A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Δευτέρα 7 Απριλίου 2014

"Αυτοί που με δολοφόνησαν, σαν αυτούς που σας κυβερνάνε"!



Ἡ ὀρθόδοξη χριστιανικὴ ἀγωγὴ ποὺ πρότεινε  ὁ Ἰωάννης Καποδιστριας ὡς συνεκτικὸ κρίκο τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους!

Ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας συνειδητοποιώντας τὴ θέση καὶ τὸ ρόλο τῆς Ὀρθόδοξης χριστιανικῆς ἀγωγῆς τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ, μέσα στὸ γενικότερο ἐκπαιδευτικὸ καὶ πολιτικό του ἔργο, ὁ πρῶτος κυβερνήτης τῆς Ἑλλάδος σὲ ὁδηγίες του πρὸς τοὺς δασκάλους τῆς Ἐπικράτειας τόνιζε: «Θέλετε καταβάλει θεμέλιόν της παιδείας εἰς τὰς ἁπλᾶς ψυχᾶς τῶν παίδων τὸν φόβον τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς σοφίας, καὶ στοιχειοῦντες αὐτοὺς εἰς τὴν ἀληθινὴ παιδεία, τὴν εὐσέβειαν, θέλετε τοὺς διδάσκει τὴν ἱερὰν κατήχησιν, ἐκ τῆς ὁποίας μυούμενοι τὰ ἀληθινά του χριστιανοῦ χρέη, θέλουν διδάσκεσθαι καὶ τὰ τοῦ ἀγαθοῦ πολίτου καθήκοντα διὰ τῆς ἠθικῆς προσαρμοζόμενης εἰς τὸν οὐράνιον νόμον τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου».

Ἀναφερόμενος εἰδικὰ στὸ ρόλο τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς ἀγωγῆς τὸν καιρὸ τῆς ἀνασύστασης τοῦ νεοελληνικοῦ κράτους, ἔγραφε τὸ 1827: «Πρώτον καὶ σπουδαιότερόν των καθηκόντων τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως θεωρῶ τὴν....θρησκευτικὴν ἀγωγὴ τοῦ Ἔθνους».

Ἀγωνίσθηκε νὰ πείσει τοὺς ξένους, διότι μὲ αὐτοὺς πάλεψε περισσότερο παρὰ μὲ τοὺς Τούρκους, γιὰ πόσο δίκαιος ἦταν ὁ ἀγώνας τῶν Ἑλλήνων. Χαρακτηριστικὴ ἦταν ἡ ἀπάντηση ποῦ ἔδωσε στὸν Οὐίλλμοτ Ὄρτον, ὑφυπουργὸ τοῦ Πολέμου, ὅταν ἐκεῖνος ἔθεσε τὸ ἐρώτημα: «Τί θὰ πρέπει νὰ ἐννοήσουμε σήμερα ὅταν μιλᾶμε γιὰ τὴν Ἑλλάδα;».

Ὁ Καποδίστριας τότε ἀπάντησε: «Τὸ Ἑλληνικὸν Ἔθνος ἀποτελεῖται ἀπὸ ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἀπὸ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως δὲν ἔπαυσαν νὰ ὁμολογοῦν τὴν πιστότητά τους στὴν ὀρθόδοξη πίστη τους, δὲν σταμάτησαν ποτὲ νὰ ὁμιλοῦν τὴν γλώσσα τῶν πατέρων τους, τὴν ἑλληνική, καὶ παρέμειναν ἀκλόνητοι ὑπὸ τὴν πνευματικὴ ἢ κοσμικὴ δικαιοδοσία τῆς ἐκκλησίας τους, σὲ ὁποιοδήποτε μέρος τῆς τουρκοκρατουμένης πατρίδας τους καὶ ἂν εὑρίσκονταν».

Πέμπτη 3 Απριλίου 2014

Ὑπομονή ἀπό τίς θλίψεις (Ἁγίου Ἰωάννου τοῡ Χρυσοστόμου)



Για Την Υπομονή

και πόσο είναι το κέρδος από τις θλίψεις

Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου (P.G. 51, 165)

Ομιλία στο Αποστολικό ρητό:
«Τοις αγαπώσι τον Θεόν, πάντα συνεργεί εις αγαθόν»


1. Ο Απόστολος λέει: "Γνωρίζουμε ότι σ' εκείνους που αγαπούν τον Θεό, όλα συνερ­γούν για το καλό τους" (Ρωμ. 8, 28). Τί άραγε να θέλει να πει μ' αυτό ο Απόστολος; Γιατί η μακαρία αυτή ψυχή δεν λέει ποτέ κάτι χωρίς λόγο, μόνο και μόνο για να στολίσει την ομιλία, αλλά προσφέρει πάντα τα λόγια του, ως κα­τάλληλα πνευματικά φάρμακα, που γιατρεύ­ουν τα διάφορα πάθη.

Τί να σημαίνουν όμως, αυτά τα λόγια του Αποστόλου;
Ξέρουμε ότι τότε είχαν πέσει στους νεο­φώτιστους της Εκκλησίας πολλοί πειρασμοί. Βάσανα έζωναν από παντού όσους προσέρχονταν στην πίστη του Χριστού. Ο Εχθρός εύ­ρισκε διαρκώς καινούργια τεχνάσματα και συνεχείς επιβουλές, ιδιαίτερα μάλιστα, ενά­ντια στους ανθρώπους που διακονούσαν το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Ετσι, άλλοι ρίχνο­νταν στις φυλακές, άλλους τους εξόριζαν και άλλους τους οδηγούσαν σε χίλια μύρια άλλα βασανιστήρια.

Γι' αυτό ο απόστολος Παύλος, κάνει τώ­ρα με το λόγο του, όπως ακριβώς θά 'κανε και ένας καλός στρατηγός, που βλέπει τον αντί­παλό του οργισμένο και έτοιμο να επιτεθεί. Ο στρατηγός, συνήθως πριν από τη μάχη, περιέρχεται το στρατόπεδο και συναντά τους στρατιώτες, τους οποίους ενισχύει με κάθε τρόπο. Τους ενθαρρύνει δηλαδή και τους προ­ετοιμάζει για τη μάχη, διεγείροντας την προ­θυμία τους για τον αγώνα. Τους διδάσκει να μη φοβούνται τις εχθρικές επιδρομές, αλλά να αντιστέκονται με άκαμπτο φρόνημα και να αντικρούουν τις επιθέσεις χωρίς φόβο.
Κατά τον ίδιο τρόπο τώρα και ο μακάριος απόστολος Παύλος, αυτή η "ουρανομήκης" ψυχή, επειδή θέλει να ενισχύσει τους πιστούς και να τους τονώσει το ηθικό, που, ως φαίνεται, είχε λίγο καμφθεί, άρχισε το λόγο του με το ρητό: "Γνωρίζουμε ότι σ' εκείνους που αγαπούν τον Θεό, όλα συνεργούν για το καλό τους".
Πρόσεχε, να κατανοήσεις τι ακριβώς θέ­λει να πει μ' αυτό το ρητό ο Απόστολος. Δεν είπε βέβαια ότι εκείνους που αγαπούν τον Θεό, δεν τους βρίσκουν βάσανα και πειρα­σμοί, αλλά είπε: "Γνωρίζουμε", δηλαδή εί­μαστε βέβαιοι γι’ αυτό, η πείρα μας το λέει και έχουμε αποδείξεις αδιάσειστες, ότι "σ' εκεί­νους που αγαπούν τον Θεό, όλα συνεργούν για το καλό τους".

2. Να ξέρατε τι δύναμη κρύβει μέσα της αυτή η φράση! "Ολα συνεργούν για το καλό τους". Φυσικά ο Απόστολος, δεν εννοεί μ' αυτό το "όλα", τα ευχάριστα συμβάντα και γεγονότα της ζωής. Δεν εννοεί, ασφαλώς, τις ανέσεις, την καλοπέραση και την ασφάλεια, αλλά ακριβώς τα αντίθετα. Εννοεί, για παρά­δειγμα, τις ποικίλες θλίψεις, τις φυλακές, τις επιβουλές, τις καθημερινές επιθέσεις και όλα τα βάσανα αυτής της ζωής.
Καταλαβαίνεις λοιπόν τώρα, αγαπητέ μου, πόσο μεγάλη βαρύτητα, έχει αυτός ο λόγος. Και για να μην πάμε μακριά, ας δούμε κάτι που συνέβη στον ίδιο τον Απόστολο Παύλο. Τότε θα καταλάβουμε, ποιο βάθος και τι νόημα έχει αυτός ο λόγος του.

Καθώς μας διηγείται στις Πράξεις των Αποστόλων ο Ευαγγελιστής Λουκάς, ο Από­στολος Παύλος περιερχόταν τον κόσμο, σπέρ­νοντας παντού τον Ευαγγελικό λόγο. Αγω­νιζόταν ο μακάριος να ξεριζώσει τα αγκάθια τής αμαρτίας από κάθε ψυχή και να φυτέψει, αντί γι' αυτά, το σπόρο της Αλήθειας.
Σε μια από τις πορείες του λοιπόν, έφτασε και σε κάποια πόλη της Μακεδονίας. Εκεί κατοικούσε τότε μια γυναίκα δούλη, η οποία είχε μέσα της «πονηρόν πνεύμα». Αυτή περιδιάβαινε τους τόπους, θέλοντας, με τη βοήθεια του δαίμονα, να κάνει φανερή την παρουσία και το έργο των Αποστόλων.
Τη δούλη λοιπόν αυτή, την ελευθέρωσε ο Απόστολος, βγάζοντας από μέσα της το δαί­μονα, μ' ένα και μόνο προστακτικό λόγο του. Μετά όμως από αυτή τη σπουδαία ίαση, αντί να βλέπουν οι κάτοικοι εκείνης της πόλης τους Αποστόλους ως σωτήρες και ευεργέτες και αντί να προσπαθούν με κάθε τρόπο να τους περιποιηθούν, ανταμείβοντάς τους για την τόσο μεγάλη ευεργεσία, αυτοί τους πλή­ρωσαν με τα αντίθετα.

Και δες ποια ήταν αυτά: "Οταν είδαν", λέει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, "οι κύριοι εκεί­νης της δούλης ότι δεν θα είχαν πλέον κανένα έσοδο, από τις αμοιβές που έπαιρνε η δαιμο­νισμένη για τις αποκαλύψεις της, έπιασαν τον Παύλο και τον Σίλα και τους έσυραν βίαια στην αγορά, με σκοπό να τους οδηγήσουν μπροστά στους άρχοντες της πόλης. Μετά, αφού τους έδειραν πολύ, τους έριξαν στη φυ­λακή, δίνοντας συγχρόνως εντολή στον δεσμοφύλακα να τους επιτηρεί αυστηρά" (Πραξ. 16, 19-23).
Είδατε πόση κακία είχαν οι κάτοικοι εκείνης της πόλης; Είδατε όμως και τι υπομο­νή και τι καρτερία είχαν οι Απόστολοι; Περι­μένετε όμως λίγο και θα δείτε και το μέγεθος της φιλανθρωπίας του Θεού.

Ο Θεός είναι Πάνσοφος και Παντογνώ­στης. Γι' αυτό δεν ελευθέρωσε τους Αποστόλους με μιας από τα δεσμά, αλλά το έκανε όταν είχαν αποκορυφωθεί οι θλίψεις τους και όταν έγινε σ' όλους φανερή ή υπομονή τους. Τότε φανέρωσε κι ο Θεός τη δική Του δύναμη. Ετσι, δεν θά 'χαν να λένε οι αντίθεοι ότι οι Απόστολοι αψήφισαν τα βάσανα και τις θλί­ψεις, όχι γιατί είχαν αρετή, αλλά επειδή ήξεραν ότι πάντα στο τέλος γίνεται κάποιο θαύμα —πράγμα που και στην περίπτωσή τους περίμεναν να γίνει— και άρα αυτοί δεν είχαν τίποτα να φοβούνται.
Γι' αυτό ακριβώς το λόγο ο Πάνσοφος Θεός αφήνει μερικούς να βασανίζονται για πολύ χρόνο, ενώ άλλους τους γλυτώνει α­μέσως από τα δεινά. Γιατί, καθώς παρατείνο­νται τα βάσανα, πληθαίνουν και τα στεφάνια.

Μ’ αυτό λοιπόν τον τρόπο ο Θεός ε­νεργεί και εδώ, στην περίπτωση του Παύλου και του Σίλα. Μετά δηλαδή, από ένα τόσο με­γάλο θαύμα και μετά από την ευεργεσία που οι Απόστολοι πρόσφεραν στη δαιμονισμένη δούλη, διώχνοντας από μέσα της τον αναί­σχυντο δαίμονα, ο Θεός επέτρεψε να μαστιγω­θούν απάνθρωπα και να ριχτούν στη φυλακή. Και με αυτό ακριβώς το γεγονός,  έγινε σ' όλους πιο φανερή η δύναμη του Θεού.

Αυτό έκανε και τον μακάριο απόστολο Παύλο να πει: "Θα καυχηθώ με μεγάλη χαρά για τις ασθένειες και δυσκολίες μου, για να σκηνώσει μέσα μου η δύναμη του Χριστού" (Β’ Κορ. 12, 9-10). Και στη συνέχεια: "Οταν είμαι σε κατάσταση αρρώστιας και αδυναμίας, τότε είμαι δυνα­τός", εννοώντας με τη λέξη "αδυναμία" τους αδιάκοπους πειρασμούς και τις θλίψεις.
Θα μπορούσε όμως κάποιος να ρωτήσει: Γιατί να απομακρύνουν οι Απόστολοι τον δαί­μονα, αφού δεν έλεγε τίποτα εναντίον τους, αλλά μάλλον τους έκανε γνωστούς σε όλους, φωνάζοντας για μέρες ολόκληρες, "αυτοί οι άνθρωποι είναι δούλοι του Υψίστου Θεού, που μας κηρύττουν το δρόμο της σωτηρίας" (Πραξ. 16, 17);
Μη σου φανεί περίεργο αυτό, αγαπητέ μου. Ηταν κι αυτό έργο της σύνεσης των Απο­στόλων και της Χάρης του Αγίου Πνεύματος. Γιατί, παρόλο που δεν τους κατηγορούσε ο δαίμονας, ο απόστολος Παύλος τον αποστόμωσε και τον απομάκρυνε, για να μην αποδει­χθεί ότι όσα έλεγε το δαιμόνιο ήταν αληθινά.
Και μ' αυτό το προηγούμενο —ότι δηλαδή, ο δαίμονας λέει αληθινά πράγματα— να παρα­σύρει στη συνέχεια τους ανίδεους και αφελείς ανθρώπους και σε άλλα άτοπα. Ετσι δεν επέ­τρεψε ο Απόστολος στο δαιμόνιο να μιλήσει για πράγματα του Θεού, που είχαν μεγαλύτε­ρη αξία από το δαίμονα. Αυτό το έκανε ο Από­στολος, ακολουθώντας το παράδειγμα του Ιδιου του Κυρίου, ο Οποίος, όταν Τον πλη­σίασαν οι δαιμονισμένοι και Του έλεγαν, "Σε γνωρίζουμε Ποιος είσαι, είσαι ο Αγιος του Θεού" (Λουκ. 4, 34). Εκείνος, όχι μόνο δεν τους έδωσε καμιά σημασία, αλλά και τους απόδιωξε. Εγι­νε αυτό από τον Απόστολο, για να κατακριθούν οι άπιστοι Ιουδαίοι, που, ενώ έβλεπαν να γίνονται κάθε μέρα θαύματα και χίλια δυο παράδοξα, δεν πίστευαν στον Χριστό, τη στιγ­μή που και οι δαίμονες Τον αναγνώριζαν και Τον κήρυτταν ως Υιό του Θεού.

3. Ας γυρίσουμε όμως στο θέμα μας. Για να βεβαιωθείτε λοιπόν πως είναι όντως έτσι και ότι "σ' εκείνους που αγαπούν τον Θεό, όλα συνεργούν για το καλό τους", πρέ­πει να σας διαβάσω, όλη αυτή τη διήγηση της περιπέτειας των Αποστόλων. Ετσι, θα μάθετε ότι, μετά από τη φυλάκισή τους, τα μετέτρεψε όλα η Χάρη του Θεού με τέτοιο τρόπο, ώστε οι δυσκολίες να αποβούν γι' αυτούς ευλογία.
Ας δούμε, λοιπόν, πως μας τα διηγείται όλα αυτά ο μακάριος Ευαγγελιστής Λουκάς: "Ο δεσμοφύλακας, αφού πήρε μια τέτοια εντολή, τους έβαλε στο πιο βαθύ κελλί της φυλακής. Και για μεγαλύτερη ασφάλεια, έδε­σε τα πόδια τους στο ξύλο" (Πράξ. 16, 4).
Δες, πως αυξάνουν τα βάσανα των Απο­στόλων, για να φανερωθεί έτσι πιο λαμπρή η υπομονή τους, αλλά και για να λάμψει σ’ ό­λους η ανέκφραστη δύναμη του Θεού. Να συνεχίσουμε όμως: "Γύρω στα μεσάνυχτα ο Παύλος και ο Σίλας προσεύχονταν και υ­μνούσαν τον Θεό" (Πραξ. 16, 25).
Δέστε, τώρα, ψυχή υπομονετική και θαρραλέα! Δέστε ξάγρυπνο λογισμό! Ας μην προσπεράσουμε, αγαπητοί μου, επιπόλαια και γρήγορα, αυτό που λέει ο Ευαγγελιστής. Επειδή δεν επισήμανε τυχαία την ώρα λέγο­ντας, "γύρω στα μεσάνυχτα". Το έκανε αυτό ο Ευαγγελιστής, για να μας υπογραμμίσει ότι, ενώ όλοι οι άλλοι άνθρωποι γλυκοκοιμούνταν —και, όπως είναι φυσικό, όλοι οι φυλακισμέ­νοι, από τη λύπη και την κούραση, ήταν παραδομένοι στη γλυκιά εξουσία του τύραν­νου ύπνου— οι Απόστολοι αγρυπνούσαν και "προσεύχονταν υμνώντας τον Θεό". Από αυτό φανερώνεται ξεκάθαρα η υπομονή τους και η μεγάλη αγάπη τους προς τον Θεό.
Οπως ακριβώς κάνουμε όλοι οι άνθρω­ποι, που, όταν πονάμε και υποφέρουμε, θέ­λουμε νά 'χουμε κοντά μας τα αγαπημένα μας πρόσωπα, για να μιλάμε μαζί τους και να βοηθιούμαστε, έτσι έκαναν και οι άγιοι αυτοί Απόστολοι. Η μεγάλη αγάπη τους για τον Κύριο τους έκανε να επιζητούν, με την προ­σευχή, εντονότερα την αίσθηση της παρου­σίας Του. Γι' αυτό έψελναν, υμνώντας και δο­ξάζοντας τον Θεό. Και όντας έτσι αφοσιωμένοι στη λατρεία Του, δεν καταλάβαιναν καθόλου τους πόνους και τα βάσανα που τους έδερναν. Η υπομονή και η εξαίσια εκείνη υμνωδία έκανε τη φυλακή Εκκλησία. Και αγιαζόταν ο τόπος εκείνος των πόνων και των βασάνων από την άγια προσευχή τους.

Εβλεπε κανείς τα μεσάνυχτα, παράδοξα και θαυμαστά πράγματα. Δυο άνθρωποι, δεμένοι στο ξύλο, έψελναν χαρούμενα και ανεμπόδιστα. Γιατί, εκείνον που έχει ειρήνη στην καρδιά του και αγάπη φλογερή για τον Θεό, τίποτα δεν θα μπορέσει ποτέ να τον λυγίσει και να τον κάνει να χάσει τη διάθεση της κοινωνίας μαζί Του. "Γιατί εγώ είμαι Θεός", λέει η Αγία Γραφή, "που βρίσκομαι πάντα παρών και κοντά. Δεν είμαι Θεός ξέμα­κρος και αδιάφορος" (Ιερ. 23, 23). Κι αλλού λέει: "Ενώ ακόμα εσύ δεν θα έχεις αποσώσει το λόγο σου, εγώ θα σου απαντήσω και θα σου πω: Νά 'μαι, εδώ δίπλα σου" (Ησ. 58, 9).
Οταν λοιπόν υπάρχει νους προσεκτι­κός, νους που αγρυπνεί και προσεύχεται, τότε είναι ακμαίο και το όλο φρόνημα του ανθρώ­που. Τότε και η ψυχή ελευθερώνεται, κατά κάποιο τρόπο, από τα σωματικά δεσμά και πετάει προς τον Ποθούμενο. Τότε αυτή εγκα­ταλείπει όλα τα γήινα νοήματα και όλα τα ορατά κάλλη αυτού του κόσμου και ανυψώνε­ται προς Εκείνον. Ελκεται ο νους προς τον Θεό, με ασυγκράτητο πόθο καρδιάς, πράγμα που ακριβώς συνέβη και με τους δύο αυτούς αγίους Αποστόλους.
Δες, τώρα, την άμεση επίπτωση που είχε η υπομονή και η προσευχή των Αποστόλων. Αν και βρίσκονταν στη φυλακή, και μάλιστα δεμένοι στο ξύλο, αν και ολόγυρα οι συγκρατούμενοί τους ήταν κακοποιοί, αυτοί, όχι μονάχα δεν επηρεάστηκαν από τους συγκρατούμενούς τους, αλλά αντίθετα, η αρετή τους έλαμψε και πραγματικά θάμπωσε όλους τους άλλους φυλακισμένους. Γιατί η μελωδία των ύμνων άγγιξε την ψυχή κάθε φυλακισμέ­νου και κατά κάποιο τρόπο την ξανάπλαθε και την μεταμόρφωνε.

"Ξάφνου", λέει ο Ευαγγελιστής, "έγινε μεγάλος σεισμός, τέτοιος που σαλεύτηκαν τα θεμέλια της φυλακής. Κι αμέσως, άνοιξαν όλες οι πόρτες και τα δεσμά των φυλακισμέ­νων λύθηκαν" (Πράξ. 16, 26).
Είδες τώρα, αγαπητέ μου, τη δύναμη της υπομονής και της προσευχής; Οι Απόστολοι ψάλλοντας, δεν ήταν μόνο που οι ίδιοι παρη­γορήθηκαν για την αναπάντεχη θλίψη τους, αλλά συνετέλεσαν και στη λύση των δεσμών και όλων των άλλων φυλακισμένων. Ετσι, από τα ίδια τα γεγονότα έγινε φανερή η αλή­θεια, που είναι κρυμμένη στα λόγια του Ευαγ­γελιστή. Δηλαδή, "σ' εκείνους που αγαπούν τον Θεό, όλα συνεργούν για το καλό τους". Δέστε, ο ξυλοδαρμός, η φυλακή, τα δεσμά, η συναναστροφή με τους δήμιους, όλα τους βγήκαν σε καλό. Γιατί; Διότι όλα αυτά έγιναν αφορμή να φωτιστούν, όχι μονάχα οι συγκρατούμενοι των Αποστόλων, αλλά κι αυτός ο ίδιος ο δεσμοφύλακας.
"Ο δεσμοφύλακας", λέει ο Ευαγγελι­στής, "ξύπνησε με το σεισμό και σαν είδε ανοιχτές τις πόρτες της φυλακής, έβγαλε το μαχαίρι του για να σκοτωθεί. Γιατί νόμισε ότι είχαν δραπετεύσει όλοι οι κρατούμενοι" (Πραξ. 16, 27).
Σημείωσε εδώ, αγαπητέ μου, την ασύλ­ληπτη φιλανθρωπία του Θεού. Γιατί άραγε συνέβηκαν όλα αυτά τα μεσάνυχτα; Για να οικονομηθεί ασφαλώς, έτσι ήσυχα και αθό­ρυβα, η σωτηρία του δεσμοφύλακα. Γιατί, όταν έγινε ο σεισμός και ανοίχτηκαν οι πόρ­τες, λύθηκαν όλων των φυλακισμένων τα δεσμά. Δεν δόθηκε όμως η δυνατότητα σε κανέναν τους να δραπετεύσει. Είδες την Πανσοφία του Θεού; Γιατί τα επέτρεψε όλα αυτά, δηλαδή το σεισμό και το άνοιγμα των θυρών; Για να αποκαλυφθεί, ασφαλώς, ποιοι ήταν στην πραγματικότητα αυτοί οι ξένοι που είχαν φυλακισμένους, ότι δηλαδή αυτοί δεν ήταν τυχαίοι άνθρωποι. Παράλληλα, δεν δό­θηκε σε κανέναν τους η δυνατότητα να δρα­πετεύσει, για να μη γίνει το γεγονός αυτό αφορμή, ώστε να κινδυνεύσει η ζωή του δε­σμοφύλακα.

Την αλήθεια αυτού που λέω την επιβε­βαιώνει το γεγονός ότι, και μόνο που υπο­πτεύθηκε ο δεσμοφύλακας πως οι κρατούμε­νοι θα είχαν δραπετεύσει, έφτασε στο σημείο να καταφρονήσει και την ίδια την ζωή του. Γιατί, καθώς λέει ο Ευαγγελιστής, ο δεσμοφύ­λακας "έβγαλε το μαχαίρι του και ήθελε να σκοτωθεί".
Ο μακάριος Παύλος όμως, που παντού και πάντα ήταν σε προσευχητική εγρήγορση, τον αντιλήφθηκε αμέσως και με μια φωνή γλύτωσε το αρνί από το στόμα του λύκου. "Του φώναξε δυνατά και του είπε: Μην κάνεις κακό στον εαυτό σου, γιατί όλοι μας βρισκόμαστε εδώ" (Πράξ. 16, 28).
Τι βάθος ταπεινοφροσύνης! Θα μπο­ρούσε ασφαλώς να χρησιμοποιήσει αυτά που συνέβηκαν σαν όπλο και έτσι να φέρει σε δύ­σκολη θέση τον δεσμοφύλακα.
Ο Απόστολος όμως δεν έκανε καθόλου κάτι τέτοιο. Αντίθετα λογάριασε τον εαυτό του σαν έναν κρατούμενο, όμοιο με όλους τους άλλους και είπε μονάχα: "Ολοι μας βρισκόμα­στε εδώ". Δεν εντυπωσιάστηκες, αγαπητέ μου, με την υπομονή και με την ταπεινοφροσύνη του; Δες, θεώρησε τον εαυτό του ίσο με τους κακοποιούς της φυλακής.

Δες όμως και στη συνέχεια, πως τον πλησιάζει ο δεσμοφύλακας; Ασφαλώς όχι όπως θα έκανε και όταν θα πλησίαζε έναν κοινό κρατούμενο. "Γιατί, αφού αναθάρρησε με το λόγο του Αποστόλου, ζήτησε να του φέρουν φώτα. Πήδηξε μετά μέσα στο κελλί του Αποστόλου και τρομαγμένος έπεσε στα πόδια του Παύλου και του Σίλα. Κι αφού τους έβγαλε έξω, τους είπε: Τί πρέπει να κά­νω, για να σωθώ;" (Πράξ. 29-30).
Είδατε λοιπόν, πως "σ' εκείνους που αγαπούν τον Θεό, όλα συνεργούν για το καλό τους"; Είδατε, πως διαλύθηκαν τα τεχνάσμα­τα του διαβόλου; Παρατηρήσατε, πως αχρη­στεύθηκαν οι παγίδες του; Γιατί ο διάβολος, επειδή τον έδιωξαν από τη δαιμονισμένη δού­λη, μηχανεύτηκε να φέρει έτσι τα πράγματα, ώστε να φυλακιστούν οι Απόστολοι. Νόμιζε βέβαια ότι, κάνοντας έτσι, θα εμπόδιζε το δρό­μο του κηρύγματος. Η πίστη όμως και η υπο­μονή των Αποστόλων αξιοποίησε ακόμα και τα δεσμά της φυλακής. Με αποτέλεσμα να προκύψει από όλες αυτές τις θλίψεις πνευ­ματικό κέρδος.

4. Κι εμείς λοιπόν, αν έχουμε πίστη και υπομονή και αν είμαστε πάντα σε πνευ­ματική εγρήγορση, όχι μονάχα τον καλό και­ρό, αλλά κι όταν μας βρίσκουν βάσανα, πει­ρασμοί και θλίψεις, μπορούμε να αποκομί­σουμε απ' όλα αυτά, πνευματικό κέρδος. Και μάλιστα, πολύ περισσότερο κέρδος, απ' ό,τι θα αποκτούσαμε αν βρισκόμασταν σε άνεση και ευημερία.
Γιατί η άνεση και η καλοπέραση μας κά­νει, συνήθως, πιο αδιάφορους στα πνευματικά θέματα. Η θλίψη όμως και οι πειρασμοί, μας κρατούν σε εγρήγορση και μας καθιστούν άξιους της βοήθειας της Χάρης του Θεού. Πολύ περισσότερο μάλιστα, όταν λόγω της πίστης και της ελπίδας μας στον Θεό, υπομέ­νουμε τα πάντα με πολλή καρτερία.
Ας μη λυπόμαστε λοιπόν, κι ας μην τα χάνουμε όταν μας βρίσκουν βάσανα, πειρα­σμοί και θλίψεις. Αντίθετα, τότε περισσότερο να χαιρόμαστε. Γιατί αυτό, όπως προείπαμε, γίνεται αφορμή για την πνευματική προκοπή μας. Γι' αυτό και ο Απόστολος μας λέει ξεκά­θαρα: "Σ’ εκείνους που αγαπούν τον Θεό, όλα συνεργούν για το καλό τους".
Καιρός τώρα είναι να δούμε και τη φλο­γερή ψυχή των Αποστόλων. Οταν λοιπόν αυτοί άκουσαν τον δεσμοφύλακα να λέει "τι πρέπει να κάνω για να σωθώ;", δεν καθυστέ­ρησαν ούτε μια στιγμή. Δεν ανέβαλαν και ούτε αμέλησαν για λίγο την Κατήχηση. Του είπαν αμέσως και απερίφραστα: "Πίστεψε στον Ιησού Χριστό και θα σωθείς κι εσύ κι η οικο­γένεια σου"  (Πράξ. 16, 31).
Πρόσεχε, αποστολική συμπεριφορά! Δεν αρκούνται οι Απόστολοι να αποκαλύψουν μο­νάχα στον δεσμοφύλακα, την Πηγή της σωτη­ρίας. Επιδιώκουν ώστε, ταυτόχρονα με τη δική του επιστροφή, να προσελκύσουν στην πίστη και τα άλλα μέλη της οικογένειάς του. Ετσι έδωσαν θανάσιμο πλήγμα στο διάβολο: «Βαπτίστηκε αμέσως ο ίδιος και όλη η οικογένειά του. Και χαίρονταν όλοι και ήταν ευτυχισμένοι που είχαν βρει τον Θεό» (Πράξ. 16, 33-34).
Τα γεγονότα αυτά μας διδάσκουν να μην αναβάλλουμε ποτέ τα πνευματικά θέματα, αλλά ν’ αρπάξουμε, αμέσως, κάθε ευκαιρία που βρίσκεται στο δρόμο μας. Οι άγιοι Από­στολοι δεν περίμεναν ούτε καν να ξημερώσει.
Τί θά 'χουμε, λοιπόν, να απολογηθούμε εμείς, όταν αφήνουμε τις ευκαιρίες να κυλούν με το χρόνο, χωρίς να τις αξιοποιούμε, και για το δικό μας πνευματικό κέρδος, αλλά και για την ωφέλεια των άλλων;
Είδες, ότι εδώ η φυλακή έγινε Εκκλη­σία; Πρόσεξες, ότι το καταφύγιο των δημίων αποδείχθηκε, αναπάντεχα, τόπος προσευχής που ετελείτο μυσταγωγία;
Πολύ σπουδαίο είναι, αγαπητοί μου, το να είμαστε πάντα πιστοί, υπομονετικοί και με πνευματική εγρήγορση. Να μην αμελούμε, αλλά να επιδιώκουμε το πνευματικό κέρδος. Να αξιοποιούμε το καθετί κι έτσι να είμαστε "καλοί έμποροι του πνεύματος". Αν έτσι κάνουμε, θα κατανοήσουμε κι εμείς έμπρα­κτα, εκείνο το, "σ' εκείνους που αγαπούν τον Θεό, όλα συντελούν για το καλό τους".
Αυτό το λόγο του Αποστόλου, σας πα­ρακαλώ, να τον έχετε πάντα χαραγμένο μέσα σας. Ποτέ να μη λυπηθείτε και να μην αποκά­μετε. Ποτέ να μη λυγίσετε, όταν σας βρίσκουν θλίψεις, κακοτυχίες, αρρώστιες ή ό,τι άλλο λυπηρό και επώδυνο. Αντίθετα, να φέρνετε στο νου σας τα λόγια της Αγίας Γραφής και τα παραδείγματα της ζωής των Αγίων.

Να αντιστεκόσαστε με ανδρεία σε κάθε πειρασμό, με τη σκέψη ότι, όταν είμαστε προ­σεκτικοί, υπομονετικοί και συγχωρητικοί, θα μπορούμε ν’ αποκομίζουμε απ' όλα τα συμβά­ντα πολύ πνευματικό κέρδος. Πολύ περισσό­τερη μάλιστα ωφέλεια θα αποκτήσουμε από τους πειρασμούς, παρά από τις ανέσεις και από την καλοπέραση.
Ποτέ λοιπόν κι εμείς, να μην αδημονούμε, εφόσον τώρα γνωρίζουμε, πόσο κέρδος φέρνει στον άνθρωπο η υπομονή. Επίσης να μην αντιπαθούμε, αλλά να συγχωρούμε, εκεί­νους που μας προκάλεσαν τη θλίψη και τον πειρασμό. Γιατί, κι αν ακόμα αυτοί μας επι­βουλεύονται και μας προκαλούν τον πειρα­σμό και τη θλίψη, σκόπιμα και με τη θέλησή τους, όμως αυτό, σε τελευταία ανάλυση, το επιτρέπει ο Κύριος των πάντων.

Παραχωρεί ο Θεός να πέσουμε στον πει­ρασμό και τη θλίψη, γιατί αποσκοπεί στην πνευματική μας ωφέλεια. Για να μπορεί δηλα­δή να μας χαρίσει στο τέλος, πλουσιοπάροχα, το μισθό της υπομονής.
Η υπομονή και η ευχαριστία, που λει­τουργείται στην ψυχή τον καιρό των θλίψεων, την ευεργετεί πολύ και τη λυτρώνει από τις δικές της αμαρτίες.
Γιατί, αν τον Απόστολο Παύλο, τον θησαυρό και δάσκαλο της οικουμένης, ανεχό­ταν ο Κύριος να τον βλέπει να πέφτει κα­θημερινά σε τόσες θλίψεις και πειρασμούς — όχι βέβαια από περιφρόνηση στον αθλητή του πνεύματος, αλλά τον άφηνε στα βάσανα, για να του αυξήσει και τα στεφάνια— τί θα μπορούσαμε να πούμε εμείς; Εμείς, που τις πε­ρισσότερες φορές πέφτουμε στους πειρα­σμούς και στις θλίψεις, όχι από φθόνο του Πονηρού, αλλά εξαιτίας της δικής μας αμαρ­τίας; Με την λίγη λοιπόν τιμωρία μας εδώ, θα αξιωθούμε να δεχθούμε τη φιλανθρωπία του Θεού και να βρεθούμε, τη φοβερή εκείνη Η­μέρα της Κρίσεως, μέτοχοι της μερίδας των σωσμένων.

Αυτά λοιπόν, να σκεπτόμαστε πάντα, αγαπητοί μου. Να αντιστεκόμαστε με γενναιό­τητα σε καθετί λυπηρό και επώδυνο. Ωστε να μπορέσουμε να γλυτώσουμε από τις αμαρ­τίες μας και να αξιωθούμε της φιλανθρωπίας του Θεού. Να αξιωθούμε δηλαδή, να απολαύ­σουμε τον μισθό της υπομονής μας.

Κι αυτό σημαίνει: Να αξιωθούμε να γί­νουμε μέτοχοι των αιωνίων αγαθών, με τη Χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο, μαζί με τον Πα­τέρα και το Αγιο Πνεύμα, πρέπει η δόξα, η δύναμη και η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
Πηγή: H Άλλη Όψις”

Τετάρτη 2 Απριλίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε' ΝΗΣΤΕΙΩΝ - ΜΑΡΙΑΣ ΑΙΓΥΠΤΙΑΣ: Εὐαγγέλιον - (Ὁμιλία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ



32 Τῷ καιρῷ  ἐκείνω  παραλαβὼν ὁ ᾿Ιησοῦς πάλιν τοὺς δώδεκα μαθητάς ἀυτοῦ, ἤρξατο αὐτοῖς λέγειν τὰ μέλλοντα αὐτῷ συμβαίνειν, 33 ὅτι ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς ῾Ιεροσόλυμα καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδοθήσεται τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ γραμματεῦσι, καὶ κατακρινοῦσιν αὐτὸν θανάτῳ καὶ παραδώσουσιν αὐτὸν τοῖς ἔθνεσι, 34 καὶ ἐμπαίξουσιν αὐτῷ καὶ μαστιγώσουσιν αὐτὸν καὶ ἐμπτύσουσιν αὐτῷ καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται. 
35 Καὶ προσπορεύονται αὐτῷ ᾿Ιάκωβος καὶ ᾿Ιωάννης υἱοὶ Ζεβεδαίου λέγοντες· διδάσκαλε, θέλομεν ἵνα ὃ ἐὰν αἰτήσωμεν ποιήσῃς ἡμῖν. 36 ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· τί θέλετε ποιῆσαί με ὑμῖν; 37 οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· δὸς ἡμῖν ἵνα εἷς ἐκ δεξιῶν σου καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων σου καθίσωμεν ἐν τῇ δόξῃ σου. 38 ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε. δύνασθε πιεῖν τὸ ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθῆναι; 39 οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· δυνάμεθα. ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· τὸ μὲν ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω πίεσθε, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε· 40 τὸ δὲ καθίσαι ἐκ δεξιῶν μου καὶ ἐξ εὐωνύμων οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι, ἀλλ᾿ οἷς ἡτοίμασται. 
41 Καὶ ἀκούσαντες οἱ δέκα ἤρξαντο ἀγανακτεῖν περὶ ᾿Ιακώβου καὶ ᾿Ιωάννου. 42 ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς προσκαλεσάμενος αὐτοὺς λέγει αὐτοῖς· οἴδατε ὅτι οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι αὐτῶν κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν· 43 οὐχ οὕτω δὲ ἔσται ἐν ὑμῖν, ἀλλ᾿ ὃς ἐὰν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἔσται ὑμῶν διάκονος,
44 καὶ ὃς ἐὰν θέλῃ ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος· 45 καὶ γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι, καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν.


ΑΠΟΔΟΣΗ

Εκεῖνο τὸν καιρό, πῆρε ὁ ᾿Ιησοῦς τοὺς δώδεκα μαθητές του κι ἄρχισε νὰ τοὺς λέει τὰ ὅσα ἦταν νὰ τοῦ συμβοῦν. «᾿Ακοῦστε», τοὺς ἔλεγε· «τώρα ποὺ ἀνεβαίνουμε στὰ ῾Ιεροσόλυμα, ὁ Υἱὸς τοῦ ᾿Ανθρώπου θὰ παραδοθεῖ στοὺς ἀρχιερεῖς καὶ στοὺς γραμματεῖς, οἱ ὁποῖοι θὰ τὸν καταδικάσουν σὲ θάνατο καὶ θὰ τὸν παραδώσουν στοὺς ἐθνικούς. Θὰ τὸν περιγελάσουν, θὰ τὸν μαστιγώσουν, θὰ τὸν φτύσουν καὶ θὰ τὸν θανατώσουν· καὶ τὴν τρίτη ἡμέρα θὰ ἀναστηθεῖ».
Πλησιάζουν τότε τὸν ᾿Ιησοῦ ὁ ᾿Ιάκωβος καὶ ὁ ᾿Ιωάννης, οἱ γιοὶ τοῦ Ζεβεδαίου, καὶ τοῦ λένε· «Διδάσκαλε, θέλουμε νὰ μᾶς κάνεις τὴ χάρη ποὺ θὰ σοῦ ζητήσουμε». «Τί θέλετε νὰ κάνω γιὰ σᾶς;» τοὺς ρώτησε ἐκεῖνος. «῞Οταν θὰ ἐγκαταστήσεις τὴν ἔνδοξη βασιλεία σου», τοῦ ἀποκρίθηκαν, «βάλε μας νὰ καθίσουμε ὁ ἕνας στὰ δεξιά σου κι ὁ ἄλλος στὰ ἀριστερά σου».
῾Ο ᾿Ιησοῦς τότε τοὺς εἶπε· «Δὲν ξέρετε τί ζητᾶτε. Μπορεῖτε νὰ πιεῖτε τὸ ποτήρι τοῦ πάθους ποὺ θὰ πιῶ ἐγὼ ἢ νὰ βαφτιστεῖτε μὲ τὸ βάπτισμα μὲ τὸ ὁποῖο θὰ βαφτιστῶ ἐγώ;» «Μποροῦμε», τοῦ λένε. Κι ὁ ᾿Ιησοῦς τοὺς ἀπάντησε· «Τὸ ποτήρι ποὺ θὰ πιῶ ἐγὼ θὰ τὸ πιεῖτε, καὶ μὲ τὸ βάπτισμα τῶν παθημάτων μου θὰ βαφτιστεῖτε· τὸ νὰ καθίσετε ὅμως στὰ δεξιά μου καὶ στὰ ἀριστερά μου δὲν μπορῶ νὰ σᾶς τὸ δώσω ἐγώ, ἀλλὰ θὰ δοθεῖ σ’ αὐτοὺς γιὰ τοὺς ὁποίους ἔχει ἑτοιμαστεῖ». ῞Οταν τ’ ἄκουσαν αὐτὰ οἱ ὑπόλοιποι δέκα μαθητές, ἄρχισαν ν’ ἀγανακτοῦν μὲ τὸν ᾿Ιάκωβο καὶ τὸν ᾿Ιωάννη. Τοὺς κάλεσε τότε ὁ ᾿Ιησοῦς καὶ τοὺς λέει· «Ξέρετε ὅτι αὐτοὶ ποὺ θεωροῦνται ἡγέτες τῶν ἐθνῶν ἀσκοῦν ἀπόλυτη ἐξουσία πάνω τους, καὶ οἱ ἄρχοντές τους τὰ καταδυναστεύουν.
 Σ’ ἐσᾶς ὅμως δὲν πρέπει νὰ συμβαίνει αὐτό, ἀλλὰ ὅποιος θέλει νὰ γίνει μεγάλος ἀνάμεσά σας, πρέπει νὰ γίνει ὑπηρέτης σας· καὶ ὅποιος ἀπὸ σᾶς θέλει νὰ εἶναι πρῶτος, πρέπει νὰ γίνει δοῦλος ὅλων. Γιατὶ καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ ᾿Ανθρώπου δὲν ἦρθε γιὰ νὰ τὸν ὑπηρετήσουν, ἀλλὰ γιὰ νὰ ὑπηρετήσει καὶ νὰ προσφέρει τὴ ζωή του λύτρο γιὰ ὅλους».

Γίνεται λόγος και περί ελεημοσύνης

Περίληψη ομιλίας εις την Πέμπτην Κυριακήν των Νηστειών:Τα πλοία κρεμούν εις τα πλάγια κώδωνας, δια ν' απομακρύνουν τα απαντώμενα κήτη. Η Εκκλησία είναι το πλοίον του Θεού, έχουσα κώδωνας τους πνευματικούς διδασκάλους, των οποίων η διδαχή εκδιώκει τα πονηρά θηρία, τους δαίμονας. Τούτο προετύπωνον οι κώδωνες, τους οποίους έφερεν η ιερατική στολή του Ααρών. Κύριον στοιχείον της διδαχής είναι το περί νηστείας. Νηστεία είναι η εντολή ζωής υπό του Θεού, ακρασία είναι η εντολή θανάτου υπό του διαβόλου. Η κάθαρσις δια της νηστείας φέρει την θεοπτίαν. Αλλά «ουκ αυτήν καθ' εαυτήν την σωματικήν επαινούμεν νηστείαν, αλλ' ως ενεργούσαν προς έτερα ψυχωφελέστερα». Τα περισσεύματα από της νηστείας πρέπει να διατίθενται εις φιλανθρωπίαν και τούτο αποτελεί το κύριον θέμα της ομιλίας.


ΟΜΙΛΙΑ ΤΗΝ ΠΕΜΠΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ


1. Υπάρχουν μερικά θαλάσσια μέρη που τρέφουν μεγάλα κητώδη θηρία. Όσοι λοιπόν πλέουν σ' αυτά τα μέρη κρε­μούν κώδωνες στα πλευρά των πλοίων, ώστε τα θηρία τρομαγμένα από τον ήχο τους να φεύγουν. Και του δικού μας βίου η θάλασσα τρέφει πολλά και φοβερώτερα θηρία, τα πο­νηρά πάθη δηλαδή και τους εφόρους των παθών δαίμονες που είναι πονηρότεροι. Επιπλέει σ' αυτή τη θάλασσα σαν πλοίο η Εκκλησία του Θεού κι' αντί για κώδωνες έχει τους πνευ­ματικούς διδασκάλους, ώστε με τον ιερό ήχο της διδασκαλίας τούτων ν' απομακρύνη τα νοητά θηρία. Αυτό προφανώς προτυπώνοντας η στολή του Ααρών, είχε ευήχους κώδωνες ραμμέ­νους στα άκρα της και σύμφωνα με τα θέσμια έπρεπε ν' ακούε­ται η φωνή τους, όταν ελειτουργούσε ο Ααρών.

2. Εμείς δε, μεταφέροντας καλώς το γράμμα στο πνεύμα, ας ηχήσωμε τώρα σε σας πνευματικώς, και μάλιστα κατά τον και­ρό της νηστείας, οπότε επιτίθενται αγρίως φανερά και αφανή θηρία· φανερά μεν η γαστριμαργία, η μέθη και τα παρόμοια, άλλα δε αφανώς ενεδρεύοντα, η κενοδοξία και η υπερηφάνεια, η υπεροψία και η υπόκρισις. Ο ίδιος δε ήχος είναι και φυγαδευτήριο των τοιούτων θηρίων και φυλακτήριο των ασκούντων τη νηστεία.

3.
 Είναι λοιπόν η νηστεία και η ακρασία αντίθετα μεταξύ τους, όπως η ζωή και ο θάνατος. Η νηστεία είναι εντολή ζωής, που είναι συνομήλικη της ανθρωπίνης φύσεως, αφού εδόθηκε από τον Θεό στον Αδάμ κατά την αρχή στον παράδεισο, για διαφύλαξι της ζωής και της θείας χάριτος που είχε δοθή σ' αυτόν από τον Θεό. Η δε ακρασία είναι συμβουλή για τον θάνατο σώμα­τος και ψυχής, που εδόθηκε δολίως από τον Διάβολο στον Αδάμ δια της Εύας για έκπτωσι της ζωής και απαλλοτρίωσι της από τον Θεό θείας χάριτος· διότι ο Θεός θάνατο δεν εδημιούργησε ούτε ευχαριστείται με την απώλεια των ζώντων. Ποιός άνθρωπος λοιπόν θέλει να εύρη ζωή και χάρι στον Θεό από τον Θεό; Ας αποφύγη την θανατηφόρο ακρασία κι' ας προστρέξη στη θεοποιό νηστεία και εγκράτεια,για να επανέλθη χαρούμενος στον παράδεισο.

4. 
Ο Μωυσής, νηστεύοντας επάνω στο όρος σαράντα ημέρες, επέταξε σε ύψος θεοπτίας κι' εδέχθηκε πλάκες θεοσεβείας· ο δε λαός των Εβραίων κάτω μεθώντας, εξέπεσαν σε ασέβεια και εχώνευσαν είδωλο μόσχου σε ομοίωμα του αιγυπτίου θεού Απιδος, και αν δεν εστεκόταν μεσίτης προς τον Θεό, αφού με την ανηλεή εξόντωσι των ομογενών του που προηγήθηκε τον εξιλέωσε, δεν θα τους ελυπόταν καθόλου ο Θεός (Εξ. 32, 1 εε.). Αν λοιπόν χρειαζώμαστε κι' εμείς το έλεος του Θεού, να μη μεθούμε με οίνο, ούτε να βαρυνώμαστε από υπερκορεσμό, πράγματα στα οποία υπάρχει η ασωτία και η ασέβεια (Εφ. 5, 18). Θεόπτης ήταν και ο Ηλίας, αλλά αφού και αυτός εκαθαρίσθηκε προηγουμένως με νηστεία (Γ’ Βας. 19, 8 εε.). Επέτυχε και ο Δανιήλ θεοπτία και οπτασία ενός από τους αρχαγγέλους, ο οποίος του παρείχεγνώσι των μελλόντων, αλλά αφού προηγουμένως έμεινε άσιτος επί είκοσι ολόκληρες ημέρες (Δαν. 10, 2 εε.). Αλλος προφήτης εφονεύθηκε από λεοντάρι, αλλ’ αφού έφαγε παρά την εντολή του Θεού. Γνωρίζετε όλοι τον Ησαΰ υιόν του Ισαάκ, ο οποίος λόγω γαστριμαργίας εξέπεσε και από τα άλλα πρωτοτόκια και από την πατρική ευλογία (Γεν. 27, 36). Ας φοβηθούμε μήπως κι' εμείς, προσέχοντας σ' αυτήν την γαστριμαργία, εκπέσωμε από την υπεσχημένη εκείνη ευλογία και κληροδοσία του ανωτάτου Πατρός. Δεν αγνοείτε επίσης τους τρεις παίδες, οι οποίοι, παραδεδομένοι στη νηστεία, κατεπάτησαν με άφλεκτα πόδια και σώματα την κάμινο στη Βαβυλώνα που είχε εκκαυθή εναντίον τους επταπλασίως.

5.
 Εάν επιδοθούμε κι' εμείς σε αληθινή νηστεία, και την εδώ πύρωσι της σαρκός θα καταπατήσωμε και θα σβήσωμε, και την μελλοντική κάμινο θα περάσωμε άθικτοι, όταν του καθενός το έργο θα δοκιμάση το πυρ. Τί χρειάζεται να αναφέρωμε τον Κύ­ριο των προφητών; Αυτός, αφού έλαβε σάρκα κι' έγινε για μας άνθρωπος, που μας υποδεικνύει τον τρόπο της νίκης κατά του Διαβόλου, νηστεύοντας σε όλα, ενίκησε τον πειρασμό που εκίνησε τα πάντα εναντίον του, και προς τους μαθητάς του έλεγε περί του αλάλου και κωφού δαιμονίου, «τούτο το δαιμόνιο δεν εξέρχεται παρά μόνο με προσευχή και νηστεία» (Μάρκ.9, 21).

6. 
Αλλά εμπρός, αδελφοί, ας δείξωμε τι είναι η θεάρεστη κι’ αληθινή νηστεία. Να γνωρίζετε τούτο, ότι δεν επαινούμε αυτή καθ' εαυτήν τη σωματική νηστεία, αλλά για την ενέργειά της προς άλλα ψυχωφελέστερα· διότι για τη σωματική άσκησι, λέ­γει και ο θείος Παύλος, ότι ολίγο ωφελεί (Α' Τιμ. 4, 8). Γι’ αυτό και οι θεοφόροι πατέρες που ομιλούν από πείρα δεν δέχονται τις πολυή­μερες νηστείες, αλλά κρίνουν δοκιμώτερο να τρώγωμε καθημε­ρινώς μια φορά και να μη χορταίνωμε· και τούτο λέγουν σύμμε­τρη και συνετή νηστεία, πράγμα που λέγει και η Γραφή, το να μη παρασύρεται κανείς από την χορτασιά της κοιλίας και την ηδονή του λαιμού, αλλά να αφήνη το φαγητό ενώ έχει ακόμη όρεξι, η δε ποιότης και ποσότης της να είναι κατάλληλη προς τη δύναμι και διάθεσι του τρεφομένου σώματος, ώστε να συντηρήται κατά το δυνατό κι’ η υγεία του. Πραγματικά το να τρώγη ο ασθενής από τα υπάρχοντα τρόφιμακαταλλήλως προς την ασθένεια και συμμέτρως, χωρίς να προσθέτη στα αναγκαία τα πολύ περιττά και συμφέροντα, και το να ζητή κανείς την τροφή αλλ' όχι την τρυφή, και την πόσι αλλ' όχι τη μέθη, και την σύμμετρη χρήσι αλλ' όχι την αμετρία και την ακρασία και την κατάχρησι, δεν αφαιρεί την αγιότητά του.

7.
 Τέτοια λοιπόν είναι η αρχή της αληθινής και θεάρεστης νηστείας, ο δε σκοπός για τον οποίο εθεσμοθετήθηκε κι' ετιμήθηκε από τους Χριστιανούς είναι η κάθαρσις της ψυχής. Διότι ποιά είναι η ωφέλεια, αν απέχωμε της σωματικής τροφής, αλλά κυριαρχούμαστε από σαρκικά φρονήματα και πάθη; Ποιό είναι το όφελος αν απέχωμε οίνου και πιεζώμαστε από δίψα, να με­θούμε δε όχι από οίνο, σύμφωνα με τον λέγοντα, «αλλοίμονο στους μεθύοντας όχι από οίνο», και να ταρασσώμαστε ψυχικά από θυμό και βασκανία; Ποιό είναι το όφελος, αν απέχωμε από τρυφηλή τράπεζα, αλλά έχωμε αταπείνωτη την ψυχή, και αν έχωμε αλλοιωμένη την σάρκα για έλαιο, αλλά δεν έχωμε ταπει­νωμένη την ψυχή κατά τη νηστεία; Ποιό είναι το όφελος, αν απαλλαγήκαμε μεν από την ομίχλη που αναθυμιάται από τα πολλά φαγητά, αλλά αχρειώνεται ο νους μας με φροντίδες και ματαίους λογισμούς και αχρειώνονται μαζί του οι προσευχές προς τον Θεό;

8. 
Γι’ αυτό καλή νηστεία είναι αυτή που τελείται για τον μαρα­σμό της επιθυμίας, για την ταπείνωσι της ψυχής, για την μεταποίησι του μίσους, για το σβήσιμο του θυμού, για την απάλειψι της μνησικακίας, για την καθαρότητα της διανοίας και την επιτέλεσι της προσευχής. Εάν δε είσαι εύπορος, το περίσσευμα της τροφής σου να προσφέρεται για την παρηγοριά των από­ρων.Εάν νηστεύης έτσι, όχι μόνο θα συμπάσχης και θα συννεκρώνεσαι, αλλά και θα συνανίστασαι και θα συμβασιλεύης με τον Χριστό στους απέραντους αιώνες. Διότι, αφού γίνης δια της νηστείας αυτού του είδους σύμφυτος με το ομοίωμα του θανά­του του, θα γίνης και κοινωνός της αναστάσεως και κληρονό­μος της ζωής σ' αυτόν. Αυτός που νηστεύει, εάν μεν πειράζεται, νικά τον πειράζοντα· εάν δε δεν πειράζεται, συντηρεί την ειρή­νη της ψυχής και του σώματος, ταλαιπωρώντας και δουλαγωγώντας το σώμα κατά τον Παύλο (Α’ Κορ. 9, 27), που εδειλίαζε μήπως φανή αδόκιμος· εάν δε ο Παύλος δειλιάζη, πόσο μάλλον πρέπει να δειλιάζουμε εμείς; Αυτός που νηστεύει λοιπόν δουλαγωγεί το σώμα και καθιστά δόκιμη την ψυχή· ενώ αυτός που παχύνει την σάρκα που έπειτα από λίγο θα φθαρή, αυτός δηλαδή που δεν τρώγει για να ζήση αλλά μάλλον ζη για να τρώγη, όπως τα ζώα που προετοιμάζονται από μας για σφαγή, και στα αναγκαία προσθέτει τα περιττά για να λιπαίνη το σώμα ή να το διεγείρη σε κακές επιθυμίες ή απλώς έτσι για φιληδονία σωματική, πάν­τως δεν κάμει τίποτε άλλο παρά ετοιμάζει πλουσιωτέρα τροφή στους σκώληκες. Επομένως καλώς ψάλλει ο προφήτης Δαβίδ, «ποιά είναι η ωφέλεια από το αίμα μου, όταν θα κατεβαίνω στη φθορά;» (Ψαλμ. 29, 11).

9.
 Όταν λοιπόν νηστεύης και τρέφεσαι μ' εγκράτεια, να μη αποθηκεύης γι' αύριο τα περισσεύματα, αλλά όπως ο Κύριος πτωχεύοντας μας επλούτισε, έτσι και συ πεινώντας εκουσίως, χόρτασε τον ακουσίως πεινασμένο· τότε η νηστεία σου θα είναι σαν περιστερά που φέρει κάρφος ελαίας κι’ ευαγγελίζεται στην ψυχή σου την σωτηρία από τον κατακλυσμό. «Εάν αφαίρεσης από το μέσο σου τον ζυγό και τη χειροδικία και τον κακόβουλο λόγο», λέγει ο μέγας Ησαΐας, «και δώσης στον πεινασμένο άρτο με την ψυχή σου και χόρτασης πεινασμένη ψυχή, τότε το φως σου θα λάμψη στο σκότος και το σκότος σου θα είναι σαν μεσημβρία» (Ησ. 58, 9). Εάν δε δεν θέλης να δώσης τα δικά σου, τουλά­χιστον ν' απέχης από τα ξένακαι να μη κάμης κατοχή στα πράγματα που δεν είναι δικά σου, αρπάζοντας και θησαυρίζον­τας και από τους πτωχότερους μερικές φορές αδίκως, για να μη ακούσης από τον ίδιο τον προφήτη δικαίως τούτο· «δεν είναι αυτή η νηστεία που προτιμώ εγώ», λέγει ο Κύριος, «ούτε αν κάμψης τον λαιμό σου σαν κρίκο, θα γίνη δεκτή η νηστεία σου· αλλά ν' απαλλαγής από κάθε δεσμό αδικίας, να διάλυσης τους δεσμούς των βιαίων συναλλαγών, να διάσπασης κάθε άδικη υποχρέωσι· τότε το φως σου θα εκχυθή σαν αυγή κι' η θερα­πεία σου θ' αναφανή γρήγορα, η δικαιοσύνη σου θα είναι εμπροσθοφυλακή σου και η δόξα του Κυρίου θα είναι οπισθοφυ­λακή σου» (Ησ. 58, 5-8).

10. 
Εάν λοιπόν δεν δίδης στον πτωχό από τα δικά σου, και μάλιστα τα περισσεύματα, τουλάχιστον να μη τ' αποκτάς σε βά­ρος του πτωχού· αν και ο δεσπότης των όλων Χριστός αποπέμ­ποντάς τους της αριστεράς μερίδος στο πυρ και καταρώμενος αυτούς, δεν τους καταδικάζει σαν άρπαγες, αλλά ως μη μεταδί­δοντας στους ενδεείς. Επομένως οι άρπαγες και οι άδικοι ούτε θ' αναστούν για παρουσίασι και κρίσι, αλλά αμέσως για μεγα­λύτερη καταδίκη και κατάκρισι, αφού κι' εδώ, όπως φαίνεται, αυτοί ποτέ δεν παρουσιάσθηκαν στον Θεό εντελώς από ψυχή· «διότι», λέγει, «όσοι τρώγουν τον λαό μου σαν άρτο δεν επεκαλέσθηκαν τον Θεό» (Ψαλμ. 13, 5). Ο πλούσιος του οποίου οι αγροί εκαρποφόρησαν αφθόνως (Λουκά 12, 16) και ο ενδεδυμένος με πορφύρα και βύσσο (Λουκά 16, 19) δικαίως καταδικάζονται, όχι διότι αδίκησαν κάποιον, αλλά διό­τι δεν μετέδωσαν από όσα δικαίως απέκτησαν αυτοί· διότι τα θησαυρίσματα είναι κοινά από τα κοινά ταμεία των κτισμάτων του Θεού. Πώς λοιπόν δεν είναι πλεονέκτης αυτός που οικειο­ποιείται τα κοινά, έστω και αν δεν είναι σαν εκείνο που σφετε­ρίζεται φανερά τα ξένα; Επομένως ο μεν πρώτος θα υποστή, αλλοίμονο, την φρικτή διχοτόμησι ως κακός δούλος, ο δε άλ­λος θα υποστή τα δεινότερα και φρικωδέστερα, και κανένας από τους δύο δεν θα μπορέση να τα διαφύγη, αν δεν δεξιωθή τους πτωχούς, ώστε ο ένας να διαχειρισθή καλώς τα εμπιστευ­μένα σ' αυτόν από τον Θεό, ο δε άλλος να σκορπίση καλώς τα κακώς συναχθέντα.

11.
 Ο μέγας Παύλος γράφοντας προς τους Θεσσαλονικείς, τους προγόνους σας βέβαια, περί φιλαδελφίας, λέγει, «δεν έχε­τε ανάγκη να σας γράφω, διότι είσθε θεοδίδακτοι στο ν' αγαπά­τε αλλήλους» (Α’ Θεσσ. 4, 9).

12. 
Αφού λοιπόν ο Κύριος είπε προς μερικούς, «αν ήσαστε τέ­κνα τού Αβραάμ, θα εκτελούσατε τα έργα του Αβραάμ» (Ιω. 8, 39), ας φοβηθούμε κι' εμείς τον λόγο τούτον, που δεν λέγεται μεν προς εμάς εδώ, αλλά θα λεχθή, ο μη γένοιτο, κατά τη φρικτή ημέρα, όταν η συγγένεια κρίνεται μάλλον από την ομοιότητα των πε­πραγμένων όταν όλοι όσοι έχουν αγαπήσει την εν Χριστώ πτωχεία ή, αν όχι, τουλάχιστον τους πτωχούς, οι καταφρονηταί της δόξας, οι ερασταί της εγκρατείας, οι όχι μόνο ακροαταί αλλά και ποιηταί των ευαγγελικών θεσπισμάτων, κατά την ευχή του κοινού κατά χάριν Πατρός, θα είναι υπερφυώς ένα· «δώσε», λέγει, «να είναι όλοι αυτοί ένα, όπως εμείς είμαστε ένα» (Ιω. 17, 22)· όταν φανερά η κριτικωτάτη μάχαιρα του Πνεύματος θα διχάση τον άνθρωπο κατά του πατρός και την θυγατέρα κατά της μητρός και θα καταστήση ξένους μεταξύ των τους ανο­μοίους στους τρόπους· διότι αν τους ξεχωρίζη εδώ, πόσο περισ­σότερο εκεί, οπού ο παντογνώστης αποφαίνεται προς τους μη ωμοιωμένους «δεν σας γνωρίζω»; Διότι δεν έχουν, όπως έπρεπε την εικόνα του επουρανίου, δεν έγινανοικτίρμονες όπως ο κοι­νός Πατήρ, δεν έκαμαν τα υπάρχοντα κοινά με τους ενδεείς, όπως εκείνος μετέδωσε δωρεάν από τα αγαθά του σε όλους, δεν έγιναν ευμενείς προς τους πλησίον, δεν έκαμαν πλησίον τους μακρινούς με την ευεργεσία· εξ αιτίας άρα της ανομοιότη­τας αυτής ούτε γνωρίζει ούτε δέχεται στον οίκο του τοιούτους ο αγαθός. Εάν δε αυτός ειπή έτσι, τα ίδια περίπου θα ειπούν και όσοι έζησαν κατά το παράδειγμά του εδώ και θα συμβασιλεύσουν εκεί μαζί του προς τους εξ αίματος συγγενείς των που δεν είναι παραπλήσιοι στην αρετή με αυτούς.
13. Και αν ειπή κάποιος, εγώ είμαι παιδί σου, εγώ ήμουν πατέ­ρας σου, εγώ αδελφός σου· τότε ο μεν τελευταίος θ' ακούση ότι κανείς δεν είναι πατέρας πλην ενός, του Θεού, ο δε πρώτος θ' ακούση, αν ήσουν δικό μου τέκνο, θα ήσουν μιμητής μου, τώρα δε είσαι εκείνου του πατρός τέκνο, του οποίου και των επιθυ­μιών ήσουν εργάτης· φύγε για να μείνης αιωνίως με αυτόν, διό­τι εγώ δεν σε γνωρίζω· διότι όλα όσα είναι του Θεού είναι δικά μου, εσύ δε δεν είσαι του Θεού. Το δικό μου και το δικό σου έχει εκδιωχθή τώρα πλέον, αφού εμείς το εμισήσαμε και στον εκλείψαντα εκείνον βίον· γι' αυτό κι’ εγίναμε κληρονόμοι της βασιλείας αυτής. Όπου υπήρχε αυτός ο κατά τους θείους πατέ­ρες ψυχρός λόγος, το δικό μου και το δικό σου, απουσίαζε ο δεσμός της αγάπης και ο Χριστός είχε εκδιωχθή· σ' αυτούς που τους κυριαρχούσε τότε το πάθος τούτο, προξενούσε φιλαυτία, φιλαργυρία, μισαδελφία και κάθε είδος κακίας· το ίδιο πάθος τους καταισχύνει και τώρα.

14. 
Ας φοβηθούμε λοιπόν, αδελφοί, αυτά τα πράγματα, παρα­καλώ· διότι πραγματικά είναι φρικτά. Ας ρυθμίσωμε τη διαγωγή μας, όπως αρέσει στο Θεό· ας αφήσωμε για να αφεθούμε, ας ελεήσωμε για να ελεηθούμε πολλαπλασίως· διότι αυτός για χάρι μας επτώχευσε τελευταία, αναδεχόμενος στον εαυτό του την ελεημοσύνη,από μεγαλοδωρία πολλαπλασιάζει την αμοιβή· πρέπει λοιπόν κανείς ή να είναι κατά το παράδει­γμά του πτωχός, και θα ζήση μαζί μ’ εκείνον, ή να έχη τα αγαθά κοινά με τους για εκείνον πτωχούς, και δι' αυτών θα σωθή. Ας αποκτήσωμε ευσπλαγχνία· ας δώσωμε αυτοβούλως δείγμα της προς τον αδελφό αγάπης και της προς τον κοινό Πατέρα και δε­σπότη αφοσιώσεως. Καταλληλότερο δε γι’ αυτά καιρό δεν θα εύρη κανείς από τις νηστήσιμες αυτές ημέρες· διότι, αν συνάψη με την νηστεία την συμπάθεια, θ' απαλείψη κάθε αμάρτημα, θα προσκυνήση με παρρησία τα σωτήρια πάθη, θα συνευφρανθή με την ανάστασι του Χριστού και θα επιτύχη την αιώνια απολύτρωσι.

15. 
Αυτήν είθε όλοι εμείς να επιτύχωμε εν Χριστώ τω Θεώ ημών στον οποίο πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνησις μαζί με τον άναρχο Πατέρα του και το πανάγιο και αγαθό και ζωο­ποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.

(Γρηγορίου Παλαμά Έργα, ΕΠΕ, τόμος 9, Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»)

Πηγή: www.alopsis.gr


Δοξαστικό τῶν Αἴνων Ε´ Κυριακῆς τῶν Νηστειῶν.

Δόξα... Ἦχος α´.

(κείμενο)
Οὐκ ἔστιν ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ βρῶσις καὶ πόσις, ἀλλὰ δικαιοσύνη καὶ ἄσκησις, σὺν ἁγιασμῷ· ὅθεν οὐδὲ πλούσιοι εἰσελεύσονται ἐν αὐτῇ, ἀλλ᾽ ὅσοι τοὺς θησαυροὺς αὐτῶν ἐν χερσὶ πενήτων ἀποτίθενται. Ταῦτα καὶ Δαυῒδ ὁ Προφήτης διδάσκει λέγων· Δίκαιος ἀνὴρ ὁ ἐλεῶν ὅλην τὴν ἡμέραν, ὁ κατατρυφῶν τοῦ Κυρίου καὶ τῷ φωτὶ περιπατῶν, ὃς οὐ μὴ προσκόψῃ· ταῦτα δὲ πάντα, πρὸς νουθεσίαν ἡμῶν γέγραπται, ὅπως νηστεύοντες, χρηστότητα ποιήσωμεν· καὶ δῴη ἡμῖν Κύριος, ἀντὶ τῶν ἐπιγείων τὰ ἐπουράνια.

(παράφραση)

Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι φαγητό καί ποτό ἀλλά δικαιοσύνη καί ἀσκητική ζωή μέ καθαρότητα τῆς καρδίας. Δέν θά εἰσέλθουν λοιπόν οἱ πλούσιοι σ᾽ Αὐτήν ἀλλά ὅσοι τούς θηαυρούς τούς ἀποθέτουν στά χέρια τῶν πτωχῶν. Αὐτά διαδάσκει ὁ Προφήτης Δαυϊδ λέγοντας: δίκαιος ἄνθρωπος εἶναι αὐτός πού ἐλεεῖ ὅλην τήν ἡμέρα, πού ἀπολαμβάνει τόν Κύριον (μέ τήν πρός Αὐτόν ἀγάπη καί ἀφοσίωση), αὐτός ὁ ὁποῖος περιπατώντας στό φῶς δέν θά σκοντάψει.
            Ὅλά αὐτά ἔχουν γραφεῖ γιά δική μας νουθεσία, γιά νά κάνομε νηστεύοντας φιλανθρωπία καί εἴθε (μακάρι), ὁ Κύριος νά μᾶς δώσει ἀντί γιά τά ἐπίγεια τά ἐπουράνια (ἀγαθά).




Δείτε σχετικά: 

ΤΑ ΝΕΟΤΑΞΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ (ΒΙΝΤΕΟ)

ΟΜΙΛΗΤΗΣ:

ΝΑΤΣΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ, ΔΑΣΚΑΛΟΣ-ΘΕΟΛΟΓΟΣ 




Λόγος εἷς τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου (Ἀγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας)




Τρία σημαντικότατα γεγονότα στην ιστορία του κόσμου εορτάζει σήμερα
η Εκκλησία μας.

To πρώτο είναι ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, τον οποίο εορτάζουμε σήμερα με χαρά και αγάπη, αλλά και με δέος ενώπιον του μεγαλείου του γεγονότος αυτού, το οποίο ονομάζεται «κεφάλαιον» (δηλαδή αρχή) της σωτηρίας μας.

Εννέα μήνες μετά τον Ευαγγελισμό πραγματοποιήθηκε και το δεύτερο από τα σημαντικότερα γεγονότα, η κατά σάρκα Γέννηση του Κυρίου μας Ιησού Χρίστου. Κορυφή και ολοκλήρωση της σωτηρίας μας θα είναι η ανάσταση του Κυρίου Ιησού Χρί­στου μετά από ένα φρικτό θάνατο πάνω στο Σταυρό.



Όχι μόνο μια φορά αλλά πολλές φορές φανερώθηκαν στους αγίους άγγελοι. Έξι μήνες πριν τον Ευαγγελισμό της Παναγίας Παρθένου Μαρίας στάλθηκε ο αρχάγγελος Γαβριήλ στον ιερέα Ζαχαρία, ο οποίος υπηρετούσε στο ναό, για να του αναγγείλει, ότι απ' αυτόν θα γεννηθεί ο μεγαλύτερος μεταξύ των ανθρώπων, ο Πρόδρομος του Κυρίου ο Ιωάννης. Και σήμερα ο ίδιος φέρνει το χαρμόσυνο άγγελμα στην Υπεραγία και άχραντο Παρθένο Μαρία, η οποία ζούσε στο ταπεινό φτωχόσπιτο του ξυλουργού Ιωσήφ.

Ο διάλογος του με την Παναγία είναι τόσο άγιος και μεγαλειώδης που δεν τολμώ να τον περιγράψω με δικά μου λόγια αλλά πρέπει να τον επαναλάβω με Ευαγγελικά λόγια.
Όταν μπήκε ο αρχάγγελος στο υπερώο, είπε:
«Χαίρε, κεχαριτωμένη ο Κύριος μετά σου· ευλογημένη συ εν γυναιξίν.Η δε ιδούσα διεταράχθη επί τω λόγω αυτού, και διελογίζετο ποταπός είη ο ασπασμός ούτος, και είπεν ο άγγελος αύτη· μη φοβού, Μαριάμ- εύρες γαρ χάριν παρά τω Θεώ. και ιδού σύλληψη εν γαστρί και τέξη υιόν, και καλέσεις το άνομα αυτού Ιησούν. ούτος έσται μέγας και υιός υψίστου κληθήσεται, και δώσει αυτώ Κύριος ο Θεός τον θρόνον αυτού του πατρός αυτού, και βασιλεύσει επί τον οίκον Ιακώβ εις τους αιώνας, και της βασιλείας αυτού ουκ έσται τέλος.

Είπε δε Μαριάμ προς τον άγγελον πώς έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω; και αποκριθείς ο άγγελος είπεν αύτη· Πνεύμα άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι· διό και το γεννώμενον άγιον κληθήσεται υιός Θεού...
Είπε δε Μαριάμ· ιδού η δούλη Κυρίου· γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου. και απήλθεν απ' αυτής ο άγγελος» (Λκ. 1, 28-38).

Σας έχω πει πολλά τα προηγούμενα χρόνια γι' αυτόν το μοναδικό στην Ιστορία του κόσμου διάλογο. Αλλά τώρα θα σταθώ στα λόγια του Αρχαγγέλου:
«Πνεύμα Άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι διό και το γεννώμενον άγιον κληθήσεται υιός Θεού».

Κανείς ποτέ, από τη δημιουργία του κόσμου και μέχρι τη συντέλεια του, δεν γεννήθηκε και δεν θα γεννηθεί κατά τον τρόπο, κατά τον οποίο γεννήθηκε ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός. Κανείς ποτέ δε γεννήθηκε χωρίς άνδρα. Κανείς δε γεννήθηκε και δε θα γεννηθεί με την επέλευση του Αγίου Πνεύματος. Σε κανέναν ποτέ δεν κατοίκησε το Άγιο Πνεύμα με τέτοια ολοκληρωμένη πληρότητα, με την ο­ποία εγκατοίκησε στην Παναγία Παρθένο Μαρία. Κανέναν δεν επισκίασε η δύναμη του Υψίστου και τα μητρικά σπλάγχνα καμμίας γυναίκας δεν αγίασε, με τέτοια πληρότητα και δύναμη, όπως τα σπλάγχνα της Υπεραγίας Παρθένου Μαρίας.

Κρατήστε βαθειά στην καρδιά σας, αυτό που σας λέω για την πλήρη ενότητα του Πνεύματος του Θεού και της ανθρώπινης ουσίας της Μαρίας.
Η ψυχή και το πνεύμα του άνθρωπου έχουν την αρχή τους στο Πνεύμα του Θεού. To δεύτερο κεφάλαιο της Παλαιάς Διαθήκης λέει, ότι έπλασε ο Θεός τον πρώτο άνθρωπο, τον Αδάμ, «χουν από της γης και ενεφύσησεν εις το πρόσωπον αυτού πνοήν ζωής» (Γέν. 2, 7).
Με το Πνεύμα του Θεού μόνο το πνεύμα του άνθρωπου είναι δυνατόν να κοινωνεί, εφόσον από Εκείνον προέρχεται, όπως συμβαίνει και στην φύση, συγγενή δηλαδή μεταξύ τους πράγματα να έχουν πραγματική επικοινωνία.

Την δυνατότητα της αληθινής κοινωνίας με τον Θεό την διδαχθήκαμε από τον ίδιο τον Κύριο μας Ιησού Χριστό, ο οποίος λέει:
«Εάν τις αγαπά με, τον λόγον μου τηρήσει, και ο πατήρ μου αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν ελευσόμεθα και μονήν παρ' αύτω ποιήσομεν» (Ιω. 14, 23).
Αλλά και ο απόστολος Παύλος με κάποια έκπληξη ρωτάει τους χριστιανούς της Κορίνθου: «Ουκ οίδατε ότι ναός Θεού έστε και το Πνεύμα του Θεού οικεί εν υμίν;» (Α' Κορ. 3, 16).

Από τους βίους των αγίων γνωρίζουμε για μιά πραγματική κοινωνία με τον Θεό, που είχαν στη ζωή τους οι άγιοι του Θεού. Γνωρίζουμε ότι αυτοί υπήρξαν κατοικοιτήρια του Πνεύματος του Θεού. Αλλά ακόμα και αυτή η βαθειά κοινωνία τους με το Θεό δεν μπορεί να συγκριθεί μ' εκείνη την ευλογημένη κατάσταση, η οποία υπερβαίνει ακόμα και την κατάσταση των αγγέλων και των αρχαγγέλων, στην όποια βρέθηκε η Υπεραγία Παρθένος Μαρία μετά την επέλευση του Αγίου Πνεύματος.

Αυτό δεν μπόρεσε, η καλύτερα, δεν ήθελε να αντιληφθεί ο κακότυχος εκείνος αιρετικός Νεστόριος, ο οποίος ισχυριζόταν ότι η Υπεραγία Θεοτόκος γέννησε έναν κοινό άνθρωπο Ιησού Χριστό, με τον οποίο αργότερα ενώθηκε ο Θεός, γι' αυτό και την Υπεραγία Παρθένο Μαρία την ονόμαζε Χριστοτόκο και όχι Θεοτόκο.

Αν, έστω και ελάχιστο, δίκαιο είχε ο Νεστόριος, τότε ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός θα ήταν όχι ο Υιός του Θεού και Θεάνθρωπος αλλά ένας από τους πολλούς μεγάλους αγίους, οι οποίοι ονομάζονται αληθινοί ναοί και μονές του Πατρός και του Υιού για την απέραντη αγάπη τους στον Θεό και την τέλεια εφαρμογή στη ζωή τους των εντολών του Χριστού. Όπως βλέπετε ο Νεστόριος δικαίως αναθεματίστηκε από την Τρίτη Οικουμενική Σύνοδο.
Σ' αυτό το σημείο θα μπορούσα να τελειώσω τον εγκωμιαστικό μου λόγο προς τιμήν της μεγάλης αυτής εορτής του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Όμως δεν θέλω να προσπεράσω τα λόγια εκείνα του Αρχαγγέλου Γαβριήλ, τα όποια μπαίνουν σε κάθε καθαρή καρδιά:
«Χαίρε, κεχαριτωμένη· ο Κύριος μετά σου».
Όλοι εσείς, που είστε ομόψυχοι με μένα, πέστε μου, μπορεί να υπάρχει ανώτερη και καθαρότερη χαρά από αυτή, που δίνει η αίσθηση ότι μαζί μας είναι ο Κύριος! Ότι μας αγαπά, επειδή φυλάσσουμε τις εντολές Του και ότι θα έλθει μαζί με τον Άναρχο Πατέρα Του και θα κατοικήσει μαζί μας!

Της ανώτατης αυτής ευτυχίας και χαράς να μας αξιώσει ο Κύριος και Θεός μας Ιησούς Χριστός διά πρεσβειών της Υπεραγίας και Αχράντου Παρθένου Μαρίας! Αμήν.


ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ ΤΗΣ ΥΠΕΡΕΝΔΟΞΗΣ ΔΕΣΠΟΙΝΑΣ ΜΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΜΑΡΙΑΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ



1. Πάλι σήμερα ἔχουμε χαρμόσυνες εἰδήσειςπάλι ἔχουμε μηνύματα ἐλευθερίαςπάλι 
ἔχουμε μίαἀνάκληση ἀπὸ τὴν πτώση καὶ μία ἐπάνοδο στὴ ζωήμία ὑπόσχεση εὐφροσύνης καὶ μία ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴ δουλεία.


Ἕνας ἄγγελος συνομιλεῖ μὲ τὴν Παρθένο, γιὰ νὰ μὴν ξαναμιλήσει ὁ διάβολος μὲ γυναίκα. Λέει ἡΓραφή· «Τὸν ἕκτο μήνα τῆς ἐγκυμοσύνης τῆς Ἐλισάβετ στάλθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ σὲ μία παρθένο, ποὺ ἦταν μνηστευμένη μὲ ἕναν ἄνδρα». Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰ νὰ ἀποκαλύψει τὴν παγκόσμια σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, νὰ φέρει στὸν Ἀδὰμ τὴ βέβαιη ἀποκατάστασή του. Στάλθηκε ὁΓαβριήλ, στὴν παρθένο, γιὰ νὰ μεταβάλει τὴν ἀτιμία τοῦ γυναικείου φίλου σὲ τιμή. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰ νὰπροετοιμάσει τὸν νυμφικὸ θάλαμο, ὥστε νὰ εἶναι ἀντάξιος γιὰ τὸν ἀμόλυντο Νυμφίο. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰνὰ συντελέσει νὰ νυμφευθεῖ τὸ πλάσμα μὲ τὸν πλάστη.


Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, στὸ ἔμψυχο παλάτι τοῦ βασιλιᾶ τῶν ἀγγέλων. Στάλθηκε ὁ Γαβριὴλ στὴν παρθένο ποὺ ἦταν ἀρραβωνιασμένη μὲ τὸν Ἰωσήφ, ἀλλὰ ποὺ προοριζόταν γιὰ τὸν Ἰησοῦ, τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Στάλθηκε ὁἀσώματος δοῦλος σὲ ἀμόλυντη παρθένο. Στάλθηκε ὁ χωρὶς ἁμαρτίες σ’ αὐτὴν ποὺ δὲν θὰ γνώριζε τὴ φθορά. Στάλθηκε ὁ λύχνος, γιὰ νὰ ἀναγγείλει τὸν ἥλιο τῆς δικαιοσύνης. Στάλθηκε ὁ ὄρθρος, ποὺ ἔρχεται πρὶν ἀπὸ τὸφῶς τῆς ἡμέρας. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰ νὰ διαλαλήσει αὐτὸν ποὺ βρίσκεται στοὺς κόλπους τοῦ Πατέρα καὶστὴν ἀγκαλιὰ τῆς μητέρας. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰ νὰ δείξει αὐτὸν ποὺ κάθεται σὲ θρόνο ἀλλὰ καὶ σὲ σπηλιά. Στάλθηκε ἕνας στρατιώτης, γιὰ νὰ διατυμπανίσει τὸ μυστήριο τοῦ μεγάλου βασιλιᾶ. Χαρακτηρίζω μυστήριο αὐτὸ ποὺ γίνεται κατανοητὸ μὲ τὴν πίστη καὶ δὲν ἐξερευνᾶται μὲ τὴ φιλομάθεια, πρόκειται γιὰ μυστήριο ποὺεἶναι ἄξιο προσκυνήσεως καὶ ὄχι σχολαστικῆς ἐξετάσεως, δηλαδὴ γιὰ μυστήριο ποὺ εἶναι ἀντικείμενο θεολογικῆς ἔρευνας καὶ ὄχι γιὰ κάτι ποὺ ὑπόκειται σὲ ἀκριβῆ μέτρηση.


2. « Τὸν ἕκτο μήνα στάλθηκε ὁ Γαβριὴλ στὴν παρθένο». Ποιὸν ἕκτο μήνα; Ποιόν; Ἀπὸ τότε ποὺ ἡἘλισάβετ δέχθηκε τὸ χαρμόσυνο μήνυμα, ἀπὸ τότε ποὺ συνέλαβε τὸν Ἰωάννη. Ἀπὸ ποῦ τὸ συμπεραίνουμε αὐτό; Τὸ ἀποκαλύπτει ὁ ἴδιος ὁ ἀρχάγγελος ὅταν λέει στὴν Παρθένο· « νά, ἡ Ἐλισάβετ ἡ συγγενής σου καὶ αὐτὴσυνέλαβε γιὸ στὰ γεράματά της. Κι αὐτὸς εἶναι ὁ ἕκτος μήνας τῆς ἐγκυμοσύνης της, αὐτῆς ποὺ θεωροῦνταν στείρα». Ὁ ἕκτος μήνας λοιπὸν εἶναι ὁ ἕκτος μήνας ἀπὸ τὴ σύλληψη τοῦ Ἰωάννη. Ἔπρεπε λοιπὸν ὁ στρατιώτης νὰ φθάσει πρῶτος, ἔπρεπε ὁ ἀκόλουθος νὰ προηγηθεῖ, ἔπρεπε νὰ προπορευθεῖ αὐτὸς ποὺ θὰ ἀποκάλυπτε τὴδεσποτικὴ παρουσία.


«Τὸν ἕκτο μήνα στάλθηκε ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ στὴν Παρθένο, ποὺ ἦταν ἀρραβωνιασμένη μὲ ἕναν ἄνδρα»,ἀρραβωνιασμένη ὄχι παντρεμένη· ἀρραβωνιασμένη, ἀλλὰ ἄθικτη. Γιατί ἦταν ἀρραβωνιασμένη; Γιὰ νὰ μὴ μάθει πολὺ γρήγορα ὁ διάβολος τὸ μυστήριο. Γιὰ τὸ ὅτι ἐπρόκειτο διὰ μέσου Παρθένου νὰ ἔλθει ὁ Βασιλιάς, αὐτὸ τὸγνώριζε ὁ πονηρός, γιατί εἶχε ἀκούσει τὶς προφητεῖες τοῦ Ἠσαΐα ποὺ ἔλεγαν· « Νά, θὰ συλλάβει ἡ παρθένος καὶθὰ γεννήσει γιό». Κάθε φορά λοιπόν, ὅπως εἶναι φυσικό, ἐξέταζε ὅ,τι ἀναφερόταν στὴν παρθένο, ὥστε ὅτανἀντιληφθεῖ ὅτι ὁλοκληρώνεται αὐτὸ τὸ μυστήριο, νὰ προετοιμάσει τὶς κατηγορίες του. Γιʼ αὐτὸ ὁ Δεσπότηςἦλθε στὴ γῆ διὰ μέσου ἀρραβωνιασμένης, γιὰ νὰ ξεγελάσει δηλαδὴ τὸν πονηρό, ἀφοῦ αὐτὴ ὄνταςἀρραβωνιασμένη ἐξασφάλιζε αὐτό.


3. «Τὸν ἕκτο μήνα στάλθηκε ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ σὲ μία Παρθένο, ποὺ ἦταν ἀρραβωνιασμένη μὲ κάποιον ποὺ λεγόταν Ἰωσήφ». Ἄκουσε, ἀκροατή, τί λέει ὁ προφήτης γιʼ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο καὶ γιʼ αὐτὴν τὴν παρθένο. «Θὰ δοθεῖ αὐτὸ τὸ κλειστὸ βιβλίο σὲ ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ γνωρίζει γράμματα». Τί σημαίνει κλειστὸ βιβλίο, ἢ τί σημαίνει γενικὰ ἡ ἀμόλυντη παρθένος; Ἀπὸ ποιοὺς θὰ δοθεῖ; Εἶναι φανερὸ πὼς θὰ δοθεῖ ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς. Σὲποιόν; Στὸν Ἰωσὴφ τὸν μαραγκό. Οἱ ἱερεῖς λοιπὸν ἀρραβώνιασαν τὴ Μαρία μὲ τὸν Ἰωσήφ, ἐπειδὴ ἦταν σώφρονας, καὶ τὴν ἔδωσαν σ’ αὐτὸν περιμένοντας τὸν καιρὸ τοῦ γάμου καὶ αὐτὸς βέβαια ἐπρόκειτο παίρνοντας τὴν νὰ φυλάξει ἀμόλυντη τὴν Παρθένο. Αὐτὸ πρὶν ἀπὸ πολλὰ χρόνια ὁ προφήτης τὸ προφήτεψε· «Θὰ δοθεῖαὐτὸ τὸ κλειστὸ βιβλίο σὲ ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ γνωρίζει γράμματα» καὶ ὁ ὁποῖος θὰ πεῖ· «δὲν μπορῶ νὰ τὸδιαβάσω». Γιατί Ἰωσὴφ δὲν μπορεῖς; Αὐτὸς θὰ ἀπαντήσει· «Δὲν μπορῶ νὰ τὸ διαβάσω, γιατί τὸ βιβλίο εἶναι κλειστό». Γιὰ ποιὸν φυλάγεται; «Φυλάγεται γιὰ κατοικία τοῦ Δημιουργοῦ τοῦ σύμπαντος».


4. Ἀλλὰ ἂς ξαναγυρίσουμε στὸ θέμα μας. «Τὸν ἕκτο μήνα στάλθηκε ὁ Γαβριὴλ στὴ Παρθένο» καὶ εἶχε πάρει περίπου τέτοιες ἐντολὲς ἀπὸ τὸν Θεό. «Ἔλα λοιπόν, ἀρχάγγελε, γίνε ὑπηρέτης τοῦ φοβεροῦ καὶκρυμμένου μυστηρίου, ἐξυπηρέτησε τὸ θαῦμα. Βιάζομαι ἐξαιτίας τῆς εὐσπαχνίας μου νὰ κατέβω ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ νὰ ἀναζητήσω τὸν πλανεμένο Ἀδάμ. Ἡ ἁμαρτία ἐξασθένησε τὸν ἄνθρωπο, ποὺ πλάσθηκε σύμφωνα μὲ τὴν εἰκόνα μου, σάπισε τὸ δημιούργημα τῶν χεριῶν μου καὶ θάμπωσε τὴν ὀμορφιὰ πού ἔπλασα. Ὁ λύκος κατατρώει τὸ δημιούργημά μου, εἶναι ἔρημη ἡ θέση του στὸν παράδεισο, τὸ δένδρο τῆς ζωῆς φυλάγεται ἀπὸτὴν πύρινη ρομφαία, ἔχει κλείσει πιὰ ὁ τόπος τῆς τρυφῆς. Ἐπιθυμῶ νὰ ἐλεήσω τὸν κατατρεγμένο ἄνθρωπο καὶνὰ συλλάβω τὸν ἐχθρὸ διάβολο. Ἐπιθυμῶ αὐτὸ τὸ μυστήριο νὰ μὴν τὸ μάθουν ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις, σὲσένα μόνο τὸν ἐμπιστεύομαι. Πήγαινε λοιπὸν στὴν παρθένο Μαρία. Πήγαινε στὴ ζωντανὴ πόλη, γιὰ τὴν ὁποίαὁ προφήτης ἔλεγε· «Πόλη τοῦ Θεοῦ, δοξασμένα καὶ ἐξαίσια εἰπώθηκαν γιὰ σένα». Πήγαινε στὸν λογικό μου παράδεισο, πήγαινε πρὸς τὴν πύλη τῆς ἀνατολῆς, πήγαινε στὸ ἄξιο κατοικητήριο τοῦ Λόγου μου, πήγαινε στὸν δεύτερο οὐρανὸ ποὺ βρίσκεται πάνω στὴ γῆ, πήγαινε στὸ ἐλαφρὸ καὶ ταχυκίνητο σύννεφο, πληροφόρησε τὴν γιὰ τὴ βροχὴ τῆς παρουσίας μου, πήγαινε στὸ ἁγίασμα ποὺ ἑτοιμάστηκε γιὰ μένα, πήγαινε στὸν νυμφικὸκοιτώνα τῆς ἐνανθρωπήσεως, πήγαινε στὸν ἀμόλυντο νυμφικὸ κοιτώνα τῆς κατὰ σάρκα γεννήσεώς μου. Μίλησε στὰ αὐτιὰ τῆς λογικῆς κιβωτοῦ, προετοίμασέ τα νὰ μ’ ἀκούσουν χωρὶς νὰ τὰ τρομάξεις, οὔτε νὰταράξεις τὴν ψυχὴ τῆς Παρθένου. Κόσμια ἐμφανίσου στὸν ἔμψυχο ναό μου, πὲς σ’ αὐτὴν πρῶτα τὴ χαρούμενη εἴδηση. Ἐσὺ πὲς στὴ Μαριὰμ τὸ «Χαῖρε Κεχαριτωμένη», ὥστε ἐγὼ νὰ ἐλεήσω τὴν ἐξουθενωμένη Εὔα».


5. Τ’ ἄκουσε αὐτὰ ὁ ἀρχάγγελος καὶ ὅπως ἦταν φυσικὸ μονολογοῦσε· «Παράξενη εἶναι αὐτὴ ἡ ὑπόθεση, ξεπερνάει κάθε σκέψη αὐτὸ ποὺ εἰπώθηκε. Ὁ φοβερὸς στὰ Χερουβίμ, ὁ ἀθέατος στὰ Σεραφίμ, ὁ ἀκατάληπτος σ’ὅλες τὶς οὐράνιες ἀγγελικὲς δυνάμεις, ὑπόσχεται μία ξεχωριστὴ ἐπικοινωνία στὴν κόρη, προμηνύει μία αὐτοπρόσωπη παρουσία του, μᾶλλον ὑπόσχεται μία εἴσοδο διὰ μέσου τῆς ἀκοῆς καὶ βιάζεται αὐτὸς πού καταδίκασε τὴν Εὔα νὰ δοξάσει τόσο πολὺ τὴ θυγατέρα της; Λέει “ἂς ἑτοιμαστεῖ ἡ εἴσοδός μου διὰ μέσου τῆςἀκοῆς”. Ὅμως εἶναι δυνατὸν ἀνθρώπινη κοιλιὰ νὰ χωρέσει τὸν ἀχώρητο; Πραγματικὰ αὐτὸ τὸ μυστήριο εἶναι φοβερό».


Ἐνῶ αὐτὰ εἶχε στὸ νοῦ του ὁ ἄγγελος, ὁ Δεσπότης τοῦ λέει· «Γιατί ταράζεσαι καὶ παραξενεύεσαι Γαβριήλ; Δὲν σ’ ἔστειλα προηγουμένως στὸν ἱερέα Ζαχαρία; Δὲν τοῦ μετέφερες τὴ χαρμόσυνη εἴδηση τῆς γεννήσεως τοῦ Ἰωάννη; Δὲν ἐπέβαλες τὴν τιμωρία τῆς σιωπῆς στὸν ἱερέα πού δὲν σὲ πίστεψε; Δὲν καταδίκασες τὸν γέροντα σὲ ἀφωνία; Ἐσὺ δὲν τὸ ἀνακοίνωσες κι ἐγὼ τὸ ἐπικύρωσα; Δὲν ἀκολούθησε τὴ χαρμόσυνη εἴδησή σου ἡ πράξη; Δὲν συνέλαβε ἡ στείρα γυναίκα; Δὲν ὑπάκουσε ἡ μήτρα της;         Δὲν ἐξαφανίστηκε ἡ ἀρρώστιατῆς ἀτεκνίαςΔὲν ὑποχώρησε ἡ ἀπραξία τῆς φύσηςΤώρα δὲν κυοφορεῖ αὐτὴ πού προηγουμένως ἦταν στείρα; Μήπως γιὰ μένα τὸν Δημιουργὸ ὑπάρχει κάτι πού εἶναι ἀκατόρθωτο; Πῶς λοιπὸν σὲ κυρίεψε ἡ ἀμφιβολία;».


6. Τί ἀπάντησε ὁ ἄγγελος; « Δέσποτα, τὸ νὰ θεραπεύσεις τὰ σφάλματα τῆς φύσης, τὸ νὰ ἠρεμήσεις τὴν τρικυμία τῶν παθῶν τῶν ἀνθρώπων, τὸ νὰ ἀνακαλέσεις στὴ ζωὴ νεκρωθέντα ἀνθρώπινα μέλη, τὸ νὰ διατάξεις τὴ φύση ὥστε νὰ γεννήσει μία στείρα γυναίκα, τὸ νὰ θεραπεύσεις τὴ στείρωση σὲ γερασμένα μέλη, τὸ νὰμετασχηματίσεις ἕνα γερασμένο ξερὸ καλάμι σὲ χλοερό, τὸ νὰ κάνεις τὴν ἄγονη γῆ ξαφνικὰ πηγὴ σπαρτῶν, εἶναι πράγματα ποὺ γίνονται πάντοτε μὲ τὴ δική σου δύναμη. Μάρτυρες ποὺ ἀποδεικνύουν ὅλα τὰ παραπάνω εἶναι ἡ Σάρρα, ἡ Ρεβέκκα καὶ ἡ Ἄννα, οἱ ὁποῖες, ἐνῶ ἦταν ὑποδουλωμένες στὴ φοβερὴ ἀσθένεια τῆς στειρώσεως, ἀπελευθερώθηκαν ἀπὸ σένα. Τὸ νὰ γεννήσει ὅμως παρθένος χωρὶς τὴ συμμετοχὴ ἄνδρα, αὐτὸξεπερνάει ὅλους τούς νόμους τῆς φύσης, ἀλλὰ καὶ προαναγγέλει τὴ δική σου παρουσία στὴν κόρη. Ἐσένα δὲν σὲ χωροῦν τὰ πέρατα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, πῶς θὰ σὲ χωρέσει μία παρθενικὴ μήτρα;». Ὁ Δεσπότηςἀπάντησε· «Πῶς μὲ χώρεσε ἡ σκηνὴ τοῦ Ἀβραάμ;». Ὁ ἄγγελος εἶπε· « Ἐπειδή, Δέσποτα, ὑπῆρχε ἕνα πέλαγος φιλοξενίας, ἐκεῖ ἐμφανίστηκες στὸν Ἀβραάμ, δηλαδὴ στὴ σκηνή του, ποὺ ἦταν δίπλα στὸ δρόμο καὶ τὴξεπέρασες, ἐπειδὴ τὰ πάντα γεμίζει ἡ παρουσία σου. Πῶς θὰ φέρεις τὸ πῦρ τῆς θεότητος στὴ Μαριάμ; Ὁθρόνος σου φλέγεται ἀκτινοβολώντας ἀπὸ τὴν αἴγλη σου καὶ θὰ μπορέσει ἡ εὐκολόκαυστη παρθένος νὰ σὲδεχτεῖ;».


Ὁ Δεσπότης λέει· «Πράγματι, ἂν ἡ φωτιὰ στὴν ἔρημο ἔβλαψε τὴ βάτο, κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ ἡπαρουσία μου θὰ βλέψει τὴ Μαρία. Ἂν ἐκείνη ἡ φωτιά, ἡ ὁποία σκιαγραφοῦσε τὴν παρουσία ἀπὸ τὸν οὐρανὸ τῆς θεϊκῆς φωτιᾶς πότιζε τὴ βάτο καὶ δὲν τὴν ἔκαιγε, τί θὰ ἔλεγες γιὰ τὴν ἀλήθεια πού κατεβαίνει ἀπὸ τὸν οὐρανὸὄχι σὰν πύρινη φλόγα, ἀλλὰ σὰν βροχή;».


Τότε πλέον ὁ ἄγγελος ἐκτέλεσε τὴ διαταγὴ ποὺ πῆρε καὶ ἀφοῦ παρουσιάστηκε στὴν Παρθένο τῆς εἶπε πανηγυρικά· «Χαῖρε, Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος εἶναι μαζὶ σου». Ποτὲ πιὰ ὁ διάβολος δὲν θὰ εἶναι ἐναντίον σου, γιατί τὸ σημεῖο ποὺ πλήγωσε ὁ ἐχθρός σου προηγουμένως, σ’ αὐτὸ πρῶτα–πρῶτα τώρα ὁ ἰατρὸς τῆς σωτηρίαςἐπιθέτει τὸ ἔμπλαστρο. Ἀπὸ ἐκεῖ ὅπου ἐμφανίστηκε ὁ θάνατος, ἀπὸ ἐκεῖ μπῆκε ἡ ζωή. Ἀπὸ τὴ γυναίκα προέρχονται ὅλες οἱ συμφορές, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴ γυναίκα πηγάζουν ὅλα τὰ καλά. Χαῖρε Κεχαριτωμένη, μὴντρέπεσαι σὰν νὰ εἶσαι αἰτία καταδίκης. Θὰ γίνεις μητέρα αὐτοῦ ποὺ καταδίκασε καὶ λύτρωσε τὸν ἄνθρωπο. Χαῖρε, ἀμίαντη μητέρα τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ στὴν ὀρφανὴ ἀνθρωπότητα. Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ καταπόντησες στὴμήτρα σου τὸν θάνατο τῆς μητέρας τῆς ἀνθρωπότητας Εὔας. Χαῖρε, ὁ ζωντανὸς ναὸς τοῦ Θεοῦ. Χαῖρε, σὺ ποὺεἶσαι ἐξίσου κατοικία οὐρανοῦ καὶ γῆς. Χαῖρε, εὐρύχωρε τόπε τῆς ἀπόρρητης φύσης». Ἀφοῦ ὅλα αὐτὰ ἔτσιἔχουν, ἐξαιτίας της ἦλθε ὁ γιατρὸς γιὰ τοὺς ἀρρώστους, «ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, γιὰ νὰ φωτίσει αὐτοὺς ποὺζοῦν στὸ σκοτάδι», ἡ ἄγκυρα γιὰ ὅλους τούς ταλαιπωρημένους καὶ τὸ ἀσφαλισμένο λιμάνι. Γεννήθηκε ὁΔεσπότης τῶν δούλων ποὺ μισοῦνται ἀδιάλλαχτα, ὁ σύνδεσμος τῆς εἰρήνης, ἐμφανίσθηκε ὁ λυτρωτὴς τῶν αἰχμαλώτων δούλων, ἡ εἰρήνη αὐτῶν ποὺ βρίσκονται σὲ πόλεμο. «Αὐτὸς βέβαια εἶναι ἡ εἰρήνη μας», τὴν ὁποία εἰρήνη μακάρι νὰ ἀπολαύσουμε ὅλοι μας μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸνὉποῖο ἀνήκει ἡ δόξα, τιμὴ καὶ δύναμη τώρα καὶ πάντοτε καὶ σ’ ὅλους τούς αἰῶνες. Ἀμήν.

(Ἀπό τό βιβλίο: «ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΟΝ», τ. β΄, Ἔκδ. ΛΥΔΙΑ)

Τρίτη 1 Απριλίου 2014

Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΚΑΘΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ( Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσιανίνωφ)





Ὁ Κύριος εἶπε στούς μαθητές Του: «Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖνἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόνσταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι» (Ματθιστ’ 24). Τί σημαίνει «ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου»; Καί γιατί αὐτός «ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου», δηλαδή ὁ ἰδιαίτερος σταυρός τοῦ καθενός μας, ὀνομάζεται συνάμα καί «Σταυρός τοῦ Χριστοῦ»;


«Ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου» εἶναι οἱ θλίψεις καί τά βάσανα τῆς γήινης ζωῆςπού γιά τόν καθέναμας εἶναι δικά του. «Ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου» εἶναι ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καί ἄλλα εὐλαβῆ κατορθώματα, μέ τά ὁποῖα ταπεινώνεται ἡ σάρκα καί ὑποτάσσεται στό πνεῦμα. Τά κατορθώματα αὐτά πρέπει νά εἶναι ἀνάλογα μέ τίς δυνάμεις τοῦ καθενός καί στόν κάθε ἄνθρωπο εἶναι δικά του.

«Ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου» εἶναι τά ἁμαρτωλά ἀσθενήματαἤ πάθηπού – στόν κάθε ἄνθρωπο –εἶναι δικά τουΜέ ἄλλα ἀπ᾽ αὐτά τά πάθη γεννιόμαστε καί μ᾽ ἄλλα μολυνόμαστε στήν πορεία τοῦ γήινου βίου μας.

«Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ» εἶναι ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Μάταιος καί ἄκαρπος εἶναι «ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου» – ὅσο βαρύς καί ἄν εἶναι – ἐάν δέν μεταμορφωθεῖ σέ «Σταυρό τοῦ Χριστοῦ» μέ τό ν᾽ ἀκολουθοῦμε τόν Χριστό.

«Ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου», γιά τόν μαθητή τοῦ Χριστοῦ γίνεται «Σταυρός τοῦ Χριστοῦ», γιατί ὁμαθητής τοῦ Χριστοῦ εἶναι στερρά πεπεισμένοςὅτι πάνω ἀπ᾽ αὐτόν (τόν μαθητήἀγρυπνάει ἀκοίμητος ὁΧριστόςΠιστεύει ὅτι ὁ Χριστός ἐπιτρέπει νά τοῦ ἔρθουν θλίψεις σάν μιά ἀναγκαία καί ἀναπόφευκτη προϋπόθεση τῆς Χριστιανικῆς πίστεως. Καμιά θλίψη δέν θά τόν πλησίαζε, ἄν δέν τό εἶχε ἐπιτρέψει ὁ Χριστός, καί ὅτι μέ τίς θλίψεις πού τοῦ συμβαίνουν, ὁ Χριστιανός γίνεται οἰκεῖος τοῦ Χριστοῦ καί καθίσταται κοινωνός τῆς μοίρας Του στή γῆ καί – γιά τόν λόγο αὐτό – καί στόν οὐρανό.

«Ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου» γίνεται γιά τόν μαθητή τοῦ Χριστοῦ «Σταυρός τοῦ Χριστοῦ», γιατί ὁἀληθινός μαθητής Του σέβεται καί θεωρεῖ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ σάν τόν μόνο σκοπό τῆς ζωῆςτου. Αὐτές οἱ πανίερες ἐντολές γίνονται γι᾽ αὐτόν σταυρός, πάνω στόν ὁποῖο συνεχῶς σταυρώνει τόν παλαιό του ἄνθρωπο «σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις» του (Γαλ. ε’ 24).

Ἀπ᾽ αὐτά εἶναι φανερό γιατίγιά νά λάβουμε τόν σταυρό μαςεἶναι ἀνάγκη ν᾽ ἀπαρνηθοῦμεπροηγουμένως τόν ἑαυτό μας μέχρι καί ν᾽ ἀπολέσουμε ἀκόμα καί τή ζωή μαςΤόσο βαθιά καί τόσο πολύ ἔχει συνηθίσει στήν ἁμαρτία καί οἰκειώθηκε σ᾽ αὐτήν ἡ πεσμένη στήν ἁμαρτία φύση μας, πού ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ δέν παύει νά ἀποκαλεῖ αὐτή τή φύση ψυχή τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου.

Γιά νά δεχτοῦμε τόν σταυρό στούς ὤμους μαςπρέπει πρῶτα νά πάψουμε νά ἱκανοποιοῦμε τό σῶμα στίςἰδιότροπές του ἐπιθυμίες παρέχοντάς του μονάχα ὅ,τι εἶναι ἀναγκαῖο γιά τήν ὕπαρξή τουΠρέπει νά ἀναγνωρίσουμε ὅτι ἡ ἀλήθειά μας εἶναι ἕνα σκληρότατο ψέμα μπροστά στόν Θεό καί ἡ λογική μας εἶναι μιά τέλεια ἀνοησία. Τέλος: ἀφοῦ παραδοθοῦμε στόν Θεό μ᾽ ὅλη τή δύναμη τῆς πίστης μας καί ριχτοῦμε στή μελέτη τοῦ Εὐαγγελίου, πρέπει νά ἀπαρνηθοῦμε τό δικό μας θέλημα.

Ὅποιος πραγμάτωσε μιά τέτοια ἀπάρνηση τοῦ ἑαυτοῦ του εἶναι ἱκανός νά λάβει τόν σταυρό τουΑὐτός μέ ὑπακοή καί ὑποταγή στόν Θεό καί ἐπικαλούμενος τή βοήθειά Του γιά νά ἐνισχυθεῖ ἔναντι τῆς ἀδυναμίας του, ἀτενίζει δίχως φόβο καί ἀμηχανία τή θλίψι πού προσεγγίζει. Ὅποιος ἀπαρνήθηκε τόν ἑαυτό του προετοιμάζεται μεγαλόψυχα καί γενναῖα νά τήν ὑπομείνει, ἐλπίζει ὅτι μέσω αὐτῆς τῆς θλίψεως θά γίνει κοινωνός καί συμμέτοχος τῶν παθῶν τοῦ Χριστοῦ καί φτάνει τή μυστική ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ, ὄχι μόνο μέ τό νοῦ καί τήν καρδιά του, ἀλλά καί μέ τήν ἴδια τήν πράξη, τήν ἴδια τή ζωή του.

Ὁ σταυρός εἶναι καί παραμένει βαρύς καί καταθλιπτικόςἐνόσω παραμένει ὁ σταυρός μαςὍταν ὅμως μεταμορφωθεῖ σέ Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, τότε γίνεται ἀσυνήθιστα ἐλαφρός. «Ὁ ζυγός μου», εἶπε ὁ Κύριος, «χρηστός καί τό φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστιν» (Ματθ. ια’ 30).

Ὁ μαθητής τοῦ Χριστοῦ λαμβάνει τόν σταυρό στούς ὤμους τουὅταν παραδέχεται πώς εἶναι ἄξιος τῶνθλίψεων πού ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ τοῦ καταπέμπειὉ μαθητής τοῦ Χριστοῦ τότε φέρει καί ὑπομένει τόν σταυρό του σωστά, ὅταν ἀναγνωρίζει ὅτι οἱ θλίψεις πού τοῦ στάλθηκαν εἶναι ἀκριβῶς -αὐτές καί ὄχι ἄλλες- εἶναι ἀναγκαῖες γιά τήν ἐν Χριστῷ μόρφωσή του καί τή σωτηρία του. Τότε φέρουμε καρτερικά τόν σταυρό μας, ὅταν ἀληθινά ἀντιλαμβανόμαστε καί ἀνα γνωρίζουμε τό ἁμάρτημά μας. Σ᾽ αὐτή τή συναίσθηση τοῦ ἁμαρτήματός μας δέν ὑπάρχει καμιά αὐταπάτη. Ὡστόσο, ὅποιος παραδέχεται τόν ἑαυτό του ἁμαρτωλό καί ταυτόχρονα γογγύζει καί μοιρολογάει ἀπό τό ὕψος τοῦ σταυροῦ του, ἀποδεικνύει μ᾽ αὐτό ὅτι μέ τό νά παραδέχεται τήν ἁμαρτία του ἐπιφανειακά, κολακεύει μονάχα τόν ἑαυτόν του καί τόν ξεγελᾶ.

Τό νά ὑπομένουμε καρτερικά τόν σταυρό μας ἀποτελεῖ ἀληθινή μετάνοιαἘσύ, ἀδελφέ, πού εἶσαι σταυρωμένος στόν σταυρό, ἐξομολογήσου στόν Κύριο μέσα στή δικαιοσύνη καί τή χρηστότητα τῶν κριμάτων Του. Μέ τήν αὐτοκατάκριση δικαίωσε τήν κρίση τοῦ Θεοῦ καί θά λάβεις ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν σου.

Ἐσύπού εἶσαι σταυρωμένος στόν σταυρόγνώρισε τόν Χριστό – καί θά σοῦ ἀνοιχτεῖ ἡ πύλη τοῦΠαραδείσουἈπό τόν σταυρό σου δοξολόγησε τόν Κύριο, ἀποκρούοντας ἀπό τόν ἑαυτό σου κάθε λογισμό μεμψιμοιρίας καί γογγυσμοῦ, ἀπορρίπτοντάς τον σάν ἔγκλημα καί σάν βλασφημία ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. Ἀπό τήν κορυφή τοῦ σταυροῦ σου εὐχαρίστησε τόν Κύριο γιά τήν ἀνεκτίμητη δωρεά – γιά τόν σταυρό σου. Εὐχαρίστησε γιά τό πολύτιμο προνόμιό σου, τό προνόμιο νά μιμεῖσαι τόν Χριστό μέ τά βάσανα καί τό μαρτύριό σου.

Ἀπό τό σταυρόὅπου εἶσαι σταυρωμένοςθεολόγησεγιατί ὁ σταυρός εἶναι τό ἀληθινό καί μόνο σχολεῖο,φυλακτήριο καί ἁγία τράπεζα τῆς ἀληθινῆς Θεολογίας.

Ἔξω ἀπό τόν σταυρόδίχως τόν σταυρόδέν ὑπάρχει ζῶσα γνώση ΧριστοῦΜή ἀναζητᾶς τή Χριστιανική τελείωση στίς ἀνθρώπινες ἀρετές. Ἐκεῖ δέν ὑπάρχει αὐτή ἡ τελείωση. Αὐτή εἶναι κρυμμένη στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ. Ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου μετατρέπεται σέ Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, ὅταν ὁ μαθητής τοῦ Χριστοῦ φέρει τόν σταυρό του μέ ἐνεργό τή συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς του, ἡ ὁποία ἔχει ἀνάγκη κολασμοῦ.
Φέρνει κανείς τό σταυρό τουὅταν σηκώνει τόν σταυρό του μέ εὐχαριστία πρός τόν Χριστό καί μέδοξολόγησή ΤουΣάν ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς δοξολογίας καί εὐχαριστίας μέσα στόν βασανισμένο ἄνθρωποἐμφανίζεται ἡ πνευματική παρηγοριάἩ εὐχαριστία καί ἡ δοξολογία αὐτή γίνονται πλουσιώτατη πηγή ἀσύλληπτης καί αἰώνιας χαρᾶς, πού ξεπηδάει μέ χάρη ἀπό τήν καρδιά, ξεχύνεται στήν ψυχή καί στό ἴδιο τό σῶμα.

Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦμονάχα στήν ἐξωτερική του ὄψηγιά τούς σαρκικούς ὀφθαλμούςεἶναι πεδίο καίχῶρος σκληρός καί δύσκολοςΓιά τόν μαθητή τοῦ Χριστοῦ, πού Τόν ἀκολουθεῖ, ὁ σταυρός εἶναι πεδίο καί χῶρος ὑψίστης πνευματικῆς ἡδονῆς καί ἀπολαύσεως. Τόσο μεγάλη εἶναι αὐτή ἡ ἡδονή καί ἀπόλαυση, ὥστε ἡ θλίψη πνίγεται καί σβήνει ὁλότελα ἀπό τήν ἀπόλαυση. Καί ὁ μαθητής τοῦ Χριστοῦ, πού τόν ἀκολουθεῖ, αἰσθάνεται μονάχα ἡδονή τήν ὥρα πού βρίσκεται ἀνάμεσα στά πιό σκληρά βάσανα. Ἔλεγε ἡ νεαρή Μαύρα στόν νεαρό σύζυγό της Τιμόθεο, ὁ ὁποῖος ὑπέμενε φοβερά βασανιστήρια καί πόνους καί τήν καλοῦσε νά δεχτεῖ καί ἐκείνη τό μαρτύριο: «Φοβοῦμαι, ἀδελφέ μου, μήπως τρομάξω, ὅταν θά δῶ τά φοβερά βασανιστήρια καί τόν ἐξοργισμένο ἡγεμόνα, μήπως ἀποκάμω σέ καρτερία καί ὑποκύψω ἐξαιτίας τῆς νεανικῆς μου ἡλικίας». Ὁ μάρτυρας Τιμόθεος τῆς ἀπάντησε τότε: «Ἔλπιζε στόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό καί τά βασανιστήρια θά εἶναι γιά σένα λάδι, πού ξεχύνεται ἀπάνω στό σῶμα σου καί πνεῦμα δρόσου στά κόκκαλά σου, πού θά ἀνακουφίζει ὅλες σου τίς ἀσθένειες».

Ὁ Σταυρός εἶναι ἡ ἰσχύς καί ἡ δόξα ὅλων τῶν ἀπ᾽ αἰῶνος ἉγίωνὉ Σταυρός εἶναι ἰατήρας τῶν παθῶν, ἐξολοθρευτής τῶν δαιμόνων. Θανάσιμος εἶναι ὁ σταυρός γιά ἐκείνους, πού τόν σταυρό τους δέν τόν μεταμόρφωσαν σέ Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, πού ἀπό τόν σταυρό τους γογγύζουν κατά τῆς Πρόνοιας τοῦ Θεοῦ. Σταυρός εἶναι γιά ἐκείνους πού τόν μέμφονται καί τόν βλασφημοῦν καί παραδίδονται στήν ἀπελπισία καί τήν ἀπόγνωση.
Οἱ ἁμαρτωλοίπού δέν ἐξομολογοῦνται καί δέν μετανοοῦνπεθαίνουν πάνω στόν σταυρό τους μέ θάνατοαἰώνιοΜέ τό νά μήν ὑπομένουν καρτερικά ἀποστεροῦνται τήν ἀληθινή ζωή, τή ζωή μέσα στόν Θεό. Τούς ἀποκαθηλώνουν ἀπό τόν σταυρό τους, γιά νά κατέβουν σάν ψυχές στόν αἰώνιο τάφο.

Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ ἀνυψώνει ἀπό τή γῆ τόν μαθητή τοῦ Χριστοῦ πού ‘ναι σταυρωμένος ἀπάνω του.Ὁ μαθητής τοῦ Χριστοῦ, πού ‘ναι σταυρωμένος πάνω στό σταυρό του, φρονεῖ τά ἄνω, μέ τόν νοῦ καί τήν καρδιά του ζεῖ στόν οὐρανό καί καθορᾶ τά μυστήρια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν. «Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν», εἶπε ὁ Κύριος, «ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι».