A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Πέμπτη 5 Ιουνίου 2014

Ἡ πνοὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ( Ἁγίου Ἰννοκεντίου Μόσχας)

Ἁγίου Ἰννοκεντίου Μόσχας  Η ΠΝΟΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ


Ὁ ἅγιος Ἰννοκέντιος (Βενιαμίνωφ, 1707-1879), εἶναι μία λαμπρὴ ἱεραποστολικὴ 
καὶ ἀρχιερατικὴ μορφὴ τῆς ρωσικῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας. Ἀφοῦ ἀφιέρωσε σαράντα πέντε ὁλόκληρα χρόνια τῆς ἐπίγειας ζωῆς του στὸν εὐαγγελισμὸ τῶν εἰδωλολατρικῶν ἐθνοτήτων τῆς Ἄπω Ἀνατολῆς, τὰ δεκαεπτὰ ὡς ἱερέας (1823-1840) καὶ τὰ εἴκοσι ὀκτὼ ὡς ἐπίσκοπος Καμτσάτκας, Κουρίλων καὶ Ἀλεουτίων Νήσων (1840-1868), ἀνῆλθε στὸν μητροπολιτικὸ θρόνο τῆς Μόσχας (1868), ὅπου παρέμεινε ὡς τὴν ὀσιακὴ κοίμησή του, τὸ 1879, ἐπιτελώντας ἕνα μεγαλόπνοο καὶ ἐντυπωσιακὸ ποιμαντικὸ ἔργο. Τὸ 1977 ἀνακηρύχθηκε ἐπίσημα ἅγιος ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας.
Ἀνάμεσα στὰ συγγραφικὰ πονήματα τοῦ ἁγίου Ἰννοκεντίου περιλαμβάνεται καὶ τὸ μικρὸ ἀλλὰ περίφημο ἔργο του «Ὑπόδειξη τοῦ δρόμου πρὸς τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Τὸ βιβλίο αὐτό, μία συνοπτικὴ ὀρθόδοξη κατήχηση, γνώρισε καταπληκτικὴ ἐπιτυχία. Στὴ Ρωσία, ὡς τὸ 1917, ἔφτασε τὶς 47 ἐκδόσεις. Στὰ ἑλληνικὰ ἔχουν γίνει, ἀπὸ τὸ 1843 μέχρι σήμερα, τουλάχιστον πέντε διαφορετικὲς μεταφράσεις του, ὁρισμένες ἀπ' αὐτὲς μὲ ἐπανειλημμένες ἐκδόσεις.
Στὸ τεῦχος τοῦτο τῆς «Φωνῆς τῶν Πατέρων» ἐκδίδουμε, σὲ νεοελληνικὴ ἀπόδοση, τὸ τέταρτο μέρος τοῦ βιβλίου, ποὺ ἀναφέρεται στὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Βασισμένος στὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ θεόσοφος Ἱεράρχης, ἀπαντάει σὲ τρία βασικὰ ἐρωτήματα: α) Τί εἶναι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα• β) πότε καὶ ποιοὶ Τὸ ἀποκτοῦν• γ) πῶς μποροῦμε νὰ Τὸ ἀποκτήσουμε κι ἐμεῖς.

α) Τί εἶναι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ τί δίνει στὸν ἄνθρωπο.
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ὁ Θεός, τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, παντοδύναμο ὅπως ὁ Πατέρας καὶ ὁ Υἱός. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ζωογονεῖ, ἐμψυχώνει καὶ ἐνδυναμώνει τὰ πλάσματα. Αὐτὸ δίνει στὰ ζῶα τὴ ζωή, στοὺς ἀνθρώπους τὸ νοῦ καὶ στοὺς χριστιανοὺς τὴν ἀνώτερη ζωή, τὴν πνευματική. Αὐτὸ φωτίζει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν βοηθάει νὰ μπεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δίνεται στὸν καθένα μας ὄχι σύμφωνα μὲ τὴν ἀξία τῶν καλῶν ἔργων του, ἀλλὰ δωρεάν, σύμφωνα μὲ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴ σωτηρία του.
Στὴ συνέχεια θὰ δοῦμε τί χαρίζει στὸν ἄνθρωπο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.

1. Ὅταν κατοικήσει μέσα στὸν ἄνθρωπο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τοῦ δίνει πίστη καὶ φωτισμό. Χωρὶς Αὐτό, κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει ἀληθινὴ καὶ ζωντανὴ πίστη. Χωρὶς τὸ φωτισμό Του, καὶ ὁ πιὸ σοφὸς καὶ μορφωμένος ἄνθρωπος εἶναι ὁλότελα τυφλὸς ὡς πρὸς τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν κτίση Του. Ἀπεναντίας, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μπορεῖ νὰ φωτίσει ἐσωτερικὰ καὶ τὸν πιὸ ἀμόρφωτο καὶ ἁπλοϊκὸ ἄνθρωπο, νὰ τοῦ ἀποκαλύψει ἄμεσα τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τοῦ προσφέρει τὴ γλυκειὰ γεύση τῆς βασιλείας Του. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, αἰσθάνεται στὴν ψυχή του ἕνα ἀσυνήθιστο φῶς, ποὺ τοῦ ἦταν ὁλότελα ἄγνωστο μέχρι τότε.

2. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα γεννάει στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη. Ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη εἶναι σὰν μία καθαρὴ φωτιά, μία πηγὴ θερμότητας, ποὺ ζεσταίνει τὴν καρδιά. Εἶναι μία ρίζα, ποὺ βλαστάνει μέσα στὴν καρδιὰ ὅλα τὰ καλὰ ἔργα. Γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει ζωογονηθεῖ ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη, τίποτα δὲν εἶναι δύσκολο, φοβερὸ ἢ ἀδύνατο. Γι' αὐτὸν κανένας νόμος δὲν εἶναι βαρύς, καμιὰ ἐντολὴ δὲν εἶναι ἀνεφάρμοστη. Ὅλα του εἶναι εὔκολα.
Ἡ πίστη καὶ ἡ ἀγάπη, ποὺ χαρίζει στὸν ἄνθρωπο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι τόσο μεγάλα καὶ δυνατὰ ὄπλα στὰ χέρια του, πού, ἂν τὰ ἔχει, μπορεῖ εὔκολα, ἄνετα, μὲ χαρὰ καὶ γαλήνη νὰ βαδίσει τὸ δρόμο ποὺ βάδισε ὁ Χριστός.

3. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δίνει ἀκόμα στὸν ἄνθρωπο δύναμη, γιὰ ν' ἀντιστέκεται στοὺς πειρασμοὺς τοῦ κόσμου.Ἔτσι, χρησιμοποιεῖ βέβαια τὰ ἐπίγεια ἀγαθά, ἀλλὰ σὰν περαστικὸς ταξιδιώτης, χωρὶς νὰ κολλάει σ' αὐτὰ τὴν καρδιά του. Ἀντίθετα, ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅσο μορφωμένος καὶ ἔξυπνος κι ἂν εἶναι, μένει πάντα δοῦλος καὶ αἰχμάλωτος τοῦ κόσμου.

4. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δίνει στὸν ἄνθρωπο καὶ σοφία. Αὐτὸ τὸ βλέπουμε κατεξοχὴν στοὺς ἁγίους ἀποστόλους, πού, πρὶν λάβουν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἦταν ἀγράμματοι καὶ ἁπλοϊκοὶ ἄνθρωποι, ὕστερα ὅμως κανεὶς δὲν μποροῦσε ν' ἀντισταθεῖ στὴ σοφία καὶ τὴ δύναμη τοῦ λόγου τους.
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα χαρίζει σοφία ὄχι μόνο στὰ λόγια τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ καὶ στὶς πράξεις του. Ἔτσι, λ.χ., ἐκεῖνος ποὺ ἔχει μέσα του τὸ Πνεῦμα, πάντα θὰ βρεῖ τὸ χρόνο καὶ τὸν τρόπο νὰ φροντίσει γιὰ τὴ σωτηρία του, ἀκόμα καὶ μέσα στὸ θόρυβο τοῦ κόσμου.

5. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα χαρίζει τὴν ἀληθινὴ χαρά, τὴν καρδιακὴ εὐτυχία καὶ τὴν ἀσάλευτη εἰρήνη. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποτὲ δὲν μπορεῖ νὰ χαρεῖ ἀληθινά, νὰ εὐχαριστηθεῖ καθαρά, νὰ νιώσει τὴν εἰρήνη ποὺ γλυκαίνει τὴν ψυχή. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι κάπου κάπου χαίρεται. Μὰ ἡ χαρά του εἶναι στιγμιαία καὶ ὄχι καθαρή. Κάπου-κάπου διασκεδάζει. Μὰ οἱ διασκεδάσεις του εἶναι πάντα κενές, ἀνούσιες, καὶ μετὰ ἀπ' αὐτὲς τὸν κυριεύει μία ἀκόμα μεγαλύτερη στενοχώρια. Κάπου-κάπου εἶναι ἤρεμος. Μὰ ἡ ἠρεμία του δὲν εἶναι ἡ πνευματικὴ εἰρήνη, εἶναι νάρκη τῆς ψυχῆς. Καὶ ἀλίμονο σ' ἐκεῖνον ποὺ δὲν προσπαθεῖ καὶ δὲν θέλει νὰ ξυπνήσει ἀπ' αὐτὴ τὴ νάρκη!

6. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δίνει καὶ τὴν ἀληθινὴ ταπείνωση. Ὁ ἄνθρωπος, ἀκόμα καὶ ὁ πιὸ γνωστικός, δὲν μπορεῖ νὰ γνωρίσει τὸν ἑαυτό του ὅσο πρέπει, ἂν δὲν ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Γιατί χωρὶς τὴ θεία βοήθεια, δὲν μπορεῖ νὰ δεῖ τὴν πραγματικὴ κατάσταση τῆς ψυχῆς του. Ἂν εἶναι τίμιος καὶ κάνει κανένα καλὸ στοὺς συνανθρώπους του, νομίζει πῶς εἶναι δίκαιος ἢ καί, σὲ σύγκριση μὲ τοὺς ἄλλους, τέλειος καὶ πῶς δὲν τοῦ χρειάζεται τίποτ' ἄλλο!
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅταν κατοικήσει μέσα μας, μᾶς ἀποκαλύπτει ὅλη τὴν ἐσωτερική μας φτώχια καὶ ἀδυναμία. Καὶ ἀνάμεσα στὶς ἀρετές μας, προβάλλει ὅλες τὶς ἁμαρτίες μας, τὴν ἀμέλειά μας, τὴν ἀδιαφορία μας γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἄλλων, τὴν ἰδιοτέλειά μας ἀκόμα καὶ ἐκεῖ ποὺ φαινόμαστε μεγαλόψυχοι, τὴν παχυλὴ φιλαυτία μας ἀκόμα καὶ ἐκεῖ ποὺ ποτὲ δὲν τὴν ὑποπτευόμασταν. Κοντολογίς, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μας τὰ δείχνει ὅλα, ὅπως πραγματικὰ εἶναι. Καὶ τότε ἀρχίζουμε ν' ἀποκτᾶμε τὴν ἀληθινὴ ταπείνωση. Τότε ἀρχίζουμε νὰ χάνουμε τὴν ἐμπιστοσύνη μας στὶς δικές μας δυνάμεις καὶ ἀρετές. Τότε ἀρχίζουμε νὰ θεωροῦμε τὸν ἑαυτό μας χειρότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Καὶ ταπεινωμένοι μπροστὰ στὸν Ἰησοῦ Χριστό, ἀρχίζουμε νὰ μετανοοῦμε εἰλικρινὰ καὶ νὰ ἐλπίζουμε μόνο σ' Ἐκεῖνον.

7. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μᾶς διδάσκει, τέλος, τὴν ἀληθινὴ προσευχή. Κανένας δὲν μπορεῖ νὰ κάνει προσευχὴ πραγματικὰ εὐάρεστη στὸ Θεό, πρὶν λάβει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Γιατί ἂν ἀρχίσει νὰ προσεύχεται, χωρὶς νὰ ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, θὰ δεῖ τὸ νοῦ του νὰ μὴν μπορεῖ νὰ συγκεντρωθεῖ. Ἐπιπλέον, δὲν γνωρίζει, ὅπως πρέπει, οὔτε τὸν ἑαυτό του οὔτε τὶς ἀνάγκες του οὔτε τί νὰ ζητήσει οὔτε πῶς νὰ τὸ ζητήσει ἀπὸ τὸ Θεό. Καλὰ-καλὰ δὲν ξέρει οὔτε τί εἶναι ὁ Θεός. Ὅποιος, ὅμως, ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γνωρίζει τὸ Θεό, βλέπει ὅτι Αὐτὸς εἶναι ὁ Πατέρας του καὶ ξέρει πῶς νὰ Τὸν πλησιάσει, πῶς νὰ Τὸν παρακαλέσει καὶ τί νὰ Τοῦ ζητήσει. Οἱ σκέψεις του στὴν προσευχὴ εἶναι εὔτακτες, καθαρές, προσηλωμένες μόνο στὸν Κύριο. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος μπορεῖ μὲ τὴν προσευχή του νὰ πετύχει τὰ πάντα, ἀκόμα καὶ βουνὰ νὰ μετακινήσει.
Νά, λοιπόν, τί χαρίζει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σ' ἐκεῖνον ποὺ Τὸ ἔχει λάβει. Βλέπετε ὅτι, χωρὶς τὴ βοήθεια καὶ τὴ συνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶναι ἀδύνατον ὄχι μόνο νὰ μποῦμε στὴν οὐράνια βασιλεία, ἀλλὰ κι ἕνα βῆμα νὰ κάνουμε στὸ δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ ἐκεῖ. Γι' αὐτὸ εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ποθοῦμε καὶ νὰ ζητᾶμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα• εἶναι ἀπαραίτητο νὰ Τὸ ἀποκτήσουμε καὶ νὰ Τὸ ἔχουμε πάντα μέσα μας, ὅπως Τὸ εἶχαν οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι.

β'. Πότε καὶ ποιοὶ ἀποκτοῦν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶπε: «Ὁ ἄνεμος πνέει ὅπου θέλει• ἀκοῦς τὴ βοή του, ἀλλὰ δὲν ξέρεις ἀπὸ ποῦ ἔρχεται καὶ ποῦ πηγαίνει. Ἔτσι συμβαίνει καὶ μὲ καθέναν ποὺ γεννιέται ἀπὸ τὸ Πνεῦμα» (Ἰω. 3:8). Τὰ λόγια αὐτὰ σημαίνουν, ὅτι τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴν καρδιά μας μποροῦμε νὰ τὴν ἀκούσουμε, νὰ τὴν αἰσθανθοῦμε καὶ νὰ τὴν ἀντιληφτοῦμε, ἀλλὰ δὲν μποροῦμε ποτὲ νὰ προσδιορίσουμε ἀπὸ πρὶν τὴν περίσταση καὶ τὴν ὥρα ποὺ θὰ μᾶς ἐπισκεφθεῖ. Βλέπουμε πῶς οἱ ἀπόστολοι ἔλαβαν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σὲ στιγμὲς ποὺ δὲν τὸ περίμεναν. Μόνο ἡ ἐπίσημη κατάβαση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τοὺς εἶχε προαναγγελθεῖ, καὶ πραγματοποιήθηκε τὴν προκαθορισμένη μέρα στὸν προκαθορισμένο τόπο• καὶ τότε, ὅμως, δὲν ἔλαβαν τὸ Πνεῦμα σὰν ἀνταμοιβὴ γιὰ προσωπικά τους κατορθώματα, ἀλλὰ δωρεάν, χάρη στὴν πίστη καὶ τὴν ἐλπίδα τους. Ἡ ὁμόψυχη προσευχή, στὴν ὁποία ἦταν ἀφοσιωμένοι ἀπὸ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου ὡς τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δὲν ἦταν τόσο τὸ μέσο, γιὰ νὰ πάρουν τὸ Πνεῦμα, ὅσο μία προετοιμασία γι' αὐτὸ τὸ γεγονός.
Κανένας, ἑπομένως, δὲν μπορεῖ νὰ ξέρει ποιὰ στιγμὴ καὶ μὲ ποιὸ τρόπο θὰ λάβει τὰ δῶρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιατί τὰ δῶρα δίνονται ἀπροσδόκητα, ὅποτε καὶ σ' ὅποιον θέλει ὁ δωρητής. Γι' αὐτὸ κάνουν μεγάλο λάθος, ὅσοι περιμένουν νὰ λάβουν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ συγκεκριμένο τρόπο καὶ σὲ συγκεκριμένη ὥρα. Ὅσοι, μάλιστα, ἐπινοοῦν δικά τους μέσα γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτό, ὄχι μόνο δὲν πρόκειται νὰ λάβουν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλὰ παίρνουν ἐπάνω τους καὶ μία φοβερὴ ἁμαρτία.
Πρὶν μιλήσουμε γιὰ τὸ πῶς μποροῦμε ν' ἀποκτήσουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, πρέπει νὰ τονίσουμε ὅτι Αὐτὸ δίνεται μόνο στοὺς ἀληθινὰ πιστούς. Καὶ ἀληθινὰ πιστὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ὁμολογεῖ σωστὰ τὴν ἁγία ὀρθόδοξη πίστη, χωρὶς καμιὰ πρόσθεση ἢ ἀφαίρεση ἢ ἀλλοίωση, ὅπως μᾶς τὴν παρέδωσαν οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι καὶ ὅπως τὴ διατύπωσαν καὶ τὴν ἐπικύρωσαν οἱ ἅγιοι πατέρες στὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους. Κάθε ἀμφιβολία ἡ σόφισμα σὲ θέματα πίστεως εἶναι ἀνυπακοή. Καὶ ὁ ἀνυπάκουος δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ γίνει ναὸς καὶ κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

γ'. Πῶς μποροῦμε ν' ἀποκτήσουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Τὰ γνωστὰ καὶ ἀποτελεσματικὰ μέσα γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τῶν ἱερῶν Γραφῶν καὶ τὴν πείρα τῶν μεγάλων ἅγιων, εἶναι τὰ ἑξῆς:
  1. Ἡ καθαρὴ καρδιὰ καὶ τὸ ἁγνὸ σῶμα.
  2. Ἡ ταπεινοφροσύνη.
  3. Ἡ ὑπακοὴ στὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ.
  4. Ἡ προσευχή.
  5. Ἡ καθημερινὴ αὐταπάρνηση.
  6. Ἡ ἀνάγνωση καὶ ἀκρόαση τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
  7. Τὰ μυστήρια της Ἐκκλησίας μας καὶ κατεξοχὴν ἡ θεία κοινωνία.
Κάθε πιστὴ ψυχὴ μπορεῖ νὰ γεμίσει μὲ Ἅγιο Πνεῦμα, ἂν καθαριστεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὴ φιλαυτία καὶ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι πάντα ὁλόγυρά μας καὶ ἐπιθυμεῖ νὰ μπεῖ μέσα μας. Ἀλλὰ οἱ κακές μας πράξεις μας περιβάλλουν σὰν ἰσχυρὸ πέτρινο τεῖχος καὶ τ' ἁμαρτήματά μας σὰν ἄγριοι φρουροὶ Τὸ διώχνουν μακριά μας καὶ δὲν Τὸ ἀφήνουν νὰ μᾶς πλησιάσει.
Κάθε ἁμαρτία διώχνει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Πιὸ μισητές, ὅμως, Τοῦ εἶναι ἀπὸ τὶς σωματικὲς ἡ πορνεία καὶ ἀπὸ τὶς ψυχικὲς ἡ ὑπερηφάνεια. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἡ τέλεια καθαρότητα, δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ κατοικήσει σὲ ἄνθρωπο μολυσμένο μὲ ἁμαρτίες. Πῶς νὰ μείνει στὴν καρδιά μας, ὅταν αὐτὴ εἶναι γεμάτη μὲ μέριμνες, ἐπιθυμίες καὶ πάθη;
Ἂς δοῦμε, λοιπόν, πιὸ ἀναλυτικὰ τὰ μέσα γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

1. Ἂν θέλουμε νὰ μὴ χάσουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ πήραμε στὸ βάπτισμα, ἤ, ἂν τὸ χάσαμε, νὰ Τὸ ἀποκτήσουμε πάλι, ὀφείλουμε νὰ ἔχουμε καρδιὰ καθαρὴ καὶ σῶμα ἁγνό, ἀμόλυντο δηλαδὴ ἀπὸ κάθε σαρκικὴ ἁμαρτία.
Καρδιὰ καὶ σῶμα πρέπει νὰ εἶναι ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ σ' ὅποιον ἔχει καθαρὴ καρδιὰ καὶ ἀμόλυντο σῶμα, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ μπεῖ καὶ θὰ κυριέψει τὴν ψυχή του. Φτάνει νὰ μὴν ἔχει ἀποθέσει ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς τὴν ἐλπίδα του στὰ καλά του ἔργα καὶ νὰ μὴν καυχιέται γι' αὐτά, νὰ μὴ νομίζει δηλαδὴ ὅτι δικαιωματικὰ πρέπει νὰ λάβει τὰ δῶρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σὰν ἀμοιβὴ ποὺ τοῦ χρωστάει ὁ Θεός.
Ἂν ἐσὺ εἶχες τὴν ἀτυχία νὰ κηλιδώσεις τὴν καρδιά σου καὶ νὰ φθείρεις τὸ σῶμα σου μὲ τὴν ἁμαρτία, ἀγωνίσου νὰ καθαριστεῖς μὲ τὴ μετάνοια. Πάψε ν' ἁμαρτάνεις, μετανόησε μὲ συντριβὴ καὶ ἄρχισε νὰ ζεῖς μὲ περισσότερη προσοχή. Ἔτσι θ' ἀξιωθεῖς ν' ἀπολαύσεις τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.

2. Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ σίγουρα μέσα γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ Ἅγιου Πνεύματος εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη.
Ἔστω κι ἂν εἶσαι ἄνθρωπος τίμιος, καλός, δίκαιος καὶ σπλαχνικός, ἔστω κι ἂν τηρεῖς ὅλες τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, νὰ θεωρεῖς παντοτινὰ τὸν ἑαυτό σου σὰν ἕναν ἀνάξιο δοῦλο Του, σὰν ἕνα ἐργαλεῖο στὰ χέρια Του, ἐργαλεῖο μὲ τὸ ὅποιο Ἐκεῖνος ἐνεργεῖ. Ἄλλωστε, φτάνει μία πιὸ προσεκτικὴ ματιὰ στὰ καλά μας ἔργα, ἀκόμα καὶ στὶς μεγαλύτερες ἀρετές μας, γιὰ νὰ δοῦμε πόσο λίγο ἀξίζουν νὰ λέγονται χριστιανικὲς ἀρετές. Πόσες φορές, λ.χ., δίνουμε ἐλεημοσύνη, ἂν ὄχι ἀπὸ ματαιοδοξία καὶ φιλαυτία, ὁπωσδήποτε ὅμως ἀπὸ ἰδιοτέλεια, σὰν τοκογλύφοι, ἐλπίζοντας δηλαδὴ ὅτι γιὰ ἕνα νόμισμα ποὺ δώσαμε στὸν φτωχό, θὰ πάρουμε ἀπὸ τὸ Θεὸ ἑκατὸ ἢ χίλια;
Ταπεινοφροσύνη εἶναι καὶ κάτι ἄλλο, τὸ νὰ ὑπομένεις καρτερικὰ καὶ ἀγόγγυστα ὅλες τὶς θλίψεις, λύπες καὶ δυστυχίες, θεωρώντάς τες σὰν τιμωρία γιὰ τὶς ἁμαρτίες σου. Νὰ μὴ λές, Ἀλίμονο στὴ συμφορά μου!", ἀλλὰ "Καὶ λίγα εἶναι τοῦτα γιὰ τὶς ἁμαρτίες μου!". Καὶ νὰ ζητᾶς ἀπὸ τὸ Θεό, ὄχι τόσο νὰ σὲ ἀπαλλάξει ἀπὸ τὶς δοκιμασίες, ὅσο νὰ σοῦ δώσει δύναμη γιὰ νὰ τὶς ὑπομένεις.

3. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μποροῦμε νὰ Τὸ ἀποκτήσουμε ἐπίσης μὲ τὴν ὑπακοὴ στὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Θεὸς μιλάει πολὺ καθαρά, μὲ τρόπο σαφὴ καὶ κατανοητό. Ἔτσι μποροῦμε ν' ἀκοῦμε τὴ φωνή του σὲ κάθε τόπο καὶ χρόνο καὶ περίσταση. Φτάνει μόνο νὰ ἔχουμε αὐτιὰ γιὰ ν' ἀκοῦμε. Εἶσαι λ.χ., δυστυχισμένος; Σὲ ἀδίκησε κάποιος; Πέθανε ἕνας συγγενής σου; Εἶσαι ἄρρωστος, λυπημένος ἢ μελαγχολικὸς χωρὶς καμιὰ φανερὴ αἰτία, ὅπως συμβαίνει συχνὰ σὲ ὅλους μας; Σ' ὅλες αὐτὲς τὶς περιπτώσεις μπορεῖς ν' ἀκούσεις τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ σοῦ λέει νὰ συνέλθεις καί, ἀντὶ νὰ στηρίζεσαι στοὺς ἀνθρώπους ἢ νὰ ζητᾶς παρηγοριὰ στὶς διασκεδάσεις καὶ τὰ ξεφαντώματα, νὰ γυρίσεις μετανοημένος σ' Αὐτόν, νὰ ζητήσεις παρηγοριὰ καὶ βοήθεια μόνο ἀπ' Αὐτόν.
Ἂν πάλι καλοπερνᾶς, ἂν ἔχεις ἄφθονα ἀγαθὰ καὶ καμιὰν ἀνάγκη, ἂν οἱ ὑποθέσεις σου ὅλες ἐξελίσσονται θετικά, ἂν δὲν γνωρίζεις πόνο καὶ θλίψη, ἀλλὰ μόνο χαρά, καὶ μάλιστα χαρὰ πνευματική, ὅλα τοῦτα εἶναι τοῦ Θεοῦ φωνή, ποὺ σὲ παρακινεῖ ν' ἀγαπᾶς μ' ὅλη σου τὴν καρδιὰ τὸν Εὐεργέτη σου, νὰ Τὸν εὐχαριστεῖς μ' ὅλη σου τὴ δύναμη καὶ νὰ μὴν ξεχνᾶς, ὅταν ἀπολαμβάνεις τ' ἀγαθὰ αὐτοῦ τοῦ κόσμου, νὰ βοηθᾶς καὶ τοὺς δικούς Του ἄσημους ἀδελφούς, δηλαδὴ τοὺς φτωχούς. Νὰ μὴν ξεχνᾶς ἀκόμα, πῶς τὰ ἀληθινὰ ἀγαθὰ καὶ ἡ αἰώνια χαρὰ βρίσκονται στὸν οὐρανὸ καὶ προέρχονται ἀπ' Αὐτὸν ποὺ εἶναι ἡ πηγὴ κάθε ἀγαθοῦ καὶ κάθε χαρᾶς.
Ἂν εἶναι παρανομία ἡ περιφρόνηση ἑνὸς ἐπίγειου ἄρχοντα, πόσο μεγαλύτερη ἁμαρτία εἶναι ἡ περιφρόνηση τοῦ οὐράνιου Βασιλιᾶ! Ἂν δὲν προσέξουμε, μπορεῖ ὁ Θεός, μετὰ τὶς ἀναρίθμητες ὀχλήσεις καὶ τὶς ἐπανειλημμένες προσκλήσεις Του, νὰ μᾶς ἐγκαταλείψει σὰν πεισματάρικα παιδιά. Θὰ μᾶς ἀφήσει τότε νὰ κάνουμε ὅ,τι θέλουμε. Ἀλλὰ μετὰ ἀπ' αὐτὸ ὁ νοῦς μας λίγο-λίγο θὰ σκοτιστεῖ τόσο πολύ, ὥστε καὶ οἱ φοβερότερες ἀκόμη ἁμαρτίες δὲν θὰ μᾶς φαίνονται παρὰ ἀναπόφευκτες ἀδυναμίες τῆς ἀνθρώπινης φύσεώς μας. Ὅσο, λοιπόν, ὠφέλιμο καὶ σωτήριο εἶναι τὸ ν' ἀκοῦμε τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, τόσο ἐπικίνδυνο καὶ καταστροφικὸ εἶναι τὸ νὰ μὴν τῆς δίνουμε σημασία.

4. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα Τὸ παίρνουμε ἀκόμα μὲ τὴν προσευχή. Εἶναι ὁ πιὸ ἁπλὸς καὶ ἀποτελεσματικὸς τρόπος, ποὺ μπορεῖ νὰ τὸν χρησιμοποιεῖ ὁ καθένας μας ὁποιαδήποτε ὥρα.
Ὅπως γνωρίζουμε, ἡ προσευχὴ εἶναι ἐξωτερικὴ καὶ ἐσωτερική. Ὅποιος προσεύχεται κάνοντας γονυκλισίες, κάνει ἐξωτερικὴ προσευχή. Καὶ ὅποιος μὲ τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά του ἀπευθύνεται στὸ Θεὸ πασχίζοντας νὰ Τὸν ἔχει ἀκατάπαυστα στὸ λογισμό του, κάνει ἐσωτερικὴ προσευχή.
Ὅλοι ξέρετε ποιὸς ἀπὸ τοὺς δυὸ αὐτοὺς τρόπους προσευχῆς εἶναι ὁ πιὸ καλός, ὁ πιὸ καρποφόρος, ὁ πιὸ εὐάρεστος στὸν Κύριο. Ξέρετε, ἐπίσης, ὅτι μποροῦμε νὰ προσευχόμαστε παντοῦ καὶ πάντοτε, ἀκόμα καὶ τότε ποὺ μᾶς καταβάλλει ἡ ἁμαρτία. Μποροῦμε νὰ προσευχόμαστε καὶ ὅταν δουλεύουμε καὶ ὅταν ξεκουραζόμαστε, τὶς γιορτὲς καὶ τὶς καθημερινές, ὄρθιοι, καθιστοὶ ἢ ξαπλωμένοι.
Ἐδῶ χρειάζεται νὰ σᾶς πῶ μόνο, ὅτι, μολονότι ἡ ἐσωτερικὴ προσευχὴ εἶναι τὸ πιὸ ἰσχυρὸ μέσο γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῆς θείας χάριτος, δὲν πρέπει ν' ἀφήνουμε καὶ τὴν ἐξωτερικὴ προσευχή, καὶ μάλιστα τὴν κοινὴ θεία λατρεία. Πολλοὶ λένε: "Γιατί νὰ πάω στὴν ἐκκλησία; Μπορῶ καὶ στὸ σπίτι νὰ προσευχηθῶ. Ἐκεῖ περισσότερο ἁμαρτάνεις παρὰ προσεύχεσαι". Ἀλλὰ τί τοὺς κάνει, νομίζετε, νὰ μιλοῦν ἔτσι; Ἡ καλή τους γνώση ἢ ἡ ὀρθή τους κρίση; Καθόλου! Ἀπεναντίας, ἡ τεμπελιὰ καὶ ὁ ἐγωισμός τους. Εἶναι ἀλήθεια, βέβαια, ὅτι μερικὲς φορὲς συμβαίνει, δυστυχῶς, νὰ εἴμαστε μέσα στὴν ἐκκλησία καὶ ν' ἁμαρτάνουμε. Αὐτό, ὅμως, δὲν γίνεται ἐπειδὴ ἤρθαμε στὴν ἐκκλησία, μὰ ἐπειδὴ ἤρθαμε μὲ διάθεση ἀκατάλληλη, ὄχι γιὰ νὰ προσευχηθοῦμε, μὰ γιὰ ἄλλα! Καὶ γιὰ νὰ πεισθεῖτε, κοιτάξτε ἐκείνους πού, μὲ τὶς παραπάνω προφάσεις, δὲν ἔρχονται στὴν ἐκκλησία. Μήπως προσεύχονται στὸ σπίτι τους; Κάθε ἄλλο!
Εἴπαμε πρίν, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, δὲν μπορεῖ νὰ προσευχηθεῖ ἀληθινά. Πράγματι, γιὰ νὰ προσευχηθεῖ κανεὶς ὅπως πρέπει, χρειάζεται πολὺς κόπος, μεγάλος ἀγώνας. Δὲν εἶναι δυνατὸν ἀμέσως ἢ ἔστω σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα νὰ κατευθύνει τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά του στὸ Θεό. Ἀλλά, ὅμως, τί ἀποκτιέται στὸν κόσμο τοῦτο εὔκολα, γρήγορα καὶ ἄκοπα; Ποιὰ τέχνη, ποιὰ ἐπιστήμη, ποιὰ πνευματικὴ παρηγοριά; Γι' αὐτὸ νὰ προσεύχεσαι. Ἀκόμα κι ἂν στὴν προσευχή σου βλέπεις πολὺ κόπο καὶ καμιὰ εὐχαρίστηση, νὰ προσεύχεσαι μὲ ἐπιμέλεια καὶ ζῆλο. Νὰ συνηθίζεις τὸν ἑαυτό σου στὴν προσευχὴ καὶ τὴ συνομιλία μὲ τὸ Θεό. Νὰ προσπαθεῖς, ὅσο μπορεῖς, νὰ συμμαζεύεις καὶ νὰ ἐλέγχεις τὶς σκορπισμένες σου σκέψεις. Ἔτσι, σιγὰ σιγά, ἡ προσευχή σου θὰ γίνεται ὅλο καὶ πιὸ εὔκολη. Θ' ἀρχίσεις κι ἐσὺ νὰ αἰσθάνεσαι μία γλυκειὰ παρηγοριά. Καὶ ἂν κάνεις εἰλικρινὴ προσπάθεια, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, βλέποντας τὴν ἀγωνιστικότητά σου καὶ τὴ γνησιότητα τοῦ πόθου σου, γρήγορα θὰ σὲ βοηθήσει. Καὶ ἀφοῦ μπεῖ μέσα σου, θὰ σοῦ διδάξει τὴν ἀληθινὴ προσευχή.
Ὁ Θεὸς μᾶς ζητάει νὰ προσευχόμαστε ἀδιάκοπα (Α' Θεσσ. 5:17). Πολλοὶ λένε: "Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ προσευχόμαστε ἀδιάκοπα, ἀφοῦ ζοῦμε στὸν κόσμο; Ἂν ἀσχοληθοῦμε μόνο μὲ τὴν προσευχή, πότε θὰ ἐκπληρώσουμε τὶς ὑποχρεώσεις μας καὶ θ' ἀσχοληθοῦμε μὲ τὶς δουλειές μας;".
Δὲν μποροῦμε, βέβαια, νὰ κάνουμε ἀδιάλειπτη προσευχὴ ἐξωτερικά, νὰ στεκόμαστε δηλαδὴ πάντοτε σὲ στάση προσευχῆς, γιατί πρέπει καὶ νὰ δουλέψουμε καὶ πολλὲς ἄλλες ἀνάγκες μας νὰ ἱκανοποιήσουμε. Ὅποιος, ὅμως, συναισθάνεται τὴν ἐσωτερική του φτώχεια, δὲν θὰ πάψει νὰ προσεύχεται, ὅ,τι κι ἂν κάνει. Ὅποιος θερμὰ ποθεῖ νὰ μπεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, θὰ βρεῖ τὴν εὐκαιρία καὶ τὸ χρόνο νὰ προσεύχεται, τόσο ἐσωτερικὰ ὅσο καὶ ἐξωτερικά. Ἀκόμα κι ὅταν ἐργάζεται βαριὰ καὶ ἀκατάπαυστα, θὰ βρεῖ καιρὸ νὰ μιλήσει στὸ Θεό. Δὲν βρίσκει καιρὸ νὰ προσευχηθεῖ μόνο ἐκεῖνος ποὺ δὲν θέλει νὰ προσευχηθεῖ.
Μερικοὶ πιστεύουν ὅτι προσευχὴ μπορεῖ νὰ γίνεται μόνο ἀπὸ βιβλία. Καλὸ εἶναι, βέβαια, ἂν μπορεῖς, νὰ ἱκετεύεις καὶ νὰ δοξολογεῖς τὸ Θεὸ μὲ τὰ λόγια τῶν ψαλμῶν καὶ τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων. Ἄν, ὅμως, εἶσαι ἀγράμματος, τότε φτάνει νὰ μάθεις τὶς κυριότερες προσευχές, μὲ πρώτη τὴν Κυριακὴ προσευχή, δηλαδὴ τὸ «Πάτερ ἡμῶν». Σ' αὐτὴ τὴν προσευχή, ποὺ μᾶς τὴν παρέδωσε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, ἀναφέρονται ὅλες οἱ ἀνάγκες μας. Ἄν, πάλι, οἱ περιστάσεις δὲν ἐπιτρέπουν νὰ προσευχηθεῖς γιὰ ἀρκετὴ ὥρα, τότε λέγε μερικὲς ἁπλὲς καὶ σύντομες προσευχές, ὅπως, «Κύριε, ἐλέησον», «Θεέ μου, βοήθησέ με», «Κύριε, συγχώρεσέ με», «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν».

5. Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἅγιους πατέρες εἶπε: " Ἂν θέλεις ἡ προσευχή σου ν' ἀνεβεῖ κατευθείαν στὸ Θεό, δῶσε της δυὸ φτερά, τὴ νηστεία καὶ τὴν ἐλεημοσύνη ". Κυρίως μ' αὐτὲς τὶς δυὸ πρακτικὲς ἀρετὲς πραγματοποιεῖται ἡ καθημερινὴ αὐταπάρνηση.
Νηστεία γενικὰ καὶ γιὰ κάθε ἄνθρωπο εἶναι ἡ ἐγκράτεια καὶ ὁ αὐστηρὸς μετριασμὸς στὴ χρήση τῆς τροφῆς.
Σκοπὸς τῆς νηστείας εἶναι νὰ ταπεινώσει καὶ νὰ ἐλαφρύνει τὸ σῶμα, κάνοντάς το ἔτσι πιὸ ὑπάκουο στὴν ψυχή.
Γιατί ἕνα χορτάτο καὶ παχύσαρκο σῶμα ζητάει εὐκολίες καὶ ἀνέσεις, μᾶς κάνει ράθυμους καὶ δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ συλλογιζόμαστε τὸ Θεό. Δένει τὴν ψυχή, τὴν πνίγει, τὴν κάνει ὅ,τι θέλει.
Ἀλλὰ νηστεύοντας σωματικά, πρέπει συνάμα νὰ νηστεύεις καὶ ψυχικά: Νὰ φυλᾶς τὴ γλώσσα σου ἀπὸ κάθε κακὸ ἢ ἀνώφελο λόγο. Νὰ κυριαρχεῖς στὶς ἐπιθυμίες σου. Νὰ ξεριζώνεις τὰ πάθη σου.
Ὅσο γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη, ἐμεῖς συνήθως ὀνομάζουμε ἔτσι τὴ βοήθεια ποὺ δίνουμε στοὺς φτωχούς. Δὲν εἶναι, ὅμως, μόνο αὐτή. Ἐλεημοσύνη εἶναι κάθε πράξη ἀγάπης καὶ εὐσπλαχνίας: Νὰ δώσει κανεὶς τροφὴ στὸν πεινασμένο, νὰ δώσει νερὸ στὸν διψασμένο, νὰ ντύσει τὸν γυμνό, νὰ ἐπισκεφθεῖ τὸν ἄρρωστο καὶ τὸν φυλακισμένο, νὰ φιλοξενήσει τὸν ἄστεγο, νὰ περιθάλψει τὸ ὀρφανὸ κ.λπ.
Ἀλλὰ γιὰ νὰ εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη σου ἀληθινή, ὅλα αὐτὰ πρέπει νὰ τὰ κάνεις χωρὶς νὰ καυχιέσαι, χωρὶς νὰ ζητᾶς τὸν ἔπαινο τῶν ἄνθρωπων καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη ἐκείνων ποὺ εὐεργετεῖς.

6. Ἕνας ἄλλος τρόπος, μὲ τὸν ὅποιο μποροῦμε νὰ πάρουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι, ὅπως εἴπαμε, ἡ ἀνάγνωση καὶ ἀκρόαση τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Ἡ Ἅγια Γραφὴ εἶναι γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἕνα θησαυροφυλάκιο, ἀπ' ὅπου μπορεῖ νὰ ἀντλήσει φῶς καὶ ζωή• φῶς, ποὺ φωτίζει καὶ σοφίζει, καὶ ζωή, ποὺ ζωογονεῖ καὶ παρηγορεῖ καὶ εὐφραίνει. Ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πολυτιμότερα δῶρα τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο, μία μεγάλη εὐεργεσία, ἀπὸ τὴν ὁποία ὁ καθένας μπορεῖ νὰ ὠφεληθεῖ, φτάνει μόνο νὰ τὸ θελήσει. Ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι ἡ θεία σοφία, μία σοφία τόσο θαυμαστὴ καὶ ἐξαιρετική, ποὺ μπορεῖ νὰ τὴν κατανοήσει ὁ πιὸ ἁπλὸς κι ἀγράμματος ἄνθρωπος. Γι' αὐτὸ ἀκριβῶς πολλοὶ ἁπλοὶ ἄνθρωποι, διαβάζοντας ἢ ἀκούγοντας τὴν Ἁγία Γραφή, ἔγιναν εὐσεβεῖς καὶ ἔλαβαν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἐνῶ ἀπεναντίας ἄλλοι, καὶ μάλιστα μορφωμένοι, μελετώντάς την, πλανήθηκαν καὶ χάθηκαν. Αὐτὸ ἔγινε, γιατί οἱ πρῶτοι τὴ διάβαζαν μὲ ἁπλότητα καρδιᾶς, χωρὶς ὀρθολογιστικὰ ψιλολογήματα, ἐπιδιώκοντας νὰ πλουτίσουν ὄχι σὲ γνώση ἀνθρώπινη, ἀλλὰ σὲ χάρη καὶ δύναμη καὶ Πνεῦμα Θεοῦ, ἐνῶ οἱ δεύτεροι, νομίζοντας πῶς εἶναι σοφοὶ καὶ πῶς τὰ ξέρουν ὅλα, ζητοῦσαν στὴ Γραφὴ ὄχι τὴ δύναμη καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὴ σοφία τοῦ κόσμου.

7. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα Τὸ ἀποκτοῦμε, τέλος, μὲ τὴ συμμετοχὴ στὰ ἱερὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ κατεξοχὴν μὲ τὴ θεία κοινωνία.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶπε: «Ὅποιος τρώει τὴ σάρκα μου καὶ πίνει τὸ αἷμα μου, εἶναι ἑνωμένος μαζί μου κι ἐγὼ μαζί του. Αὐτὸς ἔχει ζωὴ παντοτινή. Καὶ ἐγὼ θὰ τὸν ἀναστήσω τὴν ἔσχατη ἡμέρα» (πρβλ. Ἰω. 6:56-54). Ὅποιος, δηλαδή, ἄξια κοινωνεῖ τὰ ἅγια μυστήρια, ἑνώνεται μὲ τὸν Κύριο. Καὶ ὅποιος μὲ ἀληθινὴ μετάνοια, καθαρὴ καρδιά, θεῖο φόβο καὶ ἀκράδαντη πίστη παίρνει τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου, παίρνει συνάμα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, πού, μπαίνοντας στὸν ἄνθρωπο, τὸν ἑτοιμάζει νὰ δεχτεῖ καὶ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ τὸ Θεὸ Πατέρα, νὰ γίνει δηλαδὴ ναὸς καὶ κατοικητήριο τοῦ ἀληθινοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἀπεναντίας, ὅποιος κοινωνεῖ τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου ἀνάξια, μὲ ψυχὴ ἀκάθαρτη, μὲ καρδιὰ γεμάτη κακία, ἐκδικητικότητα καὶ μίσος, ὄχι μόνο δὲν παίρνει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλὰ γίνεται προδότης, ὅπως ὁ Ἰούδας, καὶ σταυρώνει τὸ Χριστὸ γι' ἄλλη μία φορά.
Τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, γι' αὐτοὺς ποὺ ἄξια τὸ μεταλαβαίνουν, εἶναι τὸ φάρμακο ποὺ θεραπεύει κάθε ἀσθένεια καὶ κάθε ἀδυναμία. Καὶ ποιὸς ἀπὸ μᾶς εἶναι σὲ κατάσταση τέλειας ὑγείας; Ποιὸς δὲν χρειάζεται θεραπεία, ἀνακούφιση καὶ παρηγοριά;
Τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ τροφή μας στὸ δρόμο πρὸς τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μπορεῖ ποτὲ νὰ ξεκινήσει κανεὶς γιὰ μεγάλη καὶ κοπιαστικὴ πορεία χωρὶς τροφή;
Τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁρατὸ ἁγιαστικὸ μέσο, ποὺ μᾶς τὸ κληροδότησε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καὶ μᾶς τὸ ἄφησε γιὰ τὸν ἁγιασμό μας. Ποιὸς δὲν θὰ ἤθελε νὰ γίνει μέτοχος σὲ μία τέτοια κληρονομιὰ καὶ ν' ἁγιαστεῖ;
Μὴν ἀμελεῖτε, λοιπόν, νὰ πλησιάζετε στὸ Ποτήριο τῆς ζωῆς. Ἀλλὰ νὰ πλησιάζετε μὲ φόβο Θεοῦ καὶ πίστη. Ὅποιος ἀρνεῖται ἢ ἀμελεῖ νὰ κοινωνήσει, δὲν ἀγαπάει τὸ Χριστό, γι' αὐτὸ οὔτε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ λάβει οὔτε στὴν οὐράνια βασιλεία θὰ μπεῖ.
Αὐτά, λοιπόν, εἶναι τὰ μέσα, μὲ τὰ ὅποια μποροῦμε ν' ἀποκτήσουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα: καθαρὴ καρδιὰ καὶ ἁγνὴ ζωή, ταπεινοφροσύνη, ὑπακοὴ στὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, προσευχή, αὐταπάρνηση, μελέτη τῶν ἱερῶν βιβλίων, θεία κοινωνία.
Τὸ καθένα ἀπ' αὐτὰ τὰ μέσα ἀρκεῖ, βέβαια, καὶ μόνο του γιὰ νὰ μᾶς χαρίσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Μὰ εἶναι πιὸ καλὸ καὶ πιὸ ἀποτελεσματικὸ νὰ τὰ χρησιμοποιοῦμε ὅλα μαζί. Τότε, χωρὶς καμιὰν ἀμφιβολία, θὰ λάβουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Καὶ θὰ γίνουμε ἅγιοι!
Τελειώνοντας, πρέπει νὰ ποῦμε, ὅτι, ἂν κάποιος ἀξιωθεῖ νὰ λάβει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ στὴ συνέχεια πέσει σὲ ἁμαρτία, Τὸ διώχνει ἀπὸ μέσα του. Καὶ τότε, ὅμως, ἂς μὴν ἀπελπιστεῖ, ἂς μὴ νομίσει ὅτι χάθηκαν ὅλα. Ὅσο πιὸ γρήγορα μπορεῖ, ἂς προσπέσει στὸ Θεὸ μὲ θέρμη, μὲ μετάνοια, μὲ προσευχή. Καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ ἐπιστρέψει μέσα του.


Ἱερὰ Μονὴ Παρακλήτου 
Ὠρωποῦ Ἀττικῆς 


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ - Ἀπόστολος - (Ὁμιλία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ)




Ἀπόστολος Κυριακής (Πραξ. Β´ 1-11)



Εν τῷ συμπληροῦσθαι τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς ἦσαν ἅπαντες οἱ ἀπόστολοι ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό. Καὶ ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας, καὶ ἐπλήρωσεν ὅλον τὸν οἶκον οὗ ἦσαν καθήμενοι· καὶ ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός, ἐκάθισέ τε ἐφ᾿ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν, καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος ῾Αγίου, καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι. ῏Ησαν δὲ ἐν ῾Ιερουσαλὴμ κατοικοῦντες ᾿Ιουδαῖοι, ἄνδρες εὐλαβεῖς ἀπὸ παντὸς ἔθνους τῶν ὑπὸ τὸν οὐρανόν· γενομένης δὲ τῆς φωνῆς ταύτης συνῆλθε τὸ πλῆθος καὶ συνεχύθη, ὅτι ἤκουον εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ λαλούντων αὐτῶν. ᾿Εξίσταντο δὲ πάντες καὶ ἐθαύμαζον λέγοντες πρὸς ἀλλήλους· Οὐκ ἰδοὺ πάντες οὗτοί εἰσιν οἱ λαλοῦντες Γαλιλαῖοι; Καὶ πῶς ἡμεῖς ἀκούομεν ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ ἡμῶν ἐν ᾗ ἐγεννήθημεν, Πάρθοι καὶ Μῆδοι καὶ ᾿Ελαμῖται, καὶ οἱ κατοικοῦντες τὴν Μεσοποταμίαν, ᾿Ιουδαίαν τε καὶ Καππαδοκίαν, Πόντον καὶ τὴν ᾿Ασίαν, Φρυγίαν τε καὶ Παμφυλίαν, Αἴγυπτον καὶ τὰ μέρη τῆς Λιβύης τῆς κατὰ Κυρήνην, καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες ῾Ρωμαῖοι, ᾿Ιουδαῖοί τε καὶ προσήλυτοι, Κρῆτες καὶ ῎Αραβες, ἀκούομεν λαλούντων αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ;

Ἀπόδοση 

Όταν ἔφτασε ἡ ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ἦταν ὅλοι μαζὶ συγκεντρωμένοι μὲ ὁμοψυχία στὸ ἴδιο μέρος. Ξαφνικὰ ἦρθε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ μιὰ βουὴ σὰν νὰ φυσοῦσε δυνατὸς ἄνεμος, καὶ γέμισε ὅλο τὸ σπίτι ὅπου ἔμεναν. ᾿Επίσης τοὺς παρουσιάστηκαν γλῶσσες σὰν φλόγες φωτιᾶς, ποὺ μοιράστηκαν καὶ κάθισαν ἀπὸ μία στὸν καθένα ἀπ’ αὐτούς. ῞Ολοι τότε πλημμύρισαν ἀπὸ Πνεῦμα ῞Αγιο καὶ ἄρχισαν νὰ μιλοῦν σὲ ἄλλες γλῶσσες, ἀνάλογα μὲ τὴν ἱκανότητα ποὺ τοὺς ἔδινε τὸ Πνεῦμα. Στὴν ῾Ιερουσαλὴμ βρίσκονταν τότε εὐσεβεῖς ᾿Ιουδαῖοι ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη τοῦ κόσμου. ῞Οταν ἀκούστηκε αὐτὴ ἡ βουή, συγκεντρώθηκε πλῆθος ἀπ’ αὐτοὺς καὶ ἦταν κατάπληκτοι, γιατὶ ὁ καθένας τους ἄκουγε τοὺς ἀποστόλους νὰ μιλᾶνε στὴ δική του γλώσσα. Εἶχαν μείνει ὅλοι ἐκστατικοὶ καὶ μὲ ἀπορία ἔλεγαν μεταξύ τους· «Μὰ αὐτοὶ ὅλοι ποὺ μιλᾶνε δὲν εἶναι Γαλιλαῖοι; Πῶς, λοιπόν, ἐμεῖς τοὺς ἀκοῦμε νὰ μιλᾶνε στὴ δική μας μητρικὴ γλώσσα; Πάρθοι, Μῆδοι καὶ ᾿Ελαμίτες, κάτοικοι τῆς Μεσοποταμίας, τῆς ᾿Ιουδαίας καὶ τῆς Καππαδοκίας, τοῦ Πόντου καὶ τῆς ᾿Ασίας, τῆς Φρυγίας καὶ τῆς Παμφυλίας, τῆς Αἰγύπτου, καὶ ἀπὸ τὰ μέρη τῆς λιβυκῆς Κυρήνης, Ρωμαῖοι ποὺ εἶναι ἐγκατεστημένοι ἐδῶ, Κρητικοὶ καὶ ῎Αραβες, ὅλοι ἐμεῖς, εἴτε ἰουδαϊκῆς καταγωγῆς εἴτε προσήλυτοι, τοὺς ἀκοῦμε νὰ μιλοῦν στὶς γλῶσσες μας γιὰ τὰ θαυμαστὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ».
Λόγος εἰς τῆν Πεντηκοστήν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ

Όταν συμπληρωνόταν η πεντηκοστή ημέρα μετά την Ανάσταση, της οποίας έφθασε τώρα η μνήμη, ενώ όλοι οι μαθητές ήσαν συγκεντρωμένοι μαζί και ευρίσκονταν ομόψυχοι στο υπερώο (οίκος) εκείνου του ιερού, αλλά και στο προσωπικό του υπερώο, στο νου του, συναγμένος ο καθένας τους (διότι ήσαν σε ησυχία και αφιερωμένοι στη δέηση και στους ύμνους προς το Θεό), ξαφνικά, λέγει ο ευαγγελιστής Λουκάς, «ακούσθηκε ήχος από τον ουρανό, σαν από ορμή βιαίου ανέμου και εγέμισε τον οίκο όπου κάθονταν».(Πραξ.2, 1-11). Είναι βίαιος γιατί νικά τα πάντα και ξεπερνά τα τείχη του πονηρού, γκρεμίζει κάθε οχύρωμα του εχθρού, ταπεινώνει τους υπερήφανους, ανυψώνει τους ταπεινούς στη καρδιά και διασπά τους συνδέσμους των αμαρτημάτων. Γέμισε δε ο οίκος εκείνος στον οποίο κάθονταν, καθιστώντας τον, κολυμβήθρα πνευματική και εκπληρώνοντας την επαγγελία του Σωτήρα, που τους έλεγε, πριν αναληφθεί: «Ο μεν Ιωάννης βάπτισε με νερό, εσείς δε θα βαπτισθήτε με άγιο Πνεύμα, όχι έπειτα από πολλές μέρες».

Αλλά και το όνομα που έδωσε σ' αυτούς το έδειξε να αληθεύει. Διότι δια του ήχου αυτού από τους ουρανούς οι Απόστολοι έγιναν πραγματικά υιοί βροντής. «Και φάνηκαν σ' αυτούς γλώσσες διαμεριζόμενες ωσάν πυρός και στον καθένα τους κάθισε από μια κι' εγέμισαν όλοι άγιο Πνεύμα και μιλούσαν άλλες γλώσσες, όπως τους έδιδε το Πνεύμα να μιλούν».

Αλλά για ποιό λόγο φάνηκε το Πνεύμα σε σχήμα γλωσσών;

Αφ' ενός για να επιδείξει τη συμφυϊα του, τη σχέση του με το Λόγο του Θεού, γιατί τίποτε δεν είναι συγγενέστερο από τη γλώσσα προς το λόγο. Συγχρόνως δε και για τη χάρη της διδασκαλίας, γιατί ο κατά Χριστό διδάσκαλος χρειάζεται χαριτωμένη γλώσσα.

Γιατί δε φανερώθηκε το άγιο Πνεύμα με πύρινες γλώσσες;

Όχι μόνο για το ομοούσιο του Πνεύματος προς το Πατέρα και τον Υιό (γιατί πυρ είναι ο Θεός μας), αλλά και για τη διπλή ενέργεια του κηρύγματος των Αποστόλων. Γιατί μπορεί συγχρόνως να ευεργετεί και να τιμωρεί. Όπως το πυρ έχει διπλή ιδιότητα και να φωτίζει και να φλογίζει, έτσι και ο λόγος της διδασκαλίας, αυτούς που υπακούουν φωτίζει και αυτούς που απειθούν παραδίδει τελικά σε πυρ και κόλαση. Είπε δε γλώσσες, όχι πυρός, αλλά σαν πυρός, για να μη νομίσει κανείς ότι το πυρ εκείνο είναι αισθητό και υλικό, αλλά να αντιληφθούμε την επιφάνεια του Πνεύματος σαν με παράδειγμα.
 
Για ποιό λόγο δε οι γλώσσες φάνηκαν να διαμερίζονται σ' αυτούς; 

Γιατί μόνο στο Χριστό που ήλθε και αυτός από πάνω δεν δίδεται με μέτρο το Πνεύμα από το Πατέρα. Εκείνος και κατά σάρκα ακόμη είχε ολόκληρη τη θεία δύναμη και την ενέργεια, ενώ σε κανέναν άλλο δεν έγινε χωρητή όλη η χάρη του Πνεύματος, αλλά ατομικά ο καθένας αποκτά άλλος το ένα και άλλος το άλλο από τα χαρίσματα, για να μη νομίσει κανείς ότι η από το Πνεύμα διδόμενη στους αγίους χάρη είναι φύση.

Το δε εκάθισε δεν υποδηλώνει μόνο το δεσποτικό αξίωμα, αλλά και το ενιαίο του θείου Πνεύματος. Κάθισε πάνω στό καθένα τους και πληρώθηκαν όλοι άγιο Πνεύμα, γιατί και όταν μερίζεται κατά τις διάφορες δυνάμεις και ενέργειές του, δια της καθεμιάς ενέργειας παρευρίσκεται και ενεργεί ολόκληρο το άγιο Πνεύμα, αμερίστως μεριζόμενο και ολοκληρωτικά μετεχόμενο, κατά την εικόνα της ηλιακής ακτίνας. Λαλούσαν δε άλλες γλώσσες, δηλαδή διαλέκτους, διότι έγιναν όργανα του θείου Πνεύματος, ενεργούντα και κινούμενα κατά τη θέληση και δύναμη εκείνου.

Αυτά προαναγγέλθηκαν και μέσω των προφητών του, όπως δια του Ιεζεκιήλ: «θα σας δώσω καρδιά νέα και Πνεύμα νέο θα βάλω μέσα σας, το Πνεύμα μου». (Ιεζ. 36,26). Δια του Ιωήλ: «και κατά τις έσχατες μέρες θα εκχύσω από το Πνεύμα μου επάνω σε κάθε σάρκα». (Ιωήλ 2,28). Δια του Μωυσή: «ποιός θα καταστήσει προφήτες όλο το λαό του Κυρίου, όταν δώσει ο Κύριος σ' αυτούς το Πνεύμα του;».

Ο ίδιος δε ο Κύριος έλεγε: «όποιος πιστεύει σε μένα, θα ρεύσουν ποτάμια ζωντανού ύδατος από την κοιλιά του» το οποίο ερμηνεύοντας ο ευαγγελιστής: «τούτο το έλεγε περί του Πνεύματος που επρόκειτο να λαμβάνουν οι πιστεύοντες σ' αυτόν». (Ιω. 17,39). Έλεγε επίσης στους μαθητές του: «εάν με αγαπάτε, θα τηρήσετε τις εντολές μου, κι' εγώ θα ζητήσω από τον Πατέρα να σας στείλει άλλο Παράκλητο, για να μείνει μαζί σας αιωνίως, το Πνεύμα της αληθείας» και «ο δε Παράκλητος, το άγιο Πνεύμα, που θα στείλει ο Πατέρας στο όνομά μου, εκείνος θα σας διδάξει τα πάντα» και «θα σας οδηγήσει σε όλη την αλήθεια». (Ιω.14,15 - 14,26 - 15,26 - 17,39).

Τώρα λοιπόν εκπληρώθηκε η επαγγελία και κατήλθε το άγιο Πνεύμα, σταλμένο και δοσμένο από το Πατέρα και τον Υιό και αφού περιέλαμψε τους αγίους μαθητές και τους άναψε θείως ως πραγματικές λαμπάδες και τους ανέδειξε σε φωστήρες υπερκοσμίους και παγκοσμίους. Όπως δε, αν κανείς ανάψει από τη φωσφόρο λαμπάδα άλλη και από 'κείνη άλλη και ούτω καθεξής, κρατώντας το με τη διαδοχή, έχει πάντοτε το φως μόνιμα, έτσι δια της χειροτονίας των Αποστόλων επί τους διαδόχους των διαδίδεται η χάρη του θείου Πνεύματος δι' όλων των γενεών και φωτίζει όλους τους υπακούοντας στους ποιμένες και διδασκάλους.

Το άγιο Πνεύμα που δεν αποστέλλεται μόνο, αλλά και αποστέλλει τον από τον Πατέρα Υιό πάνω στη γη και μας δίδαξε τα θαυμαστά και μεγάλα. Διότι το άγιο Πνεύμα ήταν πάντοτε και συνυπήρχε με τον Υιό στον Πατέρα, συνδημιουργώντας στο καιρό τους τα δημιουργηθέντα και συνανακαινίζοντας τα φθαρέντα και συγκρατώντας τα διαμένοντα, πανταχού παρόν και τα πάντα πληρούν και διέπον και εφορών. Όχι μόνο παντού, αλλά και πάνω από το παν, ούτε σε όλο τον αιώνα και το χρόνο μόνο, αλλά και πριν από κάθε αιώνα και χρόνο».

(απόσπασμα από τις Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», τόμος 10ος)



Πηγή: www.alopsis.gr


Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ'

Εὐλογητὸς εἶ, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ πανσόφους τοὺς ἁλιεῖς ἀναδείξας, καταπέμψας αὐτοῖς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, καὶ δι' αὐτῶν τὴν οἰκουμένην σαγηνεύσας, φιλάνθρωπε, δόξα σοι. 









Ἐξαποστειλάριον Ἦχος γ'

Τὸ πανάγιον Πνεῦμα, τὸ προϊὸν ἐκ τοῦ Πατρός, καὶ δι' Υἱοῦ ἐνδημῆσαν, τοῖς ἀγραμμάτοις Μαθηταῖς, τοὺς σὲ Θεὸν ἐπιγνόντας, σῶσον, ἁγίασον πάντας. (Δίς)
Ἕτερον Ἦχος ὁ αὐτὸς

Φῶς ὁ Πατήρ, φῶς ὁ Λόγος, φῶς καὶ τὸ ἅγιον Πνεῦμα, ὅπερ ἐν γλώσσαις πυρίναις, τοῖς Ἀποστόλοις ἐπέμφθη, καὶ δι' αὐτοῦ πᾶς ὁ κόσμος φωταγωγεῖται, Τριάδα σέβειν ἁγίαν. (Ἅπαξ) 



Δείτε σχετικά:

3. Ἡ πνοὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ( Ἁγίου Ἰννοκεντίου Μόσχας)

Τετάρτη 4 Ιουνίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ - Εὐαγγέλιον (Τὸ ζωντανὸ ποτάμι - Ἡ ἐποχὴ τῆς Χάριτος - Τὸ φῶς τὸ ἀληθινὸν)




Εὐαγγέλιο Κυριακής: Ιω. ζ΄ 37-52, η΄ 12

«Τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ τῇ μεγάλῃ τῆς ἑορτῆς, εἱστήκει ὁ ᾿Ιησοῦς καὶ ἔκραξε λέγων· ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω. ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθὼς εἶπεν ἡ γραφή, ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος. τοῦτο δὲ εἶπε περὶ τοῦ Πνεύματος οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες εἰς αὐτόν· οὔπω γὰρ ἦν Πνεῦμα Ἅγιον, ὅτι ᾿Ιησοῦς οὐδέπω ἐδοξάσθη. πολλοὶ οὖν ἐκ τοῦ ὄχλου ἀκούσαν­τες τὸν λόγον ἔλεγον· οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ προφήτης· ἄλλοι ἔλεγον· οὗτός ἐστιν ὁ Χρι­στός· ἄλλοι ἔλεγον· μὴ γὰρ ἐκ τῆς Γαλιλαίας ὁ Χριστὸς ἔρχεται; οὐχὶ ἡ γραφὴ εἶπεν ὅτι ἐκ τοῦ σπέρματος Δαυῒδ καὶ ἀπὸ Βηθλεὲμ τῆς κώμης, ὅπου ἦν Δαυΐδ, ὁ Χριστὸς ἔρχεται; σχίσμα οὖν ἐν τῷ ὄχλῳ ἐγένετο δι᾿ αὐτόν. τινὲς δὲ ἤθελον ἐξ αὐτῶν πιάσαι αὐτόν, ἀλλ᾿ οὐ­­­δεὶς ­ἐπέβαλεν ἐπ᾿ αὐτὸν τὰς χεῖρας. ῏Ηλθον οὖν οἱ ὑ­­­­πη­­­ρέται πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ Φαρισαίους, καὶ εἶπον αὐτοῖς ἐκεῖνοι· διατί οὐκ ἠγάγετε αὐτόν; ἀπεκρίθησαν οἱ ὑπηρέ­ται· ­οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος. ἀπε­κρίθησαν οὖν αὐτοῖς οἱ Φαρισαῖοι· μὴ καὶ ὑμεῖς πεπλά­νησθε; μή τις ἐκ τῶν ἀρχόντων ἐπίστευσεν εἰς αὐτὸν ἢ ἐκ τῶν Φαρισαίων; ἀλλ᾿ ὁ ὄχλος οὗτος ὁ μὴ γινώσκων τὸν νόμον ἐπικατάρατοί εἰσι! λέγει ­Νικόδημος πρὸς αὐ­τούς, ὁ ἐλθὼν νυκτὸς πρὸς αὐτόν, εἷς ὢν ἐξ αὐ­­τῶν· μὴ ὁ νόμος ἡμῶν κρίνει τὸν ἄνθρωπον, ἐὰν μὴ ἀ­­­κού­σῃ παρ᾿ αὐτοῦ πρότερον καὶ γνῷ τί ποιεῖ; ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπον αὐτῷ· μὴ καὶ σὺ ἐκ τῆς Γαλιλαίας εἶ; ἐ­­­­ρεύνησον καὶ ἴδε ὅτι προφήτης ἐκ τῆς Γαλιλαίας οὐκ ἐγήγερται. Πάλιν οὖν αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς ἐλάλησε λέγων· ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ᾿ ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς».


1. Τὸ ζωντανὸ ποτάμι

Ὄαση πνευματικὴ μέσα στὴν ξηρασία τοῦ ­κόσμου ἀποτελεῖ ἡ ­σημερινὴ ἑ­­­ορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς, κα­­­τὰ τὴν ὁποία ἑορτάζου­με τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁ­­­γίου Πνεύματος στοὺς μαθητὲς τοῦ Κυρίου. Ἀ­­­­πὸ τὴν ἡ­μέ­­ρα τῆς Πεντη­­κοστῆς τὸ Πανάγιο Πνεῦμα σὰν δρο­­­­σερὸ ὁρ­­μητικὸ ποτάμι ξεχύθηκε στὴν ­Ἐκκλησία καὶ στὴν οἰκουμένη ὁλό­κλη­ρη καὶ ποτίζει κάθε ψυ­χὴ ποὺ γίνεται δεκτικὴ στὴν εὐεργετική του ἐπίδραση. Αὐτὴ τὴν εἰκόνα τοῦ ποταμοῦ χρησιμοποίησε ὁ ἴ­­­­διος ὁ Κύριος, ὅπως ἀ­­κού­­σαμε στὸ σημερινὸ ἱε­­ρὸ Εὐαγγέλιο, ­λέγοντας ὅτι «ποταμοὶ ὕδατος ζῶν­τος» θὰ ἀναβλύζουν ἀπὸ τὴν καρδιὰ ἐκείνου ποὺ πιστεύει σ’ Αὐτόν. Πράγματι οἱ δωρεὲς καὶ οἱ χάριτες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ρέουν ­ἀφθόνως καὶ διαρκῶς μέσα στὴν Ἐκκλησία ὡς ποταμὸς ἀνεξάντλητος ποὺ ζωογονεῖ ὅλη τὴν κτίση. «Ἁγίῳ Πνεύματι ἀναβλύζει τὰ τῆς χάριτος ρεῖθρα, ἀρδεύοντα ἅπασαν τὴν κτίσιν, πρὸς ζωογονίαν», ψάλλουμε στοὺς Ἀναβαθμούς (ἦχος δ΄). Καὶ ὅπως ἐξηγεῖ ὁ ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, τὸ ρῆμα «ἀναβλύζει» χρησιμοποιεῖται γιὰ νὰ δηλωθεῖ «τὸ δαψιλὲς καὶ πλούσιον καὶ ἀείροον καὶ ἄπειρον τῶν χαρισμάτων καὶ ἐνεργειῶν τοῦ ἁγίου Πνεύματος» (Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Νέα Κλῖμαξ, Εἰς τὸν ἕκτον Ἀναβαθμὸν τοῦ δ΄ ἤχου).
Εἶναι παρήγορο τὸ γεγονὸς ὅτι μέσα στὴν πνευματικὴ ξηρασία τῆς ἐποχῆς μας, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δὲν μᾶς ἀφήνει ἀβοήθητους. Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μὲ τὰ ἱερὰ Μυστήρια, τὴ διδαχὴ τοῦ θείου λόγου καὶ τὴν ὅλη ζωή της μᾶς ­παρέχει ἄφθονη τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀρκεῖ νὰ καθαρίζουμε τὴν ψυχή μας γιὰ νὰ γίνεται δεκτικὴ τῆς θείας Χάριτος καὶ τότε θὰ ἀπολαμβάνουμε τὶς πλούσιες δωρεὲς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.


2. Ἡ ἐποχὴ τῆς Χάριτος

Αὐτὴ ἡ ἀφθονία στὶς δωρεὲς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δὲν ὑπῆρχε πρὸ Χριστοῦ. Μόνο σὲ μεμονωμένες περιπτώσεις δικαίων καὶ προφητῶν εἶχε δοθεῖ σὲ κάποιο βαθμὸ ὁ φωτισμὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ ἁγιαστική Του χάρη ποὺ ἐπρόκειτο νὰ ἀναγεννήσει τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ τοὺς μεταδώσει τὴ θεία ζωή, δὲν εἶχε δοθεῖ ἀκόμη πρὸς ὅλους. Ὅπως σημειώνει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, δὲν εἶχε δοθεῖ ἡ Χάρις αὐτὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διότι ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶχε ἀκόμη δο­ξα­­σθεῖ μὲ τὸ Πάθος Του καὶ τὴν Ἀνάληψή Του: «Οὔπω γὰρ ἦν Πνεῦ­­μα Ἅγιον, ὅτι Ἰησοῦς οὐ­δέπω ἐδοξάσθη». Ἔπρεπε δηλαδὴ πρῶτα νὰ προσφερθεῖ ἡ σωτήρια λυτρωτι­κὴ θυσία τοῦ Θεανθρώπου, γιὰ νὰ κατέλθει ἔπειτα στὴ γῆ τὸ Πανάγιο Πνεῦμα.
Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶχε πεῖ στοὺς μαθητές Του: «Ἐὰν ἐγὼ μὴ ἀπέλθω, ὁ παράκλητος οὐκ ἐλεύσεται πρὸς ὑμᾶς» (Ἰω. ις΄ 7)· ἐὰν δὲν φύγω ἀπὸ τὸν κόσμο μὲ τὴν Ἀνάληψή μου, ὁ Πα­­­ρά­­κλη­­τος δὲν θὰ ἔλθει σὲ σᾶς. Ἂν ὅμως προσφέρω πάνω στὸ Σταυρὸ τὴν ἐξιλαστήρια θυσία μου καὶ φύγω ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸ γιὰ νὰ πάω στὸν Πατέρα μου, θὰ σᾶς στεί­λω τὸν Παράκλητο.
Καὶ ὁ Παράκλητος ἦλθε! Ὁ Κύριος μετὰ τὴν Ἀνάληψή Του στοὺς οὐρανοὺς ἐκπλήρωσε τὴν ὑπόσχεσή Του κι ἔστειλε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στοὺς μαθητές Του. Τώρα πλέον τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ συνεχίζεται ἀπὸ τὸν Παράκλητο.
Πόσο προνομιοῦχοι εἴμαστε οἱ ἄν­θρωποι ποὺ ζοῦμε μετὰ τὴν Πεντηκο­στή! Τὸ γεγονὸς τῆς Πεντηκοστῆς ἐγ­καινίασε νέα ἐποχή: τὴν ἐποχὴ τῆς Χάριτος. Μέσα στὴν Ἐκκλησία ζοῦμε τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ εἶναι Αὐτὸ ποὺ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ἀ­­­­­λή­θεια, μᾶς διδάσκει νὰ προσευχόμαστε, μᾶς ἐνισχύει, μᾶς παρηγορεῖ, μᾶς ἀναγεννᾶ, μᾶς χαρίζει τὸν ἀρραβώνα τῆς μέλλουσας ζωῆς.

3. Τὸ φῶς τὸ ἀληθινὸν

«Ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου», εἶπε ἀκόμη ὁ Κύριος στὸ σημερινό μας ἀνάγνωσμα. Ναί! Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ φῶς τοῦ κόσμου. Φῶς ἐκ φωτός, τοῦ οὐρανίου Πατρός. Φῶς τὸ ὁποῖο μποροῦμε νὰ δεχθοῦμε μόνο διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία μας ψάλλει σήμερα πανηγυρικὰ τὸν ὕμνο δοξολογίας πρὸς τὴν Ἁγία Τριάδα: «Φῶς ὁ Πατήρ, φῶς ὁ Λόγος, φῶς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα... καὶ δι’ αὐτοῦ πᾶς ὁ κόσμος φωταγωγεῖται, Τριάδα σέβειν ἁγίαν» (Ἐξαποστειλάριον Ὄρθρου).
Ἀστράφτει καὶ λάμπει σήμερα ἡ Ἐκ­κλησία μας μέσα στὸ θεϊκὸ φῶς. Τὸ φῶς ποὺ διαλύει τὰ σκοτάδια τῆς ἄγνοιας καὶ τῆς ἁμαρτίας καὶ μᾶς ­ὁδηγεῖ στὴν ἀληθινὴ θεογνωσία. Ἂς παρακαλέσουμε εἰδικὰ σήμερα τὸν ἀγαθὸ Παράκλητο νὰ ἐξαφανίσει κάθε σκοτεινὸ στοιχεῖο ἀπὸ τὸ ἐσωτερικό μας καὶ νὰ καταυγάσει τὶς καρδιές μας μὲ θεῖο φῶς, ὥστε «λάμποντες, ἀστράπτοντες, ἠλλοιωμένοι» νὰ προσκυνοῦμε καὶ νὰ δοξάζουμε τὸν Τριαδικὸ Θεό μας γιὰ τὴν ἀνέκφραστη δωρεά Του.


Πηγή: Ο ΣΩΤΗΡ”


Απολυτίκιον.
Ήχος πλ. Δ'

Ευλογητός εί, Χριστέ ο Θεός ημών, ο πανσόφους τούς αλιείς αναδείξας, καταπέμψας αυτοίς τό Πνεύμα τό άγιον, καί δι' αυτών τήν οικουμένην σαγηνεύσας, φιλάνθρωπε, δόξα σοι.




Δείτε σχετικά:

2. Ἡ πνοὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ( Ἁγίου Ἰννοκεντίου Μόσχας)

Τρίτη 3 Ιουνίου 2014

Η ΨΥΧΗ ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ




Η ΨΥΧΗ ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ

  • Τι γίνεται η ψυχή μόλις χωρισθεί από το σώμα;
  • Που βρίσκονται οι ψυχές;
  • Επικοινωνούν; Έχουν μνήμη; Μπορούν να μετανοήσουν;
  • Μπορεί να βοηθηθεί η ψυχή μετά θάνατο;

Τι γίνεται η ψυχή μετά τον χωρισμό της από το σώμα:


Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας λέγει, ότι κατά τον χωρισμό της ψυχής από το σώμα στέκονται μπροστά της από μια μεριά οι φωτεινοί άγγελοι του Θεού και από την άλλη οι σκοτεινοί δαίμονες, που την κατηγορούν για τα έργα της και ζητούν να την πάρουν μαζί τους. Όταν η ψυχή δει τους δαίμονες φοβάται και τρέμει και ζητά προστασία από τους αγγέλους του Θεού. Οι άγγελοι τότε την ανεβάζουν ψηλά κάτω από την προστασία τους για να προσκυνήσει τον Θεάνθρωπο Κύριο. Περνώντας η ψυχή τον εναέριο χώρο συναντά τα «τελώνια», δαίμονες που αντιστοιχούν σε διάφορα πάθη, και εμποδίζουν τον δρόμο της για τον ουρανό.
Σε κάθε «τελώνιο» απαιτείται από την ψυχή λογαριασμός για κάθε αμάρτημα που έκανε.

Που βρίσκονται οι ψυχές:

Μετά τον «τελωνισμό» κατά την τεσσαρακοστή ημέρα, η ψυχή οδηγείται ενώπιον του Κυρίου να προσκυνήσει, και Εκείνος κρίνει τον τόπο που θα οδηγηθεί. Αυτή είναι η ΜΕΡΙΚΗ ΚΡΙΣΗ.
Μεταφέρεται λοιπόν σε μια άλλη κατάσταση, σε μια άλλη πραγματικότητα που λέγεται ΜΕΣΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ. Οι ψυχές των δικαίων που γνώρισαν την αλήθεια και έζησαν με πίστη στον Θεάνθρωπο Ιησού, στην ευαγγελική διδασκαλία της Ορθοδόξου Πίστεως και στον Άγιο Τριαδικό Θεό, και με συνεχή μετάνοια, αυτές βρίσκονται στο φως και στην ανάπαυση. Προαπολαμβάνουν τα αιώνια αγαθά και προγεύονται της Θείας Μακαριότητας του Παραδείσου. Όσες όμως ψυχές δεν έζησαν σύμφωνα με το άγιο θέλημα του Θεού, αρνήθηκαν τον Ιησού και το έργο της Εκκλησίας Του και παρέμειναν μέχρι το τέλος της ζωής τους σκληρές, αμετανόητες και ασεβείς, όλες αυτές δοκιμάζουν θλίψη και στενοχώρια, αβάσταχτο πόνο και ψυχικό βάρος και μαρτύριο και προγεύονται τα αιώνια βάσανα της κολάσεως.
Η αναμονή των ψυχών στη ΜΕΣΗ αυτή κατάσταση διαρκεί από τη στιγμή του θανάτου του σώματος μέχρι που θα γίνει η Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Οπότε όλες οι ψυχές θα λάβουν εκ νέου τα σώματά τους, θα αναστηθούν και θα δεχθούν την τελική κρίση. Οι δίκαιοι θα ζουν μαζί με τον Άγιο Τριαδικό Θεό στη Βασιλεία του Θεού αιωνίως και οι άδικοι στην αιώνια Κόλαση. Αυτή θα είναι και η τελική κατάσταση των ανθρώπων.

Οι ψυχές επικοινωνούν; Θυμούνται; Μπορούν να μετανοήσουν;

Οι ψυχές των δικαίων επικοινωνούν μεταξύ τους και χαίρουν και προγεύονται τον Παράδεισο. Με τις ψυχές όμως που βρίσκονται στην άλλη κατάσταση και προγεύονται την κόλαση δεν μπορούν να επικοινωνήσουν. Υπάρχει μεταξύ τους μέγα και αγεφὐρωτο χάσμα.
Οι ψυχές στη Μέση Κατάσταση έχουν συναίσθηκη και συνείδηση ποιες είναι. Έχουν έντονη μνήμη της προτέρας ζωής των. Θυμούνται τους δικούς τους πάνω στη γη, γονείς, αδέλφια, συγγενείς, φίλους καθώς και με λεπτομέρεια τι έπραξαν κάτω στη γη.
Στην κατάσταση αυτή οι ψυχές δεν μπορούν να μετανοήσουν! Υποφέρουν, βασανίζονται, ζητούν ν’ ανακουφισθούν λίγο, αλλά δεν μπορούν να μετανοήσουν: «Εν τω Άδη ουκ έστι μετάνοια».

Μπορεί να βοηθηθεί η ψυχή μετά θάνατο;

Μπορεί να μην υπάρχει στον Άδη μετάνοια, όμως η άπειρη ευσπλαχνία του Θεού βοηθά τις ψυχές με δύο τρόπους, μέχρι και της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού.
Πρώτον, η επουράνιος Εκκλησία των Αγγέλων και των Αγίων δέχεται τις παρακλήσεις μας για τους ζώντες και τους κεκοιμημένους και τις μεταφέρει μεσιτεύοντας γι’ αυτούς στο Θεό.
Δεύτερον, εμείς τα μέλη της Στρατευμένης Εκκλησίας παρακαλούμε και τελούμε για τις ψυχές:
  • την Θεία Λειτουργία.
  • Τα ιερά Μνημόσυνα.
  • Τα Τρισάγια.
  • Τα κομποσχοίνια και τις μετάνοιες.
  • Τις ελεημοσύνες.
Απόσπασμα από το βιβλίο του π. Γεωργίου Καλπούζου «ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΛΑΤΡΕΥΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ- Αυτονόητα αλλά τόσο άγνωστα θέματα», Εκδόσεις ΦΩΤΟΔΟΤΕΣ, σελ. 90-92

Πηγή: katanixis.blogspot.gr

Τι είπε η Παναγία όταν εμφανίστηκε στον πρώτο ερημίτη του Αγίου Όρους




Το Άγιον Όρος είναι κλήρος της Παναγίας

Η Κυρία Θεοτόκος όταν φανερώθηκε στον πρώτο ερημίτη του Άθωνα, τον άγιο Πέτρο (655—681) και μετά από τέσσερις ως πέντε αιώνες στον ηγούμενο της Μεγίστης Λαύρας Νικόλαο και στον ένα και στον άλλο είπε:

« Η κατοίκησή σας και η κατά Θεόν ανάπαυσή σας αλλού πουθενά δεν θα είναι παρά μόνο στο Όρος του Άθωνος, το οποίον έλαβα από τον Υιόν και Θεόν μου να είναι κλήρος δικός μου, στον οποίον εκείνοι που θέλουν να αναχωρήσουν από τις κοσμικές φροντίδες συγχύσεις, να έρχονται σ’ αυτό και να δουλεύουν στο περιβόλι αυτό, να καλλιεργούν την αρετή, την καθαρότητα της καρδιάς και την αγνότητα της ψυχής τους και από τώρα και εμπρός θα λέγεται από όλους «Άγιον Όρος» «Αγιον Όρος τουτεΰθεν κεκλήσεται… καί περιβόλι δικό μου».

«Υπόσχομαι δε, πολύ να αγαπώ, να βοηθώ και να σκέπω εκείνους, που με άδολη καρδιά έρχονται να δουλέψουν ολόψυχα στο Θεό, να προσεύχονται αδιάκοπα για την ψυχή τους, να παρακαλούνε το Θεό για την Εκκλησία Του και όλο τον κόσμο να τον φωτίσει ο Θεός να γίνουν όλοι πρόβατα γνήσια και άδολα του Χρίστου και Θεού μας.»

«Με το έλεος και τη χάρη του Υιού και Θεού μου θα γεμίσει από την μια άκρη ως την άλλη το Όρος τούτο από Μοναχούς πλήθος πολύ ευσεβών και Ορθοδόξων. Για τούτο χαίρεται και αγάλλεται το πνεύμα μου, διότι όλοι αυτοί, θα υμνούν, θα ευλογούν και θα δοξάζουν το πάντιμον και μεγαλοπρεπές όνομα της Παναγίας Τριάδος. Από αυτούς τους Μοναχούς, με τα σημεία και θαύματα που θα κάνουν, με την καθαρή και άγια ζωή τους, θα δοξάζεται και θα μεγαλύνεται, σε όλα τα πλάτη και τα μήκη, σε Ανατολή και Δύση, σε Βορρά και Νότο το όνομα του Θεού από όλον τον κόσμο.»

«Από την θλίψη, τη στενοχώρια, τους πειρασμούς, τα σκάνδαλα και τις στερήσεις που θα υπομένουν οι Μοναχοί αυτοί, θα μάθει ο κόσμος να κάνει υπομονή στις δύσκολες στιγμές της ζωής του.»
«Για όλα αυτά δε που θα υπομένουν αυτοί και δι’ αυτών όλος ο κόσμος, θα παρακαλέσω τον Υιόν και Θεόν μου να συγχώρεση τις τυχόν ελλείψεις τους και να τους αξιώσει θείων και ουρανίων χαρισμάτων. Θα παρακαλέσω να τους χαρίσει ειλικρινή μετάνοια και φωτισμό για να κάνουν καλήν απολογία, κατά την ημέρα εκείνη την μεγάλη και επιφανή της Δευτέρας Παρουσίας και στη μέλλουσα δίκαια Κρίση να τύχουν του απείρου ελέους. Αλλά και στην παρούσα ζωή θα έχουν κι από μένα μεγάλη βοήθεια, διότι θα τους ελαφρύνω τους πόνους, τους κόπους, τις πίκρες και θα αποδιώχνω τους νοητούς και αισθητούς πειρασμούς, που θα τους γίνονται από τον εχθρό και επίβουλο Διάβολο και πολέμιο του ανθρωπίνου γένους».

Με τις υποσχέσεις και θείες υποθήκες αυτές της Παναγίας μας, το Άγιον Όρος, από τότε που κατοικήθηκε από Μοναχούς και μέχρι σήμερα, διαφυλάχθηκε και συνεχίζει την αγία ζωή και πνευματική δράση του, καίτοι οί κάτοικοι του Μοναχοί σκληρά κατά καιρούς δοκιμάστηκαν και μέχρι σήμερα δοκιμάζονται, από διαφόρους πειρασμούς ορατούς και αόρατους, με τη βοήθεια του Θεού και τη σκέπη της Θεοτόκου θα συνεχίσει τον Ιερόν αγώνα του, για να διαφυλάξει την Πίστη, τη γλώσσα και τις εθνικοθρησκευτικές Παραδόσεις του Χριστιανισμού αβλαβείς και αδιαλώβητες, όπως από την αρχή μας τις παρέδωσαν οι άγιοι Πατέρες των Επτά Αγίων Οικουμενικών Συνόδων της Αγίας Εκκλησίας μας.

Ή Παναγία σαν μάνα φροντίζει τους Μοναχούς
Στο κοινόβιο Μοναστήρι του Αγίου Παύλου, πριν από 30 χρόνια ζούσε ένα πολύ απλό κι αγαθό Γεροντάκι, γνωστός με το όνομα Γερο – Θωμάς, πάντα πρόθυμος και ακάματος εργάτης της υπακοής. Σαν υπηρεσία του (διακόνημα) είχε να είναι βοηθός στον ζυμωτή και φούρναρη του Μοναστηριού.
Μια μέρα έτυχε ανάγκη να απουσιάσει για δυο ημέρες ο ζυμωτής και φούρναρης της Μονής Γερο – Γρηγόρης, ο οποίος από χρόνια είχε την υπηρεσία αυτή και γνώριζε πολύ καλά και εξυπηρετούσε τα διακονήματα αυτά, με πολύ προσήλωση και ευλάβεια.

Σαν αντικαταστάτη του στις υπηρεσίες αυτές, άφησε τον Γερο -Θωμά, ο οποίος επειδή δεν είχε ποτέ του ζυμώσει ξαφνιάστηκε και βρέθηκε σε μεγάλη απορία, διότι έπρεπε να ζυμώσει και να φουρνίσει τότε και να δώσει ψωμί για δυο ημέρες στους πατέρες του Κοινοβίου που τότε είχε περισσότερους από εξήντα Μοναχούς και σε δέκα ως είκοσι διερχόμενους κάθε ημέρα προσκυνητές.
Στη μεγάλη αυτή ανάγκη και απορία που βρέθηκε ο Γερο – Θωμάς, άρχισε να κάνει θερμή προσευχή και με δάκρυ να παρακαλεί την Παναγία Μητέρα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, Κυρία Θεοτόκο και τον άγιο Παύλο, να τον φωτίσουν τι να κάνει; στην προκειμένη περίπτωση, γιατί τα είχε κυριολεκτικά χαμένα και δεν ήξερε πούθε να αρχίσει.

Ξαφνικά παίρνει την μαγιά του προζυμιού και εκεί που πήγε να βάλει νερό κι αλεύρι βλέπει δίπλα του μια μεγαλόπρεπη μαυροφορούσα γυναίκα, η οποία πήρε το προζύμι το ανακάτεψε, έβαλε το αλεύρι στην σκάφη και σε δυο ώρες έγινε το ζυμάρι, έπλασε τα ψωμιά τα φούρνισε και μέσα στις δυο αυτές ώρες ξεφούρνισε και έδωσε ο Γερο -Θωμάς ψωμί στους Μοναχούς, οι οποίοι ακόμη μέχρι σήμερα δεν μπορούν να ξεχάσουν την γλυκύτητα και νοστιμιά του ψωμιού αυτού.

Ο δε Γερο – Θωμάς σαν υπνωτισμένος δεν κατάλαβε τίποτε, πώς και με ποιό τρόπο γίνανε όλα αυτά! Το μόνο που κατάλαβε ήταν η μαυροφορεμένη εκείνη γυναίκα, που δεν ήταν άλλη παρά η Κυρία Θεοτόκος.

Οι δε αδελφοί της Μονής αυτής του έλεγαν: Γερο- Θωμά, κάτι φάρμακο θα έβαλες μέσα στο ψωμί που είναι τόσο γλυκό και νόστιμο και έγινε τόσο γρήγορα και τόσο ωραίο.
Εδώ έδωκε την παρουσία της η Κυρία Θεοτόκος που σαν μάνα φροντίζει τα παιδιά της, τους Μοναχούς του Αγίου Όρους για να μη μείνουν νηστικοί από έλλειψη τροφίμων και άρτου, όπως. εμπράκτως το είδαμε όλοι κατά τα χρόνια της Γερμανικής Κατοχής 1940 -1944.



Από το γεροντικό του Αγίου Όρους

Πηγή: www.agioritikovima.gr

Κυριακή 1 Ιουνίου 2014

ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΠΙΣΜΟΥ - ΚΑΚΟΔΟΞΙΕΣ ΤΟΥ ΠΑΠΙΣΜΟΥ



Οι διαφορές ανάμεσα στη Ορθοδοξία και τον παπισμό είναι πολλές και μεγάλες, παλαιές και νεότερες και αφορούν τόσο σε δογματικά ζητήματα όσο και σε θέματα εκκλησιαστικής εμπειρίας, λατρείας, τέχνης και γενικώτερα αντιλήψεων και βιοθεωρίας.


Θα επιχειρήσουμε εδώ μία συνοπτική παρουσίασή τους αντλώντας από τα κείμενα των Αγίων Πατέρων και συγχρόνων θεολόγων, Μητροπολιτών και Γερόντων της Εκκλησίας μας, οι οποίοι με ενάργεια και ορθόδοξο φρόνημα αναδεικνύουν την παρεκτροπή από την ορθή πίστη και τις κακοδοξίες του παπισμού. Για την καλύτερη κατανόηση των διαφορών ορθοδοξίας και παπισμού είναι απαραίτητο να εξετάσουμε συνολικά τον εκκλησιαστικό, κοινωνικό και πολιτικό περίγυρο της εποχής. Για τον σκοπό αυτό παραθέτουμε πολύ σύντομα κάποια ιστορικά γεγονότα που στάθηκαν σταθμοί στην γέννηση του παπισμού και στην πορεία του προς την διαίρεση και το σχίσμα.


Ιστορική αναφορά

     Η αρχαία Ορθόδοξη Λατινική Εκκλησία της Δύσεως στην παλαιά Ρώμη είχε πάντοτε κοινωνία με την Ορθόδοξη Ανατολή και τα πατριαρχεία της. Το γεγονός που ανέτρεψε την αρμονική αυτή κοινωνία μεταξύ Ανατολής και Δύσεως είναι η κατάληψη της δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τους Φράγκους κατά την διάρκεια του 5ου και 6ου αι., όταν η Δυτική Ευρώπη ζει τον καταιγισμό των βαρβαρικών επιδρομών που μετέβαλαν ριζικά τα πολιτιστικά και θρησκευτικά δεδομένα της.
     Οι Φράγκοι, λαός πρωτόγονος και απολίτιστος την εποχή εκείνη, από την πρώτη στιγμή του εκχριστιανισμού τους εξέλαβαν και αφομοίωσαν με λανθασμένο τρόπο την χριστιανική διδασκαλία. Η χριστολογία και η τριαδολογία τους υπήρξε ανέκαθεν προβληματική, καθώς οι αντιλήψεις τους για την Αγία Τριάδα ήταν έντονα επηρεασμένες από τον αρειανισμό.
     Στην φραγκική Σύνοδο του Τολέδο το 589, παρά την φαινομενική καταδίκη του αρειανισμού, υιοθετούν μία άλλη μορφή λανθασμένης τριαδολογίας, την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος και εκ του Υιού, την οποία αργότερα προσέθεσαν και στο Σύμβολο της Πίστεως.
      Τον 8ο αιώνα βασιλιάς των Φράγκων γίνεται ο Κάρολος ο Μέγας (Καρλομάγνος) ο οποίος υποτάσσει τους άλλους λαούς και τους ηγεμόνες της Ευρώπης και συγκροτεί την ενιαία Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ο πολιτικός και θρησκευτικός προσανατολισμός της νέας δυτικής αυτοκρατορίας έχει έντονο το στίγμα της διαφοροποιήσεως και της αντιθέσεως προς την ανατολική αυτοκρατορία του Βυζαντίου. Αυτή η αντίθεση λαμβάνει διαστάσεις περιφρονήσεως και χλευασμού των Ελλήνων Βυζαντινών, που ήδη είχαν αρχίσει να αποκαλούνται υποτιμητικά από τους Φράγκους «αιρετικοί» και «Γραικοί» (=κλέφτες). Είναι χαρακτηριστικό ότι από τον 9ο έως τον 130 αιώνα συναντούμε επανειλημμένα στην Δύση συγγράμματα με τον τίτλο "Contres errors Graecorum" - «Κατά των πλανών των Ελλήνων». Ο πολιτισμός και η ορθόδοξη πίστη των Ελλήνων ήταν για τους απολίτιστους Φράγκους μέγεθος ακατανόητο και ασύλληπτο, αλλά και ταυτόχρονα απλησίαστο και ανέφικτο, για τον λόγο αυτό προτίμησαν να το προβάλουν ως πλάνη και αίρεση!
     Από τον 9ο αιώνα οι Φράγκοι, αφού εξεδίωξαν τους Ρωμαίους ορθοδόξους επισκόπους, διόρισαν τους εαυτούς τους επισκόπους και ηγουμένους της Γαλλίας. Κατέλαβαν, επίσης, διά της βίας το Ορθόδοξο Λατινικό Πατριαρχείο της Ρώμης και από το 1009έως το 1046 αντικατέστησαν τους ορθοδόξους Πάπες της Ρώμης με Φράγκο- Λατίνους, ιδρύοντας τον σημερινό Παπισμό. «Επομένως, το λεγόμενο Σχίσμα μεταξύ των Εκκλησιών Δύσεως και Ανατολής δεν έγινε μεταξύ Δυτικών και Ανατολικών Ορθοδόξων Ρωμαίων, αλλά μεταξύ των Φράγκων κατακτητών των Δυτικών Ορθοδόξων Ρωμαίων (Πατριαρχείο Ρώμης) και των Ορθοδόξων Ρωμαίων της Ανατολής (Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως)». (π. Ιωάννης Ρωμανίδης, Τα αίτια του Σχίσματος).
     Με την εκφράγκευση του Ορθοδόξου Πατριαρχείου της Ρώμης εισάγονται σ' αυτό οι κακοδοξίες και ο ανθελληνισμός των Φράγκων, στοιχεία που δεν έπαψαν έκτοτε να συνιστούν τα κύρια γνωρίσματα και την πεμπτουσία του παπισμού.


1. Filioque (και εκ του Υιού)

     Πρόκειται για την αντίληψη της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος «και εκ του Υιού» (filioque) και όχι μόνον εκ του Πατρός. Η αντίληψη αυτή, που προστέθηκε και στο Σύμβολο της Πίστεως, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τα λόγια του ιδίου του Κυρίου μας στο Ευαγγέλιο όπου λέγει «όταν δε έλθη ο παράκλητος...,το Πνεύμα της αληθείας ό παρά του Πατρός εκπορεύεται» (Ιω. 15,26). Έρχεται, επίσης, σε πλήρη αντίθεση με τις αποφάσεις της Δεύτερης Οικουμενικής Συνόδου, που διετύπωσε το σχετικό άρθρο του Συμβόλου της Πίστεως, αλλά και άλλων Συνόδων.
     Η προσθήκη του filioque στο Σύμβολο της Πίστεως συνιστά ουσιαστική και απροκάλυπτη αίρεση, αφού αντιβαίνει στο Ευαγγέλιο και τις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων. Και μόνον για την κακοδοξία τους αυτή οι παπικοί είναι αιρετικοί και όχι σχισματικοί, όπως λανθασμένα υποστηρίζεται από μερικούς, που τεχνηέντως ισχυρίζονται πως δεν υπάρχει Οικουμενική Σύνοδος που να καταδίκασε τον παπισμό ως αίρεση. Πρόκειται, βεβαίως, για αφελές επιχείρημα αφού ως γνωστόν οι Οικουμενικοί Σύνοδοι εδογμάτισαν και οριοθέτησαν την ορθή πίστη και κάθε απόκλιση από αυτή, κάθε θέση αντίθετη με τις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων είναι αυτονόητο ότι συνιστά αίρεση. Δεν υπάρχει, άλλωστε, Οικουμενική Σύνοδος που να κατεδίκασε π.χ. τους Προτεστάντες, τους Πεντηκοστιανούς κ.ά, ως αιρετικούς χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν είναι.
     Ο Μέγας Φώτιος, ο Φωστήρας αυτός και Μέγας Διδάσκαλος της Εκκλησίας μας καταδικάζει με χαρακτηριστικό τρόπο την παπική αίρεση του filioque: «Τις ου κλείσει τα ώτα προς την υπερβολήν της βλασφημίας ταύτης; Αύτη κατά των Ευαγγελίων ίσταται, προς τας αγίας παρατάσσεται Συνόδους, τους μακαρίους και αγίους παραγράφεται πατέρας, τον Μ. Αθανάσιον, τον εν θεολογία περιβόητον Γρηγόριον, την βασίλειον της Εκκλησίας στολήν, τον Μ. Βασίλειον, το χρυσούν της οικουμένης στόμα, το της σοφίας πέλαγος, τον ως αληθώς Χρυσόστομον. Και τι λέγω τον δείνα η τον δείνα; Κατά πάντων ομού των αγίων προφητών, αποστόλων, ιεραρχών, μαρτύρων και αυτών των δεσποτικών φωνών η βλάσφημος αύτη και θεομάχος φωνή εξοπλίζεται».
     Με την προσθήκη του filioque είναι μία από τις βασικότερες και παλαιότερες δογματικές διαφορές μας με τους παπικούς, την οποία, όπως προαναφέραμε, την εισήγαγαν οι Φράγκοι και την επέβαλαν στο ορθόδοξο τότε Πατριαρχείο της Ρώμης. Είναι αυτή που, από την θέσπισή της ακόμη και σε όλη την μετέπειτα πορεία Ανατολής και Δύσεως, απετέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί ανυπέρβλητο χάσμα, καθώς υπήρξε μία από τις κυριότερες αιτίες που οδήγησε στο σχίσμα. «Το σχίσμα γέγονεν μάλιστα διά την εν τω Συμβόλω πρόσθεσιν και ότι καλώς απεστράφημεν τους Λατίνους διά την πρόσθεσιν αποστροφής ούσαν αξίαν». (Γεννάδιος Σχολάριος).
     Έφθασαν μάλιστα οι παπικοί αιρετικοί να κατηγορούν εμάς τους ορθοδόξους ότι αφαιρέσαμε από το Σύμβολο της Πίστεως το filioque!!!Αυτή ήταν και η βασική κατηγορία που απέδωσε στους ορθοδόξους ο απεσταλμένος του Πάπα, Καρδινάλιος Ουμβέρτος, όταν στις 15 Ιουλίου του 1054 απέθεσε τον λίβελλο με τα αναθέματα του Πατριάρχου και όλων των Ορθοδόξων στην Αγία Τράπεζα της Αγίας Σοφίας, ότι δήθεν δηλαδή οι ορθόδοξοι «ως Πνευματομάχοι η Θεομάχοι απέκοψαν από του Συμβόλου του αγίου Πνεύματος την εκπόρευσιν εκ του Υιού». Η εμμονή των παπικών στην αιρετική θέση του filioque τους κρατά αποκομμένους από την Εκκλησία και την αλήθεια και αποτελεί ουσιαστικό εμπόδιο σε κάθε προσπάθεια επανόδου τους στην ορθόδοξη πίστη, παρά τις όποιες πρωτοβουλίες καλής θελήσεως, ακόμη και αυτής της άρσεως των αναθεμάτων.
     Όπως εύστοχα διατυπώνει ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος: «Μερικοί ισχυρίζονται ότι ήρθησαν αυτά τα αναθέματα και επομένως δεν υπάρχει πρόβλημα. Βεβαίως και υπάρχει πρόβλημα, γιατί με μία απλή πράξη ήρθησαν τα αναθέματα, αλλά δεν ήρθη η αίρεση του Filioque, η οποία μάλιστα ισχυροποιήθηκε ακόμη περισσότερο».



2. Διδασκαλία περί της ακτίστου ουσίας και ακτίστου ενεργείας του Θεού.

     Μία πολύ μεγάλη και βασική διαφορά ανάμεσα στην ορθοδοξία και τον παπισμό είναι το θέμα της ουσίας και των ενεργειών του Θεού. Η ορθή διδασκαλία σ' αυτό το ζήτημα είναι ότι αφού η ουσία του Θεού είναι άκτιστη, είναι άκτιστες και οι ενέργειές Του. Αντίθετα οι δυτικοί θεωρούν κτιστές τις ενέργειες και κτιστή την χάρη του Θεού.
     Γράφει σχετικά ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου, Αρχιμ. Γεώργιος Καψάνης: «Μέχρι σήμερα οι Δυτικοί θεωρούν κτιστή την θεία Χάρι, την ενέργεια του Θεού. Είναι δυστυχώς και τούτο μία από τις πολλές διαφορές μας, που πρέπει να λαμβάνεται σοβαρώς υπ' όψιν στο θεολογικό διάλογο με τους Ρωμαιοκαθολικούς. Δεν είναι μόνο το filioque, το πρωτείο εξουσίας και το «αλάθητο» του πάπα, από τις βασικές διαφορές μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των Παπικών. Είναι και τα ανωτέρω. Αν δεν δεχθούν οι Ρωμαιοκαθολικοί ότι η Χάρις του Θεού είναι άκτιστος, δεν μπορούμε να ενωθούμε μαζί τους, έστω κι' αν, δεχθούν όλα τα άλλα. Διότι ποιος θα ενεργήση την θέωσι, αν η θεία Χάρις είναι κτίσμα κι' όχι άκτιστος ενέργεια του Παναγίου Πνεύματος;»



3. Το πρωτείο του Πάπα.

     Μια από τις βασικές αιρετικές δοξασίες του παπισμού αποτελεί το «πρωτείο» του πάπα. Σύμφωνα με απόφαση της Α' Συνόδου του Βατικανού (1870), ο πάπας είναι τοποτηρητής του Χριστού και μοναδικός αντιπρόσωπός Του πάνω στη γη. Είναι ο αρχηγός και η ορατή κεφαλή της Εκκλησίας. Στο πρόσωπό του συνοψίζεται ολόκληρη η Εκκλησία. Αυτή η θέση, όμως, είναι καθαρά αιρετική, αφού «η αλήθεια είναι ότι μόνον ο Χριστός είναι Κεφαλή και αρχηγός της Εκκλησίας. Αυτό διαβάζουμε και στην επιστολή προς Εφεσίους του Απ. Παύλου (Εφεσ. α, 22-23), ότι δηλαδή ο ουράνιος Πατέρας ¨Αυτόν (τον Κύριον Ιησούν) έδωκε κεφαλήν υπέρ πάντα τη Εκκλησία, ήτις εστί το σώμα αυτού¨ Αυτόν κατέστησε κεφαλή, πάνω από όλους, στην Εκκλησία, η οποία είναι το σώμα Του», Αρχιμ. Γερβ. Ραπτοπούλου, Αιρέσεις στην Ελλάδα και οι κακοδοξίες του παπισμού, σελ. 153-154.


4. το αλάθητο του Πάπα.

     Η Α' Σύνοδος του Βατικανού θέσπισε το δόγμα του αλάθητου του πάπα. Πρόκειται δηλαδή για την αλαζονική αντίληψη για το «εκ καθέδρας» αλάνθαστο του Πάπα. Σύμφωνα με το δόγμα αυτό ο πάπας είναι πάνω και από τις Οικουμενικές Συνόδους και έχει την πλήρη και υπέρτατη δικαιοδοσία να αποφαίνεται αλάθητα και τη διδασκαλία του είναι υποχρεωμένη να παραδεχτεί ολόκληρη η Εκκλησία. Όποιος τολμήσει να «αντείπη», να φέρει αντίρρηση στη διδασκαλία του, «ανάθεμα έστω» (κεφ. Δ' της Β' Βατικάνειας Συνόδου). Οι θεολόγοι μάλιστα της Ρωμαιοκαθολικής «Εκκλησίας' φτάνουν στο σημείο να διακηρύττουν ότι και ψέμα να πει ο πάπας πρέπει αυτό να γίνει δεκτό από τους πιστούς σαν αλήθεια!
     Η ανακήρυξη ενός και μόνου ανθρώπου σαν αλάθητου, όσο κι' αν αυτός κατέχει τον ανώτατο βαθμό της ιερωσύνης, είναι πράξη ξένη και αντίθετη προς την Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση. Κατά τον Ορθόδοξο Ρώσο Θεολόγο Βουλγάκωφ «το αλάθητον ανήκει εις τη όλην Εκκλησίαν». Γι' αυτό και η από 6 Μαΐου 1848 εγκύκλιος των Ορθοδόξων Πατριαρχών της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας ορίζει ότι «ο φύλαξ της Ορθοδοξίας, το σώμα της Εκκλησίας, τούτ' έστιν ο λαός αυτός εστι». Η Εκκλησία στο σύνολό της, κλήρος και λαός μαζί, είναι η «πιστή φρουρός της Αποστολικής Παραδόσεως, φυλάττουσα αυτήν ως πεπιστευμένην ταύτη παρακαταθήκην».
(βλ. σχ. Αρχιμ. Γερβ. Ραπτοπούλου, ό. π. σελ. 163-166)
     Ο Αρχιμ. Γεώργιος Καψάνης σημειώνει ότι «το αλάθητο επεκτάθηκε σε κάθε απόφαση του Πάπα. Δηλαδή, ενώ με την Α' Βατικάνειο Σύνοδο μόνον οι από καθέδρας και με την χρήση του όρου definimus (ορίζομεν) αποφάσεις του Πάπα ήσαν αλάθητοι, η Β' Βατικάνειος Σύνοδος αποφάνθηκε ότι ο Πάπας είναι αλάθητος όχι μόνον όταν αποφαίνεται επισήμως ως Πάπας, αλλά οσάκις αποφαίνεται. Είναι ακόμη φανερό από τα ανωτέρω ότι η οικουμενική σύνοδος γίνεται ένα συμβουλευτικό σωματείο των Παπών. Το αλάθητο στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία δεν ανήκει στην οικουμενική σύνοδο, αλλά στον Πάπα. Ποιος όμως ανεκήρυξε τον Πάπα αλάθητο; Η λαθητή σύνοδος;
     Με αυτόν τον τρόπο η συνοδική αρχή, η παραδοθείσα από τους αγίους Αποστόλους, αντικαθίσταται από την παποκεντρική αρχή. Ο «αλάθητος» Πάπας καθίσταται κέντρο και πηγή ενότητος της Εκκλησίας, που σημαίνει ότι η Εκκλησία έχει ανάγκη από έναν άνθρωπο για να την διατηρή σε ενότητα. Έτσι παραμερίζεται και υποβαθμίζεται η θέσις του Χριστού και του Αγίου Πνεύματος. Και ακόμη με την μεταφορά του αλάθητου από το Άγιο Πνεύμα στο πρόσωπο του Πάπα περιορίζεται η εσχατολογική προοπτική της Εκκλησίας μέσα στην ιστορία και καθίσταται εγκοσμιοκρατική».



5. Η κατάργηση Ιερών Κανόνων

     «Το Βατικανό προ πολλού ήδη απέρριψε τους πλείστους Ιερούς Κανόνες των Οικουμενικών Συνόδων και εμόρφωσεν ίδιον Κανονικόν Δίκαιον, διά να πορευθή ελεύθερον την οδόν την άγουσαν εις παν είδος καινοτομίας. Ο ουνίτης Π. Γρηγορίου ομολογεί εν προκειμένω: «Ανατολή και Δύσις διεφώνουν ωσαύτως επ' αυτών τούτων των πηγών του Κανονικού Δικαίου. Η Εκκλησία της Ρώμης, αποδεχθείσα επισήμως κατ' αρχάς μόνον τους κανόνας της εν Νικαία Α' Οικουμενικής Συνόδου(325) και της Σαρδικής (343), ηδιαφόρησεν ως προς την νομοθεσίαν εν σχέσει προς την εκκλησιαστικήν ευταξίαν και πειθαρχίαν των λοιπών Ανατολικών Συνόδων, Οικουμενικών ή τοπικών...
     Όλως αυθερέτως, οι πάπαι, χάριν των κυριαρχικών βλέψεών των επί πάσης της Εκκλησίας, απέρριψαν του Ιερούς Κανόνας των έξ Οικουμενικών Συνόδων και τους κανόνας των τοπικών Συνόδων και των Πατέρων, οι οποίοι προσέλαβαν οικουμενικόν κύρος, εφ' όσον επεκυρώθησαν υπό του Β' κανόνος της ΣΤ' οικουμενικής Συνόδου. Ειδικότερον, το Βατικανόν απεχθάνεται τους Κανόνας της ΣΤ' Οικουμενικής Συνόδου, διότι τινές εξ αυτών στρέφονται κατά των καινοτομιών της παπικής Εκκλησίας (Β, ΙΓ, ΝΕ κ.λ.π.)» (Αρχιμ. Σπ. Μπιλάλη, ό. π.,σελ.251,2).



6. Το παπικό κράτος.

     Η άποψη ότι δεν μπορεί ο «αντιπρόσωπος του Θεού» στη γη να βρίσκεται υπό εξουσία κοσμικού βασιλιά(!) οδήγησε στην ίδρυση το 1929 (μετά από συμφωνία του Πάπα και του δικτάτορα Μουσολίνι) του σημερινού παπικού κράτους του Βατικανού, Έτσι, ο παπισμός κατήντησε κοσμικό κράτος που έχει στρατό, ασκεί διπλωματία και επηρεάζει την διεθνή οικονομία με την συμμετοχή του σε μεγάλες εταιρείες και επιχειρήσεις. Πρόκειται δηλαδή για μια ανθρωποκεντρική οργάνωση, για μια εκκοσμίκευση και μάλιστα θεσμοποιημένη εκκοσμίκευση. Αλλά η συνύπαρξη της κοσμικής εξουσίας με την ιερατική, επισκοπική εξουσία, είναι κάτι το ασυμβίβαστο, κάτι το οποίο είναι ξένο προς το πνεύμα του Ευαγγελίου, τους Κανόνες Συνόδων και την εν γένει παράδοση της Εκκλησίας.
     «Είναι σημείο φοβεράς εκκοσμικεύσεως της Εκκλησίας η σύγχυσις των δύο εξουσιών, της πνευματικής και της κοσμικής, των δύο βασιλείων, του ουρανίου και του επιγείου. Έτσι η Εκκλησία υποκύπτει στον δεύτερο πειρασμό του Χριστού από τον διάβολο, που του ζήτησε να τον προσκυνήση, για να του δώση την εξουσία όλων των βασιλείων του κόσμου. Ο Κύριος τότε του απήντησε: "Κύριον τον Θεόν σου προσκυνήσεις και αυτώ μόνω λατρεύσεις"». (Αρχιμ' Γεωργίου Καψάνη, Ορθοδοξία και Ρωμαιοκαθολικισμός (Παπισμός) (Κύριαι Διαφοραί) εκδ. Σταμούλης 2006).



7. Το καθαρτήριο πυρ - Οι αξιομισθίες των Αγίων.

     «Σχετικά με την πτώση και τη σωτηρία του ανθρώπου υπάρχουν αξιοσημείωτες διαφορές. Ο Αδάμ, λέγει η Σύνοδος του Τριδέντου (1546), με την παράβασή του επέφερε την οργή και την αγανάκτηση του Θεού και για τούτο τον θάνατο'. Επομένως η σωτηρία του ανθρώπου απαιτεί την εξιλέωση της οργής του Θεού. Το αίμα του Χριστού εξαλείφει τις αιώνιες ποινές του αμαρτωλού ανθρώπου, οι οποίες έχουν την αιτία τους στις θανάσιμες αμαρτίες. Εκτός όμως από τις αμαρτίες αυτές, υπάρχουν οι βαριές και οι ελαφρές αμαρτίες, οι οποίες επιφέρουν πρόσκαιρες ποινές. Αυτές τις ποινές πρέπει ο άνθρωπος να τις εξοφλήσει με έργα μετανοίας, που επιβάλλονται από την Εκκλησία. Πολλοί άνθρωποι πεθαίνουν πριν εξοφλήσουν αυτές τις ποινές και μεταβαίνουν στο λεγόμενο ‘καθαρτήριο πυρ', που υπάρχει ανάμεσα στον παράδεισο και την κόλαση, όπου καλούνται να εξαλείψουν το χρέος. Από εκεί, με τις προσευχές του Πάπα και των ζωντανών, οι ψυχές μεταβαίνουν στον παράδεισο. Όμως η «Εκκλησία» μπορεί να παραχωρήσει τη λύση των ποινών με βάση το ‘θησαυρό των αξιομισθιών των αγίων', τον οποίο διαχειρίζεται ο πάπας». (Αντ. Αλεβιζόπουλου, Ρωμαιοκαθολικισμός, Προτεσταντισμός και Ορθοδοξία, σελ. 16). Πιστεύουν, δηλαδή, πως οι Άγιοι έχουνε κάνει περισσότερα καλά έργα απ' όσα χρειάζονται για τη σωτηρία τους και τέτοιες «αξιομισθίες», που μ' αυτές μπορούν να σωθούν και άλλοι άνθρωποι. Πρόκειται για τις λεγόμενες αφέσεις η τα λυσίποινα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.
      Πουθενά ωστόσο, το Ευαγγέλιο δεν διδάσκει τέτοιο πράγμα, ούτε δέχεται «περισσεύουσες αξιομισθίες» στους ανθρώπους, όσο άγιοι κι' αν ήτανε στη ζωή τους. Όσον αφορά στο «καθαρτήριο πυρ», ο άγιος Νεκτάριος, στο βιβλίο του «Μελέτη περί της αθανασίας της ψυχής», σ. 168,9, Αθήνα, 1901, γράφει σχετικά: «Κατά την Ορθόδοξον Εκκλησίαν, μετά θάνατον ουδεμία υπάρχει μεσάζουσα τάξις μεταξύ των μεταβαινόντων εις Ουρανούς και των καταβαινόντων εις άδην». Δεν υπάρχει τόπος ειδικός, μεσάζων, ένθα ευρίσκονται αι ψυχαί των μετανοησάντων και μη ενεγκόντων καρπούς μετανοίας...»


8. Λατινική Μαριολογία η Μαριολατρία

     Η παπική «Εκκλησία», παρεκκλίνοντας από την ορθή διδασκαλία των Πατέρων μας, οδηγήθηκε σε κακοδοξίες, καινοτομίες και εσφαλμένα δόγματα ως προς το πρόσωπο της Παναγίας. Έτσι το 1854 θεσπίστηκε το δόγμα της ασπίλου συλλήψεως της Θεοτόκου, που όριζε ότι «Η Παρθένος Μαρία από της πρώτης στιγμής της συλλήψεώς της διετηρήθη καθαρά παντός εκ του προπατορικού αμαρτήματος ρύπου».
     Το 1950, ο πάπας Πίος ΙΒ', ανεκήρυξε σε δόγμα την ενσώματη μετάσταση της Θεοτόκου, σύμφωνα με το οποίο «η αειπάρθενος Θεομήτωρ μετά την επί γης ζωήν αυτής, μετέστη εν σώματι και ψυχή εις την ουράνιον δόξαν». Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται εκ μέρους των παπικών μιά έντονη τάση απόδοσης υπερβολικών τιμών στη Θεοτόκο, που φτάνει στα όρια της λατρείας. «Συλλυτρώτρια», «Μητέρα της Εκκλησίας», «Μεσίτρια πασών των χαρίτων» είναι κάποιοι από τους τιμητικούς τίτλους που αποδίδουν στην Παναγία, με εσφαλμένο και προβληματικό περιεχόμενο.
     Σύμφωνα με την ορθόδοξη διδασκαλία, το προπατορικό αμάρτημα μεταδίδεται σε όλους τους ανθρώπους, ακόμη και σ΄ αυτούς που αποτελούν σκεύη εκλογής, όπως ήταν η Παναγία. Κατά τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, η Θεοτόκος ήταν «υποκείμενη εις το προπατορικό αμάρτημα μέχρι του Ευαγγελισμού. Τότε γαρ εκαθαρίσθη διά της επελεύσεως του Αγίου Πνεύματος». Όσον αφορά στην μετάσταση της Θεοτόκου, η ορθόδοξη παράδοση αναφέρεται στην μετά θάνατον μετάστασή της, χωρίς όμως αυτό να ανάγεται σε δόγμα, αφού δεν μαρτυρείται ούτε στην Αγία Γραφή ούτε στην αποστολική παράδοση.
     Στην Ορθοδοξία η λατρεία ανήκει μόνο στον Τριαδικό Θεό, ενώ στους αγίους και την Παναγία αρμόζει η τιμητική προσκύνηση και η πρεσβευτική ιδιότητα προς τον μόνο Σωτήρα, τον Κύριόν μας Ιησούν Χριστόν. Με μεγάλη σαφήνεια η Ζ' Οικουμενική Σύνοδος (787) ορίζει: «τιμάν και μεγαλύνειν εμάθομεν πρώτον μεν και κυρίως και αληθώς την του Θεού Γεννήτριαν και τας αγίας και αγγελικάς Δυνάμεις και τους ενδόξους Μάρτυρας, αλλά και τους αγίους άνδρας, και τούτων αιτείν τας πρεσβείας», (βλ. σχ. Αρχιμ. Σπ. Μπιλάλη, Ορθοδοξία και Παπισμός, εκδ. Ορθοδόξου τύπου, Αθήνα 1969, σελ. 164-191).



9. Μυστήρια

Μία γενική διαφορά η οποία απορρέει από το πρωτείο του Πάπα είναι η στάση των ιερέων στους λόγους των μυστηρίων, οι οποίοι φαίνεται να τα τελούν στο ...όνομά τους: «Εγώ σε βαπτίζω, εγώ σε συγχωρώ κ.λ.π.», σε αντίθεση με τα Ορθόδοξα Μυστήρια στα οποία ο ιερέας είναι απλός υπηρέτης: «Βαπτίζεται ο δούλος του Θεού εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, Η χάρις του Παναγίου Πνεύματος διά της εμής ελαχιστότητος έχει σε λελυμένον και συγκεχωρημένον κ.λ.π.»


10. Το Βάπτισμα

     Η ορθόδοξη Εκκλησία τελεί το Βάπτισμα με τριπλή κατάδυση στο νερό, η οποία συμβολίζει την τριήμερο ταφή και Ανάσταση του Κυρίου. Άλλωστε είναι σαφής η προτροπή του Κυρίου προς τους μαθητές Του να βαπτίζουν «εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος». Από την άλλη μεριά, η παπική «Εκκλησία» καινοτομεί και εισάγει το διά επιχύσεως η ραντισμού βάπτισμα.


11. Χρίσμα

     Η παπική «Εκκλησία καινοτομεί και το μυστήριο του Χρίσματος. Συνιστά να αναβάλλεται του μυστήριο του Χρίσματος στους βαπτιζομένους μέχρι το 7ο η κατ΄ άλλους το 14ο έτος της ηλικίας τους, οπότε και δεν κοινωνούν. Η αρχαία Εκκλησία παρείχε στα βαπτιζόμενα νήπια το Χρίσμα αμέσως μετά το Βάπτισμα, ακριβώς για να τα εισάγει από την πρώτη στιγμή στην ατμόσφαιρα της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, δεδομένου ότι για να στηριχθεί ο βαπτιζόμενος στην πνευματική ζωή έχει πάντοτε ανάγκη από τη ζωογόνο Θεία Χάρη. Αυτήν την παράδοση ακολουθεί μέχρι σήμερα η Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία τελεί το Χρίσμα με άγιο Μύρο, σε αντίθεση με τους παπικούς που το τελούν με την επίθεση των χειρών του Επισκόπου.


12. Μετάνοια

     Ως προς το μυστήριο της μετανοίας, την Ιερά Εξομολόγηση, στους Ρωμαιοκαθολικούς γίνεται ως μια δίκη και η επικοινωνία είναι απρόσωπη. Ο εξομολογούμενος λέει τα αμαρτήματά του χωρισμένος και άγνωστος στον πνευματικό (στους ξύλινους θαλαμίσκους) και λαμβάνει τα επιτίμια και την άφεση. Δεν υπάρχει δηλαδή προσωπική ποιμαντική σχέση και εκκλησιαστική κοινωνία, αλλά νομική και απρόσωπη σχέση. Προέχει η νομική δικαίωση του αμαρτωλού και όχι η συγχώρηση, επάνοδος και αποκατάστασή του στο πατρικό σπίτι (Εκκλησία) και την πατρική αγκάλη.
     Αντίθετα στην Ορθόδοξη Εκκλησία υπάρχει προσωπική επαφή του πιστού με τον ιερέα. Η άφεση των αμαρτιών πηγάζει από την Σταυρική θυσία του Κυρίου μας και όχι από τις μεσιτείες των αγίων η άλλους παράγοντες, όπως διδάσκουν οι παπικοί.



13. Θ. Ευχαριστία

     Σε αυτό το Μυστήριο οι παπικοί έχουν εισάγει πολλές καινοτομίες: α) Χρησιμοποιούν βιομηχανοποιημένο άζυμο άρτο που λέγεται «όστια» και όχι ένζυμο που χρησιμοποιεί η ανατολική Εκκλησία στηριζόμενη στο επιχείρημα ότι ακολουθούν αρχαία συνήθεια. Αυτό, όμως, δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια. Ο Μυστικός Δείπνος έγινε με ένζυμο και όχι με άζυμο άρτο. Στην πραγματικότητα τα άζυμα δεν αποτελούν αρχαία συνήθεια, αλλά επινοήθηκε από αιρετικούς τους πρώτους αιώνες.
     β) Ο καθαγιασμός του άρτου και του οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού τελείται για την ορθόδοξη Εκκλησία με την επίκληση του Αγίου Πνεύματος. Αντιθέτως για τους παπικούς τελείται με την εκφώνηση των συστατικών του μυστηρίου λόγων του Κυρίου «Λάβετε φάγετε...» κ.λ.π.
     γ) Οι παπικοί απέκοψαν τον λαό από την μετοχή στο Αίμα του Κυρίου, αφού κοινωνούν μόνο οι ιερωμένοι απ' αυτό, διότι πιστεύουν ότι αρκεί για την σωτηρία των πιστών η μετάληψις μόνο του Σώματος. Σε αντίθεση, η ορθόδοξη Εκκλησία μεταδίδει το Σώμα και το Αίμα Χριστού σε όλους τους πιστούς.
     δ) Τα νήπια και τα παιδιά μέχρι το 10ο η 12ο έτος απέχουν από το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, διότι, σύμφωνα με την παπική διδασκαλία, δεν είναι ικανά να διακρίνουν το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου, αντίθετα με τους Ορθοδόξους που επιτρέπουν τη Θεία Κοινωνία στα βαπτισμένα νήπια.



14. Γάμος

     Ο Κύριος τόνισε το αδιάλυτο του μυστηρίου του γάμου «παρεκτός λόγου πορνείας». Οι παπικοί δεν σεβάστηκαν αυτή την εξαίρεση και θέσπισαν το αδιάλυτο του γάμου χωρίς καμμία εξαίρεση.


15. Ιερωσύνη

     Η παπική «Εκκλησία έχει αυθαίρετα καθιερώσει τη γενική αγαμία του κλήρου, στηριζόμενη σε αποστολικό χωρίο («...ο άγαμος μεριμνά τα του Κυρίου, πως αρέσει τω Κυρίω...» Α' Κορ. ζ, 32). Στην ουσία όμως η αγαμία οφείλεται στην στάση της Ρωμαιοκαθολικής «Εκκλησίας» που θέλει να εξάρει τον κλήρο υπέρ τους λαϊκούς, αποχωρίζοντάς τον από κάθε δεσμό με τις λαϊκές τάξεις και την κοινωνική ζωή, και κυρίως να καταδείξει την ανωτερότητα του δικού τους κλήρου έναντι των κληρικών της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
     Η Α' Οικουμενική Σύνοδος αποδίδει το πνεύμα της Ανατολικής Εκκλησίας, την ελεύθερη δηλαδή εκλογή των κληρικών μεταξύ γάμου και αγαμίας. Η αγαμία είναι χάρισμα, ειδική χάρη του Θεού σε ορισμένα άτομα. Ωστόσο, στην υποχρεωτική αγαμία, που επέβαλε η Παπική Εκκλησία στον κλήρο της, δίνει την πρέπουσα απάντηση ο ασκητικότατος, ομολογητής, θαυματουργός, άγιος και επίσκοπος μέγας Πανφούτιος: «Μη βαρύνετε τον ζυγόν των ιερωμένων».


16. Ευχέλαιο

     Στην Ορθόδοξη Εκκλησία το Μυστήριο του Αγίου Ευχελαίου τελείται σε κάθε περίπτωση. Η προτροπή του Αδελφόθεου Ιακώβου είναι ρητή: «Ασθενεί τις εν υμίν; Προσκαλεσάσθω τους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας, και προσευξάσθωσαν επ' αυτόν αλείψαντες αυτόν ελαίω εν τω ονόματι Κυρίου...» (Ιακ. Ε, 14-15). Οι παπικοί αντίθετα και πάλι, χρησιμοποιούν το μυστήριο του Αγίου Ευχελαίου μόνο μια φορά και μόνο στους ετοιμοθανάτους, σαν τελευταίο εφόδιο.


17. Το σημείο του Σταυρού

     Παράδοση της Εκκλησίας είναι να κάνουμε το σημείο του Σταυρού με τα τρία δάκτυλα, που συμβολίζουν τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Οι παπικοί, αντιθέτως, τον κάνουν με τα τέσσερα δάκτυλα, γιατί κοντά στα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, πρόσθεσαν και το πρόσωπο της Παναγίας, απόρροια της Μαριολατρείας. Επίσης, το σημείο του Σταυρού οι καθολικοί το κάνουν όχι από τα δεξιά προς τα αριστερά, αλλά από τα αριστερά προς τα δεξιά.


18. Θεία Λειτουργία

     Αρχαία τάξη στην Εκκλησία είναι ο ιερέας να τελεί μια μόνο Θεία Λειτουργία την ημέρα και πάνω στην Αγία Τράπεζα να τελείται μόνο μια Θεία Λειτουργία καθημερινά. Η παπική «Εκκλησία», όμως, καθιέρωσε ο ιερέας να τελεί περισσότερες από μια Θείες Λειτουργίες και μάλιστα πάνω στην ίδια Τράπεζα.


19. Ναός

     Οι παπικοί Ναοί δεν είναι στραμμένοι προς την Ανατολή, όπως είναι οι ορθόδοξοι, αλλά προς τη Δύση. Αυτό φαίνεται προκλητικότατα στο μεγάλο Ναό της Ρώμης, τον Άγιο Πέτρο
     Ο Μ. Βασίλειος γράφει σχετικά: «Πάντες ορώμεν κατά ανατολάς επί των προσευχών, ότι την αρχαίαν επιζητούμεν πατρίδα, τον Παράδεισον, όν εφύτευσεν Αδάμ εν Εδέμ, κατά ανατολάς».



20. Εκκλησιαστικές τέχνες

     Η τέχνη της Δύσεως, η μουσική, η αρχιτεκτονική και η αγιογραφία, έχει καθαρά ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα, σε αντίθεση με αυτήν της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Στην δυτική ζωγραφική παράσταση ο Χριστός φαίνεται ως άνθρωπος και η Θεοτόκος και οι άγιοι ως κοινοί, μη μεταμορφωθέντες άνθρωποι. Και η φύση παρουσιάζεται «νατουραλιστικά», χωρίς μετοχή στο άκτιστο φως. Αντίθετα, η Ορθόδοξη εικόνα εικονίζει τον Θεάνθρωπο Χριστό και τα μεταμορφωμένα πρόσωπα της Θεοτόκου και των Αγίων μέσα στον επίσης μεταμορφωμένο από την Άκτιστη Χάρη κτιστό κόσμο.
     Στους Ναούς τους οι δυτικοί έχουν αγάλματα αντί για εικόνες και στις «ακολουθίες» τους χρησιμοποιούν μουσικά όργανα, κάτι που δεν είναι σύμφωνο με την παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας.



21. Νηστεία

     «Χαλαραί αντιλήψεις επεκράτησαν παρά τη ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και ως προς τον ιερόν θεσμόν της νηστείας. Ο Σπυρίδων Μακρής γράφει περί των νηστειών των Λατίνων: «Αι νηστείαι της Δυτικής Εκκλησίας είναι ελαφρότεραι των της Ανατολικής, απαγορεύουσαι κυρίως το κρέας μόνον, οι δε κατά τόπους επίσκοποι έχουν το δικαίωμα της ρυθμίσεως των νηστειών». Ο ουνίτης επίσκοπος Υάκινθος, αναφερόμενος εις τον νόμον της λατινικής νηστείας, γράφει: «Ο νόμος της νηστείας επιτρέπει εν μόνο γεύμα την ημέραν, κατά το οποίον δύναταί τις να φάγη όσον θέλει και ό,τι θέλει. Αρκεί να μη διαρκέση το γεύμα περισσότερον από δυο ώρας»...Η νηστεία παύει πατά τοις ρωμαιοκαθολικοίς να αποτελή πνευματικόν όπλον προς καθαίρεσιν των σκιρτημάτων της σαρκός και μέσον άριστον γενικώτερον προς εγκράτειαν. Υλιστικόν νεωτερισμόν αποτελεί η ουσιαστική κατάργησις του ιερού θεσμού της νηστείας υπό της παπικής Εκκλησίας. Ο Μ> Βασίλειος ελέγχει πάντα επιχειρούντα την κατάργησιν της νηστείας: «Αρχαίον δώρον η νηστεία, ου παλαιούμενον και γηράσκων, αλλ' ανανεούμενον αεί...νηστεία εν παραδείσω ενομοθετήθη. Την πρώτην εντολήν έλαβεν Αδάμ, Από του ξύλου του γινώσκειν καλόν και πονηρόν ου φαγείσθε. Το δε, ου φάγεσθε, νηστείας εστί και εγκρατείας νομοθεσία...» (Αρχιμ. Σπ. Μπιλάλη, Ορθοδοξία και Παπισμός, σελ. 250,1).


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

     «Συνέπεια όλων των ανωτέρω είναι ότι στον Παπισμό έχουμε απόκλιση από την ορθόδοξη Εκκλησιολογία. Ενώ στην Ορθόδοξη Εκκλησία δίνεται μεγάλη σημασία στη θέωση που συνίσταται στην κοινωνία με τον Θεό, δια της οράσεως του ακτίστου Φωτός, οπότε οι θεούμενοι συνέρχονται σε Οικουμενική Σύνοδο και οριοθετούν ασφαλώς την αποκαλυπτική αλήθεια σε περιπτώσεις συγχύσεως, εν τούτοις στον Παπισμό δίνεται μεγάλη σημασία στον θεσμό του Πάπα, ο οποίος Πάπας υπέρκειται ακόμη και από αυτές τις Οικουμενικές Συνόδους. Σύμφωνα με την λατινική θεολογία ‘η αυθεντία της Εκκλησίας υπάρχει τότε μόνον όταν στηρίζεται και εναρμονίζεται με την θέληση του Πάπα. Σε αντίθετη περίπτωση εκμηδενίζεται'...
     Υπάρχουν μεγάλες θεολογικές διαφορές, οι οποίες καταδικάσθηκαν από την Σύνοδο επί Μεγάλου Φωτίου και στην Σύνοδο επί αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, όπως φαίνεται και στο ‘Συνοδικό της Ορθοδοξίας'. Επί πλέον και οι Πατέρες της Εκκλησίας και οι Τοπικές Σύνοδοι μέχρι τον 19ο αιώνα καταδίκαζαν όλες τις πλάνες του Παπισμού. Το πράγμα δεν θεραπεύεται ούτε βελτιώνεται από κάποια τυπική συγγνώμη που θα δώση ο Πάπας για ένα ιστορικό λάθος, όταν οι θεολογικές απόψεις του είναι εκτός Αποκαλύψεως και η Εκκλησιολογία κινείται σε εσφαλμένο δρόμο, αφού μάλιστα ο Πάπας παρουσιάζεται ως ηγέτης του Χριστιανικού κόσμου, ως διάδοχος του Αποστόλου Πέτρου και βικάριος-αντιπρόσωπος του Χριστού πάνω στη γη, ωσάν ο Χριστός να έδωσε την εξουσία του στον Πάπα και Εκείνος αναπαύεται ευδαίμων στους Ουρανούς». (Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου, Βασικά σημεία διαφοράς μεταξύ Ορθοδόξου Εκκλησίας και Παπισμού, εφ. Παρέμβαση, Απρίλιος 2001.
   
     Μετά από όσα παρατέθηκαν, αντιλαμβανόμαστε ότι ο Δυτικός Χριστιανισμός (Παπισμός - Προτεσταντισμός) είναι ένας εντελώς διαφορετικός κόσμος. ‘Άλλη θεολογία, άλλη κοσμολογία, άλλη ανθρωπολογία, οι οποίες οδηγούν σε διαφορετική βιοθεωρία, διαφορετική κουλτούρα διαφορετικό πολιτισμό και επομένως σε μια εντελώς διαφοροποιημένη νοοτροπία που καταλήγει σε μια ξένη, ως προς την ορθόδοξη, πνευματικότητα και καθημερινότητα του ανθρώπου.
     Σε μία εποχή που όλοι τείνουν σε ενοποιήσεις και πολύς λόγος γίνεται για το αύριο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, οι λόγοι του μακαριστού π. Ιουστίνου Πόποβιτς ηχούν στα αυτιά μας ως προφητικό κάλεσμα επαγρυπνήσεως και εγρηγόρσεως:
     «Όλοι οι ευρωπαϊκοί ουμανισμοί, από τους προ της Αναγεννήσεως, της Αναγεννήσεως και περαιτέρω, οι προτεσταντικοί, φιλοσοφικοί, θρησκευτικοί, κοινωνικοί, επιστημονικοί, πολιτιστικοί και πολιτικοί επεδίωκαν εν γνώσει η εν αγνοία και αδιακόπως επιδιώκουν, ένα πράγμα: να αντικαταστήσουν την πίστιν εις τον Θεάνθρωπον με την πίστιν εις τον άνθρωπον, να αντικαταστήσουν το ευαγγέλιον του Θεανθρώπου με το ευαγγέλιον κατ' άνθρωπον, την φιλοσοφίαν κατά Θεάνθρωπον με την φιλοσοφίαν κατ' άνθρωπον, την κουλτούραν κατά Θεάνθρωπον με την κουλτούραν κατ' άνθρωπον. Με μιαν λέξιν, να αντικαταστήσουν την ζωήν κατά Θεάνθρωπον με την ζωήν κατ' άνθρωπον. Και ταύτα συνέβαινον επί αιώνας, έως ότου τον παρελθόντα αιώνα, το 1870, εις την Α' Σύνοδον του Βατικανού, όλα αυτά συνεκεφαλαιώθησαν εις το δόγμα του αλάθητου του Πάπα. Έκτοτε το δόγμα αυτό απέβη το κεντρικό δόγμα του παπισμού. Δια τούτο επί των ημερών μας εις την Β' Σύνοδον του Βατικανού τόσον επιμόνως και επιδεξίως συνεζητήθη και υπεστηρίχθη το απαραβίαστον και το αναλλοίωτον αυτού του δόγματος.
     Το δόγμα τούτο έχει κοσμοϊστορικήν σημασίαν δι' όλην την τύχην της Ευρώπης, μάλιστα δε δια τους αποκαλυπτικούς καιρούς της, εις τους οποίους έχει ΄δη εισέλθει  Διά του δόγματος αυτού όλοι οι ευρωπαϊκοί ανθρωπισμοί απέκτησαν το ιδεώδες και το είδωλόν των: ο άνθρωπος ανεκηρύχθη υπερτάτη θεότης, πανθεότης. Το ευρωπαϊκόν ουμανιστικόν πάνθεον απέκτησε τον Δία του» (Ι. Πόποβιτς, Άνθρωπος και Θεάνθρωπος, εκδ. Αστήρ, ε' έκδοσις, 1987, σελ. 149 - 150)

     «Για όλους αυτούς τους λόγους η ένωσις δεν είναι υπόθεσις συμφωνίας μόνο σε κάποια δόγματα, αλλά αποδοχής του ορθοδόξου, θεανθρωποκεντρικού, χριστοκεντρικού, τριαδοκεντρικού πνεύματος στα δόγματα, στην ευσέβεια, στην εκκλησιολογία, στο κανονικό δίκαιο, στην ποιμαντική, στην τέχνη, στην άσκησι.
     Για να γίνει αληθινή ένωσις θα πρέπει η εμείς να παρατηθούμε από τον Ορθόδοξο θεανθρωποκεντρισμό μας η οι Παπικοί από τον δικό τους ανθρωποκεντρισμό. Το πρώτο είναι αδύνατο να συμβή με την Χάρι του Κυρίου μας, διότι αυτό θα ήταν προδοσία στο Ευαγγέλιο του Χριστού μας. Αλλά και το δεύτερο είναι δύσκολο να συμβή. Όμως «τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστίν».
     Πιστεύουμε ότι δεν συμφέρει και στους μη Ορθοδόξους να παραιτηθούμε εμείς από την Ορθοδοξία μας. Όσο υπάρχει η Ορθοδοξία, σώζεται η ακαινοτόμητος ευαγγελική πίστις, η «άπαξ παραδοθείσα τοις Αγίοις». Υπάρχει ζωντανή η μαρτυρία της πραγματικής κοινωνίας του Θεού με τον άνθρωπο, η αλήθεια της Εκκλησίας ως θεανθρωπίνης κοινωνίας. Έτσι ακόμη και οι ετερόδοξοι που την έχασαν, γνωρίζουν ότι κάπου υπάρχει. Ελπίζουν. Ίσως κάποτε την αναζητήσουν μεμονωμένα η συλλογικά. Θα την βρουν και θα αναπαυθούν. Ας κρατήσουμε αυτήν την αγία πίστι όχι μόνο για μας αλλά και για όλους τους αδελφούς ετεροδόξους και για όλο τον κόσμο. Η θεωρία περί δύο πνευμόνων, διά των οποίων αναπνέει η Εκκλησία, δηλαδή του Παπισμού και της Ορθοδοξίας, δεν μπορεί να γίνει δεκτή από Ορθοδόξου πλευράς, διότι ο ένας πνεύμων (ο Παπισμός) δεν ορθοδοξεί και το γε νυν έχον νοσεί ανιάτως.
     Ευχαριστούμε την Παναγία και Ζωαρχική Τριάδα για το μεγάλο δώρο Της, την αγία Ορθόδοξο Πίστι μας και για τους ευσεβείς προγόνους, διδασκάλους, ιερείς και αρχιερείς και πνευματικούς μας πατέρας, που μας εδίδαξαν και παρέδωσαν αυτήν την αγία Πίστι.
     Ομολογούμε, ότι δεν θα αναπαυόμασταν σε μια Εκκλησία που εν πολλοίς υποκαθιστά τον Θεάνθρωπο Χριστό με τον «αλάθητο» άνθρωπο «πάπα» η «προτεστάντη».
     Πιστεύουμε  ότι η Εκκλησία μας είναι Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού, που έχει το πλήρωμα της Αληθείας και της Χάριτος. Λυπούμεθα, γιατί οι ετερόδοξοι Χριστιανοί δεν ημπορούν να χαρούν αυτό το πλήρωμα, και μάλιστα κάποτε προσπαθούν και να παρασύρουν και προσηλυτίσουν τους Ορθοδόξους στις κοινότητές τους, όπου μόνον μια μερική, αποσπασματική και διαστρεβλωμένη άποψι της αληθείας έχουν. Εκτιμούμε την όση αγάπη έχουν για το Χριστό και όσα καλά έργα κάνουν, αλλά δεν ημπορούμε να δεχθούμε ότι η ερμηνεία που δίδουν στο Ευαγγέλιο του Χριστού είναι σύμφωνη με την διδασκαλία του Χριστού, των αγίων Αποστόλων, των αγίων Πατέρων και των αγίων Τοπικών και Οικουμενικών Συνόδων.
     Προσευχόμεθα ο αρχιποιμήν Χριστός, ο μόνος αλάθητος Αρχηγός και Κεφαλή της Εκκλησίας, εκείνους μεν να οδηγήση στην Αγία Ορθόδοξο Εκκλησία, που είναι το πατρικό τους σπίτι, από το οποίο κάποτε απεσκίρτησαν, εμάς δε τους Ορθοδόξους να φωτίση, ώστε να παραμείνουμε άχρι θανάτου πιστοί στην αγία και ακαινοτόμητο Πίστι μας, όλο και περισσότερο στερεούμενοι και εμβαθύνοντες σ' αυτήν, «μέχρι καταντήσωμεν οι πάντες εις την ενότητα της πίστεως και της επιγνώσεως του Υιού του Θεού, εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού». «Αμήν».

(Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, Ορθοδοξία και Ρωμαιοκαθολικισμός (Παπισμός) (Κύριαι Διαφοραί), εκδ. Σταμούλης 2006)



Πηγή: www.impantokratoros.gr