A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 6 Φεβρουαρίου 2024

ΑΝ ΖΟΥΣΕ ΣΗΜΕΡΑ Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ

 Αποτέλεσμα εικόνας για Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Ἂν ζοῦσε σήμερα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος
Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου, Κλασσικὸς φιλόλογος, Ἱστορικός.

Ἂν ζοῦσε σήμερα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ ἔβγαζε ἀντιαιρετικοὺς λόγους καὶ ἄφηνε τὴν Ναζιανζὸ γιὰ νὰ κηρύξει σὲ ἄλλες πόλεις τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, χωρὶς τὴν ἄδεια τοῦ τοπικοῦ Ἐπισκόπου, θὰ τὸν ὀνόμαζαν λαοπλάνο, ψευδοποιμένα καὶ ἀπατεῶνα.

Ἂν ζοῦσε σήμερα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ ἔβγαζε ἐπαινετικὸ λόγο γιὰ τοὺς Μακκαβαίους, θὰ τὸν ὀνόμαζαν οὐ κατ’ ἐπίγνωση ζηλωτὴ καὶ ὀπαδὸ τοῦ φανατισμοῦ.
Ἂν ζοῦσε σήμερα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ ἐξέφραζε τὴν περίφημη ρήση του «αὐτοὶ ἔχουν τοὺς οἴκους καὶ ἐμεῖς τὸν ἔνοικο», θὰ τὸν ὀνόμαζαν σχισματικὸ καὶ πλανεμένο.
Ἂν ζοῦσε σήμερα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ μεταμόρφωνε μία μικρὴ οἰκία σὲ Ἐκκλησία ἀφιερωμένη στὴν Ἁγία Ἀναστασία καὶ προέτρεπε τὸν λαό νὰ μὴν πηγαίνει στοὺς ναοὺς τῶν αἱρετικῶν, θὰ τὸν ἀνεδείκνυαν σὲ παρασυναγωγὴ καὶ ἐκτὸς Ἐκκλησίας
Ἂν ζοῦσε σήμερα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ βροντοφώναζε «ἐμεῖς κηρύσσουμε αὐτὸ ποὺ ἔχουμε λάβει. Καὶ ἂν ἀπὸ κάτω δὲν ἀκουγόμαστε, θὰ ἀνέβουμε σὲ ὑψηλὸ βουνὸ καὶ θὰ φωνάξουμε», θὰ τὸν ὀνόμαζαν ἐπαρμένο, φανατικὸ καὶ μισαλλόδοξο.
Ἂν ζοῦσε σήμερα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ ἔλεγε «εἶναι ὅμως ἀνάγκη νὰ ἀντιταχθοῦμε στοὺς φλύαρους καὶ νὰ μὴ νικηθοῦμε λόγω τὴς ἀπουσίας μας», θὰ τὸν ὀνόμαζαν ἀνυπάκουο καὶ ἀψηφῶντα τὴν Σύνοδο.
Ἂν ζοῦσε σήμερα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ ἔλεγε «κρείσσων ἐπαινετὸς πόλεμος εἰρήνης χωριζούσης Θεοῦ», θὰ τὸν ἀνακήρυτταν σὲ μουτζαχεντὶν καὶ ἐχθρὸ τῆς εἰρήνης, μισάνθρωπο.
Ἂν ζοῦσε σήμερα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ ἔλεγε «θὰ μᾶς ζητηθεῖ νὰ λογοδοτήσουμε ὄχι γιὰ κάθε λόγο καὶ πράξη μας, ἀλλὰ γιὰ κάθε χρόνο, ἀκόμη καὶ γιὰ κάθε στιγμὴ καὶ λεπτὸ τῆς ὥρας», θὰ τὸν κατηγοροῦσαν, ὅτι ἀσκεῖ μὴ ἀδελφικὴ καὶ ἐωσφορικὴ πίεση.
Ἂν ζοῦσε σήμερα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ δίδασκε «Τὸ ἅγιο Πνεῦμα ἀποκαλύπτεται, φωτίζει, ζωοποιεῖ, μᾶλλον εἶναι τὸ ἴδιο φῶς καὶ ζωή», θὰ τοῦ ἔλεγαν,μὴν ξεχνᾶς τὸ Κοράνι καὶ τὴν Τορά· ὑπάρχουν πολλοὶ ὁδοὶ σωτηρίας.
Ἂν ζοῦσε σήμερα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ δίδασκε «ἡ μὲν ἀλήθεια εἶναι μία, τὸ δὲ ψέμα ἔχει πολλὰ πρόσωπα» θὰ τὸν κατηγοροῦσαν, ὅτι δὲν ἔχει ἀγάπη, ὅτι ἀνακηρύττει τὸν ἑαυτό του σὲ αὐθεντία, ὅτι δὲν καταλαβαίνει τί σημαίνει σεβασμὸς στὴν ἑτερότητα.
Ἂν ζοῦσε σήμερα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ θεολογοῦσε λέγοντας «ὁ Χριστὸς ἀποτελεῖ τὴν κεφαλὴ ἡμῶν... καὶ τὰ δογματικὰ θέματα δὲν εἶναι θέμα πλειοψηφίας» θὰ τὸν κατηγοροῦσαν, ὅτι καταφέρεται ἐναντίον τῶν Ἐπισκόπων.
Ἂν ζοῦσε σήμερα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, οἱ οἰκουμενιστὲς θὰ τὸν καθαιροῦσαν, ὕβριζαν, λοιδωροῦσαν, ὑποβίβαζαν, ἀναιροῦσαν, θὰ τὸν ἀνακήρυτταν σχισματικό, θὰ ἔστελναν ἐπιστολὴ στὴν Ἱ. Σύνοδο νὰ τοῦ κλείσει τὸ στόμα ἀλλιῶς..., θὰ τοῦ ἀφαιροῦσαν τὸν τίτλο Θεολόγος, ἀφοῦ δὲν τὸν κέρδισε στὴν Ἑσπερία, καὶ θὰ τοῦ ἀφαιροῦσαν τὸ δικαίωμα τοῦ θεολογεῖν. Αὐτὴ ἡ διαπίστωση ὅμως εἶναι ποὺ ἀναδεικνύει τὴν ἁγιότητά του.

ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ: «Ἔχουσιν οὗτοι τοὺς οἴκους, ἡμεῖς τὸν ἔνοικον·»

«Δικά σας τα πλούτη και η δόξα. Δική σας οι μεγάλοι ναοί. Ο πολύς λαός είναι μαζί σας. Σε εμένα ο μικρός ναός, αλλά εδώ μέσα δοξάζεται η Αγία Τριάδα και αυτό με αναπαύει και με παρηγορεί. Γύρω μου μαζεύτηκε μικρό ποίμνιο, μα το χω καλά φυλαγμένο από κακοδοξίες. Γι’ αυτό και δεν με φοβίζει το μικρό ποίμνιο, ποίμνιον που δοξάζει εν αληθεία τον Θεόν, όσο μικρόν κι αν είναι».

Ομιλία του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου προς τους τότε Αρειανούς... 

Δείτε σχετικά:

ΕΙΣ ΑΥΤΟΝ ΕΙΣ ΤΟΝ ΛΑΟΝ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΠΟΙΜΕΝΑΣ (Άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος)

Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2023

ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΓΙΑ ΠΕΤΥΧΗΜΕΝΟ ΓΑΜΟ (Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)

 

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἔστειλε σὲ μιὰ πνευματική του θυγατέρα, (τὴν Ὀλυμπιάδα), τὴν κατωτέρω παραινετικὴ ἐπιστολὴ ὡς «δῶρο» γιὰ τὸν γάμο της, ποὺ μόλις τέλεσε. Ἡ κατωτέρω ἐπιστολὴ ἔχει βάθος Θεολογίας καὶ ψυχολογίας. Καὶ πάνω ἀπ᾿ ὅλα δίνει στὴ σύζυγο πολύτιμες συμβουλὲς γιὰ ἕναν πετυχημένο γάμο. Γράφει:

Κόρη μου, στοὺς γάμους σου ἐγὼ ὁ πνευματικός σου πατέρας, ὁ Γρηγόριος, σοῦ κάνω δῶρο τοῦτο τὸ ποίημα. Καὶ εἶναι ὅ,τι καλλίτερο ἡ συμβουλὴ τοῦ πατέρα. Νὰ εἶσαι ἁπλή. Τὸ χρυσάφι, δεμένο σὲ πολύτιμες πέτρες, δὲν στολίζει γυναῖκες σὰν καὶ σένα. Πολὺ περισσότερο τὸ βάψιμο. Δὲν ταιριάζει στὸ πρόσωπό σου, τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, νὰ τὴν παραποιῇς καὶ νὰ τὴν ἀλλάζῃς, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ ἀρέσῃς. Ξέρε το ὅτι αὐτὸ εἶναι φιλαρέσκεια καὶ νὰ μένῃς ἁπλὴ στὴν ἐμφάνιση. Τὰ βαρύτιμα καὶ πολυτελῆ φορέματα, ἂς τὰ φοροῦν ἐκεῖνες, ποὺ δὲν ἐπιθυμοῦν ἀνώτερη ζωή, ποὺ δὲν ξέρουν τί θὰ πῇ πνευματικὴ ἀκτινοβολία. Ἐσύ, ὅμως ἔβαλες μεγάλους καὶ ὑψηλοὺς στόχους στὴ ζωή σου. Κι αὐτοὶ οἱ στόχοι σοῦ ζητοῦν ὅλη τὴ φροντίδα κι ὅλη τὴν προσοχή. (…)

Μὲ τὸ γάμο, ἡ στοργὴ καὶ ἡ ἀγάπη σου νὰ εἶναι φλογερὴ καὶ ἀμείωτη γιὰ κεῖνον, ποὺ σοῦ ’δωσε ὁ Θεός. Γιὰ κεῖνον, πού ’γινε τὸ μάτι τῆς ζωῆς σου καὶ σοῦ εὐφραίνει τὴν καρδιά. Κι ἂν καταλάβῃς πὼς ὁ ἄνδρας σου σὲ ἀγαπάει περισσότερο ἀπ᾿ ὅσο τὸν ἀγαπᾶς ἐσύ, μὴ κυττάξῃς νὰ τοῦ πάρῃς τὸν ἀέρα, κράτα πάντα τὴ θέση ποὺ σοῦ ὁρίζει τὸ Εὐαγγέλιο.

Ἐσὺ νὰ ξέρῃς ὅτι εἶσαι γυναίκα, ἔχεις μεγάλο προορισμό, ἀλλὰ διαφορετικὸ ἀπὸ τὸν ἄνδρα, ποὺ πρέπει νὰ εἶναι ἡ κεφαλή. Ἄσε τὴν ἀνόητη ἰσότητα τῶν δύο φύλων καὶ προσπάθησε νὰ καταλάβῃς τὰ καθήκοντα τοῦ γάμου. Στὴν ἐφαρμογή τους θὰ δῇς πόση ἀντοχὴ χρειάζεται γιὰ ν᾿ ἀνταποκριθῇς, ὅπως πρέπει, σ᾿ αὐτὰ τὰ καθήκοντα, ἀλλὰ καὶ πόση δύναμη κρύβεται στὸ ἀσθενὲς φύλο.

Θὰ ξέρῃς, πόσο εὔκολα θυμώνουν οἱ ἄνδρες. Εἶναι ἀσυγκράτητοι καὶ μοιάζουν μὲ λιοντάρια. Σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο ἡ γυναίκα πρέπει νὰ εἶναι δυνατότερη καὶ ἀνώτερη. Πρέπει νὰ παίζῃ τὸ ρόλο τοῦ θηριοδαμαστῆ. Τί κάνει ὁ θηριοδαμαστὴς ὅταν βρυχᾶται τὸ θηρίο; Γίνεται περισσότερο ἤρεμος καὶ μὲ τὴν καλωσύνη καταπραΰνει τὴν ὀργή. Τοῦ μιλάει γλυκὰ καὶ μαλακά, τὸ χαϊδεύει, τὸ περιποιεῖται καὶ πάλι τὸ χαϊδεύει κι ἔτσι τὸ καταπραΰνει (…)

Ποτὲ μὴ κατηγορήσῃς καὶ ἀποπάρῃς τὸν ἄνδρα σου γιὰ κάτι ποὺ ἔκανε στραβό. Οὔτε πάλι γιὰ τὴν ἀδράνειά του, ἔστω κι ἂν τὸ ἀποτέλεσμα δὲν εἶναι αὐτὸ ποὺ ἤθελες ἐσύ. Γιατί ὁ διάβολος εἶναι αὐτός, ποὺ μπαίνει ἐμπόδιο στὴν ὁμοψυχία τῶν συζύγων.  (…)

Νὰ ἔχετε κοινὰ τὰ πάντα καὶ τὶς χαρὲς καὶ τὶς λύπες. Γιατὶ ὁ γάμος ὅλα σᾶς τὰ ἔκανε κοινά. Κοινὲς καὶ οἱ φροντίδες, γιατί ἔτσι τὸ σπίτι θὰ στεριώση. Νὰ συμβάλλῃς ἐκφράζοντας τὴ γνώμη σου, ὁ ἄνδρας ὅμως ἂς ἀποφασίζη.

Ὅταν τὸν βλέπῃς λυπημένο, συμμερίσου τὴ λύπη του ἐκείνη τὴν ὥρα. Γιατὶ εἶναι μεγάλη ἀνακούφιση στὴ λύπη, ἡ λύπη τῶν φίλων. Ὅμως ἀμέσως νὰ ξαστεριάζῃ ἡ ὄψη σου καὶ νά ’σαι ἤρεμη χωρὶς ἀγωνία. Ἡ γυναίκα εἶναι τὸ ἀκύμαντο λιμάνι γιὰ τὸ θαλασσοδαρμένο σύζυγο.

Νὰ ξέρῃς ὅτι ἡ παρουσία σου στὸ σπίτι σου εἶναι ἀναντικατάστατη, γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ ἀγαπήσῃς μ᾿ ὅλες τὶς φροντίδες τοῦ νοικοκυριοῦ. Νὰ τὸ βλέπῃς σὰν βασίλειό σου, καὶ νὰ μὴ συχνοβγαίνῃς ἀπὸ τὸ κατώφλι σου. Ἄφησε τὶς ἔξω δουλειὲς γιὰ τὸν ἄνδρα. Πρόσεχε τὶς συναναστροφές σου. Πρόσεξε τὶς συγκεντρώσεις, ποὺ πηγαίνεις. Μὴ πᾶς σὲ ἄπρεπες συγκεντρώσεις, γιατὶ εἶναι μεγάλος κίνδυνος γιὰ τὴν ἁγνότητά σου. Αὐτὲς οἱ συναναστροφὲς ἀφαιροῦν τὴν ντροπὴ κι ἀπ᾿ τὶς ντροπαλές, σμίγουν μάτια μὲ μάτια, κι ὅταν φύγῃ ἡ ντροπὴ γεννιοῦνται ὅλα τὰ χειρότερα κακὰ («αἰδὼς οἰχομένη, πάντων γενέτειρα κακίστων»).

Τὶς σοβαρὲς ὅμως συγκεντρώσεις μὲ συνετοὺς φίλους νὰ τὶς ἐπιζητῆς, γιὰ νὰ ἐντυπώνεται στὸ νοῦ σου ἕνας καλὸς λόγος, ἢ κάποιο ἐλάττωμα νὰ κόψῃς ἢ νὰ καλλιεργήσῃς τοὺς δεσμούς σου μὲ ἐκλεκτὲς ψυχές. Μὴ ἐμφανίζεσαι ἀνεξέλεγκτα σὲ ὁποιονδήποτε, ἀλλὰ στοὺς σώφρονες συγγενεῖς σου, στοὺς ἱερεῖς καὶ σὲ σοβαροὺς νεώτερους ἢ ἡλικιωμένους. Μὴ συναναστρέφεσαι φαντασμένες γυναῖκες, ποὺ ἔχουν στὸ νοῦ τους στὸ ἔξω, γιὰ ἐπίδειξη. Οὔτε ἀκόμα ἄνδρες εὐσεβεῖς, ποὺ ὁ σύζυγός σου δὲν θέλει στὸ σπίτι, ἂν καὶ σὺ τόσο πολὺ τοὺς ἐκτιμᾶς. Ὑπάρχει γιὰ σένα πιὸ ἀκριβὸ πράγμα ἀπὸ τὸν καλό σου σύζυγο, ποὺ τόσο ἀγαπᾶς;

Ἐπαινῶ τὶς γυναῖκες, ποὺ δὲν τὶς ξέρουν οἱ πολλοὶ ἄνδρες. Μὴ τρέχῃς σὲ τραπέζια κοσμικὰ καὶ ἂς εἶναι γιὰ γάμο ἢ γιὰ γενέθλια. Ἐκεῖ ἀνάβουν ἄνομοι πόθοι, μὲ τοὺς χορούς, τοὺς πήδους καὶ τὰ γέλια, τὴν ψεύτικη εὐχαρίστηση, ποὺ παραπλανεύουν ἀκόμη καὶ τοὺς ἁγνοὺς καὶ σώφρονες. Καὶ ἡ ἁγνότητα εἶναι τόσο λεπτὸ πρᾶγμα! Σὰν τὸ κερὶ στὶς ἀκτίνες τοῦ ἥλιου! Ἀπόφευγε ἀκόμα καὶ στὸ σπίτι σου τὰ κοσμικὰ τραπέζια. Ἂν μπορούσαμε νὰ περιορίσουμε τὶς ὀρέξεις τῆς κοιλιᾶς, θὰ κυριαρχούσαμε στὰ πάθη μας.

Κράτα τὴν μορφή σου γαλήνια καὶ μὴ τὴν ἀλλοιώνῃς οὔτε μὲ μορφασμούς, ὅταν εἶσαι θυμωμένη. Στολίδια τ᾿ αὐτιὰ νἄχουν ὄχι μαργαριτάρια, ἀλλὰ ν´ ἀκοῦν καλὰ λόγια καὶ νὰ βάζουν γιὰ τὰ ἄσχημα λουκέτο στὸ νοῦ. Ἔτσι, εἴτε κλειστὰ εἶναι, εἴτε ἀνοιχτά, ἡ ἀκοὴ θὰ μένῃ ἁγνή.

Ὅσο γιὰ τὰ μάτια, εἶναι κεῖνα, ποὺ δείχνουν ὅλο τὸ ἐσωτερικὸ τῆς ψυχῆς. Ἂς σταλάζῃ ἁγνὸ κοκκίνισμα ἡ παρθενικὴ ντροπὴ κάτω ἀπὸ τὰ βλέφαρά σου καὶ ἂς προκαλῇ τὴ σεμνότητα καὶ τὴν ἁγνὴ ντροπὴ σὲ ὅσους σὲ βλέπουν καὶ σ᾿ αὐτὸν ἀκόμα τὸ σύζυγό σου. Εἶναι πολλὲς φορὲς προτιμότερο, γιὰ πολλὰ πράγματα, νὰ κρατᾷς κλειστὰ τὰ μάτια, χαμηλώνοντας τὸ βλέμμα.

Καὶ τώρα στὴ γλώσσα. Θἄχῃς πάντα ἐχθρὸ τὸν ἄνδρα σου, ἂν ἔχῃς γλώσσα ἀχαλίνωτη, ἔστω κι ἂν ἔχῃς χίλια ἄλλα χαρίσματα. Γλώσσα ἀνόητη βάζει, πολλὲς φορές, σὲ κίνδυνο καὶ τοὺς ἀθώους. Προτίμα κι ὅταν ἀκόμα ἔχῃς δίκιο, τὴ σιωπή. Εἶναι προτιμότερη γιὰ νὰ μὴ ριψοκινδυνεύσῃς νὰ πῆς ἕνα ἄτοπο λόγο. Κι ἂν ἔχῃς τὴν ἐπιθυμία νὰ λὲς πολλά, τὸ καλλίτερο εἶναι νὰ σωπαίνῃς.

Πρόσεχε ἀκόμα καὶ τὸ βάδισμά σου. Μετράει στὴ σωφροσύνη.

Καὶ τοῦτο πρόσεξε καὶ ἄκουσε: Μὴν ἔχῃς ἀδάμαστη σαρκικὴ ὁρμή. Πεῖσε καὶ τὸν ἄνδρα σου νὰ σέβεται τὶς ἱερὲς ἡμέρες. Γιατὶ οἱ νόμοι τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀνώτεροι ἀπὸ τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. (…)

Ἂν ἀπὸ μένα τὸν γέροντα πῆρες κάποιο λόγο πνευματικό, σοῦ συνιστῶ νὰ τὸν φυλάξῃς στὰ βάθη τῆς ψυχῆς σου. Ἔτσι μὲ ὅτι πῆρες ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἄκουσες καὶ μὲ τὴν ἠθική σου ἀνωτερότητα, θὰ θεραπεύσῃς τὸν ἐξαίρετο σύζυγό σου καὶ περίφημο πολιτικὸ ἄνδρα ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια.

Αὐτὸ τώρα τὸ παρὸν δῶρο, κειμήλιο σοῦ προσφέρω. Ἂν θέλῃς πάλι νὰ σοῦ εὐχηθῶ καὶ τὸ καλλίτερο, σοῦ εὔχομαι νὰ γίνῃς ἀμπέλι πολύκαρπο, μὲ τέκνα τέκνων, γιὰ νὰ δοξάζεται ἀπὸ περισσότερους ὁ Θεός, γιὰ τὸν ὁποῖον γεννιόμαστε καὶ πρὸς τὸν Ὁποῖον πρέπει ἀπ᾿ αὐτὴ τὴ ζωὴ νὰ ὁδεύουμε.

(Μετάφραση ὑπὸ Ἀθηνᾶς Α. Καραμπέτσου, φιλολόγου, βλ. «Ὀρθόδοξος Τύπος», φ. 31.3.2000, σελ. 3)

Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2023

ΕΙΣ ΑΥΤΟΝ ΕΙΣ ΤΟΝ ΛΑΟΝ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΠΟΙΜΕΝΑΣ (Άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος)


Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ανήκει στον Θεοφόρο χορό των Αγίων αντιαιρετικών Πατέρων που πολέμησε σφόδρα τον Αρειανισμό, που τα χρόνια εκείνα είχε καταλάβει σχεδόν εξ' ολοκλήρου την Εκκλησία μας, τον 4ο ήδη αιώνα μ. Χ. Όταν ήρθε από την Καππαδοκία στην Κωνσταντινούπολη δεν βρήκε ούτε έναν Ορθόδοξο πιστό, καθώς όλοι είχαν υποταχθεί στις δαιμονοκρατούμενες διαβολές του Αρείου. 


Ήταν δε, τόσο το μίσος των αιρετικών, που μέχρι και πέτρες εκτόξευαν εναντίον του, όταν κήρυττε τον ορθό λόγο του Χριστού μας και μετέφερε πιστά τις ιερές παραδόσεις αυτής της Εκκλησίας. Τότε συγγράφει και τον Λόγο ΚΣΤ', όπου φέρεται -φιλοθέως και αγιοπνευματικώς- συγκινητικά, ως υπέρμαχος της πατρώας ευσεβείας των προγόνων μας! Μέρος αυτού του Λόγου είναι ο ακόλουθος, ο οποίος δείτε πόσο διαχρονικά επίκαιρος είναι, όχι μόνο για τους σημερινούς -θλιβερά- αμετανόητους Οικουμενιστές, αλλά και για τους ''βασιλικά'' κοινωνούντες με αυτούς, ''επιφανικούς'' αντιοικουμενιστές, όταν ο ίδιος ο Άγιος είχε κόψει κάθε επαφή μαζί τους, δεν συλλειτουργούσε, δεν συμπροσευχόταν, αλλά, ούτε και κοινωνικός ήταν με αυτούς. 


Ο Άγιος κοιμήθηκε στο χωριό Γκέλβερι (Καρβάλη) της Καππαδοκίας, στο οποίο 14 αιώνες μετά είδε το φως του κόσμου τούτου, ένας άξιος απόγονος του κινήματος των Κολλυβάδων και συνομολογητής του, ο σύγχρονος Άγιος Ομολογητής Ιερώνυμος της Αίγινας! Να έχουμε τις ευλογίες τους και τις ευχές τους. Γ. Δ.


Ας ίδωμεν όσα δύναται να αδικηθή από ανθρώπους, άνθρωπος. Θα με ονομάσουν απαίδευτον; Μίαν σοφίαν γνωρίζω, το να φοβούμαι τον Θεόν, διότι «αρχή σοφίας είναι ο φόβος Κυρίου», και «τέλος λόγου είναι, να ακούεις το παν, να φοβήσαι τον Θεόν».

Αυτά λέγει ο σοφώτατος Σολομών. Ας με δείξουν λοιπόν ως στερούμενον φόβου, και ας νικήσουν.Της δε άλλης σοφίας μέρος μεν παρεμέρισα, μέρος δε εύχομαι και ελπίζω να προσλάβω με την χάριν του Πνεύματος.

 Θα με κατηγορήσουν δια πτωχείαν, η οποία είναι η περιουσία μου; Είθε να απέβαλλα αυτά τα ράκια, δια να διέλθω γυμνός τας άκανθας του βίου· είθε επίσης να αποβάλω και τον βαρύν τούτον χιτώνα, όσον το δυνατόν γρηγορότερον, δια να λάβω ελαφρότερον. 

Θα με αποκαλέσουν φιλόπατριν; Πόσον μικρά σκέπτονται περί ημών, πραγματικοί υβρισταί και μισόξενοι! Υπάρχει, ω άνθρωποι, πατρίς περιγραπτή εις εμέ, ο οποίος έχω πάσαν πατρίδα και καμμίαν; Συ δε δεν είσαι ξένος και παρεπίδημος; 


Δεν σου επαινώ την κατοικίαν, αν αυτή είναι η περίπτωσίς σου, δια να μη εκπέσης της αληθινής πατρίδος, εις την οποίαν πρέπει να αποθέτωμεν τα πολιτικά μας δικαιώματα. Δεν θα μας ονειδίσης δε δια το γήρας και την φιλασθενικότητα; Δεν ανήκει όλον αυτό εις τον χώρον της ύλης και της φύσεως, δια να μάθης και κάτι από τα απόρρητά μου· εν μέρος το εδαπάνησε και ο λογισμός, δια να καυχηθώ και εγώ ολίγον. Συ δε δεν είσαι σφριγηλός και εύσωμος; Γλυκύ θέαμα! Είθε να είχες και ολίγα άσπρα μαλλιά και κάποιαν ωχρότητα, δια να πιστευθής τότε, ότι είσαι συνετός και φιλόσοφος. Τι άλλο περαιτέρω; Θα με καθαιρέσουν από θρόνους; 


Ποιους όμως; Αυτούς εις τους οποίους ευχαρίστως ανήλθα ή προηγουμένως ή τώρα; Μακαρίζω δε τους επιβαίνοντας θρόνων; Συ δε μου τους καθιστάς γλυκύτερους, επιβαίνων εις τον ιδικόν σου τόσον αναξίως; Ούτε τα προηγουμένως συμβάντα δεν σας εφανέρωσαν την γνώμην μου; Ή ήσαν και εκείνα κάποια απόλαυσις και δοκιμασία του πόθου; Πράγματι οι επιτήδειοι όλα τα ιδικά των τα αποδίδουν εις άλλους, άλλα μεν καθ' υποψίαν άλλα δε ρητώς. Τί είναι τάχα η συντριβή; Τί τάχα αι αραί, τας οποίας εκάμαμεν δημοσία εναντίον μας; Τί τάχα τα δάκρυα και το ότι εγίναμεν εις σας παρ' ολίγον ελεεινοί και μισητοί λόγω της αντιστάσεως; Θα μας αποστερήσουν προεδρίας; Αυτήν πότε και ποίος σώφρων εθαύμασε, ενώ τώρα και το να την αποφεύγη κανείς είναι στοιχειώδες δείγμα συνέσεως, όπως νομίζω εγώ τουλάχιστον; 


Αυτήν δια την οποίαν όλα τα πράγματά μας δονούνται και σείονται· δια την οποίαν τα πέρατα της οικουμένης είναι γεμάτα υποψίαν και πόλεμον κωφόν και ανώνυμον· δια την οποίαν κινδυνεύομεν να είμεθα των ανθρώπων, ενώ εγίναμεν από τον Θεόν, και ν' αποβάλωμεν το μέγα και νέον όνομα του Χριστιανού; Πόσον θα ήθελα να μη υπήρχε προεδρία, ούτε προτίμησις θέσεως και τυραννική προνομία, δια να εγνωριζόμεθα μόνον από την αρετην! Τώρα δε το δεξιόν τούτο και το αριστερόν και το μέσον, το υψηλότερον και το χαμηλότερον, και το προβάδισμα ή συμβάδισμα έχουν προκαλέσει εις ημάς πολλά συντρίμματα χωρίς λόγον, πολλούς ώθησαν εις τον βόθρον και απήγαγαν εις τον χώρον των εριφίων όχι μόνον των κατωτέρων, αλλ' ακόμη και των ποιμένων, οι οποίοι, ενώ είναι διδάσκαλοι του Ιησού, ηγνόησαν ταύτα. Θα με εμποδίσουν από τα θυσιαστήρια; 


Αλλά γνωρίζω και άλλο θυσιαστήριον, του οποίου τύποι είναι τα τώρα βλεπόμενα· θυσιαστήριον εις το οποίον δεν ήγγισε λαξευτήριον ούτε χειρ, ούτε ηκούσθη σίδηρος ή κάτι άλλο των τεχνικών και διακοσμητών, αλλ' είναι ολόκληρον έργον του νου και η ανάβασις εις αυτό γίνεται δια θεωρίας. Εις αυτό θα παραστώ, εις αυτό θα θυσιάσω ευπρόσδεκτα θύματα, θυσίαν και προσφοράν και ολοκαυτώματα, ανώτερα των προσφερομένων τώρα όσον ανωτέρα είναι η αλήθεια της σκιάς. Περί αυτού νομίζω ότι φιλοσοφεί και ο μέγας Δαυίδ λέγων, «και θα εισέλθω προς το θυσιαστήριον του Θεού, του ευφραίνοντος την πνευματικήν μου νεότητα». Από αυτό το θυσιαστήριον δεν θα με απομακρύνη όποιος το θέλει. Θα με απελάσουν από την πόλιν; Αλλ' όχι και από την ευρισκομένην εις τους ουρανούς. 


Ας καταφέρουν τούτο όσοι με πολεμούν! Και πράγματι το επεχείρησαν, αλλ' έως ότου δεν δύνανται να το επιτύχουν, μας ρίπτουν ρανίδες ύδατος ή μας κτυπούν με αύρας ή παίζουν με όνειρα· ούτω βλέπω εγώ τον πόλεμον αυτών, θα μου πάρουν τα αγαθά; Ποία; Αν πρόκειται περί των ιδικών μου, ας μου περικόψουν και τας πτέρυγας, τας οποίας δεν έχω περιβληθή· αν δε πρόκειται περί των της Εκκλησίας, τούτο είναι το αντικείμενον περί του οποίου γίνεται όλος ο πόλεμος· αυτά είναι δια τα οποία ο κλέπτης ζηλοφθονεί το ταμείον και προδίδει τον Θεόν δια τριάκοντα αργύρια, το χειρότερον όλων. Τόση δε είναι η τιμή όχι του προδιδομένου, αλλά του προδίδοντος. Θα μου κλείσουν τας οικίας των; Θα μου περικόψουν τας ανέσεις; Θα με αποξενώσουν από φίλους; 


Διότι, βλέπεις, πολύ φορτικοί εγίναμεν εις πολλούς, αν και μας προσεκάλουν - δεν θα φανώμεν αχάριστοι  εάν δε εγίναμεν φορτικοί, τούτο συνέβη δια την επιφυλακτικότητα μάλλον παρά δια την αποδοχήν. Το δε αίτιον είναι ότι μας ανέπαυσεν κάποιος ευσεβής και φιλόθεος οίκος, όπως τον Ελισσαίον ο της Σουναμίτιδος, συγγενών κατά το σώμα, συγγενών κατά το Πνεύμα, καθ' όλα φιλότιμων· πλησίον των οποίων συνεπήχθη ο λαός ούτος, διατηρών κρυφίως την διωκομένην ευσέβειαν, όχι αφόβως ούτε ακινδύνως. Είθε να τον αμείψη ο Κύριος δικαίως κατά την ημέραν της ανταποδόσεως! Αν δε επιδιώκωμεν τρυφήν, είθε να εντρυφήσουν εναντίον ημών οι μισηταί ημών διότι δεν θα καταρασθώ εις βάρος μου τίποτε χειρότερον. 


Από τους φίλους δε, άλλοι μεν δεν θα φύγουν από κοντά μας, γνωρίζω καλώς, ούτε αν κακοποιηθούν, διότι το γεγονός ότι αδικούνται μαζί με ημάς τους έκανε να πονούν μαζί μας· των δε άλλων έχομεν ήδη γυμνασθή να υπομένωμεν την υπεροψίαν, όταν μας περιφρονούν. Διότι εκ των φίλων και των πλησίον μου άλλοι μεν και φανερώς «επλησίασαν και εστάθησαν εις την αντίπαλον παράταξιν·», άλλοι δε, φιλανθρωπότεροι, «εστάθησαν από μακράν» και αυτήν την νύκτα «εσκανδαλίσθησαν όλοι». Σχεδόν και ο Πέτρος με απηρνήθη, και ίσως ούτε καν κλαίει πικρώς, δια να θεραπεύση την αμαρτίαν». Φαίνεται ότι εγώ είμαι ο μόνος γεμάτος τόλμην και θράσος· ο μόνος αισιόδοξος εις τα φοβερά, ο μόνος καρτερικός, και όταν δημοσία επαινούμαι και ιδιαιτέρως καταφρονούμαι, και όταν γνωρίζωμαι εις Ανατολήν και Δύσιν με το να πολεμούμαι. 


Ποία παραφροσύνη! «Αν παραταχθή εν στρατόπεδον εναντίον μου, δεν θα φοβηθή η καρδιά μου· εάν εγερθή εναντίον μου πόλεμος, εις αυτήν ελπίζω εγώ». Τόσον πολύ δεν θεωρώ φοβερόν κάτι από τα παρόντα, ώστε αφήνων τον εαυτόν μου, θρηνώ τους λυπήσαντάς με. Σεις, μέλη του Χριστού κάποτε, μέλη αξιότιμα δι' εμέ, αν και τώρα διεφθαρμένα, μέλη αυτής της ποίμνης, την οποίαν επροδώσατε σχεδόν πριν συναχθήτε, πώς διεσπάσθητε και διεσπάσατε ως βοΐδια, απολυμένα από τον ζυγόν; Πώς ηγείρατε εναντίον του θυσιαστηρίου θυσιαστήριον; Πώς κατεστράφητε αιφνιδίως; 


Πώς και οι ίδιοι ενεκρώθητε με την αποκοπήν και ημάς εκάματε να πονούμεν; Πώς κατεχράσθητε την απλότητα των ποιμένων προς διάλυσιν της ποίμνης; Διότι δεν θα μεμφθώ εκείνους δια την απειρίαν, αλλά θα κατηγορήσω σάς δια την κακίαν. «Ποίος θα σε βοηθήση εις την διαφθοράν σου, Ισραήλ;». Ποίον φάρμακον θα εύρω επουλωτικόν; Ποίον επίδεσμον; Πώς να συνάψω τα διεστώτα; Με ποία δάκρυα, ποίους λόγους, ποίας εύχάς, να θεραπεύσω το σύντριμμα; Ή ίσως με τον κατωτέρω τρόπον;


Τριάς αγία και προσκυνητή και τελεία, καλώς συναπτόμενη και προσκυνουμένη από ημάς, ιδικόν σου είναι το έργον τούτο, ιδικόν σου το κατόρθωμα. Συ δύνασαι ν' αποκαταστήσης τούτους πάλιν εις ημάς,αφού απεμακρύνθησαν τόσον, ώστε να παιδευθούν δια του χωρισμού προς ομόνοιαν, και ν' αντιδώσης εις ημάς δια τους εδώ μόχθους τα επουράνια και αστασίαστα. 
Το πρώτον δε και μέγιστον από αυτά είναι να φωτισθώμεν από σε τελειότερα και καθαρώτερα,πώς η ιδία και ως Μονάς νοείσαι και ως Τριάς ευρίσκεσαι; 
Πώς το αγέννητον και το γεννητόν και το εκπορευτόν είναι μία φύσις, τρεις ιδιαιτερότητες, 
«εις Θεός ο επί πάντων και δια πάντων και εν πάσιν», 
ούτε μετατιθέμενος ούτε μειούμενος ούτε τεμνόμενος, 
τώρα κατά μέρος μεν καταλαμβανόμενος, κατά μέρος δε ζητούμενος, κάποτε δε καταληφθησόμενος ίσως εις όλον σου το είναι από τους εδώ καλώς ζήσαντας δια βίου και θεωρίας; 
Εις αυτόν πρέπει πάσα δόξα, τιμή, κράτος, εις τους αιώνας. 
Γένοιτο!


Άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος

Πηγή

ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ: «Ἔχουσιν οὗτοι τοὺς οἴκους, ἡμεῖς τὸν ἔνοικον·»

Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2016

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ – ΤΟΥ ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΥ

Ἀπόσπασμα ἐκ τῆς ἐργασίας «Περὶ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου τοῦ Ναζιανζηνοῦ»
Εἰσαγωγικὰ

ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΟΥΜΕ
, εἰς τιμὴν καὶ μνήμην τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, τοῦ μεγίστου τούτου Πατρὸς τῆς Ἐκκλησίας, ἕνα χαρακτηριστικὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν ἐξαίρετη ἐκτενῆ Βιογραφία του, ἡ ὁποία δημοσιεύθηκε σὲ 21 συνέχειες (!) στὸ ἐπίσημο ὄργανο τῆς Ἐκκλησίας μας «Ἡ Φωνὴ τῆς Ὀρθοδοξίας» πρὸ μισοῦ καὶ πλέον αἰῶνος (ἔναρξις: ἀρ.φ. 414-415/1.4.1963· ὁλοκλήρωσις: ἀρ.φ. 445/8.6.1964).


XrNaslimis

ἐργασία αὐτὴ εἶχε δημοσιευθῆ τότε ἀνωνύμως, ἀλλὰ σὲ ἐγκυκλιῶδες κείμενο τοῦ Προεδρείου τῆς ΠΘΕΟΚ τῆς 8.11.1979, πληροφορούμεθα ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ γραπτὸ συνταχθὲν «ὑπὸ τοῦ Ἀειμνήστου κυροῦ Χρυσοστόμου Ἐπισκόπου Μαγνησίας» (σελ. 1).
πραγματεία αὐτὴ διακρίνεται γιὰ τὴν καλὴ καὶ ἐπαρκῆ γνῶσι τῶν περιστατικῶν τοῦ Βίου τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου, τὰ ὁποῖα παρουσιάζει μὲ θαυμαστὴ ρητορικότητα καὶ ζωντάνια, ὅπως καὶ τῶν συγγραμμάτων τοῦ Ἁγίου Πατρός, ἐκ τῶν ὁποίων παραθέτει συχνὰ ἀποσπάσματα. Γιὰ κάποιον δὲ συνηθισμένο στὸν τρόπο γραφῆς τοῦ ἀοιδίμου Ἀρχιερέως Χρυσοστόμου (Νασλίμη) εἶναι φανερό, καὶ ἀπὸ ἐσωτερικὲς ἀκόμη ἐνδείξεις, ὅτι πρόκειται ἀναμφίβολα γιὰ κείμενο τοῦ ὀξυγράφου καλάμου του, ἤτοι τῆς χαρισματικῆς γραφίδος του.
Συγκεκριμένα, παραθέτουμε τὴν 8η συνέχεια ἀπὸ τὴν ἐργασία αὐτὴ («Φ.Ὀ.», ἀρ.φ. 423/22.7.1963, σελ. 2-3), στὴν ὁποία περιγράφεται ἡ ποιμαντικὴ δρᾶσις τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου, ὅταν ἀνέλαβε μὲ δισταγμὸ ἱερατικὰ καθήκοντα -σὲ ἐποχὴ ὅμως κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης ἔλαβε διωκτικὰ μέτρα κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ἡ πρόνοια τοῦ Ἁγίου γιὰ τὴν μόρφωσι τῶν παιδιῶν τῶν Χριστιανῶν, καθὼς καὶ ἡ ἐπίδρασίς του σὲ ἄλλες ἱερὲς μορφὲς τῆς ἐποχῆς του.
Κατὰ τὶς προηγούμενες 7 συνέχειες ἐξιστορήθησαν τὰ περὶ τῆς γεννήσεως (328), ἀνατροφῆς, περιβάλλοντος, παιδείας, πνευματικῆς καὶ ἠθικῆς συγκροτήσεως καὶ μοναχικῆς διαμορφώσεως τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου, ἡ ἱερατικὴ χειροτονία του καὶ τὰ μετ’ αὐτήν.
Στὶς δὲ ἑπόμενες 13 συνέχειες περιγράφονται οἱ ἀγῶνες κατὰ τοῦ Ἀρειανισμοῦ, ἡ συνδρομὴ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου στὸ ἔργο τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἡ ἐπισκοπικὴ χειροτονία αὐτοῦ, ἡ δρᾶσις του ἀναστηλώσεως τῆς Ὀρθοδοξίας στὴν Κωνσταντινούπολι, οἱ πειρασμοὶ καὶ οἱ δοκιμασίες του, ὁ ἀγῶνας του καὶ ἡ στᾶσις του ἔναντι τῶν φθονερῶν, ἡ παρουσία του στὴν Β’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἡ παραίτησίς του ἀπὸ τὸν Θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως χάριν εἰρηνεύσεως τῆς Ἐκκλησίας, ἡ κατάληξίς τους στὴν Ἀριανζὸ καὶ κατόπιν στὴν Σελεύκεια, τὸ συγγραφικὸ καὶ ποιητικὸ ἔργο του, τὰ γνωρίσματα τῆς ἁγίας προσωπικότητός του, ἡ κοίμησίς του, ὡς καὶ ἡ κοινὴ συνείδησις περὶ τῆς ἁγιότητός του.
λπίζουμε, σὺν Θεῷ, νὰ παρουσιάσουμε ἀκόμη μία τουλάχιστον συνέχεια ἀπὸ τὴν ἐξαιρετικὴ αὐτὴ ἀπὸ πάσης ἀπόψεως ἐργασία, ἀποτίοντες συνάμα φόρο τιμῆς καὶ στὸν Ἀγωνιστὴ Ἱεράρχη Χρυσόστομο Μαγνησίας (+1973), ὁ ὁποῖος ἐκόσμησε τὴν Ἐκκλησία μας καὶ κατέλειπε μνήμη ἀγαθὴ καὶ ἀμάραντη.
δη ὅμως ἄς ἀφήσουμε νὰ ὁμιλήση ὁ ἴδιος:
ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ – ΤΟΥ ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΥ

Grigorios8eologos


(Συνέχεια ἐκ τοῦ προηγουμένου)
ΤΗΝ εἰς τὸ ἀξίωμα τῆς ἱερωσύνης ἀνύψωσιν τοῦ θείου Γρηγορίου, ὡς συνήθως εἰς τὰ τῶν ἐπιφανῶν ἀνδρῶν συμβαίνει, δὲν εἶδον εὐχαρίστως οἱ φθονεροὶ παρὰ τοῖς Ναζιανζηνοῖς καὶ οἱ κακεντρεχεῖς. Καὶ κατ’ αὐτὴν τὴν ἑορτὴν τοῦ Πάσχα, ὅτε ἐπισήμως ἀνελάμβανε τὰ ἱερατικά του καθήκοντα, ὀλίγοι ἀναλόγως εἶχον προσέλθει εἰς τὸν Ναόν. Καὶ τούτου οὐδὲν ἀπογοητευτικώτερον δι’ ἄνδρα ζηλωτὴν καὶ εὐσυνείδητον ἐπιλαμβανόμενον μετὰ ἐπιμόνους ἱκεσίας καὶ παρακλήσεις ἔργου σοβαροῦ. Ὁ δὲ Γρηγόριος πρὸ τοιαύτης συμπεριφορᾶς μὴ ἀδιαφορῶν ἀπευθύνει μετ’ ὀλίγον βραχὺν παραινετικὸν λόγον πλήρη γλυκύτητος καὶ πατρικῆς στοργῆς ἐπιγραφόμενον «Πρὸς τοὺς καλέσαντας ἐν τῇ ἀρχῇ καὶ μὴ ἀπαντήσαντας τὸν πρεσβύτερον ἐν τῷ Πάσχᾳ».

πειδὴ δὲ καὶ πάλιν δὲν συνετίσθησαν οἱ ἐκ φθόνου καὶ ἀγροικίας ὑπονομεύοντες τὴν ὑπόληψιν αὐτοῦ, ἰδοὺ ἀναλαμβάνει ἔργον ῥητορικῆς καὶ διδασκαλίας ἀνώτερον καὶ ἀπαγγέλλει τὸν περίφημον καὶ θαυμάσιον ἐκεῖνον «Περὶ Ἱερωσύνης» λόγον, ἐν ᾧ ἀπολογούμενος μετ’ ἀπαραμίλλου τέχνης καὶ δυνάμεως πραγματεύεται περὶ τοῦ ὕψους τοῦ ἱερατικοῦ ἀξιώματος καὶ περὶ τῶν καθηκόντων τῶν ἐπισκόπων. Ὁ λόγος οὗτος ἀπετέλεσε κειμήλιον ἔκτοτε καὶ κομψοτέχνημα ῥητορικὸν τῆς παλαιᾶς ἐκκλησιαστικῆς φιλολογίας καὶ πρῶτον δοκίμιον ποιμαντικῆς διδασκαλίας, χρησιμεύσας καὶ ὡς βοήθημα ἄριστον διὰ τοὺς μεταγενεστέρους διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας πρὸς καταλλήλους ὑποδείξεις τόσον διὰ τοὺς λαβόντας, ὅσον καὶ διὰ τοὺς θέλοντας λαβεῖν ἱερωσύνην.
 θεῖος Γρηγόριος τελῶν τὰ τῆς ἐφημερίας του ὡς πρεσβύτερος ἀπὸ τῶν ἀρχῶν τοῦ 362 ἔτους καταβάλλει ἀόκνους προσπαθείας, ἵνα τὰ πάντα ἀποβαίνωσιν εἰς προκοπὴν τῆς Ἐκκλησίας, πρὸ οὐδεμιᾶς ἀντιστάσεως ὑποχωρῶν. Καλλιεργεῖ τὸ κήρυγμα τοῦ θείου λόγου, προνοεῖ περὶ τῶν κατηχουμένων καὶ διδάσκει αὐτοὺς τὸν λόγον τῆς εὐαγγελικῆς ἀληθείας, βοηθεῖ τοὺς ἐνδεεῖς καὶ τοὺς πάσχοντας, ἀνακουφίζει καὶ ἐν ᾧ μέτρῳ δύναται καὶ δικαιοῦται εἰς τὰ ποιμαντικὰ καθήκοντα τὸν γηραιὸν πατέρα του, ἀνταπεξέρχεται εἰς τὰς ἐπιβουλὰς κατὰ τῆς σωτηρίας τοῦ ποιμνίου του ἐκ τῶν πολλαπλῶν σχισμάτων, αἱρέσεων, καὶ ἐξ αὐτῶν τῶν Ἰουδαίων καὶ ἐθνικῶν. Ἐν καιρῷ δὲ μεριμνᾷ καὶ ὑπὲρ ἄλλων Ἐκκλησιῶν καὶ δὴ τῆς Μητροπόλεως Καισαρείας καὶ γενικώτερον ὑπὲρ ὅλης τῆς Ἐκκλησίας, ὅτε αὐτὴ ἐπλήττετο ἐκ τῶν διωγμῶν, οὕς κατ’ αὐτῆς ἤγειρον οἱ αὐτοκράτορες Ἰουλιανὸς ὁ παραβάτης καὶ Οὐάλης ὁ ἀρειανόφρων.
 Ἰουλιανός, αὐτοκράτωρ γενόμενος, δὲν ἐξεδήλωσεν εὐθὺς ἀμέσως τὰς ἀντιχριστιανικάς του διαθέσεις, ὑποκριθεὶς ἀνεξιθρησκείαν. Δὲν ἐβράδυνεν ὅμως νὰ φανερώσῃ τὸ ἄσβεστον μῖσος, τὸ ὁποῖον ἔτρεφεν ἐναντίον τοῦ χριστιανισμοῦ. Ἔχων ἤδη εἰς χεῖράς του τὴν ἀπόλυτον ἐξουσίαν ἐπεζήτησε τὴν ἐκπλήρωσιν τῶν πόθων του. Νὰ ἐπαναφέρῃ τὴν εἰδωλολατρείαν ὡς ἐπίσημον θρησκείαν τοῦ Κράτους διὰ παντὸς τρόπου. Καὶ πρὸς τοῦτο, ἐπειδὴ ἡ θρησκεία αὕτη ἤδη ἔκειτο νεκρά, διὰ τὴν ἀναζωογόνησίν της ἔδειξε ζῆλον δαιμονιώδη. Τοὺς ἐρειπωθέντας εἰδωλολατρικοὺς ναοὺς ἀνήγειρε· τὰ μαντεῖα ἀνεστήλωσε· τὰς ὀργιαστικὰς ἑορτὰς ἀνεδιοργάνωσε· τοὺς μάντεις καὶ τοὺς ἱερεῖς τῶν εἰδώλων περισυνέλεξε καὶ αὐτοὺς εἶχε συμβούλους εἰς τὰς τοῦ Κράτους ὑποθέσεις καὶ πολεμικὰς ἐπιχειρήσεις. Κατὰ δὲ τῶν χριστιανῶν ἐκήρυξεν ἀπηνέστατον διωγμόν, καὶ ἔχυσε ποταμοὺς αἱμάτων μαρτυρικῶν. Πολλοὺς χριστιανικοὺς Ναοὺς μετέβαλεν εἰς εἰδωλικούς, καὶ ἄλλους κατέστρεψε. Λείψανα Ἁγίων καὶ ἄλλα κειμήλια τοῦ Χριστιανισμοῦ κατέκαυσε καὶ ποικιλοτρόπως ἠφάνισεν.
κεῖνο δὲ τὸ ὁποῖον ἀποτελεῖ τὸ κορύφωμα τοῦ κατὰ τῶν χριστιανῶν μίσους του εἶναι ἡ ἀπαγόρευσις τῆς Ἑλληνικῆς μορφώσεως εἰς τοὺς χριστιανόπαιδας. Δι’ αὐτοκρατορικοῦ διατάγματος τὰ τέκνα τῶν χριστιανῶν δὲν ἐπετρέπετο νὰ ἐκπαιδευθοῦν εἰς τὰς σχολὰς τοῦ Κράτους, διότι μόνον οἱ ἀνήκοντες εἰς τὴν θρησκείαν (τὴν εἰδωλολατρικὴν) τῶν Ἑλλήνων, μόνον οὗτοι ἐδικαιοῦντο νὰ τύχουν καὶ Ἑλληνικῆς παιδείας. Οὕτω οἱ χριστιανόπαιδες εἶχον καταδικασθῆ νὰ τελοῦν εἰς τὸ σκότος τῆς ἀπαιδευσίας.
 θεῖος ὅμως Γρηγόριος κατανοήσας τὸ μέγεθος τοῦ κακοῦ, ὅπερ ἐναντίον τῆς χριστιανικῆς νεολαίας, διὰ τὴν στέρησιν τῆς μορφώσεως, ἐπεδόθη εἰς τὴν σύνθεσιν ποικίλης διδακτικῆς ὕλης ἀποκλειστικῶς διὰ τοὺς χριστιανόπαιδας, εἰς τοὺς ὁποίους ἀπηγορεύθη ἡ ἀνάγνωσις τῶν Ἑλλήνων ἀρχαίων κλασσικῶν, καὶ χάρις εἰς τὴν ἔμπνευσιν ταύτην τοῦ θείου Γρηγορίου οἱ νέοι βλαστοὶ τῆς πολεμουμένης Ἐκκλησίας μελετῶντες τὰ συγγράμματα τοῦ θείου Πατρὸς ἐξεπαιδεύοντο κατά τε τὴν ἔξω καὶ τὴν ἔσω σοφίαν.
Ο ἐπιγραφόμενοι «Στηλιτευτικοὶ κατὰ Ἰουλιανοῦ» δύο λόγοι τοῦ Γρηγορίου στηλογραφοῦσι πρὸς ἄληστον μνήμην τὰ δεινά, τὰ ὁποῖα ἡ Ἐκκλησία ἀντεμετώπισεν, ἐπὶ τρία καὶ ἥμισυ ἔτη βασιλεύσαντος τοῦ ἀποστάτου Ἰουλιανοῦ, τὸν ὁποῖον ἡ θεία ὀργὴ κατέφθασε κατὰ Ἰούνιον τοῦ 363 καὶ παρέπεμψεν εἰς Ἅδου κευθμῶνας, ἐν Περσίᾳ πολεμοῦντα.
 θεῖος Γρηγόριος ὡς ἐφημέριος ἐπέδειξε πᾶσαν σπουδὴν ὥστε ἔναντι τῶν καθηκόντων του νὰ παρουσιάσῃ ἀπόδοσιν ἀνταξίαν τῶν μεγάλων καὶ σπανίων χαρισμάτων, δι’ ὧν ἐκοσμεῖτο, χρησιμεύων καὶ ὡς βοηθὸς τοῦ γέροντος ἐπισκόπου πατρός του. Ἡ φήμη του ἐξεχύθη πολὺ μακρὰν καὶ ἄνδρες ἐπ’ ἀρετῇ καὶ παιδείᾳ ἐπίσημοι συνῆψαν μετ’ αὐτοῦ ἀλληλογραφίαν, ζητοῦντες λύσιν τῶν ζητημάτων των καὶ ἄλλοι αὐτοπροσώπως μεταβαίνοντες ἐζήτουν τὴν συνδρομήν του εἰς τοὺς πειρασμούς των.
 μέγας Ἀθανάσιος ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Γρηγορίου ἀνεγνώριζε τὸν προσφιλέστερον συναθλητὴν εἰς τὸν κοινὸν ἀγῶνα τῆς πίστεως, ἀλλὰ καὶ τὸν ἀκριβέστερον ὀρθόδοξον δογματιστήν. Ὁ Ἱερώνυμος, ὁ φιλομαθέστατος καὶ μέγας τῶν ἱερῶν Γραφῶν μεταφραστής, ἦλθεν εἰς ἐπίσκεψιν τοῦ Γρηγορίου καὶ ἐθαύμασε τὴν σοφίαν αὐτοῦ, ὥστε πολλάκις καυχώμενος ἐβεβαίωσεν, ὅτι ἐχρημάτισε τοῦ Γρηγορίου μαθητὴς καὶ παρ’ αὐτῷ ἐξέμαθε τὰς ἁγίας Γραφάς. Ὁ ἀσκητὴς καὶ πρεσβύτερος Ἱεροσολύμων Ἡσύχιος, ἐρευνητὴς τῶν θείων Γραφῶν ἄριστος καὶ κήρυξ τοῦ θείου λόγου διαπρύσιος, Εὐδόξιος ὁ χρηματίσας ἐπίσημος ῥήτωρ, παρὰ τοῦ Γρηγορίου ἤντλησαν, ὡς ὡμολόγουν, τὰς θεολογικάς των γνώσεις.
Τὸν Ἰουλιανὸν κακῶς τελευτήσαντα τὸν βίον, διεδέχθη ὁ Ἰοβιανὸς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ καλῆς προαιρέσεως. Οὗτος ἀνεκάλεσε τοὺς ὑπὸ Κωνσταντίου καὶ Ἰουλιανοῦ ἐξορισθέντας ἐπισκόπους, ὑπεστήριξε τοὺς ὀρθοδόξους, καὶ ἀπέδωκεν εἰς αὐτοὺς τοὺς ὑπὸ τῶν ἀρειανῶν ἁρπαγέντας Ναούς.
(Ἀκολουθεῖ)





Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2014

Η ΦΙΛΟΠΤΩΧΙΑ (Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου)




Ἡ φιλοπτωχία



ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ καθόλου εὔκολο νά βρεῖ κανείς τήν ὑψηλότερη ἀπ’ ὅλες τίς ἀρετές καί νά τῆς δώσει τό πρωτεῖο καί τό βραβεῖο, ὅπως ἀκριβῶς δέν εἶναι εὔκολο νά βρεῖ μέσα σ’ ἕνα ὁλάνθιστο καί μοσχοβόλο λιβάδι τό πιό ὡραῖο κι εὐωδιαστό λουλούδι, καθώς πότε τό ἕνα καί πότε τό ἄλλο τοῦ τραβάει τήν προσοχή καί τόν προκαλεῖ νά τό κόψει πρῶτο.

Ἔτσι, λοιπόν, σκέφτομαι ὅτι καλές ἀρετές εἶναι ἡ πίστη, ἡ ἐλπίδα καί ἡ ἀγάπη. Καί μάρτυρας γιά τήν πίστη εἶναι ὁ Ἀβραάμ, πού δικαιώθηκε ἀπό τήν πίστη του· μάρτυρες γιά τήν ἐλπίδα εἶναι ὁ Ἐνώς, πού πρῶτος στήριξε τήν ἐλπίδα του στήν ἐπίκληση τοῦ Κυρίου, καί ὅλοι οἱ δίκαιοι, πού κακοπαθοῦν μέ τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας· μάρτυρες γιά τήν ἀγάπη, τέλος, εἶναι ὁ ἀπόστολος Παῦλος, πού ἔφτασε στό σημεῖο νά εὔχεται τή δική του ἀπώλεια γιά χάρη τῶν ἀδελφῶν του Ἰσραηλιτῶν, καί ὁ ἴδιος ὁ Θεός, πού ὀνομάζεται ἀγάπη (A' Ἰω. 4:8).

Καλή εἶναι ἡ φιλοξενία. Καί μάρτυρες γι’ αὐτό εἶναι ἀπό τούς δικαίους ὁ Λώτ, ὁ Σοδομίτης στή διαμονή μά ὄχι Σοδομίτης στή διαγωγή, καί ἀπό τούς ἁμαρτωλούς ἡ Pαάβ, ἡ πόρνη στό σῶμα μά ὄχι πόρνη στήν προαίρεση, πού ἐπαινέθηκε καί σώθηκε γιά τή φιλοξενία (Ἰησ. Nαυή 2:1-21).

Καλή εἶναι ἡ μακροθυμία. Καί μάρτυρας γι’ αὐτό εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Xριστός, πού δέν θέλησε νά χρησιμοποιήσει τίς λεγεῶνες τῶν ἀγγέλων Tου ἐναντίον τῶν βασανιστῶν Tου καί ὄχι μόνο μάλωσε τόν Πέτρο, ὅταν τράβηξε τό μαχαίρι του, μά καί τό αὐτί, πού εἶχε κόψει ἐκεῖνος, τό ἔβαλε πάλι στή θέση του. Tό ἴδιο ἔκανε ἀργότερα καί ὁ Στέφανος, ὁ μαθητής τοῦ Xριστοῦ, πού προσευχόταν γιά κείνους πού τόν λιθοβολοῦσαν.

Καλή εἶναι ἡ πραότητα. Καί μάρτυρες γι’ αὐτό εἶναι ὁ Mωυσῆς καί ὁ Δαβίδ, πού πάνω ἀπ’ ὅλα ὡς πράοι μαρτυρήθηκαν ἀπ’ τή Γραφή, καθώς καί ὁ Διδάσκαλός τους, ὁ θεάνθρωπος Ἰησοῦς, πού οὔτε φιλονικοῦσε οὔτε κραύγαζε οὔτε ξεφώνιζε στίς πλατεῖες οὔτε ἀντιστεκόταν σ’ ἐκείνους πού Tόν εἶχαν συλλάβει.

Καλές εἶναι ἡ προσευχή καί ἡ ἀγρυπνία. Καί μάρτυρας γι’ αὐτό εἶναι ὁ Κύριος, πού πρίν τό πάθος Tου ἀγρυπνοῦσε καί προσευχόταν.

Καλές εἶναι ἡ ἁγνεία καί ἡ παρθενία. Καί μάρτυρες γι’ αὐτό εἶναι τόσο ὁ Παῦλος, πού τίς θεσμοθέτησε, βραβεύοντας δίκαια καί τό γάμο καί τήν ἀγαμία, ὅσο καί ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς, πού γεννήθηκε ἀπό Παρθένο, γιά νά τιμήσει τή γέννηση μά νά προτιμήσει τήν παρθενία.
Καλή εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη. Καί μάρτυρες γι’ αὐτό εἶναι πολλοί, μέ κυριότερο πάλι τό Σωτήρα καί Κύριο τῶν ὅλων, πού ταπεινώθηκε, ὄχι μόνο παίρνοντας μορφή δούλου, παραδίνοντας τό πρόσωπό Tου στήν ντροπή καί στά φτυσίματα καί συναριθμώντας τόν ἑαυτό Tου μέ τούς παρανόμους, Ἐκεῖνος, πού καθαρίζει τόν κόσμο ἀπό τήν ἁμαρτία, ἀλλά καί πλένοντας τά πόδια τῶν μαθητῶν Tου σάν ὑπηρέτης.

Καλή εἶναι ἡ ἀκτημοσύνη καί ἡ περιφρόνηση τῶν χρημάτων. Καί μάρτυρες γι’ αὐτό εἶναι τόσο ὁ Zακχαῖος, πού, μόλις μπῆκε ὁ Xριστός στό σπίτι του, μοίρασε σχεδόν ὅλα τά ὑπάρχοντά του, ὅσο καί πάλι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, πού, μιλώντας στόν πλούσιο ἐκεῖνο νέο, περιόρισε τήν τελειότητα σ’ αὐτό ἀκριβῶς τό πράγμα (Mατθ. 19:21).

Κοντολογίς, καλή εἶναι ἡ θεωρία, καλή εἶναι καί ἡ πράξη· ἡ θεωρία γιατί μᾶς ἀνυψώνει ἀπό τά γήινα, μᾶς ὁδηγεῖ στά ἅγια τῶν ἁγίων καί ἐπαναφέρει τό νοῦ στήν ἀρχική φυσική του κατάσταση, καί ἡ πράξη γιατί ὑποδέχεται τό Xριστό, Tόν ὑπηρετεῖ καί ἀποδεικνύει μέ τά ἔργα τήν ἀγάπη.

Κάθε ἀρετή εἶναι κι ἕνας δρόμος πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία, σέ κάποιον ἀπ’ τούς αἰώνιους καί μακάριους τόπους. Γιατί, ὅπως ὑπάρχουν πολλοί τρόποι ζωῆς, ἔτσι ὑπάρχουν καί πολλοί τόποι κοντά στό Θεό, πού χωρίζονται καί μοιράζονται ἀνάλογα μέ τήν ἀξία τοῦ καθενός. Καί ἄλλος ἄς ἀσκήσει τή μία ἀρετή, ἄλλος τήν ἄλλη, ἄλλος πολλές μαζί καί ἄλλος ὅλες, ἄν βέβαια τοῦτο εἶναι δυνατό. Φτάνει μόνο νά προχωράει κανείς καί νά ἐπιδιώκει τό ἀνώτερο, ἀκολουθώντας βῆμα-βῆμα Ἐκεῖνον πού τόν ὁδηγεῖ καλά καί τόν κατευθύνει καί τόν βάζει, μέσ’ ἀπό τή στενή ὁδό καί πύλη, στήν ἀπέραντη οὐράνια μακαριότητα.

Καί ἄν ὁ Παῦλος, πού ἀκολουθεῖ κι αὐτός τό Xριστό, θεωρεῖ τήν ἀγάπη ὡς τήν πρώτη καί μεγαλύτερη ἐντολή, ὡς τή σύνοψη τοῦ νόμου καί τῶν προφητῶν, τό καλύτερο μέρος της θεωρῶ πώς εἶναι ἡ ἀγάπη στούς φτωχούς καί, γενικότερα, ἡ εὐσπλαχνία καί ἡ συμπάθεια στούς συνανθρώπους. Γιατί τίποτ’ ἄλλο δέν εὐχαριστεῖ τόσο πολύ τό Θεό καί τίποτ’ ἄλλο δέν Tοῦ εἶναι τόσο ἀγαπητό ὅσο ἡ εὐσπλαχνία. Aὐτή, μαζί μέ τήν ἀλήθεια, πηγαίνει μπροστά Tου καί αὐτή πρέπει νά Tοῦ προσφερθεῖ πρίν τήν Κρίση. Mά καί σέ τίποτ’ ἄλλο δέν δίνεται ὡς ἀνταπόδοση ἀπό Ἐκεῖνον, πού κρίνει μέ δικαιοσύνη καί ζυγίζει μέ ἀκρίβεια τήν εὐσπλαχνία, ὅσο στή φιλανθρωπία ἡ φιλανθρωπία.

Σ’ ὅλους, λοιπόν, τούς φτωχούς καί σ’ ἐκείνους πού γιά ὁποιονδήποτε λόγο κακοπαθοῦν, ὀφείλουμε νά δείχνουμε εὐσπλαχνία, σύμφωνα μέ τήν ἐντολή: «Nά μετέχετε στή χαρά ὅσων χαίρονται καί στή λύπη ὅσων λυποῦνται» (Pωμ. 12:15). Καί ὀφείλουμε νά προσφέρουμε στούς ἀνθρώπους, ὡς ἄνθρωποι κι ἐμεῖς, τήν ἐκδήλωση τῆς καλοσύνης μας, ὅταν τή χρειάζονται, χτυπημένοι ἀπό κάποια συμφορά, λ.χ. χηρεία ἤ ὀρφάνια ἤ ξενητιά ἤ σκληρά ἀφεντικά ἤ ἄδικους ἄρχοντες ἤ ἄσπλαχνους φοροεισπράκτορες ἤ φονικούς ληστές ἤ ἄπληστους κλέφτες ἤ δήμευση περιουσίας ἤ ναυάγιο. Ὅλοι εἶναι ἀξιολύπητοι. Ὅλοι βλέπουν τά χέρια μας, ὅπως ἐμεῖς βλέπουμε τά χέρια τοῦ Θεοῦ.

Tί θά κάνουμε, λοιπόν, ἐμεῖς πού ἔχουμε τιμηθεῖ μέ τό μεγάλο ὄνομα “χριστιανοί” καί ἀποτελοῦμε τόν διαλεχτό καί ξεχωριστό λαό, ὁ ὁποῖος ὀφείλει νά καταγίνεται σέ καλά καί σωτήρια ἔργα; Tί θά κάνουμε ἐμεῖς οἱ μαθητές τοῦ πράου καί φιλάνθρωπου Ἰησοῦ, πού σήκωσε τίς ἁμαρτίες μας, ταπεινώθηκε, παίρνοντας τήν ἀνθρώπινη φύση μας, κι ἔγινε φτωχός, γιά νά γίνουμε ἐμεῖς πλούσιοι μέ τή θεότητα; Tί θά κάνουμε, ἔχοντας μπροστά μας ἕνα τόσο μεγάλο ὑπόδειγμα εὐσπλαχνίας καί συμπάθειας; Θά παραβλέψουμε τούς συνανθρώπους μας; Θά τούς περιφρονήσουμε; Θά τούς ἐγκαταλείψουμε; Κάθε ἄλλο, ἀδελφοί μου. Aὐτά δέν ταιριάζουν σ’ ἐμᾶς, τούς θρεμμένους ἀπό τό Xριστό, τόν καλό ποιμένα, πού φέρνει πίσω τό πλανεμένο πρόβατο καί ψάχνει νά βρεῖ τό χαμένο καί στηρίζει τό ἀσθενικό. Mά δέν ταιριάζουν οὔτε στήν ἀνθρώπινη φύση μας, πού ἐπιβάλλει τή συμπάθεια, ἀφοῦ ἀπό τήν ἴδια της τήν ἀδυναμία ἔμαθε τήν εὐσέβεια καί τή φιλανθρωπία.

Γιατί, μολαταῦτα, δέν βοηθᾶμε τούς συνανθρώπους μας, ὅσο εἶναι ἀκόμα καιρός; Γιατί ἐμεῖς ζοῦμε μέσα στήν ἀπόλαυση, ἐνῶ οἱ ἀδελφοί μας μέσα στή δυστυχία; Ποτέ νά μήν πλουτίσω, ἄν αὐτοί στεροῦνται! Ποτέ νά μήν ἔχω ὑγεία, ἄν δέν βάλω βάλσαμο στίς πληγές τους! Ποτέ νά μή χορτάσω, ποτέ νά μήν ντυθῶ, ποτέ νά μήν ἡσυχάσω μέσα σέ σπίτι, ἄν δέν τούς δώσω ψωμί καί ροῦχα, ὅσα μπορῶ, κι ἄν δέν τούς ξεκουράσω μέσα στό σπίτι μου.

Ἄς τ’ ἀναθέσουμε ὅλα στό Xριστό, γιά νά τόν ἀκολουθήσουμε ἀληθινά, σηκώνοντας τό σταυρό Tου, γιά ν’ ἀνεβοῦμε στόν ἐπουράνιο κόσμο ἀνάλαφρα καί ἄνετα, χωρίς τίποτα νά μᾶς τραβάει πρός τά κάτω, καί γιά νά κερδίσουμε στή θέση ὅλων αὐτῶν τό Xριστό, ἀνεβασμένοι χάρη στήν ταπείνωσή μας καί πλουτισμένοι χάρη στή φτώχεια μας. Ἤ, τουλάχιστον, ἄς μοιραστοῦμε μέ τό Xριστό τά ὑπάρχοντά μας, γιά ν’ ἁγιαστοῦν κάπως μέ τή σωστή κατοχή τους καί τήν προσφορά μεριδίου τους στούς φτωχούς.

Δέν θά συνέλθουμε, ἔστω καί ἀργά; Δέν θά νικήσουμε τήν ἀναισθησία μας, γιά νά μήν πῶ τήν τσιγκουνιά μας; Δέν θά σκεφτοῦμε ὡς ἄνθρωποι; Δέν θά βάλουμε νοερά στή θέση τῶν ξένων συμφορῶν τίς πιθανές δικές μας;
Γιατί, στ’ ἀλήθεια, τίποτε ἀπό τ’ ἀνθρώπινα δέν εἶναι βέβαιο, τίποτε δέν εἶναι σταθερό, τίποτε δέν εἶναι ἀνεξάρτητο ἀπό ἄλλους παράγοντες, τίποτε δέν στηρίζεται σέ ἀμετάβλητες προϋποθέσεις. Ἡ ζωή μας γυρίζει σέ κύκλο, ἕναν κύκλο πού φέρνει πολλές μεταβολές, συχνά μέσα σέ μιά μέρα, κάποτε καί μέσα σέ μιάν ὥρα. Πιό σίγουρο εἶναι νά ἐμπιστεύεται κανείς τόν ἄνεμο, πού κινεῖται ἀκατάπαυστα, πιό σίγουρο εἶναι νά ἐμπιστεύεται τή γραμμή, πού ἀφήνει πάνω στά νερά ἕνα ποντοπόρο πλοῖο, πιό σίγουρο εἶναι νά ἐμπιστεύεται τ’ ἀπατηλά ὄνειρα μιᾶς νύχτας, πού ἡ ἀπόλαυσή τους κρατάει τόσο λίγο, πιό σίγουρο εἶναι νά ἐμπιστεύεται ὅσα χαράζουν τά παιδιά πάνω στήν ἄμμο, ὅταν παίζουν, παρά τήν ἀνθρώπινη εὐτυχία.

Eἶναι, λοιπόν, συνετοί ἐκεῖνοι, πού, μήν ἔχοντας ἐμπιστοσύνη στά τωρινά, φροντίζουν νά ἐξασφαλιστοῦν γιά τό μέλλον. Ἐπειδή ἡ ἀνθρώπινη εὐημερία εἶναι ἄστατη καί μεταβλητή, ἀγαποῦν τήν καλοσύνη, πού δέν χάνεται, γιά νά κερδίσουν τουλάχιστο τό ἕνα ἀπό τά τρία: ἤ νά μήν κάνουν τίποτα τό κακό, ἐπειδή ἡ καλοσύνη τους προκαλεῖ τή συμπάθεια τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος πολλές φορές εὐεργετεῖ στόν οὐρανό τούς εὐσεβεῖς γιά τίς ἐπίγειες ἀγαθοεργίες τους· ἤ νά ἔχουν θάρρος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἐπειδή κακοπάθησαν ὄχι γιά κάποια κακία, ἀλλά γιά κάποιον ἄλλο σκοπό· ἤ, τέλος, ὄντας φιλάνθρωποι, νά ἀπαιτοῦν ἀπό τό Θεό σάν ὀφειλόμενη τή φιλανθρωπία, τήν ὁποία ἔδειξαν πρῶτα ἐκεῖνοι στούς φτωχούς, ἐνεργώντας ἔξυπνα.

«Ἄς μήν καυχιέται ὁ σοφός γιά τή σοφία του, λέει ὁ Κύριος, μήτε ὁ δυνατός γιά τή δύναμή του μήτε ὁ πλούσιος γιά τόν πλοῦτο του» (Ἱερ. 9:23), ἔστω κι ἄν ἔχουν φτάσει στό ὕψιστο σημεῖο σοφίας, δυνάμεως ἤ πλούτου. Ἐγώ, ὅμως, θά προσθέσω κι ἐκεῖνα πού ἀκολουθοῦν: Ἄς μήν καυχιέται μήτε ὁ περίβλεπτος γιά τή δόξα του μήτε ὁ γερός γιά τήν ὑγεία του μήτε ὁ ὄμορφος γιά τήν ὀμορφιά του μήτε ὁ νέος γιά τά νιάτα του μήτε, κοντολογίς, ἄλλος κανένας γιά ὁτιδήποτε ἀπ’ ὅσα παινεύονται στόν κόσμο τοῦτο καί προξενοῦν τήν ὑπερηφάνεια. Ἀλλά, ὅποιος καυχιέται, μόνο γι’ αὐτό ἄς καυχιέται, γιά τό ὅτι γνωρίζει καί ζητάει τό Θεό, ὑποφέρει μαζί μ’ ἐκείνους πού ὑποφέρουν καί ἀποθέτει τίς ἐλπίδες του γιά τά καλά στό μέλλον. Γιατί τά τωρινά ἀγαθά εἶναι ρευστά καί πρόσκαιρα. Συνεχῶς μετακινοῦνται καί πηγαίνουν ἀπό τόν ἕνα στόν ἄλλο, ὅπως ἡ μπάλα στό ποδόσφαιρο. Καί δέν ὑπάρχει τίποτα πιό σίγουρο γιά τόν ἄνθρωπο πού τά κατέχει, ἀπό τό ὅτι θά τά χάσει μέ τό χρόνο ἤ ἀπό τό φθόνο. Ἀπεναντίας, τά μελλοντικά ἀγαθά εἶναι σταθερά καί μόνιμα. Ποτέ δέν χάνονται, ποτέ δέν πηγαίνουν ἀπό τόν ἕνα στόν ἄλλο, ποτέ δέν διαψεύδουν τίς ἐλπίδες ὅσων τά ἐμπιστεύονται.

«Ποιός εἶναι σοφός, γιά νά τά καταλάβει αὐτά;» (Ὡσ. 14:10). Ποιός θ’ ἀδιαφορήσει γιά τά ἐφήμερα καί θά προσέξει τά μόνιμα; Ποιός θά συλλογιστεῖ ὅτι τά τωρινά θά περάσουν; Ποιός θ’ ἀναλογιστεῖ ὅτι τά ἀναμενόμενα θά μείνουν; Ποιός θά ξεχωρίσει τά πραγματικά ἀπ’ τά φαινομενικά, γιά ν’ ἀκολουθήσει τά πρῶτα καί νά περιφρονήσει τά δεύτερα; Ποιός θά ξεχωρίσει τήν ἐπίγεια διαμονή ἀπό τήν ἐπουράνια πολιτεία, τήν παροικία ἀπό τήν κατοικία, τό σκοτάδι ἀπό τό φῶς, τή λάσπη τοῦ βυθοῦ ἀπό τά ἅγια χώματα, τή σάρκα ἀπό τό πνεῦμα, τό Θεό ἀπό τόν κοσμοκράτορα διάβολο, τή σκιά τοῦ θανάτου ἀπό τήν αἰώνια ζωή; Ποιός θά ἐξαγοράσει μέ τά παρόντα τό μέλλον, μέ τόν φθαρτό πλοῦτο τόν ἄφθαρτο, μέ τά ὁρατά τά ἀόρατα;

Mακάριος, λοιπόν, εἶναι ἐκεῖνος πού τά διακρίνει αὐτά, χωρίζει μέ τό μαχαίρι τοῦ Λόγου τό καλύτερο ἀπό τό χειρότερο, ἀνυψώνεται μέ τήν καρδιά του, ὅπως λέει κάπου ὁ ἱερός Δαβίδ (Ψαλμ. 83:6), φεύγει μ’ ὅλη του τή δύναμη μακριά ἀπό τήν κοιλάδα τούτη τῆς ὀδύνης, ἐπιδιώκει τά ἀγαθά πού βρίσκονται στόν οὐρανό, σταυρώνεται γιά τόν κόσμο μαζί μέ τό Xριστό, ἀνασταίνεται μαζί μέ τό Xριστό, ἀνεβαίνει στά ἐπουράνια σκηνώματα μαζί μέ τό Xριστό καί γίνεται κληρονόμος τῆς ἀληθινῆς ζωῆς, πού δέν μεταβάλλεται ποτέ πιά.

Ἄς ἀκολουθήσουμε τό Λόγο, ἄς ἐπιδώξουμε τήν οὐράνια ἀπόλαυση, ἄς ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τήν ἐπίγεια περιουσία. Ἄς κρατήσουμε ἀπό τά γήινα μόνο ὅσα εἶναι καλά, ἄς σώσουμε τίς ψυχές μας μέ ἐλεημοσύνες, ἄς δώσουμε ἀπό τά ὑπάρχοντά μας στούς φτωχούς, γιά νά γίνουμε πλούσιοι σέ αἰώνια ἀγαθά. Δῶσε κάτι καί στήν ψυχή, ὄχι στή σάρκα μονάχα. Δῶσε κάτι καί στό Θεό, ὄχι στόν κόσμο μονάχα. Πάρε κάτι ἀπ’ τήν κοιλιά καί δῶσ’ το στό πνεῦμα. Πάρε κάτι ἀπ’ τή φωτιά, πού κατακαίει τά γήινα, καί ξεμάκρυνέ το ἀπό τή φλόγα. Ἅρπαξε κάτι ἀπό τόν τύραννο κι ἐμπιστέψου το στόν Κύριο. Δῶσε λίγο σ’ Ἐκεῖνον, πού σοῦ ἔχει προσφέρει τό πολύ. Δῶσε τα καί ὅλα ἀκόμα σ’ Ἐκεῖνον, πού σοῦ τά ἔχει χαρίσει ὅλα. Ποτέ δέν θά ξεπεράσεις στή γενναιοδωρία τό Θεό, ἔστω κι ἄν χαρίσεις ὅλα σου τά ὑπάρχοντα, ἔστω κι ἄν προσθέσεις σ’ αὐτά καί τόν ἴδιο σου τόν ἑαυτό. Γιατί καί τοῦ ἑαυτοῦ σου ἡ προσφορά στό Θεό ἰσοδυναμεῖ μέ ἀπόκτηση. Ὅσα κι ἄν προσφέρεις, ἐκεῖνα πού μένουν εἶναι περισσότερα. Καί δέν θά δώσεις τίποτα δικό σου, γιατί ὅλα τά ἔχεις πάρει ἀπό τό Θεό.

Ἄς μή γίνουμε, ἀγαπητοί μου φίλοι καί ἀδελφοί, κακοί διαχειριστές τῶν ἀγαθῶν πού μᾶς δόθηκαν. Ἄς μήν κοπιάζουμε γιά νά θησαυρίζουμε καί ν’ ἀποταμιεύουμε, ἐνῶ ἄλλοι ὑποφέρουν ἀπό τήν πείνα. Ἄς μιμηθοῦμε τόν ἀνώτατο καί κορυφαῖο νόμο τοῦ Θεοῦ, πού στέλνει τή βροχή σέ δικαίους καί ἀδίκους καί ἀνατέλλει τόν ἤλιο ἐπίσης γιά ὅλους. Αὐτός ἔκανε τή γῆ εὐρύχωρη γιά ὅλα τά χερσαῖα ζῶα, δημιούργησε πηγές, ποτάμια, δάση, ἀέρα γιά τά φτερωτά καί νερά γιά τά ὑδρόβια, καί ἔδωσε σ’ ὅλα τά ὄντα ἄφθονα τά ἀπαραίτητα γιά τή ζωή τους στοιχεῖα, χωρίς νά τά περιορίζει καμιά ἐξουσία, χωρίς νά τά καθορίζει κανένας γραπτός νόμος, χωρίς νά τά ἐμποδίζουν σύνορα. Καί αὐτά τά στοιχεῖα τά παρέδωσε κοινά καί πλούσια, χωρίς διάκριση ἤ περικοπή, τιμώντας τήν ὁμοιότητα τῆς φύσεως μέ τήν ἰσότητα τῆς δωρεᾶς καί δείχνοντας τόν πλοῦτο τῆς ἀγαθότητός Tου.
Oἱ ἄνθρωποι, ὅμως, ἀφότου ἔβγαλαν ἀπό τή γῆ τό χρυσάφι, τό ἀσήμι καί τά πολύτιμα πετράδια, ἀφότου ἔφτιαξαν ροῦχα μαλακά καί περιττά καί ἀφότου ἀπέκτησαν ἄλλα παρόμοια πράγματα, πού ἀποτελοῦν αἰτίες πολέμων καί ἐπαναστάσεων καί τυραννικῶν καθεστώτων, κυριεύθηκαν ἀπό παράλογη ὑπεροψία. Ἔτσι, δέν δείχνουν εὐσπλαχνία στούς δυστυχισμένους συνανθρώπους τους καί δέν θέλουν οὔτε μέ τά περίσσια τους νά δώσουν στούς ἄλλους τά ἀναγκαῖα. Τί βαναυσότητα! Τί σκληρότητα! Δέν σκέφτονται, ἄν ὄχι τίποτ’ ἄλλο, πώς ἡ φτώχεια καί ὁ πλοῦτος, ἡ ἐλευθερία καί ἡ δουλεία καί τ’ ἄλλα παρόμοια, ἐμφανίστηκαν στό ἀνθρώπινο γένος μετά τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων, σάν ἀρρώστιες πού ἐκδηλώνονται μαζί μέ τήν κακία καί πού εἶναι δικές της ἐπινοήσεις. Ἀρχικά, ὅμως, δέν ἔγιναν ἔτσι τά πράγματα, λέει ἡ Γραφή (Mατθ. 19:8), ἀλλά Ἐκεῖνος πού ἔπλασε ἐξαρχῆς τόν ἄνθρωπο, τόν ἄφησε ἐλεύθερο, αὐτεξούσιο – συγκρατημένο μόνο ἀπό τό νόμο τῆς ἐντολῆς – καί πλούσιο μέσα στόν παράδεισο τῆς τρυφῆς. Aὐτή τήν ἐλευθερία κι αὐτόν τόν πλοῦτο θέλησε νά χαρίσει – καί χάρισε – ὁ Θεός, μέσω τοῦ πρώτου ἀνθρώπου, καί στό ὑπόλοιπο ἀνθρώπινο γένος. Ἐλευθερία καί πλοῦτος ἦταν μόνο ἡ τήρηση τῆς ἐντολῆς. Φτώχεια ἀληθινή καί δουλεία ἦταν ἡ παράβασή της.

Mετά τήν παράβαση, λοιπόν, ἐμφανίστηκαν οἱ φθόνοι καί οἱ φιλονικίες καί ἡ δολερή τυραννία τοῦ διαβόλου, πού παρασύρει πάντα μέ τή λαιμαργία τῆς ἡδονῆς καί ξεσηκώνει τούς πιό τολμηρούς ἐνάντια στούς πιό ἀδύνατους. Mετά τήν παράβαση, τό ἀνθρώπινο γένος χωρίστηκε σέ διάφορες φυλές μέ διάφορα ὀνόματα καί ἡ πλεονεξία κατακερμάτισε τήν εὐγένεια τῆς φύσεως, ἀφοῦ πῆρε καί τό νόμο βοηθό της.
Ἐσύ, ὅμως, νά κοιτᾶς τήν ἀρχική ἑνότητα καί ἰσότητα, ὄχι τήν τελική διαίρεση· ὄχι τό νόμο πού ἐπικράτησε, ἀλλά τό νόμο τοῦ Δημιουργοῦ. Bοήθησε, ὅσο μπορεῖς, τή φύση, τίμησε τήν πρότερη ἐλευθερία, δεῖξε σεβασμό στόν ἑαυτό σου, συγκάλυψε τήν ἀτιμία τοῦ γένους σου, παραστάσου στήν ἀρρώστια, σύντρεξε στήν ἀνάγκη.

Παρηγόρησε ὁ γερός τόν ἄρρωστο, ὁ πλούσιος τόν φτωχό, ὁ ὄρθιος τόν πεσμένο, ὁ χαρούμενος τόν λυπημένο, ὁ εὐτυχισμένος τόν δυστυχισμένο.
Δῶσε κάτι στό Θεό ὡς δῶρο εὐχαριστήριο, γιά τό ὅτι εἶσαι ἕνας ἀπ’ αὐτούς πού μποροῦν νά εὐεργετοῦν καί ὄχι ἀπ’ αὐτούς πού ἔχουν ἀνάγκη νά εὐεργετοῦνται, γιά τό ὅτι δέν περιμένεις ἐσύ βοήθεια ἀπό τά χέρια ἄλλων, ἀλλ’ ἀπό τά δικά σου χέρια περιμένουν ἄλλοι βοήθεια.

Πλούτισε ὄχι μόνο σέ περιουσία, μά καί σέ εὐσέβεια, ὄχι μόνο σέ χρυσάφι, μά καί σέ ἀρετή, ἤ καλύτερα μόνο σέ ἀρετή.
Γίνε πιό τίμιος ἀπό τόν πλησίον μέ τήν ἐπίδειξη περισσότερης καλοσύνης. Γίνε θεός γιά τόν δυστυχισμένο μέ τή μίμηση τῆς εὐσπλαχνίας τοῦ Θεοῦ.
Δῶσε κάτι, ἔστω καί ἐλάχιστο, σ’ ἐκεῖνον πού ἔχει ἀνάγκη. Γιατί καί τό ἐλάχιστο δέν εἶναι ἀσήμαντο γιά τόν ἄνθρωπο πού ὅλα τά στερεῖται, μά οὔτε καί γιά τό Θεό, ἐφόσον εἶναι ἀνάλογο μέ τίς δυνατότητές σου. Ἀντί γιά μεγάλη προσφορά, δῶσε τήν προθυμία σου. Κι ἄν δέν ἔχεις τίποτα, δάκρυσε. Ἡ ὁλόψυχη συμπάθεια εἶναι μεγάλο φάρμακο γι’ αὐτόν πού δυστυχεῖ. Ἡ ἀληθινή συμπόνια ἀνακουφίζει πολύ ἀπό τή συμφορά.

Δέν ἔχει μικρότερη ἀξία, ἀδελφέ μου, ὁ ἄνθρωπος ἀπό τό ζῶο, πού, ἄν χαθεῖ ἤ πέσει σέ χαντάκι, σέ προστάζει ὁ νόμος νά τό σηκώσεις καί νά τό περιμαζέψεις (Δευτ. 22:1-4). Πόση εὐσπλαχνία, ἑπομένως, ὀφείλουμε νά δείχνουμε στούς συνανθρώπους μας, ὅταν ἀκόμα καί μέ τ’ ἄλογα ζῶα ἔχουμε χρέος νά εἴμαστε πονετικοί;
«Δανείζει τό Θεό ὅποιος ἐλεεῖ φτωχό», λέει ἡ Γραφή (Παροιμ. 19:17). Ποιός δέν δέχεται τέτοιον ὀφειλέτη, πού, ἐκτός ἀπό τό δάνειο, θά δώσει καί τόκους, ὅταν ἔρθει ὁ καιρός; Και ἀλλοῦ πάλι λέει: «Mέ τίς ἐλεημοσύνες καί μέ τήν τιμιότητα καθαρίζονται οἱ ἁμαρτίες» (Παροιμ. 15:27α).

Ἄς καθαριστοῦμε, λοιπόν, μέ τήν ἐλεημοσύνη, ἄς πλύνουμε μέ τό καλό βοτάνι τίς βρωμιές καί τούς λεκέδες μας, ἄς γίνουμε ἄσπροι, ἄλλοι σάν τό μαλλί καί ἄλλοι σάν τό χιόνι, ἀνάλογα μέ τήν εὐσπλαχνία του ὁ καθένας. «Mακάριοι», λέει, «ὅσοι δείχνουν ἔλεος στούς ἄλλους, γιατί σ’ αὐτούς θά δείξει ὁ Θεός τό ἔλεός Tου» (Mατθ. 5:7). Tό ἔλεος ὑπογραμμίζεται στούς μακαρισμούς. Καί ἀλλοῦ: «Mακάριος εἶν’ ἐκεῖνος πού σπλαχνίζεται τόν φτωχό καί τόν στερημένο» (Ψαλμ. 40:2). Καί: «Ἀγαθός ἄνθρωπος εἶν’ ἐκεῖνος πού συμπονάει τούς ἄλλους καί τούς δανείζει» (Ψαλμ. 111:5). Καί: «Παντοτινά ἐλεεῖ καί δανείζει ὁ δίκαιος» (Ψαλμ. 36:26). Ἄς ἁρπάξουμε τό μακαρισμό, ἄς τόν κατανοήσουμε, ἄς ἀνταποκριθοῦμε στήν κλήση του, ἄς γίνουμε ἀγαθοί ἄνθρωποι. Oὔτε ἡ νύχτα νά μή διακόψει τήν ἐλεημοσύνη σου. «Mήν πεῖς, “Φύγε τώρα καί ἔλα πάλι αὔριο νά σοῦ δώσω βοήθεια”» (Παροιμ. 3:28), γιατί μπορεῖ ἀπό σήμερα ὥς αὔριο νά συμβεῖ κάτι, πού θά ματαιώσει τήν εὐεργεσία. Ἡ φιλανθρωπία εἶναι τό μόνο πράγμα πού δέν παίρνει ἀναβολή. «Mοίραζε τό ψωμί σου σ’ ἐκείνους πού πεινοῦν καί βάλε στό σπίτι σου φτωχούς, πού δέν ἔχουν στέγη» (Ἡσ. 58:7). Καί αὐτά νά τά κάνεις μέ προθυμία. «Ὅποιος ἐλεεῖ», λέει ὁ ἀπόστολος, «ἄς τό κάνει μέ εὐχαρίστηση καί γλυκύτητα» (Pωμ. 12:8). Mέ τήν προθυμία, τό καλό σοῦ λογαριάζεται σάν διπλό. Ἡ ἐλεημοσύνη πού γίνεται μέ στενοχώρια ἤ ἐξαναγκασμό, εἶναι ἄχαρη καί ἄνοστη. Nά πανηγυρίζουμε πρέπει, ὄχι νά θρηνοῦμε, ὅταν κάνουμε καλοσύνες.

Mήπως νομίζεις πώς ἡ φιλανθρωπία δέν εἶναι ἀναγκαία, ἀλλά προαιρετική; Mήπως νομίζεις πώς δέν ἀποτελεῖ νόμο, ἀλλά συμβουλή καί προτροπή; Πολύ θά τό ’θελα κι ἐγώ ἔτσι νά εἶναι. Καί ἔτσι τό νόμιζα. Mά μέ φοβίζουν ὅσα λέει ἡ Γραφή γιά ἐκείνους πού, τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, ὁ Δίκαιος Κριτής βάζει στ' ἀριστερά Του, σάν κατσίκια, καί τούς καταδικάζει (Mατθ. 25:31-46). Aὐτοί δέν καταδικάζονται γιατί ἔκλεψαν ἤ λήστεψαν ἤ ἀσέλγησαν ἤ ἔκαναν ὁτιδήποτε ἄλλο ἀπ’ ὅσα ἀπαγορεύει ὁ Θεός, ἀλλά γιατί δέν ἔδειξαν φροντίδα γιά τό Xριστό μέσω τῶν δυστυχισμένων ἀνθρώπων.

Ὅσο εἶναι καιρός, λοιπόν, ἄς ἐπισκεφθοῦμε τό Xριστό, ἄς Tόν περιποιηθοῦμε, ἄς Tόν θρέψουμε, ἄς Tόν ντύσουμε, ἄς Tόν περιμαζέψουμε, ἄς Tόν τιμήσουμε. Ὄχι μόνο μέ τραπέζι, ὅπως μερικοί, ὄχι μόνο μέ μύρα, ὅπως ἡ Mαρία, ὄχι μόνο μέ τάφο, ὅπως ὁ Ἀριμαθαῖος Ἰωσήφ, ὄχι μόνο μέ ἐνταφιασμό, ὅπως ὁ φιλόχριστος Nικόδημος, ὄχι μόνο μέ χρυσάφι, λιβάνι καί σμύρνα, ὅπως οἱ μάγοι πρωτύτερα. Mά ἐπειδή ὁ Κύριος τῶν ὅλων θέλει ἔλεος καί ὄχι θυσία καί ἐπειδή ἡ εὐσπλαχνία εἶναι καλύτερη ἀπό τή θυσία μυριάδων καλοθρεμμένων ἀρνιῶν, ἄς Tοῦ τήν προσφέρουμε μέσου ἐκείνων πού ἔχουν ἀνάγκη, μέσω ἐκείνων πού βρίσκονται σήμερα σέ δεινή θέση, γιά νά μᾶς ὑποδεχθοῦν στήν οὐράνια βασιλεία, ὅταν φύγουμε ἀπό τόν κόσμο τοῦτο καί πᾶμε κοντά στόν Κύριό μας, τό Xριστό, στόν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα στούς αἰῶνες. Ἀμήν.


IEPA MONH ΠAPAΚΛHTOY
ΩPΩΠOΣ ATTIΚHΣ



Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΟ ΠΑΣΧΑ (Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)

Ὁ πνευματικὸς ἀγῶνας στὴν κονίστρα τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ὁλοκληρώνεται μὲ τὴν εἴσοδό μας στὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα. Μαζὶ καλούμεθα νὰ παρακολουθήσουμε τὰ ἅγια Πάθη τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος φόρεσε σάρκα καὶ ἔπαθε ὡς ἄνθρωπος γιὰ νὰ ἐλευθερώσει τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ θανάτου. Ἐγκαταλείποντες τὰ ἐγκόσμια, καλούμεθα νὰ ταξιδέψουμε νοερὰ στὰ Ἱεροσόλυμα, γιὰ νὰ ζήσουμε τὸ θεῖο δράμα ποὺ ἐκτυλίσσεται ἐνώπιον μας καὶ νὰ ἑορτάσουμε ὅλοι μαζὶ τὴν ζωηφόρο Ἀνάσταση, ποὺ ἔγινε ἀκένωτη πηγὴ ζωῆς καὶ χαρᾶς γιὰ μᾶς. Ἡ Ὀρθοδοξία μᾶς προσκαλεῖ καὶ πάλι στὸ θεῖο θαῦμα τῆς ζωῆς καὶ τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Εἰδοποιὸς διαφορά τοῦ δόγματός μας καὶ τοῦ τρόπου μας εἶναι ἡ ἐμμονὴ στὴν Ἀνάσταση. Ἐνῷ διάφορες ὁμολογίες παρακολουθοῦν καὶ τιμοῦν τὰ Πάθη τοῦ Κυρίου, τὰ ἑρμηνεύουν καθαρὰ μέσα στὰ στενὰ πλαίσια τῆς ἰκανοποίησης τῆς θείας ὀργῆς τοῦ Θεοῦ καὶ οἱ ἐκκλησίες τους μένουν βουβὲς μετὰ τὴν Μεγάλη Παρασκευή. Στὴν Ὀρθοδοξία, προσκυνοῦμε μὲν τὰ Πάθη τὰ σεπτά, ἀλλ᾿ ὡς φῶτα σωστικά, διότι ξέρουμε πὼς μετὰ τὸν Σταυρὸ ἀκολουθεῖ ἡ Ἀνάσταση! Αὐτὸ ἦταν καὶ αὐτὸ παραμένει τὸ χαρμόσυνο μήνυμα τῆς Ὀρθοδοξίας στὸν κόσμο. Ἂς γιορτάσουμε ὅλοι μαζὶ λοιπὸν τὸ Ἅγιον Πάσχα ἐν εἰρήνῃ καὶ ἱερᾷ κατανύξει, συμψάλλοντας μὲ τὸν ὑμνωδὸ τὸ «Ἀνάστα ὁ Θεὸς, κρῖνον τὴν γῆν», τὸ «Δεῦτε λάβετε φῶς» καὶ τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη»!

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος μᾶς προετοιμάζει μὲ μοναδικὸ τρόπο,
λέγοντάς μας τὰ ἐξῆς:

[...] 24. Ἂν εἶσαι Σίμων Κυρηναῖος, σήκωσε τὸ σταυρὸ καὶ ἀκολούθησέ Τον. Ἂν σταυρωθεῖς μαζί Του ὡς λῃστής, γνώρισε τὸ Θεὸ σὰν εὐγνώμων δοῦλος. Ἂν κι᾿ Ἑκεῖνος λογιάσθηκε μὲ τοὺς ἀνόμους γιὰ χάρη σου καὶ τὴν ἁμαρτία σου, γίνε σὺ ἔννομος γιὰ χάρη Ἐκείνου. Προσκύνησε αὐτὸν ποὺ κρεμάσθηκε στὸ σταυρὸ γιὰ σένα, ἔστω κι ἂν κρέμεσαι κι ἐσύ. Κέρδισε κάτι κι ἀπ᾿ τὴν κακία. Ἀγόρασε τὴ σωτηρία μὲ τὸ θάνατο. Μπὲς μὲ τὸν Ἰησοῦ στὸν Παράδεισο, ὥστε νὰ μάθεις ἀπὸ τί ἔχεις ξεπέσει. Δὲς τὶς ἐκεῖ ὀμορφιές. Ἄσε τὸ λῃστὴ ποὺ γογγύζει, νὰ πεθάνει ἔξω μαζὶ μὲ τὴ βλασφημία του. Κι ἂν εἶσαι Ἰωσὴφ ὁ ἀπὸ Ἀριμαθαίας, ζήτησε τὸ σῶμα ἀπ᾿ τὸ σταυρωτή. Ἂς γίνει δικό σου αὐτὸ ποὺ καθάρισε τὸν κόσμο. Κι ἂν εἶσαι Νικόδημος, ὁ νυκτερινὸς θεοσεβής, ἐνταφίασέ τον μὲ μύρα. Κι ἂν εἶσαι κάποια Μαρία, ἢ ἡ ἄλλη Μαρία, ἢ ἡ Σαλώμη, ἢ ἡ Ἰωάννα, δάκρυσε πρωῒ-πρωΐ. Δὲς πρώτη τὴν πέτρα σηκωμένη, ἴσως δὲ καὶ τοὺς ἀγγέλους κι αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸν Ἰησοῦ. Πὲς κάτι, ἄκουσε τὴ φωνή. Ἂν ἀκούσεις «Μὴ μ᾿ ἀγγίζεις», στάσου μακριά, σεβάσου τὸ Λόγο, ἀλλὰ μὴ λυπηθεῖς. Διότι ξέρει σὲ ποιοὺς θὰ φανερωθεῖ πρῶτα. Καθιέρωσε τὴν Ἀνάσταση. Βοήθησε τὴν Εὔα, πού ῾πεσε πρώτη, καὶ πρώτη νὰ χαιρετήσει τὸ Χριστὸ καὶ νὰ τὸ ἀνακοινώσει στοὺς μαθητές. Γίνε Πέτρος ἢ Ἰωάννης. Σπεῦσε στὸν τάφο, τρέχοντας μαζὶ ἢ προπορευόμενος, συναγωνιζόμενος τὸν καλὸ συναγωνισμό. Κι ἂν σὲ προλάβει στὴν ταχύτητα, νίκησε μὲ τὸ ζῆλο σου, ὄχι παρασκύβοντας στὸ μνημεῖο, ἀλλὰ μπαίνοντας μέσα. Κι ἂν σὰν Θωμᾶς χωρισθεῖς ἀπ᾿ τοὺς συγκεντρωμένους μαθητές, στοὺς ὁποίους ἐμφανίζεται ὁ Χριστός, ὅταν τὸν δεῖς, μὴν ἀπιστήσεις. Κι ἂν ἀπιστήσεις, πίστεψε σ᾿ αὐτοὺς ποὺ στὸ λένε. Κι ἂν οὔτε καὶ σ᾿ αὐτοὺς πιστέψεις, δεῖξε ἐμπιστοσύνη στὰ σημάδια τῶν καρφιῶν. Ἂν κατεβαίνει στὸν Ἅδη, κατέβα μαζί Του. Γνώρισε καὶ τὰ ἐκεῖ μυστήρια τοῦ Χριστοῦ, ποιὸ εἶναι τὸ σχέδιο τῆς διπλῆς καταβάσεως, ποιὸς εἶναι ὁ λόγος της: ἁπλῶς σῴζει τοὺς πάντες μὲ τὴν ἐμφάνισή Του, ἣ κι ἐκεῖ ἀκόμα αὐτοὺς ποὺ τὸν πιστεύουν; [...]

28. Τώρα δὲ εἴμαστε ἀναγκασμένοι ν᾿ ἀνακεφαλαιώσουμε τὸ λόγο ὡς ἑξῆς: Δημιουργηθήκαμε, γιὰ νὰ εὐεργετηθοῦμε. Εὐεργετηθήκαμε, ἐπειδὴ δημιουργηθήκαμε. Μᾶς δόθηκε ὁ Παράδεισος, γιὰ νὰ εὐτυχήσουμε. Λάβαμε ἐντολή, γιὰ νὰ εὐδοκιμήσουμε μὲ τὴ διαφύλαξή της, ὄχι γιατί ὁ Θεὸς ἀγνοοῦσε αὐτὸ ποὺ θὰ γινόταν, ἀλλὰ γιατί νομοθετοῦσε τὸ αὐτεξούσιο. Ἀπατηθήκαμε, γιατὶ μᾶς φθόνησαν. Ξεπέσαμε, γιατί παραβήκαμε τὴν ἐντολή. Εἴμαστε ἀναγκασμένοι σὲ νηστεία, γιατὶ δὲ νηστεύσαμε, καθὼς ἐξουσιασθήκαμε ἀπ᾿ τὸ δένδρο τῆς γνώσης. Γιατὶ ἦταν παλιὰ ἡ ἐντολὴ καὶ σύγχρονη μέ μᾶς, σὰν κάποια διαπαιδαγώγηση τῆς ψυχῆς καὶ σωφρονισμὸ ἀπ᾿ τὶς ἀπολαύσεις. Τὴν ἐλάβαμε εὔλογα, γιὰ νὰ ἀπολαύσουμε μὲ τὴν τήρησή της αὐτὸ ποὺ χάσαμε μὲ τὴ μὴ διαφύλαξή της. Χρειασθήκαμε Θεὸ ποὺ σαρκώθηκε καὶ πέθανε, γιὰ νὰ ζήσουμε. Νεκρωθήκαμε μαζί Του, γιὰ νὰ καθαρισθοῦμε. Ἀναστηθήκαμε μαζί Του, ἐπειδὴ μαζί Του καὶ νεκρωθήκαμε. Συνδοξασθήκαμε, ἐπειδὴ συναναστηθήκαμε.

29. Εἶναι πολλὰ μὲν λοιπὸν τὰ θαύματα τῆς τότε ἐποχῆς: Θεὸς ποὺ σταυρώνεται, ἥλιος ποὺ σκοτίζεται καὶ πάλι ἀνατέλλει (γιατὶ ἔπρεπε καὶ τὰ κτίσματα νὰ συμπάσχουν μὲ τὸν Κτίστη). Καταπέτασμα ποὺ σχίζεται, αἷμα καὶ νερὸ ποὺ χύνεται ἀπ᾿ τὴν πλευρὰ (τὸ μὲν αἷμα, γιατί ἦταν ἄνθρωπος, τὸ δὲ νερὸ γιατὶ ἦταν πάνω ἀπ᾿ τὸν ἄνθρωπο). Γῆ, ποὺ σείεται, πέτρες ποὺ σχίζονται γιὰ χάρη τῆς πέτρας (ποὺ εἶναι ὁ Χριστός), νεκροὶ ποὺ ἀνασταίνονται, ὡς ἐπιβεβαίωση τῆς τελευταίας καὶ κοινῆς ἀναστάσεως. Τὰ σημεῖα δὲ στὸν τάφο, τὰ μετὰ τὸν τάφο, ποιὸς θὰ μποροῦσε ἐπάξια νὰ τὰ ὑμνήσει; Τίποτε ἄλλωστε δὲν ὑπάρχει σὰν τὸ θαῦμα τῆς σωτηρίας μου: λίγες σταγόνες αἵματος ἀναπλάθουν τὸν κόσμο ὅλο καὶ γίνονται σὰν χυμὸς γάλακτος γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ συνδέουν καὶ συνάγουν ἐμᾶς σὲ μία ἑνότητα.

30. Ἀλλ᾿ ὦ Πάσχα, τὸ μέγα καὶ ἱερό, ποὺ καθαρίζεις τὸν κόσμο ὅλο! Γιατὶ θὰ σοῦ μιλήσω σὰν κάτι ἔμψυχο. Ὢ Λόγε Θεοῦ καὶ φῶς καὶ ζωὴ καὶ σοφία καὶ δύναμη! Γιατὶ χαίρομαι μ᾿ ὅλα σου τὰ ὀνόματα! Ὢ γέννημα κι ὁρμὴ καὶ σφραγῖδα τοῦ μεγάλου νοῦ! Ὢ Λόγε ποὺ νοεῖσαι κι ἄνθρωπε ποὺ φαίνεσαι, ὁ ὁποῖος φέρεις τὰ πάντα προσδεδεμένα στὸ λόγο τῆς δυνάμεώς σου! Τώρα μὲν ἂς δεχθεῖς τὸ λόγο αὐτό, ὄχι ὡς ἀπαρχή, ἀλλ᾿ ὡς συμπλήρωση ἴσως τῆς δικῆς μας καρποφορίας, εὐχαριστία τὸ ἴδιο κι ἱκεσία, γιὰ νὰ μὴν κακοπάθουμε ἐμεῖς τίποτε περισσότερο πέρα ἀπ᾿ τοὺς ἀναγκαίους κόπους κι ἱεροὺς πόνους γιὰ τὶς ἐντολές σου, μὲ τοὺς ὁποίους ζήσαμε μέχρι τώρα. Κι ἂς σταματήσεις τὴν ἐναντίον μας τυραννία τοῦ σώματος (βλέπεις. Κύριε, πόσο μεγάλη εἶναι καὶ πόσο μᾶς λυγίζει), ἢ τὴν κρίση σου, ἂν θέλαμε νὰ καθαρισθοῦμε ἀπὸ σένα. Ἂν δὲ τερματίσουμε ἄξια μὲ τὸν πόθο μας καὶ γίνουμε δεκτοὶ στὶς οὐράνιες σκηνές, ἀμέσως κι ἐδῶ θὰ σοῦ προσφέρουμε θυσίες δεκτὲς στὸ ἅγιό σου θυσιαστήριο. Πατέρα καὶ Λόγε καὶ Πνεῦμα ἅγιο. Γιατὶ σὲ σένα ἁρμόζει κάθε δόξα, τιμὴ καὶ ἐξουσία στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Μετάφραση: Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Δορμπαράκης.
Ἐκ τοῦ βιβλίου: «Μιλάει ὁ Γρηγόριος Θεολόγος»,
Ἐκδόσεις Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 1991.

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2014

ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΑΙ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ, «ΑΚΤΙΝΕΣ ΚΑΙ ΔΑΔΟΥΧΙΑΙ ΕΚ ΤΡΙΣΗΛΙΟΥ ΑΥΓΗΣ»

Picture


Του πατρός Νικηφόρου Νάσσου,
εφημερίου του Ιερού Ναού Γενεθλίου του Τιμίου Προδρόμου Βόλου. 

Εἶναι πολύ σημαντικό, ἕνας Ἅγιος να ἐγκωμιάζει ἄλλους Ἁγίους! Αὐτό τό βλέπουμε στήν περίπτωση τῶν Τριῶν Μεγάλων Πατέρων καί Οἰκουμενικῶν Διδασκάλων, Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Εἰς αὐτούς τους ἀειλαμπεῖς φωστῆρας τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἅγιος Φιλόθεος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, πλέκει τό ἐγκώμιο, ἀποδίδει τόν δίκαιο ἔπαινο καί καλεῖ ὅλους μας να ἐγκωμιάσουμε καί νά τιμήσουμε, ὡς μαθηταί αὐτῶν, ὡς τέκνα τέτοιων μεγάλων Πατέρων:
«Τούς διδασκάλους ἡμῶν ἐπαινέσωμεν∙ τούς πατέρας οἱ παῖδες κατά χρέος τιμήσωμεν. Τούς τρεῖς φιλοσόφους καί σοφούς τῆς Ἐκκλησίας ρήτορας, τά τέκνα τῆς Ἐκκλησίας, οἱ προσκυνηταί τῆς μεγάλης Τριάδος, κατά δύναμιν εὐφημήσωμεν. Τούς λόγους τοῖς ὄντως λογίοις, καί λόγον ὁμοῦ πνεύσασι τόν τε θεῖον ἅμα καί τόν ἀνθρώπινον, οἱ τούτων ἀκροαταί καί μύσται δῶρον προσάξωμεν».1

Τήν 30η τοῦ μηνός Ἰανουαρίου, κατά τήν ὁποῖα ἑορτάζουν πλεῖστοι Πατέρες καί Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τιμᾶται ἡ «παμφαής τριάς τῶν σοφοτάτων Διδασκάλων» καί ἑορτάζονται γηθοσύνως τά «πυξία τοῦ Πνεύματος» κατά τήν Ὑμνολογία, οἱ τρεῖς Γίγαντες τοῦ πνεύματος,
Βασίλειος ὁ Μέγας, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καί Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ὀρθά εἰπώθηκε ὅτι ἡ μνήμη τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ἔρχεται νά συμβολίσει μεταφορικά τήν Ἁγία Τριάδα καί τόν ρόλο τῶν τριῶν Πατέρων στή διαμόρφωση τοῦ τριαδικοῦ δόγματος καί νά ὑποδηλώσει τά ὅρια προσέγγισης τοῦ ἐλληνικοῦ φιλοσοφικοῦ στοχασμού. Εἶναι μία ἑορτή, πού καθιερώθηκε τόν 11ο αἰῶνα, ὅπως γνωρίζουν ὅσοι μελετοῦν, ἀπό τόν ἐπίσκοπο Εὐχαΐτων Ἰωάννη τόν Μαυρόποδα.

Ἡ καθιέρωση ὡς ἑορτή τῶν τριῶν ἐπιφανῶν Θεολόγων τῆς Ὀρθοδοξίας τήν ἴδια ἡμέρα, κατά τήν Συναξαριακή Παράδοση, ἔχει τήν ἀφορμή ἀπό τό γεγονός τῆς διαφωνίας κάποιων περί τῆς ὑπεροχῆς ἑνός ἐκ τῶν Τριῶν Πατέρων στήν ἀρετή, ἀφοῦ ἄλλοι ὑποστήριζαν ὡς πρῶτο και ἀνώτερο ὅλων τόν Μ. Βασίλειο, ἄλλοι τόν Γρηγόριο τόν Θεολόγο καί ἄλλοι τόν Ἰωάννη τον Χρυσόστομο. Οἱ ἄνθρωποι εἶχαν χωριστεῖ σέ τρία στρατόπεδα καί εἶχαν λάβει ὀνομασίες χαρακτηριστικές τῆς ὑποστηρίξεως κάθε ἑνός ἐκ τῶν τριῶν Πατέρων. 
«Στάσις γέγονε παρά τῶν ἐλλογίμων καί ἐναρέτων ἀνδρῶν…ὡς συμβαίνει διαιρεθῆναι τά πλήθη, καί, τούς μέν Ἰωαννίτας λέγεσθαι, τούς δέ Γρηγορίτας, Βασιλείτας δέ τούς λοιπούς».

Ὁ σοφός ἐπίσκοπος Ἰωάννης Μαυρόπους, τό ἔτος 1054, βλέποντας ὅτι καί οἱ τρεῖς Πατέρες ἑορτάζουν μέσα στόν Ἰανουάριο, καθιέρωσε κοινή ἑορτή καί τῶν τριῶν κατά τήν 30η τοῦ αὐτοῦ μηνός. Μάλιστα δέ ὁ ἴδιος φιλάγιος καί φιλάρετος ἐπίσκοπος, συνέθεσε ὕμνους καί ἠδύμολπα τροπάρια στή μνήμη τῶν τριῶν Μεγάλων Ἱεραρχῶν και Κανόνα στον Ὄρθρο τῆς ἑορτῆς μέ ἀκροστιχίδα:
 «Τρισήλιον Φῶς, τρεῖς ἀνῆψεν ἡλίους». Ὑπῆρξαν ὄντως ἥλιοι πνευματικοί, «τοῦ ἐπιγείου στερεώματος Ἥλιος∙ ἀκτῖνες καὶ δᾳδουχίαι, ἐκ τρισηλίου αὐγῆς, τῶν ἐσκοτισμένων ἡ ἀνάβλεψις, ἀκτῖνες καί δαδουχίαι, ἐκ τρισηλίου αὐγῆς», ὅπως λυρικότατα τούς ἀποκαλεῖ ψάλλοντας τή μνήμη τους ἡ Ἐκκλησία!

Τί σημαίνουν τά λόγια αὐτά; Ὅτι οἱ Ἅγιοι αὐτοί ὑπῆρξαν, μία ἀντανάκλαση τῆς τρισηλίου Τριάδος στή γῆ, φῶτα ἐκ Φωτός. Οἱ τρεῖς φωστῆρες, φῶτα ἐν κόσμω, λαμπτήρες νοητοί καί δαδοῦχοι τῆς προσκυνητῆς Τριάδος. Ὅπως ἡ Τριάς εἶναι Φῶς καί φωτίζει κάθε ἄνθρωπο ἐπί γῆς, ἔτσι καί οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες φωταγωγοῦν κάθε πιστό ὁ ὁποῖος σ᾿ αὐτούς προσπίπτει. Σάν νοητός ἥλιος ἡ ἐπίγειος Τριάς περιαυγάζει μέ τίς ἀκτῖνες της ἀκόμη καί τά πιό μεγάλα σκοτάδια τοῦ κόσμου. Ἀναδίδει εὐλογία σέ ὅσους, παρότι ἔχουν τήν σωματική ὅραση, ἔχουν χάσει τήν ὅραση τοῦ Θεοῦ στό κάτοπτρο τῆς ψυχῆς τους…


Ὁ βίος τῶν Τριῶν ἁγιωτάτων Πατέρων, καθαρότατος! Τό ποιμαντικό, πνευματικό καί κοινωνικό τους ἔργο, ἀπαράμιλλο! Ἡ παιδεία τους, λαμπρά καί λιπαρή! Ἡ διδασκαλία τους, θεοφώτιστη, μαρτυροῦσα τό πλεόνασμα τῆς ἐν Χριστῷ ἐμπειρίας τους! Οἱ ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας ἀγῶνες τους μεγάλοι καί ὄντως ἀπροσμέτρητοι! Τό φρόνημά τους ἔναντι τῶν αἱρετικῶν ἀλλά καί τῶν ποικιλωνύμων ἀδίκων καί διωκτῶν, χαλίβδυνο καί ἀδαμάντινο! Ὁ λόγος τους, ὁ γραπτός καί ὁ προφορικός, ὑψηλός, ἁγιοπνευματικός, διδακτικός, διαχρονικός, καλλιεπέστατος, διεισδυτικός καί πύρινος!

Οἱ τρισόλβιοι αὐτοί Πατέρες, δέν ἔλαβαν τά χαρίσματα τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί τίς θεῖες μαρμαρυγές χωρίς ἀγῶνα καί κόπο! Ὄχι ἁπλῶς κοπίασαν γιά τήν ἀπόκτηση τῆς γνώσεως καί τῆς ἀρετῆς, ἀλλά «ἔδωσαν αἶμα καί ἔλαβον πνεῦμα» κατά τό Πατερικόν… Ἔζησαν τήν κατά Θεόν ζωή καί τήν μοναχική πολιτεία διά πόνων ἀσκήσεως καί ἑνώθηκαν κατά Χάριν μέ τόν μόνο Θεό! Αὐτόν εἶδαν ὡς Φῶς ἀληθινό καί Προαιώνιο νά καταυγάζει τήν ὕπαρξή τους, ἀφοῦ μετεῖχαν στήν Ἄκτιστη Δόξα Του καί ὅπως χαρακτηριστικά λέγει σέ ἕνα ἐγκώμιό του ὁ Ν. Καβάσιλας, 
«τῆς ἐκεῖθεν ἔμπλεοι κατέστησαν αἴγλης, ἄνθρακες τινές κατά τόν ψαλμωδόν ἀναφθέντες καί φῶτα τέλεια, τελείου φωτός γεννήματα»… 

 Νά σημειώσουμε στήν παροῦσα ταπεινή ἀναφορά, μιά λεπτομέρεια ἄγνωστη στούς πολλούς, ὅτι, ὅπως γράφει ὁ ἱστορικός Β. Στεφανίδης, στή διεθνή θεολογία εἶναι γνωστή ἡ τριάδα τῶν Μεγάλων Καππαδοκῶν Πατέρων, δηλαδή ὁ Μ. Βασίλειος, ὁ ἀδελφός του Γρηγόριος ὁ Νύσσης καί ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ἀργότερα, ἡ Ἐλληνική Ἐκκλησία, ἀφήρεσε τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Νύσσης μέσα ἀπό τήν τριάδα τῶν Μεγάλων Ἱεραρχῶν καί πρόσθεσε τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο.2

Ἄς ἐκζητοῦμε θερμῶς τίς πρεσβείες τῶν μεγάλων τούτων κολοσσῶν τῆς πίστεως, ὅλοι, κληρικοί και λαϊκοί. Ἄς τιμοῦμε πάντοτε τή μνήμη τῶν Ἁγίων αὐτῶν, οἱ ὁποίοι εἶναι ἐκτός τῶν ἄλλων καί οἱ
προστάτες τῆς παιδείας μας. Καί ὅσοι ἐπιδιώκουμε νά ψηλαφήσουμε τίς ὁδούς τῆς βαθυτέρας γνώσεως καί νά προσεγγίσουμε τήν ἐνδοτέρα χώρα τῆς σοφίας, αὐτούς τούς ἀρίστους παιδαγωγούς, τούς λαμπρούς ὁδοδεῖκτες καί πάντοτε ἐπίκαιρους Διδασκάλους ἄς ἔχουμε ὡς ὁδηγούς!

Καί ὅπως ἡ ἱερά Ὑμνολογία (Κανόνες τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν) μᾶς προτρέπει, 
«τοὺς τῶν θείων πραγμάτων, καὶ τῶν ἀνθρωπίνων σοφοὺς ἐπιστήμονας, τὰς τῶν ὄντων φύσεις, φιλαλήθως ἡμῖν σαφηνίσαντας, καὶ τὸν τούτων Κτίστην, πᾶσι γνωρίσαντας ὡς θέμις, εὐχαρίστοις φωναῖς ἀμειψώμεθα».
______________________________________________________________________

1 Λόγος ἐγκωμιαστικός, Ἁγίου Φιλοθέου, Πατριάρχου Κων/πόλεως τοῦ Κοκκίνου, Εἰς τούς τρεῖς Ἱεράρχας, MPG. 154, 767 Α.
2 Βλ. Β. Στεφανίδου Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, σελ. 463