκτός Αυτής, που χρησιμοποιούσε επί 20 αιώνες (μέχρι δηλαδή την εμφάνιση της «Οικουμενικής Κινήσεως») και εισάγει νέο τρόπο μαρτυρίας[62].
δ) Εισήγαγε στην Ορθόδοξη Εκκλησία ένα είδος «Πρωτείου» του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, στον οποίο δίνει ειδικές αρμοδιότητες συντονισμού[63] των Ψευδοδιαλόγων[64].
ε) Ευαγγελίζεται την ίδρυση «Νέας Εκκλησίας», ομολογώντας αφενός μεν την ύπαρξη άλλων «Εκκλησίων» (μέσα από την αποδοχή της ιστορικής ονομασίας αυτών[65]), αφετέρου δε - κεκαλυμμένως - την ανυπαρξία της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας[66].
Και μόνο για αυτούς τους λόγους θα έπρεπε όλοι όσοι θέλουν να παραμείνουν Ορθόδοξοι, να διακόψουν την εκκλησιαστική κοινωνία με τους Νεοεκκλησιολόγους Οικουμενιστές και να εργαστούν για την σύγκληση μιας αληθινής Αγίας και Μεγάλης Συνόδου.


(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΕΛΟΥΣ


[29] Σωζομενός, Εκκλησιαστική Ιστορία, P.G. 67, 1099.
[30] Βασιλείου Σμύρνης, Περί του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, Αθήνα, 1903, σελ. 111-129.
[31] «Ἀσπίλους καὶ ἀμώμους ἑαυτοὺς τηρήσατε, μήτε κοινωνοῦντες τῷ μνημονευθέντι μήτε μὴν ὡς διδασκάλῳ προσέχοντες, εἰ μένοι λύκος ἀντὶ ποιμένος καὶ μετὰ ταύτην ἡμῶν τὴν ὑπόμνησιν τὴν πρὸς αὐτὸν γενομένην φρονεῖν ἕλοιτο τὰ διεστραμμένα. τοῖς δέ γε τῶν κληρικῶν ἤτοι λαϊκῶν διὰ τὴν ὀρθὴν πίστιν κεχωρισμένοις ἢ καθαιρεθεῖσι παρ’ αὐτοῦ κοινωνοῦμεν ἡμεῖς, οὐ τὴν ἐκείνου κυροῦντες ἄδικον ψῆφον, ἐπαινοῦντες δὲ μᾶλλον τοὺς πεπονθότας» (P.G. 77, 125).
[33] «Τοῖς βάλλουσι κατὰ τῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καὶ διδάσκουσιν ὅτι ἡ τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησία μεμέρισται ἐν οὕτω καλουμένοις "κλάδοις", οἵτινες διαφέρουσιν ἀλλήλων ἐν διδασκαλίᾳ καὶ τρόπῳ ζωῆς, ἢ ὅτι ἡ ᾿Εκκλησία οὐχ ὑφίσταται ὁρατῶς, ἀλλ᾿ ἀπαρτισθήσεται ἐν τῷ μέλλοντι, ὅταν ἅπαντες οἱ "κλάδοι" ἢ τμήματα ἢ ὁμολογίαι ἢ προσέτι καὶ θρησκεῖαι ἑνωθῶσιν ἐν ἑνὶ σώματι· καὶ οἵτινες οὐ διακρίνουσι τὴν ἱερωσύνην καὶ τὰ μυστήρια τῆς ᾿Εκκλησίας ἀπὸ τὴν ἱερωσύνην καὶ τὰ μυστήρια τῶν αἱρετικῶν, ἀλλὰ λέγουσιν ὅτι τὸ βάπτισμα καὶ ἡ εὐχαριστία τῶν αἱρετικῶν εἰσὶν ἱκανὰ πρὸς σωτηρίαν ὅθεν, τοῖς κοινωνοῦσιν ἐν γνώσει τοῖς προμνημονευθεῖσιν αἱρετικοῖς ἢ συνηγοροῦσι, διαδίδουσι, ἢ ὑπεραμυνομένοις τῆς καινοφανοῦς αὐτῶν αἱρέσεως τοῦ οἰκουμενισμοῦ ἐν προσχήματι ἀδελφικῆς ἀγάπης, ἢ ὑποτιθεμένης ἑνώσεως τῶν διαχωρισθέντων Χριστιανῶν, Ἀνάθεμα» (Περιοδικό Ο Αγιορείτης, αρ. 18, Οκτώβριος 1983).
[34] Α΄ Πέτρ. γ΄, 15.
[35] Αγίου Νικοδήμου, Ερμηνεία εις τας επτά καθολικάς επιστολάς, Βενετία, 1806, σελ. 118.
[36] Τα τελούμενα σε διάφορες διαχριστιανικές και διαθρησκειακές τελετές (τα οποία μπορεί να βρει κανείς στο διαδίκτυο) δικαιολογούν πλήρως τον χαρακτηρισμό αυτόν. Για του λόγου το αληθές: https://www.youtube.com/watch?v=wjCKP3voAaU
[37] Τίτ. γ΄, 10.
[38] Είναι συγκλονιστική η επιστολή των Πατέρων της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου προς τους Ορθοδόξους της Κωνσταντινουπόλεως που είχαν διακόψει την κοινωνία με τον Νεστόριο: «Χαίρετε τοίνυν ἐν Κυρίῳ πάντοτε, καὶ πάλιν ἐρῶ, χαίρετεˑ κατήργηται γὰρ τὸ σκάνδαλον καὶ ἐξεῤῥιζώθη τὸ ζιζάνιον ἐκ τοῦ χωρίου τοῦ πνευματικοῦ γεωργίου. Ὑμεῖς δὲ ἀναζωπυρήσατε, καὶ λαβόντες τὸν θυρεὸν τῆς πίστεως, ἐκποδὼν ἐλάσατε τοὺς τῆς μιαρᾶς καὶ βεβήλου καινοτομίας ἐργάταςˑ ἔσται γὰρ ὑμῖν ὁ μισθὸς οὐκ ἐλάττων τῶν ἐνταῦθα κεκμηκότων» (Mansi 4, 1241). Δηλαδή, τιμή Πατέρων Οικουμενικής Συνόδου αποδίδεται στους αποτειχισθέντες Ορθοδόξους!
[39] Γερμανού Β΄ Κωνσταντινουπόλεως, Επιστολή Β΄ προς τους Κυπρίους στο Κωνσταντίνου Σάθα, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, τόμος Β΄, Βενετία,  1873, σελ. 18.
[40] Αντωνίου Μηλιαράκη, Ιστορία του Βασιλείου της Νικαίας, Αθήνα, 1898, σελ. 195.
[41] J.B. Pitra, Analecta sacra et classica spicilegio Solesmensi parata: Juris ecclesiastici graecorum selecta paralipomena, vol. 6, Paris, 1891, p. 248-249.
[42] Αναλυτικότερα στο Νικολάου Μάννη, Η διά χειραψίας υποταγή
[43] «Οὐδεμία ἀπειλὴ θὰ μᾶς ὁδηγήση εἰς ἐπανάληψιν τοῦ μνημοσύνου» (εφημερίδα Ορθόδοξος Τύπος, αρ. 135, 1 Μαρτίου 1971) και «Ὁ Μητροπολίτης Ἀμβρόσιος ἀπαντᾶ εἰς τὸν κ. Ἰ. Παναγόπουλον καὶ ἡ ἀπάντησις αὐτοῦ» (εφημερίδα Ορθόδοξος Τύπος, αρ. 138, 15 Απριλίου 1971).
[44] Ο Ιωάννης Καρμίρης (Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία, τόμ. Ι, έκδ. β΄, Αθήνα, 1960, σελ. 262) αναφέρει πως αυτή την γνώμη (με την οποία δηλώνει και ο ίδιος την συμφωνία του) έχουν οι Θεόδωρος Βαλσαμών, Νείλος Θεσσαλονίκης, Νείλος Ρόδου, Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης, Άγιος Μάρκος Εφέσου, Γεννάδιος Σχολάριος, Δοσίθεος Ιεροσολύμων, Κωνσταντίνος Οικονόμου, Χρυσόστομος Παπαδόπουλος. Ο Παναγιώτης Τρεμπέλας (Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμ. Α', 3η έκδ., Ο Σωτήρ, Αθήνα, 1997, σελ. 136, υποσημ. 53) προσθέτει και τους Μακάριο Αγκύρας, Ιωσήφ Βρυέννιο, Νεκτάριο Ιεροσολύμων, Άγιο Αθανάσιο Πάριο, Άγιο Νεκτάριο Πενταπόλεως. Ο δε Μητροπολίτης Ωρωπού και Φυλής Κυπριανός Γιούλης αναφέρει, με παραπομπές, σε σχετική εργασία του (Η Ιερά Μνήμη της Η΄ Αγίας Οικουμενικής Συνόδου, Φυλή, 2015, σελ. 10) πως την γνώμη αυτή συμμερίζονται, μεταξύ άλλων, και οι εξής νεότεροι θεολόγοι: Βασίλειος Στεφανίδης, Ιωάννης Ρωμανίδης, Γεώργιος Μεταλληνός, Ναυπάκτου Ιερόθεος Βλάχος, Σουηδίας Παύλος Μενεβίσογλου. Να σημειωθεί πως ως «Η΄ Οικουμενική» την αποκαλεί και η Πανορθόδοξος Σύνοδος του 1848 (Mansi 40, 383).
[45] Ο οικουμενιστής Πατριάρχης Αλεξανδρείας κ. Θεόδωρος δήλωσε για την Ψευδοσύνοδο της Κρήτης, στην οποία συμμετείχε, τα εξής φοβερά: «Αυτή όμως η Σύνοδος δεν ονομάστηκε 8η Οικουμενική Σύνοδος, διότι απουσιάζει η άλλη αδελφή Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, η Αγγλικανική Εκκλησία… Δηλαδή μετά που χωριστήκαν μετά το Σχίσμα η Εκκλησία μοιράστηκε σε πολλά κομμάτια κι έτσι δεν μπορέσαμε να δώσουμε το όνομα Οικουμενική, αλλά είπαμε Αγία και Μεγάλη Σύνοδος» (https://www.youtube.com/watch?v=ZpacCsCVIDY).
[46] Ήδη, και μετά την έκδοση της σχετικής με τον Ησυχασμό εκκλησιαστικής γραμματείας, υπάρχει εντονότερη η γνώμη ότι και οι Ησυχαστικές Σύνοδοι του ΙΔ΄ αιώνος, πληρούν τα κριτήρια για να θεωρηθούν ως Συνεδρίες μίας Συνόδου, η οποία μπορεί να αναγνωριστεί ως η «Θ΄ Οικουμενική Σύνοδος» (Πρωτ. Γεωργίου Μεταλληνού, Ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, πατέρας της Θ' Οικουμενικής Συνόδου, εκδ. Ιεράς Μονής Μεγάλου Μετεώρου, Άγια Μετέωρα, 2009).
[47] Πρβλ. Β΄ Θεσ. β΄, 3. Ο δε υιός της ανομίας «πάντας καταλύσει τοὺς θεοὺς, καὶ κελεύσει προσκυνεῖν αὐτὸν ἀντὶ τοῦ Θεοῦ, καὶ καθεσθήσεται εἰς τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ, οὐ τὸν ἐν Ἱεροσολύμοις μόνον, ἀλλὰ καὶ εἰς τὰς πανταχοῦ Ἐκκλησίας» (Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου, P.G. 62, 482).
[48] Πρβλ. Λουκ. ιβ΄, 32.
[49] Πρβλ. Ρωμ. ια΄, 5.
[50] Μια άλλου είδους παρερμηνεία, που είχε αντιμετωπιστεί επιτυχώς στο παρελθόν, με την παράθεση αυτών των ερμηνειών των Κανονολόγων, αφορούσε το αν έχουν δικαίωμα απομάκρυνσης από τον κηρύττοντα αίρεση και οι λαϊκοί ή μόνον οι κληρικοί.
[51] Απορίας άξιον είναι το ότι ενώ ο Σ. εκπλήσσεται για το ότι «ὑπάρχουν τόσοι πολλοὶ αὐτόκλητοι, δογματολόγοι, ἐκκλησιολόγοι, κανονολόγοι καὶ ἱστορικοί», δυστυχώς φαίνεται ότι δεν έχει ασχοληθεί όσο θα έπρεπε με τις ερμηνείες των κατεξοχήν Κανονολόγων, που δίνουν καθαρές απαντήσεις στα θέματα που μας απασχολούν.
[52] P. G. 137, σελ. 1068 και Ρ. Π. [Ράλλη–Ποτλή, Σύνταγμα των θείων και ιερών Κανόνων] Β´, 695.
[53] P. G. 137, σελ. 1069 και Ρ. Π. Β´, 694.
[54] P. G. 137, σελ. 1072 και Ρ. Π. Β´, 696.
[55] Πηδάλιον, 4η έκδ., Αθήνα, 1886, σελ. 292.
[56] Οἱ Κανόνες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μεθ᾿ ἐρμηνείας, τ. II, Novi Sad, σελ. 290-291. Μετάφραση π. Εἰρηναίου Μπούλοβιτς (http://www.hsir.org/Theology_el/3a3b004Ermhneia15-1&2.pdf).
[57] Η, κατεγνωσμένη πλέον παρά Συνόδων και Πατέρων, αίρεση του Οικουμενισμού, κηρύττεται γυμνή τη κεφαλή εδώ και σχεδόν έναν αιώνα. Οι Ορθόδοξοι, όλες αυτές τις δεκαετίες, έργω (δια της αποτειχίσεως) και λόγω (διά κειμένων) έχουν καταγγείλει την αίρεση του Οικουμενισμού, τις ενέργειες που την εξυπηρετούν (Πατριαρχική Εγκύκλιος [1920], Ημερολογιακή Καινοτομία [1924], Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών [1948], Άρση Αναθεμάτων [1965], Συμφωνίες σε Μπάλαμαντ και Σαμπεζύ [1993] κ.α.), καθώς και τους φορείς της (Κωνσταντινουπόλεως Μελέτιο, Βασίλειο, Αθηναγόρα, Δημήτριο και Βαρθολομαίο, Αυστραλίας Στυλιανό, Αμερικής Ιάκωβο, Περγάμου Ιωάννη κ.α.)
[58] ΟΔ΄ Κανόνας των Αγίων Αποστόλων.
[59] Κατά τον Άγιο Λιβέριο, Πάπα Ρώμης: «Οὐ γὰρ οἷόν τε συνόδῳ συναριθμηθῆναι τοὺς περὶ πίστιν ἀσεβοῦντας» (στο Μεγάλου Ἀθανασίου, Historia ArianorumP.G. 25, 736).
[60] «Χρὴ γὰρ πρῶτον πᾶσαν περὶ τῆς πίστεως διαφωνίαν ἐκκόπτεσθαι καὶ τότε τὴν περὶ τῶν πραγμάτων ἔρευναν ποιεῖσθαι» (αυτόθι). Μάλιστα δεν εξετάστηκε καν το (κανονικοδογματικό, κατά τον πολύ Ρωμανίδη) Ημερολογιακό Ζήτημα, το οποίο δημιούργησε μέγα σχίσμα στην Εκκλησία.
[61] ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΟΙΠΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΝ ΚΟΣΜΟΝ, §23 (https://www.holycouncil.org/-/rest-of-christian-world?inheritRedirect=true&redirect=%2F).
[62] Δεν είναι τυχαίο που οι Νεοεκκλησιολόγοι Οικουμενιστές αρνούνται την Ιεραποστολή προς τους ετεροδόξους, ενώ συστήνουν σε όσους εξ αυτών επιθυμούν να ενταχθούν στην Εκκλησία να παραμείνουν στην αιρετικές «Εκκλησίες» τους. Πολύ σημαντικό είναι και το γεγονός πως με το νέο τρόπο «μαρυρίας της Πίστεως» έχουν εγκαταλείψει παντελώς την λεγόμενη Αντιρρητική Θεολογία, γραπτά μνημεία της οποίας χαρακτηρίζουν κάθε περίοδο της εκκλησιαστικής ιστορίας, απομακρυνόμενοι έτσι και σε αυτόν τον τομέα από την Ορθοδοξία.
[63] ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ…, ό.π., §10 και §14.
[64] Η Εκκλησία εν συνόλω ποτέ δεν έκανε Διαλόγους με τις εκτός Αυτής «εκκλησίες», διότι αυτό θα σήμαινε ότι αφενός αναγνωρίζει την εκκλησιαστικότητά των (και έτσι αμφισβητείται η καθολικότητά της), αφετέρου ότι διαπραγματεύεται την Αλήθεια (και έτσι αμφισβητείται η αυτοσυνειδησία Της ότι κατέχει το πλήρωμα της αληθείας). Διαλόγους λοιπόν δεν έκανε η Εκκλησία, αλλά πρόσωπα της Εκκλησίας. Η Ψευδοσύνοδος όχι μόνο επικυρώνει τους Ψευδοδιαλόγους, αλλά καθορίζει ως γενικό συντονιστή τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως δίνοντας παπικό νόημα στον όρο «Οικουμενικός».
[65] ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ…, ό.π., §6.
[66] Αυτόθι, κλείσιμο κειμένου: «Δεόμεθα ὅπως οἱ Χριστιανοί ἐργασθῶσιν ἀπό κοινοῦ, ὥστε νά ἀποβῇ ἐγγύς ἡ ἡμέρα, καθ’ ἥν ὁ Κύριος θά ἐκπληρώσῃ τήν ἐλπίδα τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί «γενήσεται μία ποίμνη, εἷς ποιμήν» (Ἰω. 10,16)». Παρόμοιες ευχετήριες δηλώσεις είχε κάνει τόσο ο οικουμενιστής Πατριάρχης Δημήτριος («Νὰ μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεὸς νὰ ἐπιστρατευθοῦμε στὴν κοινὴ πίστη τῶν μαρτύρων, διότι τότε θὰ ὑπάρχει πράγματι μία καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ ἐκκλησία» - περιοδικό Επιλογές, Ιανουαρίου 1988), όσο και ο οικουμενιστής Πατριάρχης Αθηναγόρας («Εἰς τήν κίνησιν πρός ἕνωσιν, δέν πρόκειται ἡ μία Ἐκκλησία νά βαδίσῃ πρός τήν ἄλλην, ἀλλ’ ὅλαι ὁμοῦ νά ἐπανιδρύσωμεν τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν, ἐν συνυπάρξει εἰς τήν Ἀνατολήν καί τήν Δύσιν, ὅπως ἐζῶμεν μέχρι τοῦ 1054, παρά καί τάς τότε ὑφισταμένας θεολογικάς διαφοράς» - Πατριαρχικόν Μήνυμα ἐπί τῇ ἑορτῇ τῶν Χριστουγέννων 1967), με τους οποίους συμφωνεί και ο νυν οικουμενιστής Πατριάρχης Βαρθολομαίος («Ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία, ἡ ἱδρυθεῖσα ὑπό τοῦ ἐν “ἀρχῇ Λόγου”,  τοῦ “ὄντος πρός τόν Θεόν”, καί “Θεοῦ ὄντος” Λόγου, κατά τόν εὐαγγελιστήν τῆς ἀγάπης, δυστυχῶς κατά τήν ἐπί γῆς στρατείαν αὐτῆς, λόγῳ τῆς ὑπερισχύσεως τῆς ἀνθρωπίνης ἀδυναμίας καί τοῦ πεπερασμένου θελήματος τοῦ ἀνθρωπίνου νοός, διεσπάσθη ἐν χρόνῳ» - Προς Πατριάρχη Ιεροσολύμων: «Αμφότεροι φυλάσσσομεν πνευματικάς καί κυριαρχικάς Θερμοπύλας» http://www.amen.gr/article/oikoumenikos-patriarxis-pros-patriarxi-ierosolumwn-amfoteroi-fulsssomen-pneumatikas-kai-kuriarxikas-thermoplas-fwto ).