A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Τετάρτη 5 Αυγούστου 2015

Ὀνομαστήρια Ἡγουμένης





Σήμερα τήν 4/8 ν.ἡμ. 22/7/2015 μνήμη τῆς Ἁγίας ἐνδοξου Ἰσαποστόλου καὶ Μυροφόρου Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς ἑόρτασε τὰ ὀνομαστήριά της ἡ μοναχή Μαγδαληνὴ καθηγουμένη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐλευθερουπόλεως Καβάλας. 

Ἀφ’ ἑσπέρας παρέστη ὁ Θεοφιλέστατος Ἐπίσκοπος Χριστιανουπόλεως κ. Γρηγόριος ἐνῶ χοροστάτησε ὁ Θεοφιλέστατος Ἐπίσκοπος Φιλίππων κ. Ἀμβρόσιος ὁ ὁποῖος ἀναφέρθη στὴν ὁμιλία του ἀναλύοντας τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ καὶ συγκεκριμένα τὸ «μὴ μου ἄπτου» ὅταν Ἐκεῖνος συνάτησε τὴν Ἁγία Μαγδαληνή ἀμέσως μετὰ τὴν Ἀνάστσή Του.


Τὸ πρωϊ ἀνήμερα τῆς  ἑορτῆς λειτούργησε ὁ Θεοφιλέστατος Χριστιανουπόλεως κ. Γρηγόριος Γρηγόριοςμὲ τοὺς ἱερεῖς τῆς Μητροπόλεως, ἐνῶ ὁ Θεοφιλέστατος Ἐπίσκοπος κ. Ἀμβρόσιος ἀναφέρθηκε στόν βίο τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Ἰωσήφ τοῦ ἐκ Δεσφίνης ὅπου σήμερα ἡ Ἐκκλησίας πραγματοποίησε στὴν Ἀθήνα τὴν ἐπίσημη ἁγιοκατάταξη στὸ ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας.

Στὸ τέλος τῆς Θείας Λειτουργίας ἐδόθησαν εὐχές ἀπό τὸν οἰκεῖο Ἐπίσκοπο Χριστιανουπόλεως κ. Γρηγόριο στὴν γερόντισσα Μαγδαληνὴ ἐνῶ παρετέθη τράπεζα καὶ ἐδέσματα ἐκ μέρους τῆς Μονῆς σὲ ὅλους τοὺς παρισταμένους.






Τρίτη 4 Αυγούστου 2015

Ἡ Ἁγία Μαρκέλλα ἡ Παρθενομάρτυς ἡ Χιοπολίτιδα (22 Ἰουλίου)


Η εικόνα ίσως περιέχει: 1 άτομο



Ανάμεσα στους πολυάριθμους Αγίους, που κοσμούν το τοπικό αγιολόγιο και τη μακρόχρονη εκκλησιαστική ιστορία του μυροβόλου νησιού της Χίου είναι και η Αγία παρθενομάρτυς Μαρκέλλα, που αποτελεί το ευλαβικό καύχημα των απανταχού της Γης Χίων και τον πολύτιμο πνευματικό θησαυρό για χιλιάδες προσκυνητές, που συρρέουν στον τόπο του μαρτυρίου της για να αποδώσουν τον οφειλόμενο σεβασμό στο μεγαλείο και τον ηρωισμό της, αλλά και για να ζητήσουν τη θαυματουργική της χάρη για την επίλυση σωματικών και ψυχικών ασθενειών.

Η Αγία Μαρκέλλα γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Βολισσό, στο ιστορικό αυτό κεφαλοχώρι της βορειοδυτικής Χίου. Για τον χρόνο της γέννησης, της ζωής και του μαρτυρίου της Αγίας υπάρχει σύγχυση και ασάφεια μεταξύ των βιογράφων. Σύμφωνα με τον βιογράφο της, Όσιο Νικηφόρο τον Χίο (βλέπε 1 Μαΐου), η Αγία Μαρκέλλα έζησε και ήκμασε περί το 1500 μ.Χ. Ο πατέρας της ήταν ειδωλολάτρης και η χριστιανή μητέρα της απεβίωσε σε νεαρά ηλικία. Η Μαρκέλλα διακρίθηκε από νωρίς για τη βαθιά της πίστη και αγάπη στον Χριστό, την καλοσύνη και αγνότητά της, τη σεμνότητα και την ευγένεια της ψυχής της. Προικισμένη με θεϊκή σοφία και αμέτρητα ψυχικά χαρίσματα επικοινωνούσε αδιάκοπα με τον Θεό. Αυτόν τον «επίγειο άγγελο» φθόνησε ο εωσφόρος και θέλησε να την πολεμήσει με κάθε μέσο.

Έτσι ο ειδωλολάτρης και σκληρόκαρδος πατέρας της άρχισε να επιθυμεί ερωτικά την ίδια του την κόρη και να νιώθει προς αυτή μία αστείρευτη σαρκική επιθυμία. Όταν η Μαρκέλλα διαπίστωσε τον αναίσχυντο χαρακτήρα του σαρκολάτρη πατέρα της, εγκατέλειψε το πατρικό σπίτι και αναζήτησε καταφύγιο στα βουνά της περιοχής. Τότε ο πατέρας της κινούμενος από τις κτηνώδεις ορέξεις του και με απερίγραπτη μανία άρχισε να ψάχνει να βρει τη νεαρή και όμορφη Μαρκέλλα. Τότε η δύστυχη και έντρομη κόρη προσπάθησε να προστατευθεί και να σώσει την τιμιότητά της. Μία μεγάλη βάτος αποτέλεσε το ασφαλές καταφύγιο της Αγίας. Ένας βοσκός όμως αντιλήφθηκε τη Μαρκέλλα και υπέδειξε τη βάτο στον μανιακό πατέρα της. Τότε ο πατέρας έβαλε φωτιά στη βάτο για να την αναγκάσει να βγει έξω από αυτή. Η Μαρκέλλα κατάφερε και βρήκε διέξοδο και έτσι γλίτωσε από τα χέρια του σαρκολάτρη πατέρα της. Στη συνέχεια άρχισε να τρέχει πάνω στις πέτρες και τα βράχια, αλλά ο πατέρας της βλέποντας τη δυσκολία να την φτάσει, αποφάσισε να τη σημαδέψει με το τόξο του και έτσι εκτόξευσε προς αυτή ένα βέλος. Η Αγία πληγώθηκε και το αγνό της αίμα πότισε τα βράχια. Παρόλα αυτά δεν έχασε την ψυχική της δύναμη και συνέχισε να τρέχει. Οι σωματικές της δυνάμεις άρχισαν όμως να την εγκαταλείπουν και κάποια στιγμή έπεσε κάτω ταλαιπωρημένη και πληγωμένη. Η βαθιά και ακλόνητη πίστη της την βοήθησε να βρει τη σωτήρια λύση. Με τα μάτια στραμμένα στον Ουράνιο Νυμφίο προσευχήθηκε και Του ζήτησε να σχίσει τον βράχο και να την κρύψει μέσα. Η παράκληση της Αγίας έγινε πραγματικότητα και έτσι ο βράχος σχίστηκε και δέχτηκε το σώμα της ενάρετης Μαρκέλλας μέχρι το στήθος. Ο σαρκολάτρης πατέρας φτάνοντας στον τόπο και βλέποντας το παράδοξο αυτό θαύμα, οργίστηκε ακόμη περισσότερο και έκοψε με ένα μαχαίρι τους μαστούς της και τους πέταξε στο βουνό. Στη συνέχεια αποκεφάλισε την κόρη του και πέταξε την κεφαλή της στη θάλασσα. Σύμφωνα με την παράδοση μία ασυνήθιστη λάμψη άρχισε να εκπέμπεται από την κεφαλή της Αγίας, που στέφθηκε με τον ουράνιο και άφθαρτο στέφανο της άθλησης και της θεϊκής δόξας.

Ο σχισμένος βράχος, που δέχτηκε το μαρτυρικό σώμα της Αγίας, αποτελεί μέχρι σήμερα για τους προσκυνητές σημείο ευλαβικής αναφοράς και πηγή ιαμάτων, αφού όσοι προσεύχονται με πίστη, παρατηρούν τον ερυθρό χρωματισμό των βράχων και το νερό να ατμίζει. Αναρίθμητα είναι τα θαύματα, που με τη χάρη του Θεού, έχει επιτελέσει η Αγία Μαρκέλλα από την εποχή του μαρτυρίου της έως τις ημέρες μας, ενώ μάρτυρες θαυμαστών σημείων έγιναν λαμπρές πνευματικές φυσιογνωμίες της Εκκλησίας μας, όπως Άγιος Μακάριος ο Νοταράς Επίσκοπος Κορίνθου (βλέπε 17 Απριλίου), ο Άγιος Νεκτάριος Επίσκοπος Πενταπόλεως (βλέπε 9 Νοεμβρίου) και ο βιογράφος και συντάκτης της Ακολουθίας της Αγίας, Όσιος Νικηφόρος ο Χίος (βλέπε 1 Μαΐου), οι οποίοι συχνά προσέρχονταν στον τόπο του μαρτυρίου της Αγίας για να προσευχηθούν. Η μνήμη της Αγίας παρθενομάρτυρος Μαρκέλλας εορτάζεται κάθε χρόνο στις 22 Ιουλίου και λαμπρά πανήγυρις λαμβάνει χώρα στον φερώνυμο ιερό ναό της Αγίας, που βρίσκεται επί της αμμώδους παραλίας στον ομώνυμο όρμο της Βολισσού και αποτελεί παγχιακό, αλλά και πανελλήνιο προσκύνημα.

Η φιλοπατρία των απανταχού της Γης ευρισκομένων Χίων, αλλά και τα αναρίθμητα θαύματα της Αγίας οδήγησαν στην ανέγερση ιερών ναών επ’ ονόματι της πολυάθλου και ενδόξου παρθενομάρτυρος της Χίου. Έτσι η συνοικία του Βοτανικού στην Αθήνα κοσμείται με ενοριακό ναό της Αγίας Μαρκέλλας, ενώ τα τελευταία χρόνια ανεγέρθηκε περικαλλές παρεκκλήσιο στο όνομα της Αγίας και στην περιοχή της Κάτω Κηφισιάς. Γραφικά παρεκκλήσια επ’ ονόματί της έχουν καταγραφεί στις Σπέτσες, την Άνδρο, τη Μήλο, τη Σαντορίνη και τη Σάμο.




Ἀπολυτίκιον  
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τῆς ἁγνείας τὸ ρόδον καὶ τῆς Χίου τὸ βλάστημα, τὴν Ἁγίαν Μαρκέλλαν ἐν ὠδαὶς εὐφημήσωμεν τμηθεῖσα γὰρ χειρὶ τὴ πατρική, ὡς φύλαξ ἐντολῶν τῶν τοῦ Χριστοῦ, ρώσιν νέμει καὶ κινδύνων ἀπαλλαγήν, τοὶς πρὸς αὐτὴν κραυγάζουσι, δόξα τῷ δεδοκότι σοὶ ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σου, πάσιν ἰάματα.




Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α´. Τοῦ λίθου σφαγισθέντος.

Τοῦ Κυρίου τοῖς νόμοις, καὶ τοῖς θείοις διδάγμασι, πειθομένη Μαρκέλλα, καὶ ἀμέμπτως φυλάττουσα, τὴν βίαν πτοηθεῖσα τοῦ πατρὸς, ὦ Νύμφη ἀκήρατε Χριστοῦ, ἐν τοῖς ὄρεσιν ηὐλίζου, ἐν οἷς διώκων εὑρίσκει καὶ ἐκτείνει σε· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχὺν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.



Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.

Παρθὲνῡς ἀκήρατος, καί ἀθληφώρος σεμνή, ἑδεὶχθῇς ἀθλήσασα, ὑπέρ τοῦ νόμου Χριστοῦ, Μαρκέλλα πανεύφημε· ὅθεν τῶν ἱαμάτων, ἀναβλύζεις τήν χάριν, πᾶσι τοῖς προσιοῦσι, τῇ θερμῇ σου πρεσβείᾳ, πρεσβεύουσα Κυρίῳ, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.



Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Ἡ λαμπρά σου ἄθλησις, ὦ καλλιμάρτυς Μαρκέλλα, τῶν πιστῶν ἐφαίδρυνε, τὰς διανοίας ἐνθέως· θάνατον, τοῦ ζῆν ἀνόμως προκρίνειν πάντας, πείθουσα· καὶ γὰρ ἐτμήθης ξίφει τὴν κάραν, σὺν μαστοῖς ὑπὸ πατρῴας, χειρός· ὢ δρᾶμα! ὑπὲρ τοῦ νόμου Χριστοῦ.



Μεγαλυνάριον
Χλαῖναν παρθενίας πορφυραυγῆ, αἵμασιν οἰκείοις, βεβαμμένην ἀθλητικῶς, φέρουσα Μαρκέλλα, τῷ Λόγῳ ἐνυμφεύθης, τιμηθεῖσα τῇ πατρῴᾳ, χειρὶ ὡς πάνσεμνος.



Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις Νύμφη ἄσπιλε τοῦ Χριστοῦ, ἔνδοξε Μαρκέλλα, καλλιμάρτυς νεοφανής· βλάστημα τῆς Χίου, καὶ δόξα καὶ προστάτις, πάντων παθῶν ἀπάλλαξον, τοὺς τιμῶντάς σε.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον

Πορφύραν ἐξ αἵματος τὴν στολὴν, ὡς περικειμένη, καὶ τὸ στέφος ἐν κορυφῇ, ἔχουσα τὸ θεῖον, καὶ τὴν τῆς παρθενίας, λευκοφαῆ λαμπάδα, κρατοῦσα γέγηθας. 

www.saint.gr

Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015

Η ΠΡΟΝΟΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ (Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου)





Γιά ποιό λόγο ὁ Θεός δέν ἐξαφανίζει τόν ἐχθρό τῶν ἀνθρώπωντό διάβολοπού ἐξαπάτησε τόνἈδάμ καί τήν Εὔα καί συνεχίζει νά πολεμάει ἄγρια ὅλους μαςεἶναι ἕνα ἐρώτημα καί συνάμα μιά ἀξίωση πολλῶν.

Ἡ ἀξίωση αὐτή θά ἦταν εὔλογηἄν ὁ διάβολος μᾶς κατέβαλλε μέ τή βίαἈφοῦ, ὅμως, δέν ἔχει καμιά δυνατότητα νά μᾶς παρασύρει βίαια στό κακό, ἀφοῦ μόνο μέ τή δική μας συνεργασία μπορεῖ νά πετύχει τούς σκοπούς του, ἀφοῦ τό νά κάνουμε τό θέλημά του ἐξαρτᾶται ἀπό τή δική μας προαίρεση, τότε γιατί θέλουμε νά χαθεῖ ἡ αἰτία τῆς ἐπιτυχίας μας στόν ἀγώνα ἐναντίον του, ἡ προϋπόθεση τοῦ θριάμβου καί τοῦ στεφανώματός μας;

Ἀκόμα καί στήν ὑποθετική περίπτωση πού ὁ διάβολος θά μποροῦσε νά νικήσει ὅλους τούς ἀνθρώπους καί νά τούς ὁδηγήσει στήν ἀπώλεια, πάλι δέν θά ἔπρεπε ν᾿ ἀποροῦμε, ἄν ὁ Θεός τόν ἄφηνε ἐλεύθερο στό καταστροφικό ἔργο του. Γιατί ἀπό μᾶς ἐξαρτᾶται ἡ νίκη του καί ἡ κυριαρχία του πάνω μας. Μέ τή θέλησή μας γινόμαστε σκλάβοι του, ὄχι ἀναγκαστικά. Αὐτό τό ἀποδεικνύουν ὅσοι τόν νίκησαν μέχρι σήμερα. Καί δέν εἶναι λίγοι. Ἀλλά καί στό μέλλον θά ὑπάρξουν πολλοί, πού θά τόν νικήσουν. Ὄχι, βέβαια, ὅλοι. Γι᾿ αὐτό ἀκριβῶς, ὅμως, εἶναι πολύ πιό σωστό καί δίκαιο οἱ γενναῖοι ἀγωνιστές νά βροῦν εὐκαιρίες, γιά νά δείξουν τήν καλή τους προαίρεση, καί οἱ ράθυμοι νά τιμωρηθοῦν, παρά νά ζημιωθοῦν οἱ πρῶτοι γιά χάρη τῶν τελευταίων. Ὁ νωθρός καί ἀδιάφορος δέν ζημιώνεται ἀπό τόν ἀντίπαλό του, ἀλλ᾿ ἀπό τή δική του ραθυμία. Γιατί, λοιπόν, νά ἐξαφανίσει ὁ Θεός τό διάβολο, στερώντας ἔτσι ἀπό τούς ἀνδρείους, γιά χάρη τῶν φαύλων, τή δυνατότητα τῆς ἀνδραγαθίας;

Μέ τήν ἴδια συλλογιστική, θά μπορούσαμε νά κατηγορήσουμε καί τά μάτια, γιατί μ᾿ αὐτά ἐπιθυμοῦν τό ξένο σῶμα καί πέφτουν στήν πορνεία πολλοί, ἀλλά καί τό στόμα, γιατί μ᾿ αὐτό βλαστημοῦν καί κακολογοῦν ἄλλοι. Μήπως, λοιπόν, θά ἔπρεπε οἱ ἄνθρωποι νά δημιουργηθοῦν δίχως μάτια καί δίχως γλώσσα; Μά τότε ἄς κόψουμε καί τά χέρια μας, πού κάνουν τόσα ἐγκλήματα, καί τά πόδια μας, πού τρέχουν στήν ἁμαρτία. Ἄς κόψουμε καί τ᾿ αὐτιά μας, πού ἀκοῦνε διηγήσεις πονηρές καί διοχετεύουν στήν ψυχή τή διαφθορά τῶν σκέψεων. Ἀφοῦ γίνουν ὅλα αὐτά, ὅμως, θά πρέπει νά έξαφανιστοῦν καί οἰ τροφές καί τά ποτά καί ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ καί ἡ θάλασσα καί τό σύμπαν ὁλόκληρο. Τί θά χρειάζονται, ἀλήθεια, τά ὑλικά κτίσματα, ὅταν ὁ ἄνθρωπος, γιά τόν ὁποῖο τά δημιούργησε ὅλα ὁ Θεός, θά ἔχει ἀκρωτηριαστεῖ τόσο ἐλεεινά; Βλέπεις σέ πόσο ἄτοπα καί γελοῖα συμπεράσματα ὁδηγεῖ αὐτή ἡ σειρά τῶν συλλογισμῶν;

Ὁ διάβολος εἶναι κακός γιά τόν ἑαυτό του, ὄχι γιά μᾶς. Γιατί ἐμεῖς, ἄν θέλουμε, πολλά ἔχουμε νά κερδίσουμε ἀπ᾿ αὐτόν, χωρίς βέβαια τή δική του θέληση. Ἔτσι τό θαῦμα γίνεται ἀκόμα μεγαλύτερο καί ἀποδεικνύεται ἡ ἀπεραντοσύνη τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ, καθώς, ὅταν ἐμεῖς βελτιωνόμαστε, ὁ διάβολος λυπᾶται καί ὑποφέρει· ὅταν, μάλιστα, ἡ βελτίωσή μας ὀφείλεται σ᾿ αὐτόν τόν ἴδιο, τότε εἶναι πού δέν μπορεῖ ν᾿ ἀντέξει τή συμφορά του καί σκάει ἀπ᾿ τό κακό του.

Λένε μερικοί, πώς ὁ διάβολος δέν θά εἶχε ἐξαπατήσει τούς πρωτοπλάστους, ἄν δέν τοῦ τό ἐπέτρεπε ὁ Θεός. Τί θά τούς ἀπαντήσουμε; Ὅτι, ἄν δέν εἶχε γίνει αὐτό, ποτέ δέν θά μάθαινε ὁ Ἀδάμ πόσο μεγάλο ἦταν τό ἀγαθό πού ἀπολάμβανε, ποτέ δέν θά λυτρωνόταν ἀπό τήν ἐπιπολαιότητα καί τήν ἀφροσύνη του. Γιατί ὅποιος θεωρεῖ τόν ἑαυτό σπουδαῖο, ὥστε νομίζει ὅτι μπορεῖ νά γίνει καί θεός, πέστε μου, καί τί δέν θά τολμήσει ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος νά κάνει, ἄν δέν σωφρονιστεῖ μέ κάποιο τρόπο;

Ἄς ὑποθέσουμε, ὅμως, ὅτι ὁ διάβολος δέν εἶχε παρουσιαστεῖ διόλου. Σ᾿ αὐτή τήν περίπτωση, ἄραγε, θά ἔμενε ἀναμάρτητος ὁ Ἀδάμ; Μᾶλλον ἀπίθανο. Αὐτός πού τόσο εὔκολα παρασύρθηκε ἀπό μιά γυναῖκα, γρήγορα θά ἔπεφτε στήν ἁμαρτία μόνος του, ἀκόμα κι ἄν δέν ὑπῆρχε ὁ διάβολος. Αὐτός πού τόσο εὔκολα ἐξαπατήθηκε ἀπό κάποιον ἄλλον, ὁπωσδήποτε καί πρίν ἀπό τήν ἐξαπάτησή του ἦταν ἀπρόσεκτος καί εὔπιστος. Ὁ διάβολος δέν θά κατόρθωνε τίποτε, ἄν ὁ Ἀδάμ ἦταν προσεκτικός καί φρόνιμος.

Γιά ποιό λόγο τότε ἔδωσε ὁ Θεός τέτοια ἐντολή στόν Ἀδάμἀφοῦ γνώριζε ὅτι θά τήν παραβεῖ; Μάἀκριβῶς τό ὅτι ἔδωσε τήν ἐντολή εἶναι ἀπόδειξη τοῦ ἐνδιαφέροντός Του γιά τόν ἄνθρωποἐνδιαφέροντος πολύμεγαλυτέρου ἀπό κεῖνο πού θά εἶχε ἄν δέν τήν ἔδινεἌς ὑποθέσουμε ὅτι ὁ Ἀδάμ, μολονότι ἦταν τόσο νωθρός στήν προαίρεση, ὅπως φανερωσε ἡ πτώση του, δέν εἶχε πάρει ἀπό τό Θεό καμιάν ἀπαγόρευτική ἐντολή, ἀλλά ἔμενε στόν παράδεισο ζώντας μέ ἀπεριόριστη τρυφή καί ἄνεση. Ἄραγε, ἡ νωχέλεια καί ἡ ραθυμία, ἀπό τήν ἄνεση αὐτή, θά τόν ὁδηγοῦσαν στό χειρότερο ἤ στό καλύτερο; Στόν καθένα εἶναι φανερό, νομίζω, ὅτι θά ἔφτανε στήν ἔσχατη κακία, ἄν δέν εἴχε καμιά φροντίδα καί κανένα περιορισμό. Γιατί, μολονότι δέν ἦταν ἀκόμα βέβαιος γιά τήν ἀθανασία του, ἔφτασε σέ τόση ἀλαζονεία καί παραφροσύνη, ὥστε νά ἐλπίζει ὄτι θά γίνει θεός, ἐνῶ μάλιστα δέν εἶχε καμιάν ἀπόδειξη ὅτι ὁ διάβολος, πού τοῦ τό ὑποσχέθηκε, ἦταν ἀξιόπιστος. Σκέφτεστε, λοιπόν, σέ ποιό σημεῖο παραφροσύνης θά ἔφτανε, ἄν εἶχε βέβαιη τήν ἀθανασία του; Θά ὑπῆρχε ἁμάρτημα, πού δέν θά τό ἔκανε; Θά ὑπάκουε ποτέ σέ καμιά ἐντολή τοῦ Θεοῦ; Μιά ἐντολή πῆρε ἀπό τόν Κύριο καί Τόν περιφρόνησε τόσο πολύ. Ἄν δέν εἶχε ἀκούσει τίποτε ἀπ᾿ αὐτόν, γρήγορα θά ξεχνοῦσε καί τό ὅτι ἦταν πλάσμα Του.

Ἄν ἐδῶ, στή γῆ, ἡ κοινωνία μας δέν τιμωροῦσε κανέναν ἀπό τούς κακούς καί δέν τιμοῦσε κανέναν ἀπό τούς καλούς ἀνθρώπους, ὅσοι δέν πιστεύουν στήν Ἀνάσταση καί τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ θά ἔφευγαν μακριά ἀπό τήν ἀρετή, πού τή συνοδεύουν πολλά προβλήματα, καί θά προτιμοῦσαν τήν κακία, πού χαρίζει πολλές ἀπολαύσεις. Ἄν πάλι ἐδῶ, στήν ἐπίγεια ζωή, ὁ κάθε ἄνθρωπος ἀπολάμβανε τά ἀγαθά σύμφωνα μέ τήν ἀξία του, τότε οἱ περισσότεροι θά θεωροῦσαν τή Μέλλουσα Κρίση περιττή καί ἀπίθανη.

Γιά νά μήν ἀμφισβητεῖται, λοιπόν, ἡ ἀλήθεια γιά τή Μέλλουσα Κρίση καί γιά νά μή γίνονται χειρότεροι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, περιφρονώντας τήν ἀλήθεια τούτη, γι᾿ αὐτό ὁ Θεός καί στήν παρούσα ζωή τιμωρεῖ πολλούς κακούς καί ἀνταμείβει πολλούς καλούς. Μέ τό νά μήν ἀνταμείβει ὅλους τούς καλούς ἐπιβεβαιώνει τή διδασκαλία γιά τή Μέλλουσα Κρίση. Καί μέ τό νά τιμωρεῖ ὁρισμένους μόνο κακούς πρίν ἀπό τή Μέλλουσα Κρίση, ξυπνάει ἐκείνους πού ἔχουν βυθιστεῖ στόν ὕπνο τῆς ἀμέλειας καί τῆς ραθυμίας. Ἔτσι, τιμωρώντας τούς κακούς, κάνει πολλούς ἄλλους ν᾿ ἀποφεύγουν τήν ἁμαρτία, ἀπό φόβο μήπως πάθουν κι αὐτοί τά ἴδια· ἀλλά καί μήν ἀνταμείβοντας ὅλους τούς καλούς, τούς κάνει νά σκεφτοῦν πώς ἡ ἀνταμοιβή τους θά δοθεῖ σέ κάποιον ἄλλο καιρό.

Γι᾿ αὐτό καί τόν Κάιν δέν τόν τιμώρησε μέ θάνατο ὁ Θεός ἀμέσως μετά τό ἔγκλημα τῆς ἀδελφοκτονίας, πού διέπραξε, ἀλλά τόν ἄφησε νά τριγυρνάει στή γῆ στενάζοντας καί τρέμοντας, ἔτσι ὥστε ὄλοι στό μέλλον, βλέποντας τίς συνέπειες τῆς πράξεώς του, νά παραδειγματίζονται καί νά σωφρονίζονται. Ἄν εἶχαν ἀκούσει ὅτι κάποιος Κάιν, πού σκότωσε τόν ἀδελφό του, θανατώθηκε γιά τό ἔγκλημά του, δέν θά ἔδιναν καί τόση σημασία στό γεγονός, ἴσως μάλιστα καί νά τό ἀμφισβητοῦσαν. Τώρα, ὅμως, πού γιά τόσα πολλά χρόνια τόν ἔβλεπαν ζωντανό νά βασανίζεται ἐλεεινά, τώρα πού τόσοι πολλοί μάρτυρες εἶδαν καί βεβαίωσαν τήν τιμωρία του, τό γεγονός ἔγινε ἀναμφισβήτητο καί πιστευτό ἀπ᾿ ὅλους τούς καλοπροαίρετους ἀνθρώπους τόσο τῆς τότε ἐποχῆς ὅσο καί τούς κατοπινούς. Ἄλλωστε, ἄν ὁ Θεός τόν θανάτωνε, δέν θά τοῦ ἔδινε χρόνο καί εὐκαιρία μετάνοιας. Τέλος, μέ τήν προσωρινή τιμωρία πού τοῦ ἐπέβαλε ἐδῶ, ἔκανε ἐλαφρότερη τή μελλοντική αἰώνια κόλασή του· γιατί οἱ θλίψεις καί οἱ τιμωρίες, πού μᾶς ἔρχονται στήν παρούσα ζωή ἀπό τό Θεό, περιορίζουν πολύ τά βάσανα τῆς ἄλλης ζωῆς.

Γι᾿ αὐτόλοιπόνὁ Θεός δέν τιμωρεῖ συνήθως ὅλους μαζίὅσοι εἶναι ἄξιοι τῆς ἴδιας τιμωρίαςἀλλάλίγους μόνοὥστε οἱ ὑπόλοιποιβλέποντας τίς συμφορές ἐκείνωννά μετανοοῦν καί νά διορθώνονταιΠολλές φορές, πάντως, τούς τιμωρεῖ καί ὅλους μαζί, ὅπως ἔγινε στόν μεγάλο κατακλυσμό, ἀφενός γιά νά ἐμποδιστοῦν οἱ ἁμαρτωλοί ἀπό τή διάπραξη περισσοτέρων ἁμαρτημάτων, καί ἀφετέρου γιά νά ὠφεληθοῦν οἱ μεταγενέστεροι, γλυτώνοντας ἀπό τό κακό παράδειγμα τόσων δασκάλων τῆς ἀνομίας. Γιατί ἀφοῦ καί χωρίς παράδειγμα μποροῦν οἱ ἄνθρωποι νά διαπράξουν πολλά κακά, τί δέν θά ἔκαναν, ἄν ὑπῆρχαν πολλοί γιά νά τούς παρακινοῦν σέ ἁμαρτωλές πράξεις;

Ἄς εἴμαστε βέβαιοι, λοιπόν, ὅτι ὅλα οἰκονομοῦνται ἀπό τό Θεό γιά τό συμφέρον μας καί μόνο. Τόν τρόπο, ὅμως, μέ τόν ὁποῖο οἰκονομοῦνται νά μήν τόν ἀναζητᾶμε. Οὔτε νά δυσφοροῦμε καί νά στενοχωριόμαστε, ἐπειδή τόν ἀγνοοῦμε. Δέν εἴναι δυνατό νά γνωρίζουμε τέτοια πράγματα, ἀλλά καί δέν μᾶς συμφέρει νά τά γνωρίζουμε, τόσο γιατί εἴμαστε θνητοί ὅσο καί γιατί θά φτάναμε γρήγορα στήν παραφροσύνη. Ὁ Θεός θέλει νά μετανοήσουν καί νά σωθοῦν καί ἐκεῖνοι πού δέν πιστεύουν σ᾿ Αὐτόν. Τό λέει ὁ ἴδιος: «Δέν ἥρθα νά καλέσω σέ μετάνοια τούς δικαίους, ἀλλά τούς ἁμαρτωλούς» ( Ματθ. 9 : 13). μά κι ὅταν ἀκόμα δέν θέλουν νά διορθωθοῦν καί νά γνωρίσουν τήν ἀλήθεια, οὔτε τότε τούς ἐγκαταλείπει. Μολονότι θεληματικά στεροῦν τόν ἑαυτό τους ἀπό τήν οὐράνια ζωή, ὁ Θεός τούς παρέχει ὅλα τά ἀναγκαῖα γιά τήν ἐπίγεια ζωή, ἀνατέλλοντας τόν ἥλιο Του γιά κακούς καί καλούς, στέλνοντας τή βροχή σέ δίκαιους καί ἀδίκους καί, γενικά, δίνοντας σέ ὅλους ὅ,τι χρειάζονται γιά νά ζήσουν. Ἄν, λοιπόν, τόση φροντίδα δείχνει ὁ Κύριος γιά τούς ἐχθρούς Του, πῶς θά παραβλέψει ἐκείνους πού Τόν ἀγαποῦν καί Τόν ἀκολουθοῦν;

Ἔτσι, ὅταν βλέπουμε ἀταξίες καί ταραχές καί φαινομενικές ἀδικίες, ἄς μήν παραπονιόμαστε ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, γιατί τίποτα δέν γίνεται στήν παρούσα ζωή χωρίς τήν πρόνοιά Του. Στήν πραγματικότητα ἡ ἀταξία καί ἡ ταραχή βρίσκονται ὄχι στά ἐξωτερικά γεγονότα, ἀλλά στό λογισμό μας. Ὅσο αὐτός παραμένει ταραγμένος ἀπό τά πάθη, πουθενά δέν θά βλέπει τάξη καί ἁρμονία. Ὅπως τά μάτια, ὅταν εἶναι ἄρρωστα, καί στό καταμεσήμερο τά βλέπουν ὅλα σκοτεινά, ἐνῶ ὅταν εἶναι ὑγιή, καί τή νύχτα ἀκόμα ὁδηγοῦν μέ ἀσφάλεια τό σῶμα, ἔτσι καί ὁ νοῦς μας, ὅταν εἶναι ὑγιής, ὅλα τά βλέπει καλά, ὅταν ὅμως εἶναι ἄρρωστος, καί στόν οὐρανό ἀκόμη ἄν τόν ὁδηγήσεις, βρίσκει κι ἐκεῖ ἀταξία καί ταραχή.

Γι᾿ αὐτό, ξαναλέω, ὁ Θεός οὔτε ὅλους τούς ἀφήνει νά φύγουν ἀτιμώρητοι ἀπ᾿ αὐτή τή ζωή, γιά νά μή νομίσουμε ὅτι δέν ὑπάρχει θεία πρόνοια, οὔτε πάλι ζητάει λόγο ἀπ᾿ ὅλους, γιά νά μή νομίσουμε ὅτι δέν ὑπάρχει ἀνάσταση καί Μελλονντική Κρίση. Τό διάβολο, πάλι, τόν ἀφήνει νά μᾶς πολεμάει, γιά νά μή φτάνουμε μέ τόν καιρό στόν ἐφησυχασμό, γιά νά μήν πέφτουμε στή ραθυμία καί τή χαύνωση, γιά νά βρίσκόμαστε πάντα σέ ἀγωνιστική ἑτοιμότητα, γιά νά εἴμαστε κάθε στιγμή ἄγρυπνοι καί προσεκτικοί. Μά καί τή γέεννα τοῦ πυρός ἀκόμα τήν κατασκεύασε ὁ Θεός γιά τή σωτηρία μας, γιά νά μᾶς δώσει κίνητρο ἀγώνων καί ἀφορμή βραβεύσεων, γιά νά μᾶς τραβήξει στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν μέ τό φόβο τοῦ αἰώνιου κολασμοῦ καί τήν προσπάθεια τῆς ἀποφυγῆς του.

Ἄν, λοιπόν, κάνεις κάτι καλό καί δέν ἀμειφθεῖς γι᾿ αὐτό στήν παρούσα ζωή, μή λυπᾶσαι· ἡ ἀμοιβή σέ περιμένει στή μέλλουσα ζωή, καί μάλιστα πολύ μεγαλύτερη. Ἄν, πάλι, κάνεις κάτι κακό καί δέν τιμωρηθεῖς γι᾿ αὐτό, μήν ξεθαρρεύεις· ἐκεῖ σέ περιμένει ἡ τιμωρία, ἄν δέν ἀλλάξεις καί δέν γίνεις καλύτερος.

Ταράζεσαι καί στενοχωριέσαιἐπειδή βλέπεις πολλούς νά ζοῦν μέσα στήν εὐτυχία καί τίςἀπολαύσειςμολονότι εἶναι κακοί καί ἁμαρτωλοίὙποφέρειςδηλαδήγιά τήν ἀνεκτικότητα καί τήμακροθυμία τοῦ Θεοῦ; Πές μουπόσοι ληστεύουνπόσοι ἀδικοῦνπόσοι δολοφονοῦνΜήπως γι᾿ αὐτούςκατηγοροῦμε τό δικαστήΠοτέ! Θά τόν κατηγορήσουμε μόνο ἄν, ἀφοῦ συλληφθοῦν καί ὁδηγηθοῦν μπροστά του οἱ ἔνοχοι, ἐκεῖνος τούς ἀθωώσει. Πῶς, λοιπόν, ζητᾶς εὐθύνες ἀπό τό δικαστή, πρίν παραδοθοῦν στήν κρίση του οἱ ἐγκληματίες; Ἀλλά νά σοῦ πῶ καί κάτι ἄλλο; Σκέψου τί ἔχεις κάνει ἐσύ στή ζωή σου, ἄνθρωπέ μου. Ἐξέτασε καλά τή συνείδησή σου. Τότε ὄχι μόνο δέν θά καυχηθεῖς γιά τίς πράξεις σου, ἀλλά καί τή γνώμη σου θ᾿ ἀλλάξεις καί τή φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ θά παραδεχθεῖς καί τή μακροθυμία Του θά ὁμολογήσεις καί τήν ἀνεξικακία Του θά θαυμάσεις. Γιατί ἄν ἦταν νά ἐπιβάλλει στόν καθένα μας, μόλις θ᾿ ἁμάρτανε, τήν ἀνάλογη τιμωρία, τό ἀνθρώπινο γένος θά εἶχε ἐξαφανιστεῖ πολύ πρωτύτερα ἀπό μᾶς.

Ἄς μή λιποψυχοῦμε, λοιπόν, γιατί δέν φροντίζουμε τόσο ἐμεῖς γιά τή σωτηρία μας, ὅσο φροντίζει Ἐκεῖνος, πού μᾶς ἔπλασε· δέν νοιαζόμαστε τόσο ἐμεῖς γιά τή ζωή μας, ὅσο νοιάζεται Ἐκεῖνος, πού μᾶς χάρισε τή ζωή. Ἔτσι, οὔτε στίς συμφορές ἀφήνει μόνιμα ὁ Θεός τούς ἀνθρώπους, γιά νά μήν ἀποκαρδιώνονται, οὔτε καί στήν ἄνεση, γιά νά μή γίνονται ράθυμοι, ἀλλά μέ τήν ἐναλλαγή τῶν διαφόρων καταστάσεων ἐπιδιώκει πάντα τή σωτηρία τους.

Ἄν ἕνα πλοῖο δέν μπορεῖ νά μείνει δίχως κυβερνήτη, γιατί θά ναυαγήσει, εἶναι δυνατόν ὁ κόσμος ὅλος νά μένει ἀκυβέρνητος ἀπό τότε πού δημιουργήθηκε; Ἄφησε ἕνα πλοῖο στή θάλασσα γιά μιά μόνο μέρα χωρίς καπετάνιο καί πλήρωμα, καί θά τό δεῖς νά βυθίζεται. Ἄφησε ἀφρόντιστη γιά δυό μόνο μέρες μιά μικρή καλύβα, πού κατασκεύασες στό ἀμπέλι σου γιά τίς ἀνάγκες τοῦ τρύγου, καί θά τή δεῖς νά σωριάζεται καταγῆς. Τό πλοῖο, λοιπόν, δέν μπορεῖ νά σταθεῖ δίχως κυβερνήτη. Ἡ καλύβα δέν μπορεῖ νά σταθεῖ δίχως φροντίδα. Ἕνα δημιούργημα τόσο μεγάλο, τόσο σύνθετο καί τόσο ἀξιοθαύμαστο, ὅπως εἶναι τό σύμπαν, πῶς θά διασωζόταν καί θά λειτουργοῦσε χιλιάδες χρόνια δίχως κάποια πρόνοια; Κοίτα τήν ἀπεραντοσύνη τ᾿ οὐρανοῦ μέ τ᾿ ἀναρίθμητα ἀστέρια, κοίτα τήν ὀμορφιά τῆς γῆς μ᾿ ὅλα τά ζῶα καί τά φυτά της, καί κράξε μέσ᾿ ἀπό τήν καρδιά σου: «Πόσο μεγαλειώδη καί θαυμαστά εἶναι τά ἔργα σου Κύριε! Ὅλα μέ σοφία τά δημιούργησες» (Ψαλμ. 103:24).

Βλέπουμε ἕνα μαραγκό νά πριονίζει ξύλα, καί δέν τοῦ ζητᾶμε κανένα λόγο γι᾿ αὐτό. Βλέπουμε ἕνα γιατρό νά καυτηριάζει τίς πληγές, νά κόβει τίς σάρκες, νά τυραννάει μέ ἐξαντλητική δίαιτα κάποιον ἄρρωστο, καί δέν τόν ρωτᾶμε γιατί τά κάνει ὅλα αὐτά. Καί στό μαραγκό καί στό γιατρό καί σέ τόσους ἄλλους θνητούς καί ἄσοφους ἀνθρώπους δείχνουμε ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη καί δεχόμαστε σιωπηλά, ἀνεξέταστα καί ἀδιαμαρτύρητα ὅσα κάνουν. Στόν ἀθάνατο καί πάνσοφο Θεό, ὅμως, δέν δείχνουμε ἐμπιστοσύνη καί θέλουμε νά ψιλολογοῦμε τά θαυμαστά ἔργα Του, τολμώντας μάλιστα πολλές φορές νά Τόν κατηγοροῦμε ὡς ἄδικο! Καί νά δώσουμε χρήματα στούς φτωχούς ἤ νά ὑπερασπιστοῦμε τούς ἀδικημένους δέν τό ἀποφασίζουμε εὔκολα, ἐξετάζουμε ὅμως μέ ἐπιμονή –καί, δυστυχῶς, σχεδόν πάντα μέ κακόπιστη διάθεση– γιατί ὁ Θεός ἐπιτρέπει νά εἶναι ὁ ἕνας πλούσιος, ὁ ἄλλος φτωχός καί ὁ τρίτος πάμφτωχος.

Δέν σκύβουμε καλύτερα τό κεφάλι μας, δέν κατηγοροῦμε τόν ἑαυτό μας, δέν βάζουμε χαλινάρι στή γλώσσα μας, δέν συμμαζεύουμε τό νοῦ μας καί δέν στρέφουμε τήν περιέργειά μας στή ζωή καί τά ἔργα μας; Ἄς ἐξετάσουμε μέ προσοχή τίς πράξεις μας καί ἄς ἀσχοληθοῦμε μέ τ᾿ ἁμαρτήματά μας. Ἄν εἴμαστε ἐρευνητικοί καί πολυπράγμονες, ἄς ζητήσουμε ἀπό τόν ἑαυτό μας λόγο γιά ὅσα κακά εἴπαμε καί κάναμε. Ἀντί, ὅμως, νά κάνουμε αὐτό, καθίζουμε τό Θεό στό ἑδώλιο τοῦ κατηγορουμένου καί Τόν δικάζουμε, προσθέτοντας ἔτσι κι ἄλλη ἁμαρτία στίς ἁμαρτίες μας καί προετοιμάζοντας τήν αἰώνια καταδίκη μας, τήν ὁποία εὔχομαι ν᾿ ἀποφύγουμε, μέ τή χάρη καί τή φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.

(Ἀπό τό βιβλίο: "Θέματα ζωῆς", Τόμος  Α΄, Ἱερά Μονή Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς,
πηγή: www.alopsis.gr ).


Τρίτη 21 Ιουλίου 2015

ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΕΡΓΑ (Ὁσίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου)



Ἄν ποθοῦμε τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, πρέπει νά ἔχουμε πολλή προσοχή καί ἐπιμέλεια καί προθυμία στήν ἐργασία τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Για νά σωθοῦμε, δέν φτάνει μόνο νά πιστεύουμε στόν ἀληθινό Θεό καί νά εἴμαστε ὀρθόδοξοι χριστιανοί. Πρέπει καί ν᾿ ἀγωνιζόμαστε «τόν καλόν ἀγῶνα», νά ζοῦμε «ἀξίως τῆς κλήσεως, ἧς ἐκλήθημεν», δηλαδή νά κάνουμε καί ἔργα χριστιανικά, ἀφοῦ εἴμαστε βαπτισμένοι χριστιανοί καί τιμημένοι μέ τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. 

Ἄς μή νομίζουμε πώς θά σωθοῦμε μόνο μέ τήν πίστη. Ἡ πίστη χωρίς ἔργα δέν ὠφελεῖ σέ τίποτα. Ὁ Κύριος βέβαια εἶπε, ὅτι «ὁ πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται, ὁ δέ ἀπιστήσας κατακριθήσεται». Ὁ ἴδιος ὅμως εἶπε καί τοῦτο: Οὐ πᾶς ὁ λέγων μοι “Κύριε, Κύριε” εἰσελεύσεται εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀλλ᾿ ὁ ποιῶν τό θέλημα τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς». Καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει γιά κείνους πού δέν ἔχουν καλά ἔργα: «Θεόν ὁμολογοῦσιν εἰδέναι, τοῖς δέ ἔργοις ἀρνοῦνται, βδελυκτοί ὄντες καί ἀπειθεῖς καί πρός πᾶν ἔργον ἀγαθόν ἀδόκιμοι».

Ἄν σωζόταν κανείς μόνο μέ τήν πίστη, τότε ὅλοι θά ἐξασφάλιζαν εὔκολα τή σωτηρία. Γιατί «καί τά δαιμόνια πιστεύουσι καί φρίσσουσι». Ἄς θυμηθοῦμε αὐτό πού ἔλεγαν οἱ δαίμονες μέ τό στόμα τῆς «μαντευομένης παιδίσκης» τῶν Φιλίππων γιά τούς ἀποστόλους Παῦλο καί Σίλα: Οὗτοι οἱ ἄνθρωποι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου εἰσίν, οἵτινες καταγγέλλουσιν ὑμῖν ὁδόν σωτηρίας». Αὐτοί λοιπόν οἱ δαίμονες, πού πιστεύουν, καταδικάστηκαν στή γέεννα τοῦ πυρός γιά τά πονηρά τους ἔργα.

Ὅπως τό σῶμα χωρίς τήν ψυχή εἶναι ἀκίνητο καί ἀνενέργητο, ἔτσι καί ἡ πίστη χωρίς ἔργα εἶναι νεκρή. Ἄς ἀκούσουμε τόν ἅγιο Ἰάκωβο τόν Ἀδελφόθεο, πού μέ τόση ἐνάργεια τονίζει: «Τί τό ὄφελος, ἀδελφοί μου, ἐάν πίστιν λέγῃ τις ἔχειν, ἔργα δέ μη ἔχῃ; Μή δύναται ἡ πίστις σῶσαι αὐτόν; Ἐάν δέ ἀδελφός ἤ ἀδελφή γυμνοί ὑπάρχωσι καί λειπόμενοι ὦσι τῆς ἐφημέρου τροφῆς, εἴπῃ δέ τις αὐτοῖς ἐξ ὑμῶν, “ὑπάγετε ἐν εἰρήνῃ, θερμαίνεσθε καί χορτάζεσθε”, μή δῶτε δέ αὐτοῖς τά ἐπιτήδεια τοῦ σώματος, τί τό ὄφελος; Οὕτω καί ἡ πίστις, ἐάν μή ἔργα ἔχῃ, νεκρά ἐστι καθ᾿ ἑαυτήν».

Μετά ἀπ᾿ αὐτά, εἶναι φανερό πώς πρέπει νά ἔχουμε καί ἔργα μαζί μέ τήν πίστη. Καί ὅποιος ἔχει, εἶναι καλύτερος ἀπ᾿ αὐτόν πού κάνει θαύματα. Ἀλήθεια, τί ὠφελεῖται ἐκεῖνος πού κάνει θαύματα τώρα, ἀλλά θά χάσει τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν; Πῶς θά σωθεῖ ἀκόμα κι ἕνας θαυματουργός, ἄν δέν ἔχει ἔργα, πού θά τόν δικαιώσουν; Νά γιατί ὁ Χριστός προειδοποίησε ρητά: «Πολλοί ἐροῦσί μοι ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· “Κύριε, Κύριε, οὐ τῷ σῷ ὀνόματι προεφητεύσαμεν, καί τῷ σῷ ὀνόματι δαιμόνια ἐξεβάλομεν, καί τῷ σῷ ὀνόματι δυνάμεις πολλάς ἐποιήσαμεν;” Καί τότε ὁμολογήσω αὐτοῖς ὅτι “οὐδέποτε ἔγνων ὑμᾶς· ἀποχωρεῖτε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ ἐργαζόμενοι τήν ἀνομίαν”». Βλέπουμε λοιπόν, πώς κι ἐκεῖνοι πού ἔχουν χαρίσματα θαυματουργίας, προφητείας κ. ἄ., δέν μποροῦν νά ὠφελήσουν τόν ἑαυτό τους χωρίς ἔργα.

Ὅποιος πιστεύει πραγματικά στόν Θεό καί στήν πρόνοιά Του, αὐτός σκορπίζει στούς φτωχούς τά χρήματά του, ἐλπίζοντας ὅτι θά πάρει «μισθόν ἑκατονταπλασίονα» καί θά κληρονομήσει τήν αἰώνια ζωή. Αὐτό ἔκαναν οἱ πρῶτοι χριστιανοί, ὅπως διαβάζουμε στίς Πράξεις: «Πάντες οἱ πιστεύοντες ἦσαν ἐπί τό αὐτό καί εἶχον ἅπαντα κοινά, καί τά κτήματα καί τάς ὑπάρξεις ἐπίπρασκον καί διεμέριζον αὐτά πᾶσι καθότι ἄν τις χρείαν εἶχε».

Ὅποιος πιστεύει, ἀγωνίζεται νά ταπεινωθεῖ, μετανοεῖ γιά τίς ἁμαρτίες του, εἶναι πρᾶος καί εἰρηνικός, μισεῖ τήν ἀδικία καί ἀγαπάει τή δικαιοσύνη, γιατί θυμᾶται τό ψαλμικό: «Ὁ ἀγαπῶν τήν ἀδικίαν μισεῖ τήν ἑαυτοῦ ψυχήν».

Ὅποιος πιστεύει, ὑπομένει ἀγόγγυστα κάθε πειρασμό, γιά νά στεφανωθεῖ μέ τό στεφάνι τῆς ἄφθαρτης δόξας. Φυλάει τή σωφροσύνη καί δέν μολύνει τόν ἑαυτό του μέ πορνεῖες καί ἄλλες ἀκαθαρσίες, γνωρίζοντας πώς ὅποιοι μολύνουν τά σώματά τους δέν θά σωθοῦν: «πόρνους γάρ καί μοιχούς κρινεῖ ὁ Θεός».

Αὐτός πού πιστεύει ἀληθινά, δέν εἶναι ὀκνηρός καί ἀμελής στήν προσευχή, δέν κατακρίνει κανένα καί δέν ἀκολουθεῖ «τήν εὐρύχωρον ὁδόν», ἀλλά «τήν στενήν καί τεθλιμμένην». Δέν ἀγαπάει τόν κόσμο οὔτε γονεῖς, ἀδέλφια, γυναίκα καί παιδιά περισσότερο ἀπό τόν Κύριο. Δέν ξεφαντώνει μέ μεθύσια καί ἁμαρτωλά τραπέζια, ὅπου ἀκούγονται τραγούδια καί λόγια ἄσεμνα, ἀλλά θυμᾶται τόν θάνατο καί τή φοβερή ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Γι᾿ αὐτό προσεύχεται καί νηστεύει, καί ἐγκρατεύεται καί ἑτοιμάζεται ὅπως πρέπει, γιά νά δώσει «καλήν ἀπολογίαν» στόν οὐράνιο Κριτή.

Ὅσοι πιστεύουν, ἀγαποῦν τόν Κύριο καί μισοῦν τά πονηρά ἔργα. Δέν μνησικακοῦν ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ τους καί δέν ἀποδίδουν κακό στό κακό. Κάνουν καλό σ᾿ αὐτούς πού τούς κακομεταχειρίζονται, εὐλογοῦν αὐτούς πού τούς καταριῶνται καί ὑπομένουν καρτερικά αὐτούς πού τούς κατατρέχουν. Ὅταν τούς βρίζουν, χαίρονται. Ἔχουν ἀγάπη καθαρή, ἀνόθευτη καί ἀληθινή, ὅπως ὁ ἀπόστολος Παῦλος, πού ἔφτασε στό σημεῖο νά λέει: «Ἀλήθειαν λέγω ἐν Χριστῷ, οὐ ψεύδομαι, συμμαρτυρούσης μοι τῆς συνειδήσεώς μου ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ, ὅτι λύπη μοί ἐστι μεγάλη καί ἀδιάλειπτος ὀδύνη ἐν τῇ καρδίᾳ μου. Ηὐχόμην γάρ αὐτός ἐγώ ἀνάθεμα εἶναι ἀπό τοῦ Χριστοῦ ὑπέρ τῶν ἀδελφῶν μου». Τέτοια ἀγάπη εἶχε καί ὁ προφήτης Μωϋσῆς, πού, ὅταν οἱ Ἰσραηλίτες ἀρνήθηκαν τόν Θεό καί προσκύνησαν ἕνα εἴδωλο – ἕνα χρυσό μοσχάρι – τούς εἶπε: «Ὑμεῖς ἡμαρτήκατε ἁμαρτίαν μεγάλην· καί νῦν ἀναβήσομαι πρός τόν Θεόν, ἵνα ἐξιλάσωμαι περί τῆς ἁμαρτίας ὑμῶν». Καί ἀνέβηκε στό ὄρος Σινᾶ καί εἶπε στόν Θεό: «Δέομαι, Κύριε· ἡμάρτηκεν ὁ λαός οὗτος ἁμαρτίαν μεγάλην καί ἐποίησαν ἑαυτοῖς θεούς χρυσοῦς. Καί νῦν εἰ μέν ἀφεῖς αὐτοῖς τήν ἁμαρτίαν αὐτῶν, ἄφες· εἰ δέ μή, ἐξάλειψον κἀμέ ἐκ τῆς βίβλου σου, ἧς ἔγραψας». Τέτοια διάθεση εἶχε καί ὁ προφήτης Δαβίδ, ὅταν ἔλεγε: «Μετά τῶν μισούντων τήν εἰρήνην ἤμην εἰρηνικός».

Ὅσοι πιστεύουν, δέν ξέρουν τί εἶναι ὑποκρισία ἤ κολακεία ἤ προσωποληψία, γιατί σ᾿ ὅλες τους τίς ἐνέργειες εἶναι εὐθεῖς, τίμιοι καί εἰλικρινεῖς. Δέν ὑπερηφανεύονται καί δέν «ὑψηλοφρονοῦν» γιά τούς ἐπαίνους καί τίς κολακεῖες, πού τούς κάνουν οἱ ἄλλοι. Ἀποστρέφονται τόν κόσμο τῆς ἁμαρτίας, ἀκολουθώντας τήν ὑπόδειξη τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Οὐδείς στρατευόμενος ἐμπλέκεται ταῖς τοῦ βίου πραγματείαις, ἵνα τῷ στρατολογήσαντι ἀρέσῃ. Ἐάν δέ καί ἀθλῇ τις, οὐ στεφανοῦται ἐάν μή νομίμως ἀθλήσῃ».

Ὅσοι πιστεύουν, δέν λένε ποτέ ψέματα, δέν εἶναι πλεονέκτες, δέν κοινωνοῦν ἀνεξομολόγητοι, δέν κατακρίνουν τούς ἄλλους. Μέ δυό λόγια, βαδίζουν προσεκτικά καί σταθερά στόν δρόμο τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, καί πιστεύουν σ᾿ Αὐτόν ὄχι μέ τά λόγια, ἀλλ᾿ «ἐν ἔργῳ καί ἀληθείᾳ».

Βλέπετε τώρα πῷς ζοῦν ὅσοι πιστεύουν; Λοιπόν, πῶς εἶναι δυνατό νά θεωροῦμε κάποιον πιστό, ὅταν εἶναι φτωχός σέ ἔργα;

Ἄν πιστεύουμε πραγματικά, ἄς πολεμήσουμε τήν ἁμαρτία καί ἄς ἀφήσουμε κάθε κακό, πού μέχρι τώρα κάναμε. Ἄς ἀγωνιστοῦμε μέ προθυμία, γιά νά βρεθοῦμε ἕτοιμοι μπροστά στόν Κύριο τή φοβερη ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Ἄς ξυπνήσουμε ἀπό τόν ὕπνο τῆς ἀμέλειας. Ἄς ἐπανορθώσουμε τά σφάλματά μας καί ἄς διώξουμε τούς πονηρούς λογισμούς. Ἄς προσπαθοῦμε νά ἐκπληρώνουμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, γιά νά στεφανωθοῦμε ἀπ᾿ Αὐτόν καί νά κληρονομήσουμε τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν.


(Ἀπό τό βιβλίο: “ΑΠΟΣΤΑΓΜΑ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΣΟΦΙΑΣ” Βασισμένο σέ κείμενο τοῦ Ὁσίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ. Πηγή: alopsis.gr )


Πηγή: eggolpio.blogspot.gr

Παρασκευή 17 Ιουλίου 2015

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ: Εὐαγγἐλιον - Ὁμιλία εἰς τοῦς δύο θεραπευθέντας τυφλοῦς (Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ)





Καὶ παράγοντι ἐκεῖθεν τῷ Ἰησοῦ ἠκολούθησαν αὐτῷ δύο τυφλοὶ κράζοντες καὶ λέγοντες· Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυῒδ. Ελθόντι δὲ εἰς τὴν οἰκίαν προσῆλθον αὐτῷ οἱ τυφλοί, καὶ λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι; λέγουσιν αὐτῷ· Ναί, Κύριε. Τότε ἥψατο τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν λέγων· Κατὰ τὴν πίστιν ὑμῶν γενηθήτω ὑμῖν. Καὶ ἀνεῴχθησαν αὐτῶν οἱ ὀφθαλμοί· καὶ ἐνεβριμήσατο αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· Ὁρᾶτε μηδεὶς γινωσκέτω. Οἱ δὲ ἐξελθόντες διεφήμισαν αὐτὸν ἐν ὅλῃ τῇ γῇ ἐκείνῃ. Αὐτῶν δὲ ἐξερχομένων ἰδοὺ προσήνεγκαν αὐτῷ ἄνθρωπον κωφὸν δαιμονιζόμενον· Καὶ ἐκβληθέντος τοῦ δαιμονίου ἐλάλησεν ὁ κωφός. καὶ ἐθαύμασαν οἱ ὄχλοι λέγοντες, Οὐδέποτε ἐφάνη οὕτως ἐν τῷ Ἰσραήλ. Οἱ δὲ Φαρισαῖοι ἔλεγον· Ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια. Καὶ περιῆγεν ὁ Ἰησοῦς τὰς πόλεις πάσας καὶ τὰς κώμας, διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ.
Ἀπόδοση:

Και ενώ ο Ιησούς επερνούσε από εκεί, τον ηκολούθησαν δύο τυφλοί, οι οποίοι έκραζαν και έλεγαν· “σπλαγχνίσου μας, υιέ Δαυΐδ, και δος μας το φως των οφθαλμών μας”. Όταν δε έφθασε στο σπίτι, τον επλησίασαν οι τυφλοί και είπε προς αυτούς ο Ιησούς· “πιστεύετε πράγματι, ότι ημπορώ εγώ να κάμω αυτό, που ζητείτε;” Λεγουν προς αυτόν· “ναι, Κυριε”. Τότε ήγγισε τα μάτια των, λέγων· “σύμφωνα με την πίστιν σας ας γίνη αυτό προς χάριν σας”. Και αμέσως άνοιξαν οι οφθαλμοί των. Ο δε Ιησούς συνέστησεν εις αυτούς με αυστηρότητα και είπε· “προσέχετε, κανείς να μη μάθη το θαύμα”. Αλλά εκείνοι εξελθόντες διέδωσαν το θαύμα και την φήμη του Ιησού εις όλην εκείνην την χώραν. Ενώ δε αυτοί εξήρχοντο, ιδού έφεραν στον Ιησούν ένα άνθρωπον δαιμονιζόμενον κωφάλαλον. Και όταν εξεδιώχθη το δαιμόνιον, αμέσως ωμίλησεν ο κωφάλαλος και οι όχλοι που ήσαν εκεί εθαύμασαν και έλεγαν ότι ποτέ έως τώρα δεν εφάνησαν στον Ισραηλιτικόν λαόν τόσα πολλά και τόσα μεγάλα θαύματα. Οι μοχθηροί όμως και δόλιοι Φαρισαίοι έλεγαν· “αυτός διώχνει τα δαιμόνια με την δύναμιν του αργηγού των δαιμονίων”. Και περιώδευε ο Ιησούς όλας τας πόλεις και τα χωρία διδάσκων εις τας συναγωγάς αυτών και κηρύσσων το χαρμόσυνον άγγελμα της βασιλείας των ουρανών και θεραπεύων κάθε ασθένειαν και κάθε καχεξίαν μεταξύ του λαού.



Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, με το σώμα που έλαβε από εμάς προς χάριν μας, κατά τη συναναστροφή του με τους ανθρώπους, εθεράπευσε πολλούς ως προς το σώμα και ως προς την ψυχή τυφλούς. Ή μάλλον, εάν κανείς σκεφθεί την ανάβλεψη της διανοίας, που είναι η μετάθεση από την απιστία στην πίστη και από την άγνοια στην επίγνωση του Θεού, δεν είναι δυνατόν ούτε καν να απαριθμήσει τυφλούς που ανέβλεψαν με την ενανθρώπηση του Κυρίου. Αυτοί είναι αριθμημένοι μόνον από Εκείνον που έχει αριθμημένες τις τρίχες της κεφαλής μας. Εάν όμως σκεφθούμε την ανάβλεψη των σωματικών οφθαλμών, και ως προς αυτήν θα εύρωμε πολλούς να έχουν θεραπευθεί από τον Χριστό, άλλους με μόνο τον λόγο, άλλους με την αφή. Ορισμένους δε και μόνον με το να προσπέσουν σ’ Αυτόν, και με το να τον πλησιάσουν. Επίσης και μερικούς που έλαβαν την ίαση και με το πτύσμα του ή και με χρίσμα πηλού.


Αποτέλεσμα εικόνας για Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ
Πράγματι, όταν, καθώς λέγει ο Ματθαίος, είχε έλθει κοντά στη θάλασσα της Γαλιλαίας, «προσήλθον αυτώ όχλοι πολλοί, έχοντες μεθ’ εαυτών χωλούς, τυφλούς, κωφούς και άλλους πολλούς», οι οποίοι ερρίφθησαν όλοι στα πόδια του και τους εθεράπευσε, ώστε και οι όχλοι τότε να θαυμάζουν και να τον δοξάζουν, βλέποντας κωφούς να ομιλούν, χωλούς να περπατούν, και τυφλούς να αναβλέπουν. Αλλά και όταν εισήλθε «καθήμενος επί πώλου», κατά την προφητεία, στην Ιερουσαλήμ με τρόπο παράδοξο, υμνούμενος από τα νήπια ως Θεός, εθεράπευσε όλους τους χωλούς και τους τυφλούς που προσήλθαν εκεί, όπως λέγει επίσης ο Ματθαίος. Και όταν ήλθε στη Βηθσαϊδά, «φέρουσιν αυτώ τυφλόν», όπως λέγει ο Μάρκος, «και παρακαλούσιν αυτόν ίνα άψηται αυτού». Ο δε Κύριος, αφού τον έβγαλε έξω από το χωριό, έπτυσε στους οφθαλμούς του, επέθεσε σ’ αυτόν τα χέρια και τον έκαμε να βλέπει αμυδρά. Έπειτα έθεσε πάλι τα χέρια επάνω του και του έδωσε τη δυνατότητα να βλέπει καθαρά. Καθώς δε ήγγιζε στην `Ιεριχώ, όπως λέγει ο Λουκάς, εθεράπευσε μόνο με έναν λόγο του τυφλόν, που είχε καθίσει δίπλα στον δρόμο και επαιτούσε. Μόλις εκείνος του ζήτησε την ίαση τού είπε: «ανάβλεψον». Εξερχόμενος δε από την Ιεριχώ, όπως λέγει επίσης ο Μάρκος, χαρίζει την όραση σε άλλον πάλι τυφλόν, ονομαζόμενον Βαρτιμαίον, υιόν του Τιμαίου, λέγοντας προς αυτόν, όταν του εζήτησε την ανάβλεψη: «κατά την πίστιν σου γενηθήτω σοι». Όταν δε ευρίσκετο στην Ιερουσαλήμ και είδε έναν τυφλόν εκ γενετής, καθώς λέγει ο Ιωάννης, χωρίς καν να του ζητηθεί, αλλά κινούμενος από μόνη του την αγαθότητα, αφού έπτυσε στη γη και έπλασε πηλό, άλειψε τους οφθαλμούς του τυφλού και του είπε: «ύπαγε, νίψαι εις την κολυμβήθραν του Σιλωάμ». Επήγε λοιπόν και ενίφθη. Όταν δε επανήλθε, είχε αποκτήσει την όρασή του.

Αλλά και όταν είχε αναστήσει την αποθαμμένη θυγατέρα του αρχισυναγώγου Ιαείρου, μετά από λίγο, όπως θα ακούσουμε να ευαγγελίζεται σήμερα ο Ματθαίος, καθώς περνούσε ο Ιησούς, τον ακολούθησαν δύο τυφλοί κράζοντες και λέγοντες, «ελέησον ημάς, υιέ Δαβίδ». Αυτός εισήλθε μαζί τους στην οικία και αφού ήγγισε τους οφθαλμούς των και είπε προς αυτούς: «κατά την πίστιν υμών γενηθήτω υμίν», τους εθεράπευσε. Εκτός λοιπόν από αυτούς που δεν έχουν αναφερθεί, οι τυφλοί είναι έξι. Και νομίζω ότι κανείς από τους τυφλούς που ευρίσκοντο τότε στην Ιουδαία ή και στις γειτονικές περιοχές δεν έμεινε αφώτιστος. Γι’ αυτό και ο Ησαΐας, ως εκπρόσωπος του Χριστού, προείπε περί αυτού, ότι απεστάλη από τον Πατέρα και το Πνεύμα «κηρύξαι αιχμαλώτοις άφεσιν και τυφλούς ανάβλεψιν». Αλλά πώς δεν είπε ο Προφήτης ότι απεστάλη για να δώσει, αλλά για να κηρύξει στους τυφλούς ανάβλεψιν; Ακριβώς, διότι ο Κύριος δεν ήλθε στη γη πρωτίστως για να ανοίξει τους σωματικούς οφθαλμούς, αλλά τους της ψυχής, οι οποίοι οφθαλμοί αποκτούν την ανάβλεψη δια του ευαγγελικού κηρύγματος. Ευλόγως, λοιπόν, η προφητεία λέγει ότι ο Κύριος θα κηρύξει στους τυφλούς ανάβλεψη.

Όπως δε ο ίδιος ο Κύριος μάς παραγγέλλει να ζητούμε τα πνευματικά, λέγοντας «εργάζεσθε μη την βρώσιν την απολλυμένην, αλλά βρώσιν την μένουσαν εις ζωήν αιώνιον», και υπόσχεται να μας προσθέσει και τα σωματικά, εάν εμείς ζητούμε τα ψυχωφελή, λέγοντας «ζητείτε την βασιλείαν του Θεού και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν», έτσι κάμνει και με τους οφθαλμούς μας. Διότι αφού έκλινε τους ουρανούς και κατήλθε στη γη από φιλανθρωπία, για να διανοίξει με το Ευαγγελικό κήρυγμα τους οφθαλμούς της ψυχής μας, και να μας χαρίσει τη νοητή ανάβλεψη, προσέθετε και τη θεραπεία όσων αισθητών οφθαλμών δεν έβλεπαν. Γι’ αυτό και υπάρχει πολλή αντιστοιχία μεταξύ των δύο αναβλέψεων, εννοώ του σώματος και της ψυχής. Όπως δηλαδή από τους σωματικώς τυφλούς, άλλοι μεν απέκτησαν αμέσως την ανάβλεψη, όπως εκείνος που άκουσε «ανάβλεψον», και την ίδια στιγμή εθεραπεύθη, άλλοι δε βαθμιαίως, όπως εκείνος που πριν λάβει τελείως την ίαση είπε ότι βλέπει τους ανθρώπους σαν δένδρα να περπατούν. Έτσι και όσοι διά της πίστεως εδέχθησαν την ίαση των νοητών οφθαλμών, άλλοι μεν την βρήκαν αμέσως, όπως αυτός που από τελώνης ευθύς ανεδείχθη ευαγγελιστής, ενώ άλλοι βαθμιαίως, όπως ο πάντοτε νυκτερινός μαθητής Νικόδημος.

Και όπως ακριβώς από τους σωματικώς τυφλούς, άλλοι μεν επέτυχαν την ίαση μόνο με λόγον, όπως ο Βαρτιμαίος, άλλοι δε και με έργον, (διότι μέσα στους οφθαλμούς εκείνου, που ήταν κοντά στη Βηθσαϊδά, έβαλε και από το πτύσμα του, επειδή, καθώς φαίνεται, αυτός είχε μεν βλέφαρα, αλλά κενά, αφού είχαν αδειάσει από το υγρό των οφθαλμών, το οποίο και ανεπληρώθη τότε με το θείον πτύσμα, ενώ ο εκ γενετής τυφλός ούτε βλέφαρα είχε, γι’ αυτό και εχρειάσθη αυτό το χωμάτινο μίγμα, το οποίον και εδέχθη από τα δάκτυλα του Κυρίου υπό μορφήν ζυμωμένου πηλού). Καθώς λοιπόν από τους κατά το σώμα τυφλούς, άλλοι μεν, όπως είπα, έλαβαν μόνομε λόγον την ίαση, άλλοι δε και με πράξη, έτσι και εκείνων που έλαβαν την ίαση των οφθαλμών της ψυχής, η οποία είναι, όπως είπαμε, η μετάθεση από την απιστία στην πίστη: ορισμένοι χρειάσθηκαν και θαύματα για να πιστεύσουν, όπως συνέβη και σ’ εκείνους που απεστάλησαν από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο για να ερωτήσουν «συ ει ο ερχόμενος ή έτερον προσδοκώμεν;», ενώ άλλοι έλαβαν με μόνον τον λόγο, πιστεύοντας από μόνον την ακοή, όπως και ο εκατόνταρχος, για τον οποίο ο Κύριος διεκήρυξε ότι υπερέχει των Ισραηλιτών κατά την πίστη.

Τέτοιοι είναι και εκείνοι, που σύμφωνα με όσα μας ευαγγελίζεται σήμερα ο Ματθαίος, έλαβαν από τον Χριστόν τη σωματική ανάβλεψη. Διότι είναι φανερό ότι είχαν πιστεύσει και πριν τη θεραπεία, επειδή όμως ήσαν τυφλοί, βεβαίως εξ ακοής επίστευσαν. Διότι λέγει ότι καθώς περνούσε ο Ιησούς από εκεί, τον ακολούθησαν δύο τυφλοί, κράζοντες και λέγοντες: «ελέησον ημάς υιέ Δαβίδ». Πώς λοιπόν θα ακολουθούσαν και πώς ακολουθώντας θα ζητούσαν, και μάλιστα με κραυγές, τόσο μεγάλη ελεημοσύνη, την ανάβλεψη των οφθαλμών τους, εάν δεν είχαν πιστεύσει;

Αλλά την πίστη των τυφλών τη φανερώνουν και τα ακόλουθα: «Καθώς περνούσε ο Ιησούς από εκεί», Από πού από εκεί;, και για ποιο λόγο το αναφέρει αυτό ο Ευαγγελιστής, και όχι μόνον εδώ αλλά και λίγο παραπάνω, όταν λέγει: «Παράγων (δηλαδή περνώντας) ο Ιησούς εκείθεν, είδεν άνθρωπον καθήμενον επί το τελώνιον, Ματθαίον λεγόμενον», αυτόν τον Ευαγγελιστή, τον οποίον εκείνη την ώρα, και με μόνον τον λόγον μετεμόρφωσε. Εγώ λοιπόν θεωρώ ότι ο Ευαγγελιστής το λέγει αυτό για να δώσει αφορμή στους συνετούς ακροατές να εκλαμβάνουν και αναγωγικώς τα εξιστορούμενα. Εάν δηλαδή κανείς τα εξετάσει επακριβώς, είναι δυνατόν να ιδεί ότι η ιστορία αυτή περιγράφει συνοπτικώς και ανακηρύττει θαυμασίως όλη την δια της ενσαρκώσεως οικονομίαν του Δεσπότου.

Πράγματι, ο Κύριος κατοικία είχε την Καπερναούμ. Διότι λέγει «ελθών κατώκησεν εις Καπερναούμ την παραθαλασσίαν», και η πρόσκαιρος αυτή κατοικία οπωσδήποτε ήταν τύπος του ουρανού, αφού έφερε μέσα της Εκείνον ο οποίος κατοικεί στους ουρανούς. Γι’ αυτό και ο Κύριος σε άλλο σημείο λέγει: «και συ Καπερναούμ η έως του ουρανού υψωθείσα». Ο Κύριος, λοιπόν, δια της ενανθρωπήσεως εξήλθεν από τον ουρανόν, όπως από την οικίαν εκείνη «και παράγων εκείθεν», διήλθε δηλαδή από εκεί. Εάν μεν εννοήσεις την έξοδον από τον ουρανό, θα εύρεις ότι και τους Αποστόλους εξέλεξε και την τάση της φύσεώς μας προς ακαθαρσίαν εθεράπευσε. Εάν δε εννοήσεις ότι διήρχετο από την οικία της Καπερναούμ, θα τον εύρεις ότι εφανέρωσε τα προλεχθέντα με έργα. Διότι και τον Ματθαίο μετέτρεψε τότε από τελώνη σε Απόστολο και την αιμορροούσα εθεράπευσε διερχόμενος από εκεί. Αλλά και αφού ήλθε μέχρι τη θυγατέρα του Ιαείρου, που είχε αποθάνει, και με τη ζωοποίησή της ανέδειξε τον εαυτό του νικητή του θανάτου, επανέρχεται εκεί από όπου εξήλθε. Επανερχόμενος λοιπόν και διερχόμενος πάλι από εκεί, ανοίγει τους οφθαλμούς των τυφλών αυτών, οι οποίοι τον ακολούθησαν. Έπραξε δηλαδή όπως τότε που διήνοιξε το νου των μαθητών του, ώστε να κατανοούν τις Γραφές: αφού κατέβη ο ίδιος μέχρι τον θάνατο και με την Ανάστασή του κατήργησε την εξουσία του θανάτου, επανήλθε και διήρχετο από εκεί. Εκείνοι δε εξήλθαν και τον εκήρυξαν σε όλη τη γη, όπως λέγει ο Ευαγγελιστής και για τους τυφλούς, οι οποίοι τώρα ανέβλεψαν, ότι «εξελθόντες διεφήμισαν αυτόν εν όλη τη γη εκείνη». Βλέπετε με πόση σαφήνεια διαγράφεται όλη σχεδόν η θεανδρική οικονομία στην ιστορία αυτή. Γι’ αυτό και το «παράγων εκείθεν» ελέχθη δύο φορές, για να κατανοήσουμε και την έξοδο και την επάνοδό του. Και μάλιστα κατά μίμηση αυτής της εξόδου και επανόδου, και ο ιερεύς, αφού εξέλθει από το Άγιον Βήμα και κατεβεί μέχρι το χαμηλότερο σημείο, επανέρχεται πάλι και αποκαθίσταται εκεί από όπου εξήλθε.

Καθώς λοιπόν ο Κύριος διήρχετο κατά την επάνοδο, τον ηκολούθησαν δύο τυφλοί, οι οποίοι υποτύπωναν τους δύο λαούς, των Ιουδαίων και των Εθνικών. Και έκραζαν λέγοντας «ελέησον υιέ Δαυίδ», δεικνύοντας ότι αυτός είναι ο προφητευόμενος και προσδοκώμενος. Ο δε Κύριος εκπληρώνοντας και την υποτύπωση της οικονομίας, και δοκιμάζοντας αλλά και φανερώνοντας την πίστη των τυφλών, τους προσπερνά σιωπηλός μέχρι να εισέλθει στην οικία από την οποία είχε εξέλθει στην αρχή. Έπειτα λέγει προς αυτούς: «πιστεύετε ότι δύναμαι τούτο ποιήσαι;». Και αυτοί του απαντούν «ναι, Κύριε». Και δεν ερωτά επειδή αγνοεί, αλλά για να φανερώσει σε όσους αγνοούν την πίστη των τυφλών. Γι’ αυτό και αφού έψαυσε τους οφθαλμούς των, προσέθεσε «κατά την πίστιν ημών γενηθήτω υμίν», και ανοίχθησαν οι οφθαλμοί τους, μαρτυρώντας και ότι εκείνοι τον είχαν πιστεύσει, αλλά και ότι αυτός ήταν όπως τον επίστευσαν, Θεός δηλαδή μαζί και άνθρωπος. Διότι ως άνθρωπος μεν ήταν υιός του Δαυίδ και με τα ίδια του τα χέρια έψαυσε τους οφθαλμούς των και αισθητώς ομίλησε. Ως Θεός δε και Δημιουργός εφώτισε τους σκοτεινούς οφθαλμούς. Επειδή όμως δεν ήταν ακόμη καιρός να γίνει φανερός σε όλους, διότι αυτό επεφυλάσσετο για μετά το Πάθος και την εκ νεκρών Ανάστασή Του, τους επιτίμησε λέγων, «οράτε μηδείς γινωσκέτω» προστάζοντάς τους με πολλή σφοδρότητα να αποσιωπήσουν το γεγονός. «Οι δε εξελθόντες», λέγει, «διεφήμησαν αυτόν εν όλη τη γη εκείνη». Όπως φαίνεται, εάν δεν τους είχε παραγγείλει να σιωπήσουν, θα γίνονταν και παγκόσμιοι κήρυκες της δυνάμεώς του. Επειδή όμως διετάχθησαν, απέφυγαν μεν να πορευθούν μακριά, δεν βάσταξαν όμως να μην κηρύξουν στους πλησίον χώρους. Ώστε οι τυφλοί που ηκολούθησαν τον Χριστόν, εφωτίσθησαν τελείως όχι μόνον κατά το σώμα αλλά και κατά την ψυχή.

Ας ακολουθήσουμε λοιπόν και εμείς αδελφοί μου, το φως, που φωτίζει και ψυχή και σώμα. Ας βαδίσουμε προς τη λάμψη του και «ως εν ημέρα ευσχημόνως περιπατήσωμεν». Ας Τον δοξάσωμε με έργα αγαθά και ας βοηθήσουμε όσους μας βλέπουν να Τον δοξάζουν και αυτοί. Ας απομακρυνθούμε από το αντίθετο σκότος, που είναι η αμαρτία και ο προστάτης της αμαρτίας διάβολος. Εκείνο το φως, ως ήλιος που είναι της καθολικής δικαιοσύνης, σωφροσύνης, ειρήνης, συμπαθείας, ανεξικακίας, αγάπης και γενικώς κάθε αρετής, καθιστά μετόχους αυτού όσους τον ποθούν. Ενώ το αντίθετο σκότος, ως σκότος κακίας που είναι, καθιστά όσους το πλησιάζουν, πόρνους, μοιχούς, μνησίκακους, άσπλαχνους, ατάκτους, άρπαγες και γενικώς πλήρεις κάθε κακίας. Διότι ειπέ μου, από πού θα διακρίνουμε τον πιστό από τον άπιστο, τον φωτισμένο από τον αφώτιστο, με άλλα λόγια, τον βαπτισμένο κατά Χριστόν και συντεταγμένο με τον Χριστό από τον αβάπτιστο και συντεταγμένο με τον διάβολο; Όχι από τους λόγους, όχι από τα έργα, όχι από τους τρόπους;

Εάν λοιπόν κάποιος εξομοιώνεται σ’ αυτά με τους αφώτιστους, αν και λέγει ότι είναι βαπτισμένος κατά Χριστόν, είναι σαφές ότι δεν έχει πάψει να ανήκει στην συμμορία εκείνων για τους οποίους ο Απόστολος λέγει: «Θεόν ομολογούσιν ειδέναι (ότι τον γνωρίζουν δηλαδή), τοις δε έργοις αρνούνται, βδελυκτοί όντες και απειθείς, και προς παν έργον αγαθόν αδόκιμοι». Πού λοιπόν, ειπέ μου, θα κατατάξουμε αυτούς που ομολογούν και συγχρόνως αρνούνται τον Θεό; Με τους πιστούς; Με τα έργα όμως τον αρνούνται. Με τους απίστους; Αλλά με τη γλώσσα τον ομολογούν. Όντως πρόκειται για ένα διπρόσωπο τέρας που είναι δύσκολο να το κατατάξεις κάπου. Ο ψαλμωδός Προφήτης όμως έχει ήδη λύσει αυτή την απορία λέγοντας: «αποδώσει Κύριος εκάστω κατά τα έργα αυτού». Και ο ίδιος ο Κύριος απεφάνθη ότιαυτός που ακούει τους λόγους του και δεν τους εκτελεί, είναι μωρός. Ο δε Παύλος, ο Απόστολος που εκλήθη από τον ουρανό, λέγει: «αποδώσει ο Κύριος τοις μεν καθ’ υπομονήν έργου αγαθού δόξαν και τιμήν και αφθαρσίαν ζητούσι, ζωήν αιώνιον. …οργή δε και θυμός και θλίψις και στενοχωρία επί πάσαν ψυχήν ανθρώπου του κατεργαζομένου το κακόν». Και πάλιν «ουχ οι ακροαταί του νόμου δίκαιοι παρά τω Θεώ, αλλά οι ποιηταί του νόμου δικαιωθήσονται», και «ος εν νόμω καυχάσαι, δια της παραβάσεως του νόμου τον Θεόν ατιμάζεις;» Όπως δε ακριβώς, αδελφοί, ο ίδιος ο Παύλος έλεγε προς τους Ιουδαίους ότι «περιτομή ωφελεί εάν νόμον πράττης, εάν δε παραβάτης νόμου ης, η περιτομή σου ακροβυστία γέγονεν (σαν να μην είχες δηλαδή περιτμηθεί)», έτσι δεν είναι καθόλου ανάρμοστο να σας ειπώ ότι η πίστις ωφελεί εάν κανείς πολιτεύεται κατά συνείδησιν και καθαίρει συνεχώς τον εαυτό του με εξομολόγηση και μετάνοια, και μετατρέπει σε έργο τις συνθήκες του Αγίου Βαπτίσματος. Αν όμως δεν υπακούσει στη συνείδησή του και αθετεί τις συνθήκες, η πίστη του γίνεται απιστία.

Διότι πώς πιστεύσαμε ότι αφού έχουμε βαπτισθεί θα σωθούμε; Επειδή βεβαίως ακούσαμε τον Κύριο που είπε: ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται, ο δε απιστήσας κατακριθήσεται. Επειδή λοιπόν και τα δύο αυτά τα είπε Εκείνος, η αυτοαλήθεια, το να πιστεύσουμε και το να βαπτισθούμε, είναι αδύνατον να σωθεί όποιος δεν θέλει να βαπτισθεί, έστω και αν λέγει ότι δήθεν πιστεύει, όπως και αυτός που δεν πιστεύει, έστω και αν έχει βαπτισθεί. Αλλά κάθε βαπτισμένος θα ειπεί ότι πιστεύει. Θα ακούσει όμως από τον Απόστολο: «δείξον μοι την πίστιν σου εκ των έργων σου». Γι’ αυτό και ο Κύριος συνδέει την πίστη με το Θείον Βάπτισμα, συνάπτοντας την τήρηση των εντολών του με το Βάπτισμα, δια της πίστεως. Διότι αφού είπε προηγουμένως: «πορευθέντες εις τον κόσμον άπαντα, κυρήξατε το Ευαγγέλιον πάση τη κτίσει», έπειτα προσέθεσε «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται». Τι λοιπόν λέγει στο Ευαγγέλιο που εκηρύχθη από τους απεσταλμένους του, και τι πρέπει να πιστεύομε ότι είναι απαραίτητο να κάνουν οι υπήκοοι του; Οπωσδήποτε ότι όποιος έχει τις εντολές τού Χριστού και τις πράττει και τις τηρεί, εκείνος είναι που τον αγαπά, και ότι με την υπομονή και τη στενή και τεθλιμμένη ζωή είναι δυνατόν να επιτύχουμε τη σωτηρία. Και «εάν μη περισσεύση η δικαιοσύνη (η αρετή δηλαδή) ημών πλείον των Γραμματέων και Φαρισαίων, ου μη εισέλθωμεν εις την βασιλείαν των ουρανών». Διότι αυτά ακριβώς είναι που τους πρόσταξε να κηρύττουν δια του Ευαγγελίου.

Όποιος λοιπόν αγωνίζεται να τηρεί τις Θείες Εντολές, εκείνος είναι που πιστεύει. Ενώ όποιος δεν αγωνίζεται να τις πράττει και να τις τηρεί, και δεν θεωρεί ζημία το να μην τις τηρεί, ούτε επαναφέρει τον εαυτό του με τη μετάνοια στην τήρηση των Θείων Εντολών, δεν θα σταθεί ούτε μαζί με τους βαπτισμένους, έστω και αν λέγει ότι έχει βαπτισθεί. Διότι λέγει «διχοτομήσει αυτόν, και το μέρος αυτού μετά των απίστων θήσει». Αλλά αυτό για εμάς μεν αποτελεί μόνον απειλή, επειδή ο Δεσπότης αναμένει φιλανθρώπως τη μετάνοιά μας. Ενώ τους Ιουδαίους τους διχοτόμησε από εδώ, προς σωφρονισμό ιδικόν μας, και τους απαλλοτρίωσε από την προς Αυτόν και τον Αβραάμ συγγένεια, λέγοντας προς αυτούς: «υμείς εκ του πατρός υμών, του διαβόλου εστέ, και τας επιθυμίας αυτού θέλετε ποιείν». Και πάλιν: «ει τέκνα του Αβραάμ ήτε, τα έργα του Αβραάμ εποιείτε αν». Ότι δε αυτοί ήσαν από το γένος του Αβραάμ, ποίος δεν το γνωρίζει; Εάν λοιπόν η διαφοροποίηση των έργων και των τρόπων καταργεί και την κατά σάρκα συγγένεια, και απομακρύνει και τους εξ αίματος υιούς από την υιότητα, πώς η δια των έργων και των τρόπων μας ανομοιότης προς Αυτόν δεν θα αποξενώσει από την Θείαν υιοθεσίαν, εμάς που δεν μπορούμε να αναγάγωμε ούτε την κατά σάρκα γενεαλογία μας στον Χριστό, και δεν θα καταλήξει να μας συντάξει μαζί με το νοητό εχθρό;

Αυτά όμως και ο Κύριος από φιλανθρωπία κατηξίωσε να τα ειπεί, και τολμούμε να τα λέγωμε προς εσάς και εμείς, οι οποίοι υποκείμεθα στα ίδια πάθη, ώστε να μην τα πράττουμε. Να μην τα πάθουμε, Για να μην καταστήσουμε τους εαυτούς μας υπεύθυνους για την καταδίκη εκείνων που οριστικώς θα αποβληθούν. Διότι είναι δυνατόν εδώ, όχι μόνον να αποφύγουμε αυτά με τη μετάνοια, αλλά και διά των καρπών της μετανοίας να σταθούμε και να αφομοιωθούμε με τον Υιό του Θεού, ο οποίος ημπορεί να «εξάγει αξίους εξ αναξίων», και να τους υιοποιεί δια του εαυτού του με τον ύψιστον Πατέρα, και να τους καθιστά κληρονόμους και συγκληρονόμους της δόξης και της Βασιλείας Αυτού του ιδίου και του Πατρός.

Αμήν.



(13ος -14ος Αιών - ΕΠΕ Αγ. Γρηγορίου Παλαμά τομ. 10, σελ. 250, Από το βιβλίο "Πατερικόν Κυριακοδρόμιον", σελίς 193 και εξής. Επιμέλεια κειμένου: Δημήτρης Δημουλάς . Πηγή: alopsis.gr)

Τετάρτη 15 Ιουλίου 2015

ΤΟ ΤΑΡΑΚΟΥΝΗΜΑ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ... ΦΑΝΕΡΩΣΕ ΤΗΝ ΟΛΙΓΟΠΙΣΤΙΑ!



Οἱ δοκιμασίες ποὺ ἐπιτρέπει ὁ καλὸς Θεὸς ἀποβλέπουν πάντα στὴν προσωπικὴ ἀντίδραση καὶ ἐν γένει στὴ διαμόρφωση τῆς στάσης τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Καὶ ἀκριβῶς ἡ στάση αὐτή, ὡς διάθεση τῆς καρδιᾶς καθορίζει τὴν πίστη μας, λογιζόμενη ὡς ἐμπιστοσύνη στὸ Θεό. Καθορίζει τὸ ποιὸν ἀκόμη τῆς ἀγάπης μας πρὸς Ἐκεῖνον μὲ βάση τὶς προτεραιότητες καὶ τὶς συμπεριφορές μας ἔναντι τῆς δοκιμασίας ἢ δυσκολίας ἢ προβλήματος. Μέσω τῶν δυσκολιῶν, κρίσεων κ.ο.κ. διαπιστώνεται  ἐπίσης τὸ ποσοστὸ τῶν ἀρετῶν πού ἔχει ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς, ὅπως λ.χ. τῆς ὑπομονῆς, τῆς διάκρισης, τῆς ταπείνωσης ποὺ ἐμφανῶς δεικνύουν ἂν τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου μας καὶ ἡ ἐν Χριστῷ σωτηρία ἀποτελεῖ τὴ βασικὴ προτεραιότητά  μας.
Γιὰ τὸν οὐρανὸ ἄλλωστε δὲν ἔχει καμιὰ σημασία ἡ ποσότητα τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν ποὺ καλεῖσαι ὡς ἄνθρωπος νὰ διαχειριστεῖς ἀλλὰ ὁ τρόπος τῆς διαχείρισης αὐτῶν... Ὁ πλοῦτος καὶ ἡ φτώχεια λογίζονται πολὺ διαφορετικὰ ἀπὸ τὸ Θεό, ἐνῶ ἐμεῖς συνηθίζουμε νὰ τὰ ἀντιλαμβανόμαστε μὲ τὸ κοσμικὸ κριτήριο. Κι γι’ αὐτὸ λ. χ. πλούσιος καὶ βασιλιὰς στὴν αἰωνιότητα χρίσθηκε ὁ φτωχὸς κατὰ κόσμον –ζητιάνος Λάζαρος, ἐνῶ καταδικασμένος καὶ φτωχὸς κρίθηκε ἐκεῖνος ποὺ ζοῦσε στὴν ἐφήμερη παρουσία του στὴ γῆ πλουσιοπάροχα, δηλαδὴ ὁ πλούσιος στὴ γνωστὴ παραβολὴ τοῦ Εὐαγγελίου...
Τὸ πρόσφατο λοιπὸν ἀποκορύφωμα τῆς οἰκονομικῆς κρίσης ποὺ ἐδῶ καὶ χρόνια ταλαιπωρεῖ τὴν χώρα μας ἔδειξε περίτρανα τὴν πνευματική μας φτώχεια καὶ τὴν ὀλιγοπιστία μας. Ἀπέδειξε ὅτι μόνο κατὰ τὴ θεωρία καὶ ὄχι στὴν πράξη καταλογιζόμαστε καὶ ὀνομαζόμαστε ὀρθόδοξοι χριστιανοί. Πέσαμε μὲ λίγα λόγια στὴν παγίδα ποὺ ἔπεσε καὶ ὁ παλαιὸς Ἰσραήλ, ἀφοῦ μένουμε προσηλωμένοι στὰ κεκτημένα μας... Ἀναλισκόμαστε στὸ ἂν δηλαδὴ ἐξασφαλίσουμε τὸν καθημερινὸ ἐπιούσιο καὶ τοὺς κόπους καὶ μόχθους τῆς πολύχρονης ἐργασίας μας... Νὰ ἐξασφαλίσουμε τὰ περιουσιακά μας στοιχεῖα, λὲς κι αὐτὰ θὰ μᾶς συνοδεύσουν στὴ μετὰ θάνατον ζωή.
Ὡς ὀρθόδοξο Χριστιανὸ μὲ πληγώνει ἀφάνταστα τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ θρησκευτικοί μας ταγοὶ ἀλλὰ καὶ πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς σβήσαμε μονοκονδυλιᾶς τὴν διδακτικὴ ἱστορία τοῦ Ἰώβ. Μὲ πληγώνει ἀφάνταστα ὅτι λησμονήσαμε τὴν ἀγάπη καὶ τὰ θαύματα τοῦ Θεοῦ στὸν εὐλογημένο αὐτὸ τόπο. Μὲ στεναχωρεῖ πάρα πολὺ ὅτι λησμονήσαμε τὴν προστασία τῆς Παναγίας μας καὶ τῶν Ἁγίων, ποὺ διαρκῶς σκεπάζουν τὴν Ἑλλάδα. Μὲ πληγώνει ὅτι ἀναζητήσαμε μέσα ἀπὸ τίς διαδικασίες τοῦ ΝΑΙ ἢ τοῦ ΟΧΙ στὸ πρόσφατο δημοψήφισμα νὰ στηρίξουμε ἀνθρωπίνως τὶς ὅποιες προσωπικὲς ἐπιδιώξεις καὶ τὰ μύχια συμφέροντά μας μέσα ἀπὸ ἐπίδοξους σωτῆρες τῆς Δύσης (Ε.Ε., ΗΠΑ) καὶ τῆς Ἀνατολῆς (Ρωσίας -Κίνας-Ἰσραήλ)! 
Τί θὰ κάνουμε ὡς Ἔθνος; Τί θὰ γίνουμε ἂν βγοῦμε ἀπὸ τὴν Εὐρωζώνη; Θὰ μείνουμε στὸ εὐρὼ ἢ θὰ ἐπιστρέψουμε στὴ δραχμή; Φταίει ὁ τάδε ἢ ὁ δείνα πού ὁδηγηθήκαμε στὴν κατάσταση αὐτή; Θὰ πεθάνουμε ἀπὸ τὴν πείνα; Δὲν θὰ πάρουμε τὴ σύνταξή μας ἢ τὸ μισθό μας; Τὰ παιδιά μας πὼς θὰ ἐπιβιώσουν σ’ αὐτὴν τὴν κατάσταση; Θὰ γυρίσουμε πίσω στὸ 1950; Μία σειρὰ τέτοιων ἐρωτημάτων καὶ ἀποριῶν ἀπασχολοῦν σήμερα τὸ σύνολο τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ. Κι αὐτὸ τό στοιχεῖο δυστυχῶς δείχνει τὴ χαλαρότητά μας στὴ σχέση μὲ τὸ Θεό καί πιό συγκεκριμένα στὴ σχέση μας μὲ τὸν Σωτήρα Χριστό. Ἐκδηλώνεται ὁ φόβος ποὺ ἀποτελεῖ ἀπόρροια τῆς παντελοῦς ἀπουσίας τῆς πίστης μας ἢ στὴν καλύτερη περίπτωση τῆς ὀλιγοπιστίας μας. Τοὺς χαλαροὺς στὴν πίστη ὅμως, ὁ Θεὸς δὲν τοὺς θέλει, τοὺς ἀπορρίπτει, τούς καταδικάζει στό πῦρ τό ἐξώτερον. Ὁ προφητάναξ Δαυὶδ λέγει ξεκάθαρα νὰ μὴν τρέφουμε τὴν πεποίθηση καὶ τὴν ἐλπίδα σὲ ἄρχοντες ἀλλὰ νὰ ἔχουμε τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας στὸ Θεό. Ἐμεῖς ὡστόσο καλοί μου Χριστιανοὶ ταυτιζόμαστε μὲ τοὺς ἄρχοντες, ἀποδεχόμαστε τὶς ψεύτικες ὑποσχέσεις τους, δενόμαστε στὸ ἅρμα τους καὶ στὸ τέλος ἀπογοητευόμαστε γιατί συνειδητὰ ἀγνοοῦμε ὅτι αὐτοὶ ἐκπίπτουν ὅπως τὰ λάχανα...


Ἡ εὐθύνη τῆς θρησκευτικῆς μας ἡγεσίας


Ἀπὸ τὴν ἄλλη ὡστόσο μὲ προβληματίζει καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι πλειάδα θρησκευτικῶν ὀρθοδόξων ταγῶν ἀκόμη καὶ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἱερώνυμος, μ’ ὅλο τόν σεβασμό καί τήν ἀγάπη πού τρέφουμε στόν ἐπισκοπικό βαθμό, ἐνῶ παραμένουν σιωπηλοὶ καὶ ἁπλοὶ παρατηρητὲς στὴ σήψη καὶ διαπλοκὴ, ποὺ ὡς καλός ψαρὰς ἁπλώνει ὁ Ἀντίδικος καὶ φυλακίζει τὸν ἀνύποπτο λαὸ μας στερώντας τὴν σωτηρία του, ἔγιναν τελευταῖα λαλίστατοι, λαμβάνοντας ἀνοικτὰ καὶ ἀπροκάλυπτα σαφή θέση. Κι αὐτὸ γιατί ἔτσι πιστεύουν πώς θὰ στηρίξουν τὸ ἔργο τους!!! Τί θὰ γίνουμε; ὑποστηρίζουν ἀνήσυχοι! Δὲν θὰ μποροῦμε νὰ στηρίξουμε τὸ ἔργο φιλανθρωπίας! Θὰ κλείσουν τὰ ἱδρύματά μας! Πῶς θὰ χρηματοδοτήσουμε τὰ συσσίτια; Πῶς θὰ λειτουργήσουν οἱ ναοί μας; Αὐτὰ κι ἄλλα ἐρωτήματα δυστυχῶς τοὺς κάνουν νὰ ἐπιλέγουν μεταξὺ τῶν μασόνων καὶ τοῦ δεδηλωμένων ἄθεων τούς πρώτους. Ταυτίζονται μὲ πρόσωπα ποὺ ὑπηρέτησαν τυφλὰ τὸ νοσηρὸ σύστημα τῆς διαπλοκῆς καὶ τῆς σήψης ὡς πειθήνια ὄργανα καὶ ἐκτελεστὲς τῶν ἐκφραστῶν τοῦ μυστηρίου τῆς ἀνομίας. Μὲ πρόσωπα ποὺ πατοῦν σταθερὰ στὰ χνάρια τῶν Φαρισαίων καὶ Γραμματέων, δηλαδή τῶν σταυρωτῶν τοῦ Κυρίου μας καί ἐμμένουν ἀκόμη καί σήμερα καθημερινά νά Τόν σταυρώνουν. Κι αὐτὸ γιὰ νὰ διατηρηθοῦν τὰ κεκτημένα  τους καί νὰ μείνει «ἀλώβητη» ἡ σαθρότητα αὐτῶν ποὺ κατὰ κόρον ὀνομάζουν θεσμούς... (Δικαιοσύνη, Πολιτεία, Ἔνοπλες Δυνάμεις, Ἐκκλησία) οἱ ὁποῖοι θεσμοί τίς τελευταῖες δεκαετίες ἀγωνίζονται ὄχι στό πρωτάθλημα ἀξιῶν ἀλλά σ’ αὐτό τῆς διαπλοκῆς καί τῆς σήψης!
 Ποῦ εἶναι καλοί μου Ἀρχιερεῖς ἡ πίστη σας; Ποῦ εἶναι ἡ ἐμπιστοσύνη σας πρὸς τὸν Χριστό; Πῶς θά στηρίξετε τόν ἑλληνικό λαό ὅταν ἐσεῖς πρῶτοι μέ ἀνακοινώσεις, δελτία τύπου καί δημόσιες παρεμβάσεις παρουσιάζεστε ὀλιγόπιστοι, ἔντρομοι, δειλοί ἐνώπιον τῆς δοκιμασίας, ὅταν ἐσεῖς πέφτετε θύματα στίς κάθε λογῆς ἐκ δεξιῶν καί ἐξ εὐωνύμων παγίδες τῶν ἐκβιαστικῶν διλημμάτων;  Λησμονήσατε τὸ θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν ἄρτων καὶ τῶν ἰχθύων; Λησμονήσατε τὰ θαύματα τῆς Παναγίας τῆς Ἐλαιοβρύτισσας, τῆς Παναγίας τῆς Γερόντισσας, τῆς Παναγίας τῆς Παραμυθίας ἀλλὰ καὶ τὶς τόσες σωτήριες παρεμβάσεις Της στὸ Ἅγιο Ὄρος καὶ σὲ ὁλάκερη τὴν Ἑλλάδα; Φαίνεται ὡστόσο νὰ ἔχετε λησμονήσει ὅτι ἡ Ἁγία Θεοτόκος παρεμβαίνει μόνο ὅταν μὲ θέρμη, μὲ ἱκετευτικὰ δάκρυα καὶ προπαντὸς μὲ προσευχὲς Τῆς τὸ ζητήσουμε. Εἰλικρινὰ θὰ περίμενα ἀντὶ γιὰ ἀνόητες, ἀνούσιες ἐπιστολὲς ἐντυπωσιασμοῦ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου καὶ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου πρὸς τὶς μασωνοκρατούμενες Βρυξέλλες, ποὺ προκαλοῦν εἰρωνικὰ χαμόγελα νὰ δοθεῖ ἐντολὴ καθαρὴ νὰ ἀνοίξουν ὅλοι οἱ ναοὶ, ἔτσι ὥστε ἡμέρα καὶ νύχτα νὰ τελοῦνται παρακλήσεις καὶ ἀγρυπνίες γιά νὰ βοηθήσει ὁ Θεός. Καὶ νὰ βοηθήσει ὄχι νὰ ἐξασφαλίσουμε τὰ κεκτημένα μας καί τίς ἀνέσεις μας καί νέα μνημόνια «σωτηρίας» ἀλλὰ νὰ ἐπιστρέψουμε στὴ μετάνοια ὡς λαός, νὰ ἐπανέλθουμε στὸ δρόμο τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας, τόν ὁποῖο ἔχουμε ἀπωλέσει, μ’ἀποτέλεσμα νά κλυδωνιζόμαστε σάν καρυδότσουφλα μέσα σέ ἔντονη θαλασσοταραχή... Γιατί μόνο καὶ μόνο τότε θὰ ἀνοίξουν οἱ κρουνοὶ τοῦ οὐρανοῦ ποὺ θὰ τρέχουν εὐλογίες. Μόνο τότε θὰ ἀρχίσει νὰ καρποφορεῖ αὐτὸς ὁ εὐλογημένος ἀπὸ τὸ Θεὸ τόπος, ποὺ κάποιοι ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια φρόντισαν συστηματικὰ νὰ τὸν ἐρημοποιήσουν ἐπιβάλλοντας μία συνειδητά πρωτοφανῆ μέ τήν ἀδιαφορία τους πνευματικὴ ξηρασία. 
Γιατί ἂν ὁ λαὸς μας ζοῦσε σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ εὐαγγελίου’  Ἄν οἱ θρησκευτικοί μας ταγοὶ εἶχαν φροντίσει νὰ βάλουν τὸν λαὸ στὸ δρόμο τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας ἀντὶ νὰ ἀσχολοῦνται μὲ τὴν ἵδρυση τῶν ΜΚΟ καὶ μὲ τὸ πῶς θὰ ἐξασφαλίσουν κονδύλια τῆς Ε.Ε. γιὰ νὰ κάνουν μέσω αὐτῶν τοὺς σπουδαίους εὐεργέτες καὶ φιλάνθρωπους καὶ νὰ καυχῶνται σὰν γύφτικα σκεπάρνια γιὰ τὴν μεγάλη κοινωνικὴ προσφορά τους’  Ἂν ἀπὸ τὴ χώρα αὐτὴ ἀνέδυε ἕνα διαρκὲς λιβανωτὸ εὐχαριστίας καὶ δοξολογίας πρὸς τὸν τριαδικὸ καὶ μόνο ἀληθινὸ Θεό τότε ἡ Ἑλλάδα θὰ ἦταν γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, θὰ ἦταν τὸ ὁρατὸ κομμάτι καὶ τὸ ζωντανὸ ἄνθος τοῦ Παραδείσου, τὸ ὁποῖο ὅλοι οἱ λαοὶ θὰ ἐπιδίωκαν νὰ δοῦν καὶ νὰ μυρίσουν.
Ἡ εὐθύνη γιὰ τὴν κατάσταση αὐτή, τὴν ὁποία πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς καταλογίζουν στὴν πολιτικὴ ἡγεσία τοῦ τόπου προσωπικὰ πιστεύω ἀκράδαντα ὅτι βαρύνει κατά κύριο λόγο τὴν πλειονότητα τῆς θρησκευτικῆς ἡγεσίας τοῦ τόπου, ἡ ὁποία ἀναλίσκεται στὰ τετριμμένα τῆς διοίκησης καὶ τῆς ψευτο-ἐξουσίας καὶ ὄχι στὴν διάδοση τοῦ εὐαγγελίου μὲ προσωπικὲς ἐπισκέψεις κατ’ οἶκον. Ὁ Θεὸς Χριστιανοί μου θὰ εὐλογήσει τὴν Ἑλλάδα μόνο ἂν οἱ θρησκευτικοί μας ταγοὶ διαψεύσουν μὲ τὴ ζωὴ τους τὴν γνωστὴ προφητεία τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ περὶ τῶν ἱερέων τῶν ἐσχάτων χρόνων. Γιατί μὲ τὴν ὅλη συμπεριφορά τους θὰ ὑποστήριζα εὐθαρσῶς ὅτι συνεχῶς τὴν ἐπιβεβαιώνουν ἀντὶ νὰ τὴ διαψεύουν... 
Σ.Ο.

(ΠΗΓΗ: ΣΤΥΛΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΙΟΥΝΙΟΣ-ΙΟΥΛΙΟΣ 2015 www.Othodoxia.gr)


Παρασκευή 10 Ιουλίου 2015

ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ 29 Ἰουνίου 2015 (Π.Ε.): ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΥ ΤΩΝ ΠΑΝΕΥΦΗΜΩΝ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΚΟΡΥΦΑΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ (Εὐαγγέλιο - Ἀπόστολος)



Σήμερα Κυριακή 29η Ιουνίου 2015 Π.Ε (12/7 ν.η) η Αγία Εκκλησία μας εορτάζει διπλά, πρώτα και κύρια την Ανάσταση του Κυρίου μας όπως άλλωστε και κάθε Κυριακή, μα εορτάζει, πανηγυρίζει θα έλεγα, για δύο από τους Αποστόλους του Κυρίου μας και Ιδρυτή της Εκκλησίας Του, τους πρωτοκορυφαίους Πέτρο και Παύλου.

Δυο σπουδαία πρόσωπα, δύο μεγάλοι Άγιοι της Εκκλησίας μας, στους οποίους είναι αφιερωμένη η σημερινή γιορτή και δυο πρόσωπα τα οποία δεσπόζουν στα σημερινά αναγνώσματα. Η διαχρονική δε τιμή των δυο Πρωτοκορυφαίων Αποστόλων επιβεβαιώνεται και από το γεγονός,
ότι στον μεν
"Απόστολο" κυριαρχεί το όνομα του Παύλου,
στο δε Ευαγγέλιο ξεχωρίζει το όνομα του Πέτρου και σύμφωνα με το τυπικό, καταλιμπάνονται τα προκαθορισμένα αναγνώσματα της Κυριακής.Ο Απόστολος Πέτρος μεριμνά κυρίως για τους Χριστιανούς που προήλθαν από την τάξη των Ιουδαίων, 
ο δε Απόστολος Παύλος έχοντας σαν αφετηρία τους Ιουδαίους απευθύνεται, στη συνέχεια, στα έθνη, στους ειδωλολάτρες, για τούτο και χαρακτηρίζεται Απόστολος των «Εθνών».



Ἐλθὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς εἰς τὰ μέρη Καισαρείας τῆς Φιλίππου ἠρώτα τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ λέγων· τίνα με λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου; Οἱ δὲ εἶπον· οἱ μὲν Ἰωάννην τὸν βαπτιστήν, ἄλλοι δὲ Ἠλίαν, ἕτεροι δὲ Ἱερεμίαν ἢ ἕνα τῶν προφητῶν. Λέγει αὐτοῖς· ὑμεῖς δὲ τίνα με λέγεται εἶναι; Ἀποκριθεὶς δὲ Σίμων Πέτρος εἶπε· σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦτοῦ ζῶντος. Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· μακάριος εἶ, Σίμων Βαριωνᾶ,ὅτι σὰρξ καὶ αἷμα οὐκ ἀπεκάλυψέ σοι, ἀλλ᾿ ὁ πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. Κἀγὼ δέ σοι λέγω ὅτι σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳοἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς. Καὶ δώσω σοι τὰς κλεῖς τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, καὶ ὃ ἐὰν δήσῃςἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται δεδεμένον ἐν τοῖς οὐρανοῖς, καὶ ὃ ἐὰν λύσῃς ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται λελυμένον ἐν τοῖς οὐρανοῖς.

Ἀπόδοση 


Ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἦλθε εἰς τὰ μέρη τῆς Καισαρείας τοῦ Φιλίππου, ἐρωτοῦσε τοὺς μαθητάς του, «Ποιὸς, λέγουν οἱ ἄνθρωποι, ὅτι εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου;». Αὐτοὶ δὲ ἀπήντησαν, «Μερικοὶ λέγουν ὅτι εἶναι ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, ἄλλοι ὁ Ἠλίας, καὶ ἄλλοι ὁ Ἱερεμίας ἢ ἕνας ἀπὸ τοὺς προφῆτας». Λέγει εἰς αὐτούς, «Σεῖς, ποιὸς λέτε ὅτι εἶμαι;». Ὁ Σίμων Πέτρος ἀπεκρίθη, «Σὺ εἶσαι ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ». Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε, «Μακάριος εἶσαι, Σίμων υἱὲ τοῦ Ἰωνᾶ, διότι ἄνθρωπος δὲν σοῦ τὸ ἀπεκάλυψε αὐτό, ἀλλὰ ὁ Πατέρας μου ὁ οὐράνιος. Καὶ ἐγὼ σοῦ λέγω, Σὺ εἶσαι ὁ Πέτρος καὶ ἐπάνω εἰς τὴν πέτραν αὐτὴν θὰ οἰκοδομήσω τὴν ἐκκλησίαν μου καὶ αἱ πύλαι τοῦ Ἅδη δὲν θὰ τὴν καταβάλουν. Καὶ θὰ σοῦ δώσω τὰ κλειδιὰ τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν καὶ ὅ,τι δέσῃς εἰς τὴν γῆν, θὰ εἶναι δεμένο εἰς τοὺς οὐρανούς. Καὶ ὅτι λύσῃς εἰς τὴν γῆν, θὰ εἶναι λυμένο εἰς τοὺς οὐρανοὺς».




Κατὰ ἀτιμίαν λέγω, ὡς ὅτι ἡμεῖς ἠσθενήσαμεν. ἐν ᾧ δ᾿ ἄν τις τολμᾷ, ἐν ἀφροσύνῃ λέγω, τολμῶ κἀγώ. ῾Εβραῖοί εἰσι; κἀγώ· ᾿Ισραηλῖταί εἰσι; κἀγώ· σπέρμα ᾿Αβραάμ εἰσι; κἀγώ· διάκονοι Χριστοῦ εἰσι; παραφρονῶν λαλῶ, ὑπὲρ ἐγώ· ἐν κόποις περισσοτέρως, ἐν πληγαῖς ὑπερβαλλόντως, ἐν φυλακαῖς περισσοτέρως, ἐν θανάτοις πολλάκις· ὑπὸ ᾿Ιουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα παρὰ μίαν ἔλαβον, τρὶς ἐρραβδίσθην, ἅπαξ ἐλιθάσθην, τρὶς ἐναυάγησα, νυχθημερὸν ἐν τῷ βυθῷ πεποίηκα· ὁδοιπορίαις πολλάκις, κινδύνοις
ποταμῶν, κινδύνοις λῃστῶν, κινδύνοις ἐκ γένους, κινδύνοις ἐξ ἐθνῶν, κινδύνοις ἐν πόλει, κινδύνοις ἐν ἐρημίᾳ, κινδύνοις ἐν θαλάσσῃ, κινδύνοις ἐν ψευδαδέλφοις· ἐν κόπῳ καὶ μόχθῳ, ἐν ἀγρυπνίαις πολλάκις, ἐν λιμῷ καὶ δίψει, ἐν νηστείαις πολλάκις, ἐν ψύχει καὶ γυμνότητι· χωρὶς τῶν παρεκτὸς ἡ ἐπισύστασίς μου ἡ καθ᾿ ἡμέραν, ἡ μέριμνα πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν. τίς ἀσθενεῖ, καὶ οὐκ ἀσθενῶ; τίς σκανδαλίζεται, καὶ οὐκ ἐγὼ πυροῦμαι; εἰ καυχᾶσθαι δεῖ, τὰ τῆς ἀσθενείας μου καυχήσομαι. ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ οἶδεν, ὁ ὢν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας, ὅτι οὐ ψεύδομαι. ἐν Δαμασκῷ ὁ ἐθνάρχης ᾿Αρέτα τοῦ βασιλέως ἐφρούρει τὴν Δαμασκηνῶν πόλιν πιάσαι με θέλων, καὶ διὰ θυρίδος ἐν σαργάνῃ ἐχαλάσθην διὰ τοῦ τείχους καὶ ἐξέφυγον τὰς χεῖρας αὐτοῦ.Καυχάσθαι δὴ οὐ συμφέρει μοι· ἐλεύσομαι γὰρ εἰς ὀπτασίας καὶ ἀποκαλύψεις Κυρίου. οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ πρὸ ἐτῶν δεκατεσσάρων· εἴτε ἐν σώματι οὐκ οἶδα, εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ἁρπαγέντα τὸν τοιοῦτον ἕως τρίτου οὐρανοῦ. καὶ οἶδα τὸν τοιοῦτον ἄνθρωπον· εἴτε ἐν σώματι εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ὅτι ἡρπάγη εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄρρητα ρήματα, ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι. ὑπὲρ τοῦ τοιούτου καυχήσομαι, ὑπὲρ δὲ ἐμαυτοῦ οὐ καυχήσομαι εἰ μὴ ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου. ἐὰν γὰρ θελήσω καυχήσασθαι, οὐκ ἔσομαι ἄφρων· ἀλήθειαν γὰρ ἐρῶ· φείδομαι δὲ μή τις εἰς ἐμὲ λογίσηται ὑπὲρ ὃ βλέπει με ἢ ἀκούει τι ἐξ ἐμοῦ. Καὶ τῇ ὑπερβολῇ τῶν ἀποκαλύψεων ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι, ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ σαρκί, ἄγγελος σατᾶν, ἵνα με κολαφίζῃ ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι. ὑπὲρ τούτου τρὶς τὸν Κύριον παρεκάλεσα ἵνα ἀποστῇ ἀπ᾿ ἐμοῦ· καὶ εἴρηκέ μοι· ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται. ἥδιστα οὖν μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπ᾿ ἐμὲ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ.
πόδοση 


Από λόγους ντροπής το λέω, σαν εμείς να ήμασταν ασθενείς· αλλά, σε ό,τι κάποιος τολμάει, (με αφροσύνη μιλάω) τολμάω και εγώ· είναι Εβραίοι; Και εγώ· είναι Ισραηλίτες; Και εγώ· είναι σπέρμα τού Αβραάμ; Και εγώ. Είναι υπηρέτες τού Χριστού; (Παραφρονώντας μιλάω) περισσότερο εγώ· σε κόπους περισσότερο, σε πληγές υπερβολικού βαθμού, σε φυλακές περισσότερο, σε θανάτους πολλές φορές· από τους Ιουδαίους πέντε φορές πήρα 40 παρά μία μαστιγώσεις· τρεις φορές ραβδίστηκα, μία φορά λιθοβολήθηκα, τρεις φορές ναυάγησα, ένα μερόνυχτο έκανα στον βυθό· σε οδοιπορίες πολλές φορές, σε κινδύνους ποταμών, σε κινδύνους ληστών, σε κινδύνους από το γένος, σε κινδύνους από τα έθνη, σε κινδύνους στην πόλη, σε κινδύνους στην ερημιά, σε κινδύνους στη θάλασσα, σε κινδύνους από ψευδάδελφους· σε κόπο και μόχθο, σε αγρυπνίες πολλές φορές, σε πείνα και δίψα, σε νηστείες πολλές φορές, σε ψύχος και γυμνότητα· εκτός από τα εξωτερικά, ο επικείμενος αγώνας καθημερινά, η μέριμνα όλων των εκκλησιών. Ποιος ασθενεί, και δεν ασθενώ; Ποιος σκανδαλίζεται, και εγώ δεν φλέγομαι; Αν πρέπει να καυχώμαι, θα καυχηθώ σ' αυτά που έχουν σχέση με τις ασθένειές μου. Ο Θεός και Πατέρας τού Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που είναι ευλογητός στους αιώνες, γνωρίζει ότι δεν ψεύδομαι. Στη Δαμασκό, ο εθνάρχης τού βασιλιά Αρέτα φρουρούσε την πόλη των Δαμασκηνών, θέλοντας να με πιάσει· και διαμέσου ενός μικρού παραθύρου με κατέβασαν από το τείχος μέσα σε ένα κοφίνι, και ξέφυγα από τα χέρια του.Να καυχώμαι, βέβαια, δεν με συμφέρει· επειδή, θάρθω σε οπτασίες και αποκαλύψεις τού Κυρίου. Γνωρίζω έναν άνθρωπο εν Χριστώ πριν από 14 χρόνια, (είτε μέσα στο σώμα, δεν ξέρω· είτε έξω από το σώμα, δεν ξέρω· ο Θεός ξέρει)· ότι αυτού τού είδους ο άνθρωπος αρπάχτηκε μέχρι τον τρίτο ουρανό. Και γνωρίζω αυτού τού είδους τον άνθρωπο, (είτε μέσα στο σώμα, είτε έξω από το σώμα, δεν ξέρω, ο Θεός ξέρει)· ότι αρπάχτηκε στον παράδεισο, και άκουσε λόγια ανεκλάλητα, που δεν επιτρέπεται σε έναν άνθρωπο να μιλήσει. Για τον άνθρωπο αυτού τού είδους θα καυχηθώ· για μένα, όμως, δεν θα καυχηθώ, παρά μονάχα στις ασθένειές μου. Δεδομένου ότι, αν θελήσω να καυχηθώ δεν θα είμαι άφρονας· επειδή, θα πω την αλήθεια· συστέλλομαι, όμως, μήπως κάποιος στοχαστεί σε μένα κάτι ανώτερο από ό,τι με βλέπει ή ακούει από μένα. Και για να μη υπερηφανεύομαι, εξαιτίας τής υπερβολής των αποκαλύψεων, μου δόθηκε ένας σκόλοπας στη σάρκα, ένας άγγελος του σατανά, για να με χτυπάει, για να μη υπερηφανεύομαι. Για το ζήτημα αυτό παρακάλεσα τον Κύριο τρεις φορές, για να απομακρυνθεί από μένα· και μου είπε: Αρκεί σε σένα η χάρη μου· επειδή, μέσα σε αδυναμία, η δύναμή μου φανερώνεται τέλεια. Με βαθύτατη ευχαρίστηση, λοιπόν, θα καυχηθώ περισσότερο στις αδυναμίες μου, για να κατοικήσει μέσα μου η δύναμη του Χριστού.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Οἱ τῶν Ἀποστόλων πρωτόθρονοικαὶ τῆς Οἰκουμένης διδάσκαλοιτῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων πρεσβεύσατεεἰρήνην τῆ οἰκουμένῃ δωρήσασθαικαὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.



Κοντάκιον
Ἦχος β’Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Τοὺς ἀσφαλεῖς καὶ θεοφθόγγους κήρυκαςτὴν κορυφὴν τῶν Μαθητῶν σου Κύριεπροσελάβου εἰς ἀπόλαυσιντῶν ἀγαθῶν σου καὶ ἀνάπαυσιντοὺς πόνους γὰρ ἐκείνων καὶ τὸν θάνατονἐδέξω ὑπὲρ πᾶσαν ὁλοκάρπωσινὁ μόνος γινώσκων τὰ ἐγκάρδια.





Δείτε σχετικά: