A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2022

ΔΙΔΑΧΗ ΣΤ´( Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ)

  

Ἁγία Τριάς, Ἐλέησον καὶ Σῶσον Ἡμᾶς. Ἀμήν.
Ὑπεραγία Θεοτόκε, Βοήθησον καὶ Σῶσον Ἡμᾶς. Ἀμήν.

Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἀδελφοί μου, καὶ Θεός, ὁ γλυκύτατός μας αὐθέντης καὶ Δεσπότης, ὁ ποιητὴς τῶν Ἀγγέλων καὶ πάσης νοητῆς καὶ αἰσθητῆς κτίσεως, παρακινούμενος ἀπὸ τὴν ἄμετρον εὐσπλαχνίαν του καὶ ἀπὸ τὴν πολλήν του ἀγάπην ὁποὺ εἶχεν εἰς τὸ γένος μας, σιμὰ εἰς τὰ ἄπειρα καὶ πολλὰ χαρίσματα, ὁποὺ μᾶς ἐχάρισεν ὁ Θεός, ἐκαταδέχθη καὶ ἔγινε τέλειος ἄνθρωπος ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, ἀπὸ τὰ καθαρώτατα αἵματα τῆς Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας, διὰ νὰ μᾶς ἐλευθερώση ἀπὸ τὰς χεῖρας τοῦ πονηροῦ διαβόλου καὶ νὰ μᾶς κάμη υἱοὺς καὶ κληρονόμους τῆς βασιλείας του, νὰ χαιρώμεθα καὶ νὰ εὐφραινώμεθα μὲ τοὺς ἁγίους Ἀγγέλους πάντοτε, διὰ νὰ μὴ καιώμεθα μὲ τοὺς τρισάθλιους δαίμονας πάντοτε.

Οἱ Ἀπόστολοι Κηρύττουν καὶ ἡ Γῆ Γίνεται Ἐπίγειος Παράδεισος

Καθὼς ἕνας ἄρχοντας ὁποὺ ἔχει ἀμπέλια καὶ χωράφια καὶ βάζει ἐργάτας, ἔτσι καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς ἔχει ἡμᾶς ἀμπέλι. Ἐπῆρε δώδεκα Ἀποστόλους καὶ τοὺς εὐλόγησε καὶ τοὺς ἔστειλε εἰς ὅλον τὸν κόσμον. Καὶ εἰ μὲν θελήσουν οἱ ἄνθρωποι νὰ περάσουν καὶ ἐδῶ εἰς τοῦτον τὸν μάταιον κόσμον καλὰ καὶ εἰρηνικά, θέλει τοὺς εὐσπλαχνισθῇ ὁ πανάγαθος Θεὸς νὰ τοὺς βάλῃ εἰς τὸν παράδεισον. Τοῦτο τοὺς ἐπαρήγγειλε, νὰ πιστεύωμεν καὶ νὰ βαπτιζώμεθα εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ νὰ φυλάγωμεν τὰ προστάγματα τοῦ Θεοῦ μας. Εἰς ὁποίαν χῶραν ἐπήγαιναν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ δὲν τοὺς δέχονται οἱ ἄνθρωποι, εἶπεν ὁ Κύριος νὰ τινάζουν τὰ τσαρούχια καὶ νὰ φεύγουν. Λαμβάνοντας τὴν χάριν τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἔτρεξαν ὡς ἀστραπὴ καὶ μὲ ἐκείνην τὴν χάριν τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἰάτρευαν χωλούς, κουτσούς, τυφλοὺς καὶ δαιμονισμένους καὶ μὲ τὴν προσταγὴν τοῦ Χριστοῦ μας ἀνέστησαν νεκρούς.

Πρέπον καὶ εὔλογον εἶνε, ἀδέλφια μου, νὰ εἶχα καὶ ἐγὼ ὁ ἀνάξιος καὶ ἁμαρτωλὸς δοῦλος του τὴν καρδίαν καθαράν, ὡσὰν τοὺς ἁγνοὺς Ἀποστόλους, καὶ νὰ ἔχω καὶ ἐκείνην τὴν χάριν τοῦ Παναγίου καὶ τελεταρχικοῦ Πνεύματος, ἐγὼ ποὺ ἀξιώθηκα καὶ ἦλθα εἰς τὴν χῶραν σας. Ἐπειδὴ καὶ εἶμαι ἁμαρτωλὸς καὶ δὲν ἔχω τὴν χάριν τοῦ Παναγίου Πνεύματος, παρακαλῶ ὅμως τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν νὰ στείλη οὐρανόθεν τὴν χάριν του καὶ νὰ εὐλογήση τὴν χῶραν σας καὶ τὰ πράγματά σας καὶ τὸ ἔργον τῶν χειρῶν σας. Καὶ τὸ πρῶτον νὰ μᾶς εὐσπλαχνισθῆ, νὰ συγχωρήσῃ τὰ ἁμαρτήματά μας· καὶ νὰ σᾶς ἀξιώση, παιδιά μου, νὰ περάσετε καὶ ἐδῶ καλὰ καὶ εἰρηνικά, καὶ νὰ σᾶς βάλῃ εἰς τὸν παράδεισον νὰ δοξάζετε τὴν Ἁγίαν Τριάδα.

Καὶ εἰς ὁποίαν χῶραν ἐπήγαιναν οἱ Ἀπόστολοι, χειροτονοῦσαν ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, εὐλογοῦσαν τὴν χῶραν ἐκείνην καὶ γίνουνταν ἕνας ἐπίγειος παράδεισος, χαρὰ καὶ εὐφροσύνη, κατοικία τῶν ἀγγέλων, κατοικία τοῦ Χριστοῦ μας. Καὶ εἰς ὁποίαν χῶραν δὲν τοὺς ἐδέχονταν, ἔμενε κατάρα καὶ ὄχι εὐλογία, κατοικία τοῦ διαβόλου καὶ ὄχι τοῦ Χριστοῦ μας. Πρέπον καὶ εὔλογον εἶνε, ἀδελφοί μου χριστιανοί, νὰ ἀρχίσω τὴν διδασκαλίαν μου καὶ ὅταν τελειώσωμεν, νὰ εὐχαριστήσωμεν τὸν Θεόν.

Ἡ Τελεία Ἀγάπη

Πολλὰ ὀνόματα ἔχει ὁ Θεός, ἀδελφοί μου. Τὸ κύριον ὄνομα τοῦ Θεοῦ μας εἶνε ἡ ἀγάπη. Ἁγία Τριὰς εἶνε, Πατήρ, Υἱὸς καὶ Ἅγιον Πνεῦμα, μία φύσις, μία δόξα, μία βασιλεία, ἕνας Θεός. Πρέπει πρῶτον νὰ ἀγαπῶμεν τὸν Θεόν, ἀδελφοί μου, διατὶ μᾶς ἔδωσε τόσον μεγάλην γῆν καὶ κατοικοῦμεν τόσες χιλιάδες ἄνθρωποι, χορτάρια, βρύσες, ποταμούς, θάλασσαν, ὀψάρια, ἀέρα, νύκτα καὶ ἡμέραν, οὐρανόν, ἄστρα, ἥλιον, φεγγάριον. Μᾶς ἔκαμεν ἀνθρώπους καὶ ὄχι ζῶα· μᾶς ἔκαμεν εὐσεβεῖς χριστιανοὺς καὶ ὄχι αἱρετικούς. Τώρα σᾶς ἐρωτῶ, ἀδέλφια μου, νὰ μὲ εἰπῆτε, ποῖον θέλετε, τὸν Θεὸν ἢ τὸν διάβολον; Τὸν Θεὸν θέλομεν. Ναί, πολὺ καλὰ τὸ λέγετε, παιδιά μου, φρονιμώτατα, νὰ ἔχω τὴν εὐχήν σας, μόνον νὰ ἰδοῦμεν αὐτὴν τὴν ἀγάπην. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη ἄρα νὰ εἶνε πιστή, νὰ εἶνε τελειωμένη ἢ τῆς λείπει τίποτε πουθενά; Πρέπει νὰ τὸ καταλάβωμεν ἀπὸ λόγου μας· ἐσύ, ἀδελφέ μου χριστιανέ, ἔχεις ἕνα παιδί· ἐγὼ σὲ τιμῶ καὶ λέγω καλὸν εἶνε τὸ παιδί σου, ἀλλὰ τὸ δέρνω, τὸ καταφρονῶ, παίρνω τὸ ψωμίον του καὶ τὸ τρώγω. Τί λέγεις, ἔτσι εἶνε ἡ ἀγάπη; Ἡ ἀγάπη, μὲ φαίνεται νὰ λέγης, ὄχι δὲν εἶνε ἔτσι. Καὶ ἡμεῖς καθὼς ἀγαποῦμεν τὸν Θεόν μας νὰ ἀγαποῦμεν καὶ τὸν ἀδελφόν μας, διατὶ εἶνε φυσικὸν νὰ ἀγαποῦμεν τὸν ἀδελφόν μας, παρὰ φύσιν εἶνε νὰ μὴν τὸν ἀγαπῶμεν. Πρέπει νὰ ἀγαπῶμεν τὸν ἀδελφόν μας, ὅτι ἔχομεν μίαν Πίστιν, ἕνα Βάπτισμα, τὰ Πανάχραντα Μυστήρια μεταλαμβάνομεν, ἕνα παράδεισον ἐλπίζομεν νὰ ἀπολαύσωμεν, μίαν κεφαλὴν ἔχομεν, τὸν Χριστόν μας.

Ἀδέλφια μου, ἡ ἀγάπη ἔχει δυὸ ἰδιώματα, δυὸ χαρίσματα· τὸ ἕνα δυναμώνει τὸν ἄνθρωπον εἰς τὰ καλά, καὶ τὸ ἄλλο ἀδυνατίζει εἰς τὰ κακά. Ἐγὼ ἔχω ἕνα ψωμίον νὰ τὸ φάγω καὶ νὰ πίω, μὰ ἐσὺ καλὰ δὲν ἔχεις. Ἡ ἀγάπη μὲ λέγει: Μὴ τὸ τρώγης μοναχός σου, ἀλλὰ δῶσε καὶ τὸν ἀδελφόν σου. Ἔχω φορέματα, μὰ ἐσὺ δὲν ἔχεις. Ἡ ἀγάπη μὲ λέγει: Δῶσε του ἕνα τὸν ἀδελφόν σου. Ἀνοίγω τὸ στόμα μου νὰ σὲ κατηγορήσω, νὰ σὲ εἰπῶ ψεύματα, ἡ ἀγάπη ὅμως νεκρώνει τὸ στόμα μου, τὸ βουλώνει. Ἁπλώνω τὸ χέρι μου νὰ ἁρπάξω τὰ πράγματά σου, ἡ ἀγάπη δὲν μὲ ἀφήνει. Εἴδατε, ἀδελφοί μου, τί χαρίσματα ἔχει ἡ ἀγάπη;

Ὁ Προορισμὸς τῶν Σχολείων

Τὴν ἀγάπην, ἐπειδὴ δὲν τὴν ἠξεύρετε, πρέπει, παιδιά μου, νὰ στερεώνετε σχολεῖα· διατὶ πάντα εἰς τὰ σχολεῖα γυμνάζονται οἱ ἄνθρωποι καὶ ἠξεύρουν καὶ μανθάνουν τὸ τί ἐστι ὁ Θεός, τὸ τί εἶνε οἱ ἅγιοι ἄγγελοι, τί εἶνε οἱ καταραμένοι δαίμονες καὶ τὸ τί εἶνε ἡ ἀρετὴ τῶν δικαίων. Τὸ σχολεῖον φωτίζει τοὺς ἀνθρώπους. Ἀνοίγουν τὰ ὀμάτια τῶν εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων χριστιανῶν νὰ μανθάνουν τὰ μυστήρια.

Τὰ Σημεῖα τῶν Καιρῶν

Διαβάζοντας, ἀδελφοί μου, τὴν θείαν καὶ Ἱερὰν Γραφὴν εὑρίσκω ὅτι ὁ προφήτης Ἠλίας εἶνε ζωντανὸς καὶ τὸν ἔχει ὁ Θεὸς χιλιάδες χρόνους καὶ μέλλει νὰ τὸν στείλη καὶ τότε θέλει νὰ χαλάση ὁ κόσμος…

Λυπηρὸν εἶνε νὰ σᾶς τὸ εἰπῶ, ἀδέλφια μου, μὰ ἡ Ἱερὰ καὶ Ἁγία Γραφὴ μὲ προστάζει νὰ σᾶς τὸ εἰπῶ: Σήμερον αὔριον καρτεροῦμεν πεῖνες, δίψες, πανοῦκλες, λοιμούς, θανατικὰ μεγάλα, νὰ μὴ προφθάνουν τοὺς ἀποθαμένους. Σήμερον αὔριον καρτεροῦμεν νὰ γίνῃ μέγας σεισμός, νὰ πέσουν ὅλα τὰ βουνά, ὁ ἥλιος καὶ τὸ φεγγάρι νὰ σκοτίζωνται, τὰ ἄστρα νὰ πέσουν καὶ ὁ οὐρανὸς νὰ τυλιχθῆ ὡσὰν ἕνα χαρτίον καὶ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νὰ ἀποθάνουν.

Δευτέρα Παρουσία καὶ Κρίσις

Καὶ ἔπειτα μέλλει νὰ λάμψῃ ὁ πανάγιος Σταυρὸς περισσότερον ἀπὸ τὸν ἥλιον, μέλλει νὰ λάμψῃ ὁ γλυκύτατός μας Ἰησοῦς Χριστὸς ἑπτὰ φορὲς περισσότερον ἀπὸ τὴν ἥλιον καὶ νὰ ἀναστήσῃ ὅλον τὸν κόσμον μὲ τὴν ψυχὴν καὶ μὲ τὸ σῶμα (καὶ ὁ καλὸς θὰ εἶνε ὡσὰν τὸν ἄγγελον καὶ ὁ κακὸς θὰ εἶνε ὡσὰν τὸν τρισκατάρατον τὸν διάβολον) καὶ νὰ εἰπῆ εἰς τοὺς δικαίους: Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου νὰ κληρονομήσετε τὴν βασιλείαν τοῦ Πατρός μου, διότι ἐφυλάξατε τὰ προστάγματά μου καὶ τὴν πίστιν μου. Ἔπειτα θὰ εἰπῆ ὁ Κύριος εἰς τοὺς ἁμαρτωλούς: Πηγαίνετε ἐσεῖς οἱ κατηραμένοι εἰς τὴν κόλασιν, νὰ εἶσθε μαζὶ μὲ τὸν πατέρα σας τὸν διάβολον, διατὶ δὲν ἐφυλάξατε τὰ προστάγματά μου καὶ τὴν πίστιν μου. Καὶ τότε θέλει ἀνοίξει ὁ Κύριος ἕνα πύρινο ποταμὸν ὡσὰν θάλασσαν νὰ φλογίζη τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ τοὺς ἀσεβεῖς, καὶ νὰ βάλῃ τοὺς δικαίους εἰς τὰ δεξιά, τοὺς ἁμαρτωλοὺς εἰς τὰ ἀριστερά.

Ἡμεῖς, ἀδελφοί μου, τί εἴμαστε, δίκαιοι ἢ ἁμαρτωλοί; Εἰ μὲν καὶ εἴμαστε δίκαιοι, καλότυχοι καὶ τρισμακάριοι· εἰ δὲ καὶ εἴμαστε ἁμαρτωλοί, πρέπει τώρα, ὁποὺ ἔχομεν καιρόν, νὰ μετανοήσωμεν, νὰ διορθωθοῦμεν.

Ἡ Νοερὰ Προσευχή

Σᾶς παραγγέλω λοιπὸν τοῦτο νὰ κάμετε· νὰ πάρετε ὅλοι ἀπὸ ἕνα κομπολόγιον καὶ αὐτὸ κομπολόγιον νὰ ἔχῃ ἑκατὸν τρία σπυρία καὶ εἰς κάθε σπυρίον νὰ λέγετε: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ καὶ Λόγε τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, διὰ τῆς Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν Ἁγίων ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλὸν καὶ ἀνάξιον δοῦλόν σου». Λοιπὸν ἐγὼ μέλλω νὰ σᾶς ἀφήσω τὴν ὑγείαν ψυχικὰ καὶ σωματικά. Μέσα εἰς τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, ἀδέλφια μου, θεωρεῖται Ἁγία Τριὰς καὶ πάντες οἱ Ἅγιοι μὲ τὸν τίμιον Σταυρόν, μὲ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν ἐσταυρώθηκαν ψυχικὰ καὶ σωματικά. Ἀδελφοί μου, ἡμεῖς πρέπει νὰ εὐλογοῦμεν τὴν γῆν, τὸν οὐρανόν, τὴν θάλασσαν καὶ νὰ πηγαίνετε εἰς τὸν παράδεισον νὰ χαίρεσθε καὶ νὰ εὐφραίνεσθε πάντοτε.

Ἡ Θερμὴ Πίστις Μετακινεῖ Ὄρη, Συντρίβει τὸν Ἑωσφόρον, Νικᾶ τοὺς Ἀπίστους

Ἦτον ἕνας βασιλεὺς εἰς τὴν Αἴγυπτον καὶ εἰς τὴν Ἀλεξάνδρειαν ἦτον Πατριάρχης, τὸ ὄνομά του Ἰωακείμ, ἁγιώτατος ἄνθρωπος, καλός, εὐλαβής, σοφός. Ὁ βασιλεὺς ἐκεῖνον τὸν ἠγάπησε περισσῶς καὶ κοντὰ εἰς τὴν ἀγάπην ὁποὺ τὸν εἶχεν ὁ βασιλεὺς ἐβγῆκεν ἕνας Ἑβραῖος καὶ ἔγινε Τοῦρκος καὶ κοντὰ ὁποὺ ἐτούρκεψε ἔγινε καὶ βεζίρης. Λέγει ὁ Ἑβραῖος πρὸς τὸν βασιλέα: Βασιλέα μου πολυχρονεμένε, τί τὸν ἀγαπᾶς τόσον τὸν Πατριάρχην αὐτόν; Καὶ ὁ βασιλεὺς ἀποκρίνεται πρὸς τὸν τρισκατάρατον τὸν Ἑβραῖον καὶ τὸν λέγει: Ἐπειδὴ ὁ Πατριάρχης εἶνε καλὸς ἄνθρωπος, εὐλαβής, σοφός, καὶ διὰ τοῦτο τὸν ἀγαπῶ. Λέγει πάλιν ὁ Ἑβραῖος πρὸς τὸν βασιλέα: Βασιλέα μου, ἐπειδὴ λέγεις ὅτι τὸν ἀγαπᾶς τὸν Πατριάρχην, κράξε τον νὰ ἔλθη εἰς τὸ παλάτιόν σου καὶ νὰ ἔλθω καὶ ἐγὼ νὰ συνομιλήσωμεν μαζὶ μὲ αὐτόν, καὶ νὰ ἰδῆς πῶς θὰ τὸν κάμω νὰ μείνη ἀναπολόγητος. Ἔπειτα κράζει ὁ βασιλεὺς τὸν Ἰωακείμ. Καὶ ἦλθεν ὁ Ἰωακεὶμ εἰς τὸ παλάτιον καὶ ἤρχισεν ὁ Ἑβραῖος νὰ φιλονικῆ μὲ τὸν Πατριάρχην. Λέγει ὁ Ἑβραῖος: Πατριάρχη, δὲν λέγει ὁ Χριστὸς εἰς τὸ Εὐαγγέλιον ὅτι ὅποιος ἀπὸ σᾶς τοὺς χριστιανοὺς ἔχει πίστιν, νὰ σηκώνη τὰ βουνὰ ἀπὸ τὸν τόπον τους; Λοιπὸν ἐπρόσταξεν ὁ βασιλεὺς τὸν Πατριάρχην νὰ σηκώση ἕνα βουνὸν ἀπὸ τὸν τόπον του καὶ τότε νὰ πιστεύσουν εἰς αὐτόν. Καὶ λοιπὸν τί κάνει ὁ εὐλογημένος Πατριάρχης; Προστάζει καὶ συνάζει τοὺς εὐλογημένους τοὺς χριστιανοὺς καὶ κάνει δέησιν εἰς τὸν Ἅγιον Θεὸν τρεῖς ἡμέρας καὶ τρεῖς νύκτας· καὶ ἔπειτα τελειώνοντας ὁ Πατριάρχης καὶ οἱ χριστιανοὶ τὴν δέησίν τους καὶ ἄρχισεν ὁ Πατριάρχης νὰ θυμιάζη τὸ βουνὸν ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον ἦτο μεγάλο ἕως ἓξ ὥρας τοῦ μάκρους. Καὶ τοῦ λέγει τοῦ βουνοῦ ὅτι ἐγὼ ὁ ἀνάξιος δοῦλος τοῦ Χριστοῦ μου σὲ προστάζω, βουνόν, νὰ σηκωθῆς ἀπὸ αὐτοῦ καὶ νὰ ἔλθῃς εἰς τὴν Αἴγυπτον. Καὶ ὢ τοῦ θαύματος! ἐκόπηκε τὸ βουνὸν ἐκεῖνο καὶ ἔγινεν εἰς τρία εἰς τιμὴν τῆς ἁγίας Τριάδος καὶ ἐκίνησε καὶ ἦλθε κατεπάνω εἰς τὴν Αἴγυπτον. Ἔπειτα φωνάζει ὁ βασιλεὺς τὸν Πατριάρχην καὶ τοῦ λέγει: Διὰ τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, Πατριάρχη, πρόσταξε τὸ βουνὸν νὰ σταθῆ νὰ μὴ μᾶς πλακώση. Καὶ εὐθὺς ὁ Πατριάρχης ἔτρεξε μετὰ θερμῶν δακρύων καὶ ἐπρόσταξε τὸ βουνὸν καὶ ἐστάθη ἐπάνω εἰς τὴν Αἴγυπτον. Καὶ τὸ βουνὸν ἐκεῖνο τὸ ὀνομάζουν ἕως σήμερον Ντουρντᾶς. Καὶ εἰς αὐτὸ τὸ θαῦμα ἐπίστευσαν λαὸς πολύς, χιλιάδες ἕξ. Λέγει δὲ πάλιν ὁ τρισκατάρατος Ἑβραῖος τοῦ βασιλέως: Βασιλέα μου, ἤξευρε ὅτι οἱ χριστιανοὶ λέγουν εἰς τὴν γλώσσαν τους στάσου, βουνόν… καὶ ἐπίστευσαν πάλιν ἓξ χιλιάδες. Λέγει καὶ ἄλλον λόγον ὁ Ἑβραῖος τὸν βασιλέα: Βασιλέα μου, ἤξευρε καὶ ἐτοῦτο· ὅτι οἱ χριστιανοὶ λέγουν πὼς λέγει τὸ Εὐαγγέλιόν τους πὼς ὅποιος ἔχει πίστιν νὰ πίη ἕνα ποτήρι φαρμάκι καὶ δὲν ἀποθαίνει. Καὶ ἔπειτα ὁ βασιλεὺς πρόσταξε τὸν Ἑβραῖον καὶ κάμνει ἕνα ποτήρι φαρμάκι, ὁποὺ δὲν εὑρίσκονταν χειρότερον εἰς τὸν κόσμον. Καὶ πάλιν λέγει ὁ Ἑβραῖος ἄλλον λόγον τοῦ βασιλέα: Βασιλέα μου, ἤξευρε καὶ ἐτοῦτο, ὅτι οἱ χριστιανοὶ ἔχουν τὸν σταυρὸν καὶ σταυρώνουν τὸ πικρὸν καὶ γίνεται γλυκόν. Πρέπει λοιπὸν νὰ προστάξετε τὸν Πατριάρχην, ὅταν θὰ τοῦ δώσῃς τὸ φαρμάκι νὰ τὸ πίη, νὰ μὴ κάμη τὸν σταυρόν του οὔτε ἀπάνω του οὔτε ἀπάνω εἰς τὸ ποτήριον. Καὶ ἔπειτα ἐπῆρεν ὁ βασιλεὺς τὸ ποτήριον εἰς τὸ χέρι του καὶ τὸ ἔδωσε τοῦ Πατριάρχη καὶ τοῦ τοῦ λέγει: Νὰ ἐτοῦτο τὸ ποτήριον· νὰ τὸ πίης καὶ νὰ μὴ κάμης τὸν σταυρόν σου οὔτε ἐπάνω σου οὔτε εἰς τὸ ποτήριον. Καὶ ὁ εὐλογημένος Πατριάρχης θέλησε νὰ τοὺς γελάση καὶ νὰ τοὺς πομπεύσῃ εἰς τὸν κόσμον διὰ νὰ τοὺς κάμη μασκαράδες. Τότε λέγει τοῦ βασιλέα: Βασιλέα μου, καλά με προστάξατε νὰ τὸ πίω ἐτοῦτο τὸ ποτήριον, μὰ δὲν μὲ εἶπες πόθεν νὰ τὸ πίω τὸ ποτήριον. Καὶ κάμνει μὲ τὸ χέρι του ἀπὸ τὸ πλευρὸν καὶ ἀπὸ κάτω καὶ ἀπὸ ἐπάνω καὶ εὐθὺς ἔπιε τὸ ποτήριον. Καὶ ὁ πανάγαθος Θεὸς εὐθὺς ἄνοιξέ του μίαν τρύπαν εἰς τὴν δεξιὰν πλευρὰν καὶ ἐχύθη τοῦ ποτηρίου τὸ φαρμάκι καὶ ἔμεινεν ἄβλαβος. Καὶ ἔπειτα μέσα εἰς ἐκεῖνο τὸ ποτήριον ἔμεινε παραμικρὸν καὶ τὸ ἐξέπλυνε καὶ λέγει τὸν βασιλέα: Βασιλέα μου πολυχρονεμένε, ἐγὼ ἔπια τὸν καρπόν, πρόσταξε τὸν Ἑβραῖον νὰ πίη καὶ αὐτὸς καὶ ἐὰν δὲν ἀποθάνη, νὰ πιστεύσωμεν εἰς αὐτόν. Καὶ ὁ τρισκατάρατος Ἑβραῖος δὲν ἤθελε νὰ τὸ πίη. Καὶ τὸν ἐπίεσεν ὁ βασιλεὺς μεγάλως καὶ τὸ ἔπιεν τὸ ποτήριον ὁ Ἑβραῖος καὶ ἔσκασεν ὁ τρισκατάρατος καὶ ἐπῆγεν εἰς τὴν αἰώνιον κόλασιν καὶ καίεται μαζὶ μὲ τὸν τρισκατάρατον διάβολον. Καταλαμβάνετε λοιπόν, παιδιά μου, τί δύμαμιν ἔχει ὁ πανάγιος Σταυρός. Ὅμως μὲ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ τὸ ὄνομα νὰ πηγαίνετε εἰς τὸν παράδεισον.

Ἡ Εἰλικρινὴς Ἐξομολόγησις

Πάντοτε, παιδιά μου, ἐδῶ ὁποὺ ἦλθα, ἔχω χαρὰν καὶ λύπην. Ἔρχονται οἱ χριστιανοὶ κατὰ μόνας νὰ μοῦ εἰποῦν τὸ παράπονόν τους, καὶ δὲν δύναται ἕνας δοῦλος νὰ δουλεύσῃ δυὸ αὐθεντάδες, καὶ δὲν δύναμαι νὰ τοὺς ἐξομολογήσω ἀπὸ ἕνα καὶ τοὺς διώχνω, καὶ ἡ καρδία μου κόπτεται ὡσὰν ἕνας ὁποὺ ἔχει ἕνα παιδίον, τὸ ὁποῖον εἶνε ἄρρωστον, καὶ δὲν τὸ δέχεται. Ἀλλὰ πρέπει νὰ σᾶς ἐξομολογήσω παρρησία. Καὶ ἂν οὕτως, παιδιά μου, θέλετε πάρει τέσσερις τρίχες ἀπὸ τὰ γένεια μου, καὶ ἐγὼ παίρνω τὸ βάρος ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματά σας. Ἀπὸ τὸν καιρὸν ὁποὺ ἐγεννηθήκατε ὅλα ἐπάνω μου εἶνε. Καὶ σεῖς νὰ ἐξηγήσετε τὰ τέσσερα νοήματα καὶ νὰ τὰ μάθετε. Καὶ ἂν θέλετε, παιδιά μου, νὰ σᾶς εἰπῶ, νὰ εὑρῆτε ἕνα πνευματικὸν πρακτικὸν καὶ ἀρετῆς ἄνθρωπον, νὰ ἐξομολογηθῆτε, νὰ εἰπῆτε τὰ ἁμαρτήματά σας. Νὰ μὴ ἀφήσετε κανένα· καὶ ἂν ἀφήσετε, ὅλον τὸν μισθὸν τὸν χάνετε. Καὶ νὰ συγχωρᾶτε τὸν ἐχθρόν σας καὶ νὰ μὴ φροντίζετε μοναχὰ διὰ λόγου σας, ἀλλὰ νὰ ἑρμηνεύετε καὶ τὰ ἀδέλφια σας καὶ τὰ παιδιά σας. Καὶ νὰ ἔχετε τὴν εὐχήν μου καὶ τὴν εὐχὴν τῆς Παναγίας καὶ τὴν εὐχὴν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἐσταυρωμένου καὶ ἀληθινοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2014

Ο ΦΛΟΓΕΡΟΣ ΆΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΗΜΙΜΑΘΕΙΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΕΣ

Σχετική εικόνα

Από τις λαμπρές φυσιογνωμίες πού σφράγισαν με την μαρτυρική και μαρτυριακή τους παρουσία τα μαύρα χρόνια της οθωμανικής σκλαβιάς, ως υπέρλαμπρον άστρον της Εκκλησίας, εθνομάρτυρας και ιερομάρτυρας ξεχωρίζει ο γενναίος άγιος των Ελληνικών Γραμμάτων, Κοσμάς ο Αιτωλός.

Γεννημένος στο Μεγάλο Δένδρο Αιτωλίας, μυήθηκε στα ελληνικά και τα Ιερά Γράμματα- άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους μέσα στους ρωμαίικους αγώνες- στο Κρυφό Σχολειό κάποιου Ιερομονάχου Γιαννέλου, στο ευλογημένο αυτό καταφύγιο και αναμορφωτήριο των σκλαβωμένων ελληνοπαίδων, πού οι σημερινοί φραγκοπροσκυνημένοι γραικύλοι το θέλουν μύθο και απάτη, υπακούοντας στις προσταγές μιας απνευμάτιστης αντίχριστης εποχής.
Με την ιερή φλόγα του Χριστού και της Ελλάδας στα στήθια ο νεαρός Κώνστας- διότι αυτό ήταν το κοσμικό όνομα του αγίου- καταφεύγει στην Αθωνιάδα, όπου ως έλαφος διψασμένη ποτίζεται με τα ιερά νάματα της ελληνορθοδοξίας από φημισμένους διδασκάλους. Καταλήγει στην Ιερά Μονή Φιλοθέου, όπου χειροτονείται ιερομόναχος με το όνομα Κοσμάς.

Ο Κοσμάς, πνεύμα ανήσυχο και ανύσταχτο, με μόνη του έγνοια να τον κατατρώει η πνευματική και σωματική σκλαβιά του αδελφού, ο διαφωτισμός του σκλαβωμένου και εξαθλιωμένου Γένους, φτάνει σε υψηλά επίπεδα κατανόησης χρέους και αγάπης προς τον πλησίον.

Απορρίπτει την καλογερική ραστώνη , χωρίς να εγκαταλείψει ποτέ τον καρδιακό ησυχασμό του μεγάλου ασκητή και θεωρεί εαυτόν ωφέλιμο , μόνο εκτός μοναστηρίου,στον αποστολικό και εθνεγερτήριο αμπελώνα. Υπακούει σε μεγάλη και εσωτερική κλήση να διδάξει και να διαφωτίσει τον σκλαβωμένο αδελφό, να ωφελήσει μάλλον, παρά να κρύψει τον λύχνον υπό τον μόδιον και να ωφεληθεί ο ίδιος .

Με την πνευματική άδεια του Πατριάρχου Σεραφείμ ξεκινά τις φημισμένες περιοδείες του σε όλη την υπόδουλη Γραικία . Από την Πόλη ως τη Ρόδο και από την Κάρπαθο έως την Κέρκυρα. Από τη Βόρειο Ήπειρο ως το Αίγιο και από την Ικαρία έως την Κεφαλληνία και τη Ζάκυνθο!

Απ’όπου περνά στήνει σταυρό , συναθροίζει τους χριστιανούς, Έλληνες και αλλογενείς και τους μυεί στην ευσέβεια. Νουθετεί ιερωμένους και λαϊκούς, στηλιτεύει την αδικία και κηρύττει την αδιάκριτη αγάπη. Ο λόγος του ζωντανός, λαϊκός, αλλά ηρτυμένος άλατι Πνεύματος αγίου, παρακινεί προς μετάνοια, προς αλλαγή, διαφωτίζει, διδάσκει, παρηγορεί, μεταλαμπαδεύει πίστη, ελπίδα και αγάπη στον εξαθλιωμένο ραγιά. Επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στην ίδρυση Ελληνικών Σχολείων, γιατί πιστεύει πώς μόνο δια των Ιερών και μάλιστα Ελληνικών Γραμμάτων παιδεύονται οι ευσεβείς χριστιανοί και βγαίνουν από τον ζοφο της αμαρτίας και της άγνοιας.

Έγνοια του η ελληνική γλώσσα και η ορθοδοξία. Εξορκίζει τους αλλόφωνους να ομιλούν μόνο την Ελληνική, την γλώσσα του Ευαγγαλίου, την γλώσσα πού δόξασαν οι Σοφοί των ανθρώπων και οι Ιεροί Πατέρες. 210 Ελληνικά Σχολεία, 1.100 κατώτερα, 4.000 κολυμβήθρες, χιλιάδες φωτισμένες και σεσωσμένες ψυχές μαρτυρούν το τεράστιο ιεραποστολικό του έργο.

Αξιοσημείωτη είναι η οικολογική του ευαισθησία και πρωτοπορία σε στιγμέςκαι χρόνια ανύποπτα από τα σύγχρονο προβληματισμό, αφού πίστευε και διακήρυττε πώς όταν ο άνθρωπος εγκαταλείψει τα δέντρα, δεν θα μπορέσει πλέον να επιβιώσει επι γης. Περίφημες επίσης είναι οι προφητείες του, πού ενθαρρύνουν και γεμίζουν πασχαλινές ελπίδες τους υπόδουλους και προβληματίζουν πολλούς, έως την σήμερον.

Ο άγιος έκανε εχθρούς μεταξύ των Εβραίων γιατί έπεισε τους Χριστιανούς να μεταφέρουν την ημέρα παζαριού από την ευλογημένη ημέρα της Κυριακής το Σάββατο. Ο φθόνος των χριστοκτόνων οδηγεί στην δωροδοκία του πασά του Βερατίου, ο οποίος συλλαμβάνει και απαγχονίζει τον σεβαστό σε Έλληνες, Τούρκους και αλλογενείς, ιεραπόστολο, στις 24 Αυγούστου 1779, στα εξήντα πέντε του χρόνια!

Ζούμε σε μια εποχή αμφιβήτησης των παραδοσιακών αξιών και των ιστορικών προσώπων, σε μια εποχή πού ύπουλα μια άνευ προηγουμένου κριτική ισοπέδωση των γεγονότων, οδηγεί στον χλευασμό των ιερών και των εθνομηδενισμό ενός καταπληγωμένου και αποπροσανατολισμένου γένους. Μια εποχή πού όχι μόνο δεν διακρίνει από την ισοπεδωτική της θεώρηση την ελληνορθοδοξία, αλλά ως πρωταρχικό στόχο έχει την εκρίζωση κάθε παρομοίου ιδεώδους από τα στήθη των τρομοκρατημένων και εξαθλιωμένων νεοραγιάδων, πού ονομάζονται νεοέλληνες.

Η τρομοκρατία της οικονομικής κρίσης, η χρεωκοπία της πολιτικής ζωής, η ανάγνωση της ιστορίας με διαλεκτικό τρόπο και φίλτρα αντιχριστιανικά και ανθελληνικά από τους προσκυνημένους ιθύνοντες της παιδείας και του κράτους, δηλητηρίασαν την ψυχή και άμβλυναν το αισθητήριο του Έλληνα.

Το Κρυφό Σχολειό είναι μύθος, η στάση της Μάνας Εκκλησίας στην σκλαβιά και την επανάσταση προδοτική, οι μάρτυρες του γένους φανατικοί, ο Χριστός θρησκειολογικό ανάγνωσμα, η γλώσσα η ελληνική έρμαιο σε απάτριδες αλχημιστές νεοδιδασκάλους, παραδομένους στο κόμπλεξ του γραικύλου, που ψυχανεμίζεται πως δεν θα γίνει ποτέ «εκσυγχρονισμένος» και «διαφωτισμένος» Ευρωπαίος και δείχνει ζήλο σατανικό ενάντια σε κάθε τι πατριωτικό από τυφλή εκδίκηση!

Στα ελληνικά σχολεία μαθητεύουν αθώα ελληνόπουλα, γεμάτα ενοχικά σύνδρομα για την καταγωγή τους και την φυλή τους πού πληροφορούνται πώς οι πρόσφυγες πρόγονοι τους "συνωστίζονταν" κάτω από τα βάρβαρα φάσγανα ή έφερναν αμηχανία με τις "αντάρτικες" πράξεις τους σε "φίλους" κατακτητές και τυρράνους.

Και μέσα σε όλα αυτά η μορφή του Πατροκοσμά παραγνωρισμένη και κακοποιημένη, την ίδια στιγμή πού υπερτονίζονται άψυχα, φράγκικα είδωλα ως διαφωτιστές των εθνών, άθεοι και μηδενιστές φιλόσοφοι της δεκάρας, που θέλουν τον άνθρωπο ξεκομμένο από τον Θεό, υποτελή ή υπεράνθρωπο κατά τα φληναφήματα ή τις κτηνώδεις αλλοδοξίες τους.

Η μορφή του Πατροκοσμά, οι μορφές των Αγίων Κολλυβάδων,του αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, των λαϊκών αγωνιστών και καπεταναίων του 21, τίθενται σε άνομη κριτική, ως ανυπόφορα λήμματα σε κοσμικές εγκυκλοπαίδειες. Δεν προβάλλονται για να εμπνεύσουν, να υποκινήσουν, να ωφελήσουν, να δώσουν ποταμούς δρόσου στην κάμινο της σημερινής ηθικής και πνευματικής κρίσης.

Ο νεοέλληνας κατήντησε ένα κράμα ημιμαθή ευρωπαίου και αγροίκου ανατολίτη. Μόνο όταν στραφεί στις ρίζες του, στην ρωμαίικη ελληνορθόδοξη του ταυτότητα θα ανακάμψει ηθικά και πνευματικά, θα ανακτήσει την πολιτισμική του ταυτότητα και διακριτότητα στο παγκοσμιοποιημένο στερέωμα, που θα σηματοδοτήσει την αντίσταση σε κάθε ψεύτικο και επιβαλλόμενο, σε κάθε απάνθρωπο και ανθελληνικό.

Το πνευματικό μέλλον της πατρίδας , βρίσκεται μόνον στα δικά μας χέρια. Είμαστε Γένος με βαθεία παράδοση και πολιτισμό. Επαφίεται πλέον στο έλεος του Θεού και την δική μας πατριωτική ευθύνη, όχι μόνο το μέλλον, αλλά και η επιβίωση της ίδιας της φυλής μας. Η πνευματική εστία αντίστασης πού λέγεται άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ας είναι το αιώνιο πρότυπο μας.

Πηγή: www.profitisilias.com.gr


Δείτε σχετικά: ΕΔΩ

Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2013

Ο ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΓΙΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ



"...Εκείνο το κέρδος οπού γίνεται την Κυριακήν είναι αφωρισμένο και κατηραμένο, και βάνετε φωτιά και κατάρα εις το σπίτι σας και όχι ευλογίαν..." 



Επήγεν ο Κύριος εις την κόλασιν και έβγαλε τον Αδάμ, την Εύαν και το γένος του. Ανέστη την τρίτην ημέραν. Εφάνη δώδεκα φοράς εις τους Αποστόλους του. Έγινε χαρά εις τον ουρανόν, χαρά εις την γην και εις όλον τον κόσμον. Φαρμάκι και σπαθί δίστομον εις την καρδίαν των Εβραίων και μάλιστα του διαβόλου.

Δια τούτο και οι Εβραίοι δεν κατακαίονται άλλην ημέραν τόσον, ωσάν την Κυριακήν, όπου ακούουν τον παπά μας να λέγει : “Ο αναστάς εκ νεκρών Χριστός ο αληθινός Θεός ημών”. Διότι εκείνο όπου εσπούδαζον οι Εβραίοι να κάμουν δια να εξαλείψουν το όνομα του Χριστού μας, εγύρισεν εναντίον της κεφαλής των.

 Πρέπει καί ἡμεῖς, ἀδελφοί μου, νά χαιρώμεθα πάντοτε, μά περισσότερον τήν Κυριακήν, ὁπού εἶνε ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ μας. 

Διότι Κυριακήν ἡμέραν ἔγινεν ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας.

Κυριακήν ἡμέραν μέλλει ὁ Κύριος νά ἀναστήση ὅλον τόν κόσμον.

Πρέπει καί ἡμεῖς νά ἐργαζώμεθα τάς ἕξ ἡμέρας διά ταῦτα τά μάταια, γήϊνα καί ψεύτικα πράγματα, καί τήν Κυριακήν νά πηγαίνωμεν εἰς τήν ἐκκλησίαν καί νά στοχαζώμεθα τάς ἁμαρτίας μας, τόν θάνατον, τήν κόλασιν, τόν παράδεισον, τήν ψυχήν μας ὁπού εἶνε τιμιωτέρα ἀπό ὅλον τόν κόσμον, καί ὄχι νά πολυτρώγωμεν, νά πολυπίνωμεν καί νά κάμνωμεν ἁμαρτίας.

Oὔτε νά ἐργαζώμεθα καί νά πραγματευώμεθα τήν Κυριακήν. 
    
Ἐκεῖνο τό κέρδος ὁπού γίνεται τήν Κυριακήν εἶνε ἀφωρισμένο καί κατηραμένο, καί βάνετε φωτιά καί κατάρα εἰς τό σπίτι σας καί ὄχι εὐλογίαν καί ἤ σέ θανατώνει ὁ Θεός παράκαιρα, ἤ τήν γυναίκα σου, ἤ τό παιδί σου, ἤ τό ζῶον σου ψοφᾷ, ἤ ἄλλον κακόν σου κάμνει.

Ὅθεν, ἀδελφοί μου, διά νά μή πάθετε κανένα κακόν, μήτε ψυχικόν μήτε σωματικόν, ἐγώ σᾶς συμβουλεύω νά φυλάγετε τήν Κυριακήν, ὡσάν ὁπού εἶνε ἀφιερωμένη εἰς τόν Θεόν. 

Ἐδῶ πῶς πηγαίνετε, χριστιανοί μου;

Τήν φυλάγετε τήν Κυριακήν; 

Ἄν εἶσθε χριστιανοί, νά τήν φυλάγετε.

Ἔχετε ἐδῶ πρόβατα; Τό γάλα τῆς Κυριακῆς τί τό κάμνετε; Ἄκουσε, παιδί μου· νά τό σμίγης ὅλο καί νά τό κάμνης ἑπτά μερίδια· καί τά ἕξ μερίδια κράτησέ τα διά τόν ἑαυτόν σου, καί τό ἄλλο μερίδιον τῆς Κυριακῆς, ἄν θέλης, δῶσέ το ἐλεημοσύνην εἰς τούς πτωχούς ἤ εἰς τήν Ἐκκλησίαν, διά νά εὐλογήση ὁ Θεός τά πράγματά σου. 

Καί ἄν τύχη ἀνάγκη καί θέλης νά πωλήσης πράγματα φαγώσιμα τήν Κυριακήν, ἐκεῖνο τό κέρδος μή τό σμίγεις εἰς τήν σακκούλα σου, διότι τήν μαγαρίζει, ἀλλά δῶσέ τα ἐλεημοσύνην, διά νά σᾶς φυλάγη ὁ Θεός.


ΠΗΓΗ: katanixis.blogspot.gr

Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ’ ΛΟΥΚΑ - ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ Ζ' ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ - Εὐαγγέλιον - Διδαχή εἰς τῆν παραβολῆν τοῦ Σπορέως (Ἃγιος Κοσμάς ὁ Αἰτωλός)





Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· 5 ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ. καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό· 6 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα· 7 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό. 8 καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καρπὸν ἑκατονταπλασίονα. ταῦτα λέγων ἐφώνει· ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω. 9  Ἐπηρώτων δὲ αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· τίς εἴη ἡ παραβολὴ αὕτη; 10 ὁ δὲ εἶπεν· ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῖς δὲ λοιποῖς ἐν παραβολαῖς, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶ ἀκούοντες μὴ συνιῶσιν. 11 ἔστι δὲ αὕτη ἡ παραβολή· ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ· 12 οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν, ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν. 13 οἱ δὲ ἐπὶ τῆς πέτρας οἳ ὅταν ἀκούσωσι, μετὰ χαρᾶς δέχονται τὸν λόγον, καὶ οὗτοι ρίζαν οὐκ ἔχουσιν, οἳ πρὸς καιρὸν πιστεύουσι καὶ ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται. 14 τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας πεσόν, οὗτοί εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, καὶ ὑπὸ μεριμνῶν καὶ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι συμπνίγονται καὶ οὐ τελεσφοροῦσι. 15 τὸ δὲ ἐν τῇ καλῇ γῇ, οὗτοί εἰσιν οἵτινες ἐν καρδίᾳ καλῇ καὶ ἀγαθῇ ἀκούσαντες τὸν λόγον κατέχουσι καὶ καρποφοροῦσιν ἐν ὑπομονῇ. 

Απόδοση:


Είπεν ο Κύριος αυτή την παραβολή: «Βγήκε ο σποριάς για να σπείρει το σπόρο του΄ καθώς έσπερνε, μερικοί σπόροι έπεσαν στο δρόμο, όπου καταπατήθηκαν, και τους έφαγαν τα πουλιά. Άλλοι έπεσαν στις πέτρες και, όταν φύτρωσαν, ξεράθηκαν, γιατί δεν είχε υγρασία. Άλλοι σπόροι έπεσαν ανάμεσα σε αγκάθια και, όταν αυτά φύτρωσαν μαζί τους, τους έπνιξαν. Άλλοι όμως έπεσαν στο γόνιμο έδαφος, φύτρωσαν κι έδωσαν καρπό εκατό φορές περισσότερο». Αφού τα είπε όλα αυτά, πρόσθεσε με έμφαση: «Όποιος έχει αυτιά για ν’ ακούει, ας τα ακούει». Οι μαθητές του τότε τον ρωτούσαν: «Τι σημαίνει η παραβολή αυτή;» Εκείνος τους απάντησε: «Σ’ εσάς έδωσε ο Θεός να γνωρίσετε τα μυστήρια της βασιλείας του, ενώ στους υπόλοιπους αυτά δίνονται με παραβολές, ώστε να κοιτάζουν αλλά να μη βλέπουν, και ν’ ακούνε αλλά να μην καταλαβαίνουν». «Η παραβολή αυτή σημαίνει το εξής: Ο σπόρος είναι ο λόγος του Θεού. Οι σπόροι που έπεσαν στο δρόμο, είναι εκείνοι που άκουσαν το λόγο του Θεού΄ έρχεται όμως ύστερα ο διάβολος και τον παίρνει απ’ τις καρδιές τους, για να μην πιστέψουν και σωθούν. Οι σπόροι που έπεσαν στο πετρώδες έδαφος, είναι εκείνοι που, όταν ακούσουν το λόγο, τον δέχονται με χαρά, δεν έχουν όμως ρίζα΄ γι’ αυτό πιστεύουν για λίγο διάστημα και, όταν έρθει ο καιρός της δοκιμασίας, απομακρύνονται. Αυτοί που έπεσαν στ’ αγκάθια, είναι εκείνοι που άκουσαν το λόγο, συμπορεύονται όμως με τις φροντίδες, με τον πλούτο και τις απολαύσεις της ζωής, πνίγονται απ’ αυτά και δεν καρποφορούν. Με το σπόρο που έπεσε στο γόνιμο έδαφος εννοούνται όσοι άκουσαν το λόγο με καλή και αγαθή καρδιά, τον φυλάνε μέσα τους και καρποφορούν με υπομονή». Αφού τα είπε όλα αυτά, πρόσθεσε με έμφαση: «Όποιος έχει αυτιά για ν’ ακούει, ας τα ακούει».


Ὁμιλία τοῦ Ἁγίου νέου Ἱερομάρτυρος καί Ἱσαποστόλου Κοσμά τοῦ Αἰτωλού, εἰς τῆν παραβολῆν τοῦ Σπορέως



Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός και Θεός, αδελφοί μου, έχει πολλά και διάφορα ονόματα. Λέγεται Θεός, λέγεται Υιός Θεού, λέγεται και υιός ανθρώπου, λέγεται και σοφία, λέγεται και ζωή, λέγεται και ανάστασις΄ και ανάμεσα εις τα άλλα λέγεται και γεωργός, επειδή σπείρει τον σπόρον. Όπως ο ίδιος είπεν εις την παραβολήν του αγίου και ιερού Ευαγγελίου:

ήταν ένας γεωργός και εβγήκεν από το σπίτι του, επήρε σπόρον και επήγε να σπείρη εις τα χωράφια του. Και εκεί που έσπερνε δεν έπεσεν εις ένα μέρος ο σπόρος εκείνος. Άλλος έπεσεν εις την στράταν, άλλος εις την πέτραν, άλλος εις τα ακάνθια και άλλος εις την καλήν γην. Εκείνος ο σπόρος που έπεσεν εις την στράτα δεν εφύτρωσε, διατί η γη ήταν σκληρά και καταπατημένη από τους διαβάτας, και ήλθαν τα πετεινά του αέρος και τον έφαγαν τον σπόρον εκείνον, και έμεινεν η στράτα άκαρπη. Έπεσε και άλλος σπόρος επάνω εις την πέτραν, είχεν ολίγον χώμα, εφύτρωσε και αυτός ο σπόρος, μα καθώς εβγήκεν ο ήλιος τον επύρωσεν, και μην έχοντας ρίζαν εξηράνθη, και έμεινεν άκαρπος και αυτός ο σπόρος. Έπεσε και άλλος σπόρος ανάμεσα εις τα ακάνθια, εφύτρωσε και αυτός, όμως εβγαίνοντας τα ακάνθια τον έπνιξαν και εχάθη και αυτός ο σπόρος. Εκείνος πάλιν ο σπόρος που έπεσεν εις την γην την καλήν, εκαρποφόρησεν, αλλά δεν είχεν όλη η γη εκείνη την ίδιαν απόδοση. Λόγου χάριν έσπειρεν σε ένα χωράφι ένα κιλόν σιτάρι και έκαμεν εκατόν. Άλλος σπόρος έπεσε σε πτωχοτέραν γην και έκαμεν εξήκοντα, έπεσε και άλλος σπόρος σε αχαμνότερη και έκανε τριάκοντα. Τώρα με φαίνεται αυτήν την παραβολήν να την εκαταλάβατε κομμάτι καλλίτερα, μα ακόμη όχι τόσον καλά.

Μου φαίνεται εύλογον να την ειπούμεν ακόμη απλότερα. Και πρώτον να ειπούμεν ποίος είναι ο γεωργός, δεύτερον ποίον είναι το σπίτι του γεωργού, τρίτον ποίος είναι ο σπόρος, τέταρτον ποία είναι τα χωράφια, πέμπτον ποία είναι η στράτα, έκτον ποία είναι η πέτρα, έβδομον ποία είναι τα ακάνθια, όγδοον ποία είναι η καλή γη που έκαμεν εις το ένα κιλό τα εκατό, τα εξήκοντα, τα τριάκοντα. Τώρα με φαίνεται να την καταλάβετε αυτήν την παραβολήν καλλίτερα. Ο Κύριός μας λοιπόν, που όπως είπαμε είναι ο γεωργός, εβγήκεν από το σπίτι του. Ποίον είναι το σπίτι του Χριστού μας; Η πατρική ουσία, ο πατρικός κόλπος. Πώς εβγήκεν ο Κύριος από την πατρικήν φύσιν και πώς εμείς οι ευσεβείς χριστιανοί πιστεύομεν, δοξάζομεν και προσκυνούμεν την ένσαρκον οικονομίαν του Χριστού μας; Πώς εκαταδέχθη ο Υιός και Λόγος του Θεού, και Θεός αληθινός, και ζωή των απάντων, και εσαρκώθη εις την κοιλίαν της Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, όλος μέσα εις την κοιλίαν της Θεοτόκου, και τέλειος άνθρωπος, όλος μέσα εις την πατρικήν φύσιν και όλος πανταχού; Καθώς οι ακτίνες του ηλίου είναι όλες μέσα εις τον ήλιον, και όλες εξαπλωμένες εις όλον τoν κόσμον, και όλες πανταχού, έτσι είναι και ο Κύριος΄ όλος μέσα εις την πατρικήν ουσίαν και όλος μέσα εις την κοιλίαν της Θεοτόκου και πανταχού. Ενός ανθρώπου τώρα ημπορεί ο νους του να είναι όλος εις την πόλιν και όλος εις το σπίτι του, εις τα παιδιά του, και πάλιν όλος ο νους του να είναι μέσα εις το κεφάλι του χωρίς να λείπει τίποτες. Ο άνθρωπος που είναι πλάσμα του Θεού το έχει αυτό το χάρισμα, και δεν θα δύναται ο Θεός να είναι όλος εις τον ουρανόν και όλος εις κάθε μέρος; Έτσι, αδελφοί μου, εβγήκεν ο Κύριος από το σπίτι του και επήρε σπόρον να σπείρει τα χωράφια του.

Ποία είναι τα χωράφια του; Είναι οι καρδίες των ανθρώπων. Ποίος είναι ο σπόρος; Είναι το άγιον και ιερόν Ευαγγέλιον, το να πιστεύωμεν και να βαπτιζώμεθα εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος, και να έχωμεν την αγάπην εις τoν Θεόν και εις τους αδελφούς μας. Και καθώς ο γεωργός οργώνει το χωράφι και σπέρνει τoν σπόρον, έτσι και ο Κύριος όργωσε τις καρδίες των ανθρώπων με την διδασκαλίαν του, και μας εφύτευσε την ζωήν την αιώνιον.

Ποία είναι η στράτα; Είναι ο υπερήφανος άνθρωπος, που η καρδία του είναι σκληρά, καταπατημένη από τις μέριμνες τις βιοτικές, και ακούει τον λόγον του Θεού και τον δέχεται μετά πάσης χαράς, μα έχει ολίγην ευλάβειαν εις τον Χριστόν, και πηγαίνει με τον διάβολον, και μένει η πέτρα άκαρπη. Ποία είναι τα ακάνθια; Ακάνθια είναι ο πόρνος, που ακούει τον λόγον του Θεού και αυτός΄ ύστερον όμως έρχονται τα πορνικά πάθη και τoν πνίγουν, και χάνεται και μένουν και τα ακάνθια άκαρπα.

Ποία είναι η καλή γη που έκαμε τα εκατόν, τα εξήκοντα και τα τριάκοντα; Εκατόν έκαμε ο τέλειος άνθρωπος, εξήκοντα ο μεσαίος και τριάκοντα ο κατώτερος.

Μα το κεκρυμμένον νόημα που έχει μέσα τούτη η παραβολή δεν το εκαταλάβατε, και μου φαίνεται εύλογον, αδελφοί μου, να σας ειπώ από ένα παράδειγμα εις κάθε ένα, δια να καταλάβετε καλλίτερα αυτήν την παραβολήν.

Και πρώτον ας αρχίσωμεν από την στράταν να ειπούμεν. Έχομεν πολλά παραδείγματα να ειπούμεν. Ας αφήσωμεν τα πολλά και ένα να ειπούμε μόνον, μας φθάνει δια να καταλάβωμεν. Τον παλαιόν καιρόν, χριστιανοί μου, ήταν ένας άνθρωπος και ελέγετο το όνομά του Μανασσής. Τον αξίωσεν ο Πανάγαθος Θεός και έγινε βασιλεύς εις τους Εβραίους. Πενήντα δύο χρόνους εβασάνιζε τους Εβραίους με πολλά παιδευτήρια. Αυτός δεν ήκουεν τον λόγον του Θεού, ήταν σκληροκάρδιος, δεν εμετανόησεν η καρδία του, ήταν στράτα καταπατημένη. Βλέποντας ο πανάγαθος Θεός την κακήν του γνώμην τί κάμνει; Σηκώνει ένα βασιλέα μέσαθε από την Ανατολήν, και τον πολεμεί και τον παίρνει σκλάβον, και τον εκλείδωσε μέσα εις ένα καζάνι αποβραδύς με σκοπόν την άλλην ημέραν να τον κάψει, να τον κάμει θυσίαν εις τα είδωλα. Τί κάμνει ο Μανασσής εκεί μέσα εις το χάλκωμα που ήταν κλεισμένος; Ενεθυμήθη τις αμαρτίες του, έκλαυσε, επαρακάλεσε τον Θεόν να τον ελευθερώσει, και πάλιν άλλην φοράν αμαρτίαν να μη κάμει. Βλέποντας ο Θεός την καλήν του γνώμην, ήκουσε την μετάνοιάν του. Εδέχθη τα δάκρυά του και στέλνει έναν άγγελον και τον ελευθερώνει από εκείνον τον κίνδυνον. Ύστερον επούλησεν τα πράγματά του και τα εμοίρασεν ελεημοσύνην, και επήγεν και ασκήτευεν εις όλην του την ζωήν με νηστείες, αγρυπνίες, προσευχές, κακοπαθίες και επήγεν εις τον Παράδεισον να χαίρεται πάντοτε.
Αν ίσως, αδελφοί μου, και είναι εδώ κανένας από την ευγένειάν σας, και είναι η καρδία του σκληρά, καταπατημένη ωσάν του Μανασσή, ως υπερήφανος, ας μετανοήσει, ας ενθυμηθεί τις αμαρτίες του, ας κλαύσει, και να είναι βέβαιος πως ο Θεός, καθώς εδέχθη την μετάνοιαν εκείνου του Μανασσή, δέχεται καθενός, και την ιδικήν σου και την ιδικήν μου. Τώρα μου φαίνεται με το παράδειγμα αυτό να εκαταλάβατε την στράτα, τι θέλει να ειπεί.

Είπαμε δια την στράταν, τώρα να ειπούμεν και δια την πέτραν. Έχομεν πολλά παραδείγματα, ας αφήσωμε τα πολλά και ας ειπούμεν ένα, ας πάρωμεν δηλ. τον Απόστολον Πέτρον παράδειγμα. Την Μεγάλην Πέμπτην το βράδυ, ηξεύροντας ο Κύριος, ως καρδιογνώστης Θεός πάντα τα μέλλοντα και μάλιστα την καρδίαν των Εβραίων και του Ιούδα, εκάθισεν ο Κύριος και εδίδαξε τους Αποστόλους πολλά και διάφορα νοήματα. Ανάμεσα εις τα άλλα τους είπε και τούτον τον λόγον: Να ηξεύρετε, μαθηταί μου, πως ένας από εσάς, θε να με πουλήσει εις τους Εβραίους δια τριάντα φλωριά, και θε να με περιγελάσουν οι Εβραίοι, να με υβρίσουν, να με δείρουν, να με σταυρώσουν. Όμως μη λυπάσθε, μαθηταί μου, διατί εγώ θέλω να σταυρωθώ δια να σταυρώσω την αμαρτίαν και τον διάβολον, και να δώσω ζωήν εις τους ανθρώπους. Και την τρίτην ημέραν έχω να αναστηθώ, και η Ανάστασίς μου θέλει προξενήσει χαράν εις τον ουρανόν, χαράν εις την γην, χαράν εις τον Αδην, φαρμάκι και σπαθί δίστομον εις την καρδίαν των Εβραίων, και μάλιστα του διαβόλου. Να ηξεύρετε και τούτο, μαθηταί μου, πως τώρα εδώ είστε όλοι μαζωμένοι, τότε έχετε να με αφήσετε και να φύγετε όλοι σας. Απεκρίθη ο Πέτρος και λέγει: Κύριε, όλοι αν σε αρνηθούν, αμή εγώ δεν σε αρνούμαι. Τότε του λέγει ο Κύριος: Πέτρε, μη καυχάσαι. Λέγει ο Πέτρος: Όχι, Κύριε, εγώ είμαι έτοιμος να χύσω το αίμα μου δια την αγάπην σου. Του λέγει πάλιν ο Κύριος: Καλά, Πέτρε, ο καιρός θέλει το δείξει. Λέγει ο Πέτρος: Όχι, Κύριε, μη γένοιτο εις τον αιώνα να σε αρνηθώ ποτέ. Του λέγει πάλιν ο Κύριος: Πέτρε, μη καυχάσαι. Εσύ τώρα που λέγεις πως δεν με αρνείσαι, εσύ πρώτος έχεις να με αρνηθείς απόψε προτού να λαλήσει ο πετεινός, όχι μία ή δύο φορές έχεις να με αρνηθείς, αλλά τρεις. Διατί καλλίτερα ήξευρεν ο Κύριος την καρδίαν του Πέτρου παρά όπου την ήξευρεν ο Πέτρος. Πάλιν λέγει ο Πέτρος: Όχι Κύριε, όλοι αν σε αρνηθούν, μα εγώ δεν σε αρνούμαι ποτέ. Του λέγει ο Κύριος: το σιτάρι όταν το πυρώσει ο ήλιος, τότε φαίνεται πως είναι ριζωμένον, αν δεν ξηρανθεί. Ομοίως και κάθε χριστιανός, όταν του έλθει πειρασμός και δεν αρνηθεί τον Χριστόν, τότε φαίνεται πως είναι χριστιανός.
ΉλΘεν η ώρα, παρεδόθη ο Κύριος με το θέλημά Του εις τας χείρας των παρανόμων Εβραίων, ευθύς εφύγαν οι Απόστολοι, καθώς είπεν ο Κύριος. Επήραν οι Εβραίοι τον Χριστόν μας και τoν επήγαν εις τα παλάτια του Αννα και του Καϊάφα, του Σατανά, και ευθύς άρχισαν και τον εξέταζαν τον Χριστόν μας από που είναι. Επήγεν ο Πέτρος και έστεκεν από μακρυά δια να ιδεί τι τoν κάμνουν τον Χριστόν μας. Έρχεται ένας Εβραίος και λέγει του Πέτρου: και εσύ μαζί με τoν Χριστόν είσαι; Σου πρέπει να σε θανατώσωμεν και εσένα. Απεκρίθη ο Πέτρος και λέγει: δεν είμαι μαζί του, δεν τoν γνωρίζω τι άνθρωπος είναι. Ακούετε, αδελφοί μου, τι έκαμεν ο Πέτρος; Ηρνήθη τoν Χριστόν και επήγε με τoν διάβολον, διατί εκείνος που αρνείται τoν Θεόν δεν έχει αλλού που να πηγαίνη, παρά με τον διάβολον. Πρωτύτερα έστεκε να ιδεί ο Πέτρος τι τoν κάμνουν τoν Χριστόν, ύστερα εκοίταζε την πόρταν να φύγει. Έρχεται άλλος Εβραίος και λέγει του Πέτρου: και εσύ με τoν Χριστόν είσαι; Σου πρέπει να σε θανατώσωμεν και εσένα. Λέγει πάλιν ο Πέτρος, δια δευτέραν φοράν: δεν τον είδα, δεν τoν ηξεύρω τoν Χριστόν τι άνθρωπος είναι. Όταν επλησίασε κοντά εις την πόρταν να φύγει, τoν πιάνει και άλλος Εβραίος και του λέγει: και συ μαζί με τoν Χριστόν είσαι. Εγώ σε γνωρίζω. Σου πρέπει να σε σταυρώσωμεν και εσένα. Λέγει ο Πέτρος: να έχω το ανάθεμα αν ίσως και τoν είδα, αν τoν ηξεύρω τι άνθρωπος είναι. Ακούσετε, αδελφοί μου, τι υπεσχέθη πρωτύτερα, να χύσει και το αίμα του ο Πέτρος δια την αγάπην του Χριστού μας, και τώρα που τoν εξέταζαν τoν Πέτρον δια τoν Χριστόν, παρευθύς τoν ηρνήθη και επήγε με τον διάβολον, ηρνήθη την ζωήν την αιώνιον και επήγεν εις τoν θάνατον. Και καθώς ηρνήθη ο Πέτρος τoν Χριστόν – ω του θαύματος – ελάλησεν ευθύς ο πετεινός, καθώς είπεν ο Κύριος. Ακούοντας ο Πέτρος τoν πετεινόν, εκάηκεν η καρδία του, και εβγαίνοντας έξω από την πόρταν, έπεσε με το κεφάλι κάτου εις την γην και κλαίοντας με μαύρα και πικρά δάκρυα έκαμαν τα μάτια του δύο βρύσες και έτρεχαν ωσάν ποτάμι. Και πάντοτε, όταν άκουε τoν πετεινόν ο Πέτρος εις όλην του την ζωήν, έκλαιεν, ενθυμούμενος την άρνησιν οπού έκαμεν του Χριστού.
Εσταυρώθη ο Κύριος με το θέλημά του, ανέστη την τρίτην ημέραν, εφανερώθη εις επτά γυναίκες μυροφόρες, τις ευλόγησε και τις εχαροποίησε λέγοντάς τους: Πηγαίνετε να ειπήτε των Αποστόλων μου πως αναστήθηκα και να έλθουν εις την Γαλιλαίαν, εκεί τους καρτερώ. Είπετε και του Πέτρου να έλθει. Και διατί εξεχώρισεν τον Πέτρον; Τάχα δεν ήταν και αυτός απόστολος του Χριστού; Μα διατί τoν εξεχώρισε; Δια να στοχασθεί ο Πέτρος πως εδέχθη την μετάνοιάν του ο Κύριος, τα δάκρυά του και τoν εσυγχώρησεν. Επήγαν οι Απόστολοι εις τoν Χριστόν και έλαβαν την χάριν του Παναγίου Πνεύματος. Επήγε και ο Πέτρος, αλλά έστεκε σκυθρωπός ωσάν εντροπιασμένος. Του λέγει ο Χριστός: Πέτρε, Πέτρε, με αγαπάς; Και ερωτώντας τον τρεις φορές του εδιόρθωσε τις τρεις αρνήσεις, και του εσυγχώρησε το σφάλμα του ο Κύριος και του εχάρισε την πρώτην καθέδρα καθώς την είχε και πρώτα. Ύστερον επεριπάτησεν ο Πέτρος από Ανατόλην έως Δύσιν και έκαμε χιλιάδες χριστιανούς. Τον έπιασεν ένας βασιλεύς από την Παλαιάν Ρώμην, και του έλεγε να αρνηθεί τoν Χριστόν και να προσκυνήσει τα είδωλα. Του λέγει ο Πέτρος: Τoν Χριστόν τoν ηρνήθην τρεις φορές, τώρα, βασιλέα, δεν τoν αρνούμαι πλέον, και ό,τι θέλεις κάμε μου, μόνον σε παρακαλώ να με σταυρώσεις με το κεφάλι κάτου δια περισσοτέραν αισχύνην. Τoν επαίδευσε με πολλά παιδευτήρια ο βασιλεύς τoν Πέτρον, ύστερα τον εσταύρωσε με το κεφάλι κάτου, και παρέδωσε την αγίαν αυτού ψυχήν εις τας χείρας του Χριστού μας, και επήγεν εις τoν Παράδεισον να χαίρεται πάντοτε.
Τώρα αν ίσως και είναι εδώ κανένας από την ευγένειάν σας ωσάν τoν Πέτρον, οπού ηρνήθη τoν Χριστόν, ας κλαύσει, ας μετανοήσει, και να είναι βέβαιος πως, καθώς εδέχθη του Πέτρου τα δάκρυα, δέχεται και εσένα, μόνον να μη πέσεις εις απελπισίαν.

Είπαμε δια την πέτραν, τώρα να ειπούμε και δια τα ακάνθια ποια είναι. Έχομεν πολλά παραδείγματα, μα ας αφήσωμεν τα πολλά και ας ειπούμε ένα.
Η οσία Μαρία η Αιγυπτία ήταν δώδεκα χρονών κορίτσι. Έπεσεν εις τας χείρας του διαβόλου, ημέρα και νύκτα ευρισκόταν εις την αμαρτίαν. Την εφώτισεν ο Πανάγαθος Θεός και φεύγει από τoν κόσμον, και επήγεν εις την έρημον. Εκεί εκαθόταν και ασκήτευε σαράντα χρόνους, και με τρία ψωμιά επέρασε την ζωήν της, και εκαθαρίσθη, και έγινεν ωσάν Αγγελος. Θέλοντας ο Κύριος να την αναπαύσει, έστειλεν ένα άγιον ασκητήν, τoν αββά Ζωσιμά, να την εξομολογήσει και να την μεταλάβει τα Αχραντα Μυστήρια. Και έβλεπε την αγίαν ο ασκητής, και έστεκε μίαν πήχυν υψηλά επάνου από την γη. Την εξομολόγησε, την εμετάλαβε τα Αχραντα Μυστήρια, ύστερα παρέδωσε την αγίαν της ψυχήν εις τας χείρας του παναγάθου Θεού, και επήγεν εις τον Παράδεισον να χαίρεται μαζί με τους αγγέλους πάντοτε. Αν ίσως και είναι κανένας εδώ από την ευγένειάν σας, άνδρας ή γυναίκα, ωσάν την Μαρίαν, δηλαδή πόρνος, αυτήν την ώραν ας κλαύσει, ας μετανοήσει, τώρα που έχει καιρόν. Και να είναι βέβαιος πως σώζει εκείνον, καθώς έσωσε και την οσίαν Μαρίαν.

Είπαμεν τους τρεις τρόπους των αμαρτωλών, τώρα θέλετε να ειπούμε και τους τρεις των δικαίων; Ή τους ηξεύρετε; Και πρώτον ας ειπούμεν ποία είναι η καλή γη, που έκαμε τα εκατό. Έχομεν πολλά παραδείγματα να ειπούμεν, μα ας αφήσωμε τα πολλά και ας ειπούμεν ένα. Ας πάρωμεν μίαν γυναίκα παράδειγμα, δια να μη παραπονούνται αι γυναίκες, και λέγουν πως οι άνδρες ημπορούν να κάνουν καλά και σώνονται, και αυτές είναι αδύνατες και δεν ημπορούν. Και ας πάρωμεν παράδειγμα την αγίαν Παρασκευήν.
Η αγία Παρασκευή ήταν δώδεκα χρονών κορίτσι από γένος ευγενικόν. Απέθανεν ο πατέρας της και η μητέρα της. Κάθεται η Αγία και κάνει έναν πύργον υψηλόν και δυνατόν, και έβαλε τα πράγματά της όλα μέσα. Έβαφε τα μάτια της με μαυράδι, έβανε σκουλαρίκια στα αυτιά της, έβαφε το πρόσωπό της και τα χείλη της με κοκκινάδι, έβανε γερδάνια εις τον λαιμόν της, είχε και δακτυλίδια εις τα δάκτυλά της, είχε και ένα ζωνάρι μαλαματένιο εις την μέσην της, βάνει και ένα φόρεμα ωραιότατον και παπούτσια ως μίαν πιθαμήν υψηλότερα από τα άλλα κορίτσια. Με αυτά εστολιζόταν η αγία. Είναι εδώ κανένα κορίτσι που θέλει να στολίζεται; Ας πάρει παράδειγμα να στολίζεται ωσάν την αγίαν Παρασκευήν.
Τώρα να ιδούμεν ποίος είναι ο πύργος ο υψηλός. Ο υψηλός και δυνατός πύργος είναι ο ουρανός, που εμοίρασεν δηλαδή όλα της τα πράγματα ελεημοσύνην, και τα έστειλεν με τους πτωχούς εις τον Παράδεισον. Με τι έβαφε τα μάτια της; Όχι με μαυράδι ωσάν μερικές γυναίκες ανόητες, που το βάνουν δια να φαίνονται εύμορφες εις τους άνδρας, αλλά εσηκωνόταν η Αγία κάθε αυγή, και ενθυμούμενη τις αμαρτίες των χριστιανών, έκλαιε κτυπώντας το πρόσωπόν της και βρέχοντάς το με δάκρυα. Ποία είναι τα σκουλαρίκια; Είχε τα αυτιά της ανοικτά, στέκοντας με ευλάβειαν δια να ακούη το ιερόν και άγιον Ευαγγέλιον. Με τι έβαφε τα χείλη της; Όχι με κοκκινάδι, αλλά λέγοντας το «Κύριε Ιησού Χριστέ», είχε δηλαδή στα χείλη της την ιδίαν την αλήθεια. Ποίον είναι το γερδάνι που είχεν εις τον λαιμόν της; Είναι από τις νηστείες που έκανε, και έλαμπεν ο λαιμός της ωσάν τον ήλιον. Ποία είναι τα δακτυλίδια; Είναι από τις πολλές μετάνοιες που έκαμνε και εγίνοντο κόμποι κόμποι τα δάκτυλά της. Ποίον είναι το ζωνάρι το μαλαματένιο; Είναι η παρθενία που εφύλαγεν εις όλην της την ζωήν. Ποίον είναι το φόρεμα; Είναι η εντροπή που είχεν εις του λόγου της, και ο φόβος του Θεού που την εσκέπαζε. Ποία είναι τα παπούτσια τα υψηλά; Είναι ο νους της, που τον είχεν εις τον ουρανόν, και δεν τον είχεν εις την γην να στοχάζεται τούτα τα μάταια, τα ψεύτικα, τα γήινα ωσάν τα άλλα κορίτσια. Έτσι εστολιζόταν η Αγία. Αν ίσως και είναι κανένα κορίτσι και θέλει να στολίζεται ωσάν την αγίαν Παρασκευήν, να στοχασθεί τι έκαμεν η Αγία, να κάμει και εκείνη δια να σωθεί.
Έτσι αδελφοί μου, η αγία Παρασκευή έμαθε γράμματα και έγινε σοφωτάτη, επούλησε τα πράγματά της και τα έδωκεν ελεημοσύνην, εφύλαξε παρθενίαν εις όλην της την ζωήν. Την αξίωσεν ο Θεός και έκαμε θαύματα, ιάτρευε τυφλούς και κουφούς και λεπρούς και δαιμονισμένους, και νεκρούς ανέσταινε. Δύο Εβραίοι, τέκνα του διαβόλου, βλέποντες την Αγίαν να κάνει θαύματα, την εφθόνησαν και πηγαίνοντες εις τον βασιλέα Αντωνίνον, ο οποίος ήταν από την παλαιάν Ρώμην, του λέγουν πως είναι χριστιανή. Ακούοντας ο βασιλεύς πως η αγία Παρασκευή πιστεύει εις τον Χριστόν, την κράζει ο βασιλεύς και της λέγει: Παρασκευή, αρνήσου τον Χριστόν και έλα να θυσιάσεις εις τους μεγάλους Θεούς να σε κάμω βασίλισσα. Λέγει του η Αγία: εγώ δεν είμαι τρελλή και ανόητη ωσάν εσένα να αρνηθώ τον Χριστόν μου, και να πηγαίνω με τον διάβολον, να αφήσω την Ζωήν, και να πηγαίνω εις τον θάνατον. Αμποτε εσύ να άφηνες το σκότος και να έλθεις εις το φως. Ακούετε, αδελφοί μου, ένα κορίτσι να ομιλεί με τέτοιαν παρρησίαν εμπρός εις τον βασιλέα; Όποιος έχει τον Χριστόν εις την καρδίαν του δεν φοβάται όλον τον κόσμον. Αν ίσως θέλομεν και εμείς, αδελφοί μου, να μη φοβούμεθα μήτε ανθρώπους μήτε δαίμονας, τον Θεόν να έχωμε πάντοτε εις την καρδίαν μας, και έτσι να μη φοβούμεθα τίποτε. Λέγει της αγίας ο βασιλεύς: τρεις ημέρες σου δίδω διορίαν, διότι αν ίσως και δεν έλθεις να προσκυνήσεις τα είδωλα σε τρεις ημέρες, θα σε θανατώσω, θα σε καύσω μέσα εις ένα καζάνι. Του λέγει η Αγία: Βασιλέα, εκείνο που θέλεις να κάμεις εις τρεις ημέρας, κάμε το τώρα, διατί εγώ δεν αρνούμαι τον Χριστόν μου. Τότε προστάζει ο βασιλεύς και ανάφτουνε μίαν φωτιάν μεγάλην και βάνουν ένα καζάνι γεμάτο πίσσα, θειάφι και κατράμι και βράζει καλά. Βλέποντας η Αγία το καζάνι που έβραζε εχαιρόταν, πως έμελλε να αναχωρήσει από τούτον τον ψεύτικον κόσμον δια να υπάγει εις τον Αληθινόν. Προστάζει ο βασιλεύς να βάνουν την Αγίαν μέσα εις το καζάνι δια να καεί. Έκανε τον σταυρόν της η Αγία και εμβαίνει μέσα. Καρτερεί δύο τρεις ώρες ο βασιλεύς, έβλεπε οπού δεν εκαιγόταν η Αγία. Τότε της λέγει ο βασιλεύς: Παρασκευή, διατί δεν καίεσαι; Του λέγει η Αγία: Ο Χριστός μου το εδρόσισε και δεν καίομαι. Της λέγει ο βασιλεύς: Ράντισέ με και εμένα εις το πρόσωπον να ιδώ, καίει; Επήρεν η Αγία με τα δύο της χέρια και του ρίχνει εις το πρόσωπον, και ευθύς –ω του θαύματος- ετυφλώθηκε και εγδάρθηκε το πρόσωπόν του. Φωνάζει ο βασιλεύς: Μέγας ο Θεός των χριστιανών! Πιστεύω και εγώ τον Θεόν που πιστεύεις και εσύ, Παρασκευή, μόνον έβγα γρήγορα να με βαπτίσεις. Εβγήκεν η αγία Παρασκευή και τον εβάπτισε με όλον του το βασίλειον και εκαθαρίσθη. Εβγήκεν η Αγία Παρασκευή και επήγε και εδίδαξε και ένα άλλο βασίλειον και τους εβάπτισε. Ύστερον την έπιασεν άλλος βασιλεύς και την αποκεφάλισε, και επήγεν εις τον Παράδεισον να χαίρεται πάντοτε. Αυτή η αγία έκαμε τα εκατόν και εκέρδισε πέντε στεφάνους: πρώτον στέφανον έχει να λάβει διατί εμοίρασεν όλα της τα υπάρχοντα ελεημοσύνην, δεύτερον διατί έμαθε γράμματα και έγινε σοφωτάτη,τρίτον διατί εφύλαξε παρθενίαν εις όλην της την ζωήν, τέταρτον διατί εδίδαξε δύο βασιλείς και τους έκαμε χριστιανούς, πέμπτον διατί έχυσε το αίμα της δια την αγάπην του Ιησού Χριστού. Αυτή η Αγία έκαμε τα εκατόν. Είναι εδώ κανένας από λόγου σας που θέλει να γένη τέλειος ωσάν την αγίαν Παρασκευήν; Ας αγωνίζεται δια να σωθεί.

Μα δεν ημπορεί να κάμει τα εκατόν; Ας έλθωμεν παρακάτω, εις εκείνον που έκαμε τα εξήκοντα.

Εις τας εννέα του Οκτωβρίου μηνός εορτάζει η αγία μας Εκκλησία ένα άγιον Ανδρόνικον με την αγίαν Αθανασίαν. Ήταν ανδρόγυνον, τους εχάρισεν ο πανάγαθος Θεός δύο τέκνα αρσενικά, το ένα ήταν δέκα χρονών και το άλλο δώδεκα. Μίαν ημέραν απέθαναν και τα δύο. Εκαθόταν και έκλαιεν η αγία Αθανασία δια τα παιδιά της. Έρχεται Αγγελος Κυρίου και της λέγει: Αθανασία, διατί κλαίεις και λυπάσαι; Τα παιδιά σου χαίρονται μέσα εις τον Παράδεισον, και έχεις να τα απολαύσεις εις την Δευτέραν Παρουσίαν, και μη λυπάσαι. Έτσι την επαρηγόρησεν ο Αγγελος. Λέγει η Αθανασία του Ανδρονίκου: Αφέντη, χιλιάδες άνθρωποι και γυναίκες έζησαν και εφύλαξαν παρθενίαν εις όλην τους την ζωήν, εμείς δεν εφυλάξαμεν. Μας εχάρισεν ο Θεός δύο παιδιά και μας τα επήρε, επανδρευθήκαμεν και εκάμαμεν τα σωματικά, δεν γινόμεθα καλόγεροι να κάμωμε και τα ψυχικά, να υπάγωμεν εις τον Παράδεισον; Πρώτον, η Αθανασία ονόμασε τον άνδρα της αφέντη. Είναι δια τιμήν της γυναικός να λέγει τον άνδρα της αφέντη. Της απεκρίθη και ο ευλογημένος Ανδρόνικος και της λέγει: Ας είναι, αδελφή μου, ας γίνει το θέλημα του Θεού. Αδελφή την ονόμασεν, και από εκείνην την ώραν εζούσαν ωσάν αδελφοί. Επούλησαν τα πράγματά τους και τα εμοίρασαν ελεημοσύνην, επήγαν και οι δύο εις μοναστήρια και έγιναν καλόγεροι και περνούσαν με νηστείες, σκληραγωγίες, κακοπάθειες, και εσώθησαν και επήγαν εις τον Παράδεισον. Αυτοί έκαμαν τα εξήκοντα, διατί έκαμαν πρώτον τα σωματικά, έκαμαν και τα ψυχικά. Αυτοί βέβαια είναι κατώτεροι από την Αγίαν Παρασκευήν.
Αν ίσως και θέλει να κάμει τα εξήκοντα κανένας από λόγου σας, ας αγωνίζεται ωσάν τον Αγιον Ανδρόνικον και την Αγίαν Αθανασίαν και σώνεται. Και αν είναι κανένας από λόγου σας και δεν ευχαριστείται με την γυναίκα του και γυρεύει ξένην γυναίκα, ας στοχασθεί τον Αγιον Ανδρόνικον τι έκαμε, και ας εντρέπεται. Αν ίσως πάλιν και είναι καμία γυναίκα που δεν ευχαριστείται με τον άνδρα της, αλλά θέλει άλλον άνδρα, ας στοχασθεί τι έκαμεν η Αγία Αθανασία, και ας εντρέπεται.

Πάλιν δεν ημπορείτε να κάμετε τα εξήκοντα; Ας έλθωμεν παρακάτω, εις εκείνον που έκαμε τα τριάκοντα. Έχομεν πολλά παραδείγματα να αναφέρωμε, μα ας αφήσωμε τα πολλά και ας ειπούμε ένα.

Εις την Ανατολήν ήταν ένας άνθρωπος, το όνομά του παπα Ιωάννης, υπανδρευμένος, είχεν είκοσι παιδιά. Και μίαν ημέραν ένας Δεσπότης εκόνευσεν εις το σπίτι του παπα Ιωάννου. Βλέπει τα παιδιά που εκάθονταν. Ερωτά ο δεσπότης τον παπά. Τίνος είναι τα παιδιά; Λέγει ο παπα Ιωάννης: Εδικά μου είναι, αφέντη Πανιερώτατε, ο Θεός μου τα εχάρισε. Του λέγει ο Δεσπότης: Πόσα παιδιά είναι; Λέγει ο παπα Ιωάννης: είκοσι. Λέγει ο Δεσπότης. Πόσους χρόνους έχεις υπανδρευμένος; Λέγει ο παπάς: δεκαοχτώ. Τότε λέγει ο Δεσπότης του παπά: Δια δεκαοχτώ χρόνους να έχεις είκοσι παιδιά, εσένα σου πρέπει να είσαι καθηρημένος. Λέγει ο παπάς: Να εξομολογηθώ, Δεσπότη μου, και αν το εύρεις εύλογον, ας είναι ορισμός του Θεού.
Αρχίνισε ο παπάς και λέγει: Εγώ, Δεσπότη μου, έμαθα γράμματα ελληνικά, έγινα δεκαοκτώ χρονών αναγνώστης και υποδιάκονος, εικοσιπέντε διάκονος και όταν έγινα τριάντα χρονών, με επαρακάλεσαν οι χριστιανοί, και ο δεσπότης και έγινα παπάς, χωρίς να δώσω κανένα άσπρο. Κατά τους θείους και ιερούς νόμους υπανδρεύθηκα. Πρώτον εξωμολογηθήκαμεν με την παπαδιά μου, επήγαμεν εις την εκκλησίαν και εστεφανωθήκαμεν. Έπειτα από το στεφάνωμα εκοινωνήσαμεν τα Αχραντα Μυστήρια, και ωσάν επέρασαν τρεις ημέρες εσμίξαμεν με την παπαδιά μου, και ωσάν έμεινεν έγκυος, εχωρίσαμεν, έως ότου εσαράντισε, και τότε εματασμίξαμεν, και πάλιν έμεινε έγκυος και ευθύς ανεχώρησα. Με τέτοιον τρόπον έκαμα τα είκοσι παιδιά οπού βλέπει η πανιερότης σου δια δεκαοκτώ χρόνια. Λέγει ο δεσπότης: Συγχωρημένος να είσαι να κάμεις πενήντα και εκατό παιδιά. Έτσι ο ευλογημένος παπάς έμαθε τα παιδιά του γράμματα, τα εκπαίδευε με νουθεσίες καλές, και επήγε και εις τον Παράδεισον να χαίρεται πάντοτε. Αυτός έκαμε τα τριάκοντα, είναι παρακάτω από εκείνον που έκαμε τα εξήκοντα. Θέλεις και συ, αδελφέ μου, να κάμεις τα τριάκοντα ωσάν τον παπα Ιωάννην; Αγωνίζου τώρα που έχεις καιρόν, και σώνεσαι.

Αυτή είναι η εξήγησις της παραβολής, αυτήν την παραβολήν εφανέρωσεν ο Κύριος, μα ακόμη δεν εκαταλάβατε το νόημά της, και λέγει έτσι: Ο πρώτος σπόρος οπού έπεσεν εις την στράταν είναι οι Εβραίοι, οι οποίοι είναι δια την Κόλασιν. Ο δεύτερος σπόρος οπού έπεσεν εις την πέτραν είναι οι ασεβείς, ομοίως είναι κάλπικη η πίστις τους, του διαβόλου. Ο τρίτος σπόρος οπού έπεσεν εις τα ακάνθια είναι οι αιρετικοί, και αυτών η πίστις του διαβόλου είναι. Ο τέταρτος σπόρος οπού έπεσε εις την καλήν γην, είναι η πίστις των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών, οι οποίοι σώνονται, μα πώς σώνονται; Σώνεται ο καθένας καθώς έπραξεν. Αν ίσως και έκαμε καλά, πηγαίνει εις τον Παράδεισον, αν έκαμε κακά, πηγαίνει εις την Κόλασιν. Διατί ο κόσμος είναι μοιρασμένος εις τέσσαρα μέρη. Τα τρία μέρη είναι δια την Κόλασιν και το άλλο μέρος δια τον Παράδεισον. Αυτό είναι το νόημα του Χριστού, και όποιος θέλει ας στοχασθεί καλά με τον νουν του, αν θέλει να σωθεί.
(18ος αιών – «Διδαχές» Ε’ διδαχή σελ. 248, «Πατερικόν Κυριακοδρόμιον», σελίς 325 και εξής, Επιμέλεια κειμένου: Δημήτρης Δημουλάς)

Πηγή: alopsis.gr

ΔΕΙΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ:

Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου 2013

ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑΣ (24 Ἀυγούστου)


«Τον Πάπαν να καταράσθε, διότι αυτός θα είναι η αιτία». 
Καταγωγή, και εγκύκλια μόρφωση

Στο χωριό Μέγα Δένδρο της Αιτωλίας γεννήθηκε ένα παιδί πού επρόκειτο να αναδειχθεί ο φωτιστής του Γένους των Ελλήνων. Ήταν το έτος 1714 όταν οι καταγόμενοι από τα
Γραμμενοχώρια της Ηπείρου και εγκαταστημένοι στο Απόκουρο γονείς του έφεραν στον κόσμο τον Κώνστα (Κωνσταντίνο) Δημητρίου η Ανυφαντή. Όταν έγινε 10 χρονών,
ένιωσε ζωηρή την επιθυμία να μάθει γράμματα. Έτσι οι απλοί αλλά ευσεβείς γονείς του τον έστειλαν στη Σιγδίτσα της Παρνασσίδος, όπου ο ιεροδιάκονος Γεράσιμος Λίτσικας
δίδασκε τα στοιχειώδη ελληνικά γράμματα και μαθήματα. Στη συνέχεια, εργαζόμενος άλλοτε ως δάσκαλος, ενίοτε καταγινόμενος με αγροτικές ασχολίες πληροφορήθηκε ότι στο
Άγιον Όρος, τον Άθω, είχε ιδρυθεί η «Αθωνιάδα Σχολή».


Στο Άγιον Όρος

Φλεγόμενος από ζήλο για ευρύτερη παιδεία και την επιθυμία να φανεί χρήσιμος στο «δοῦλον Γένος», αποφάσισε να αφήσει πατρίδα, οικείους και ασχολίες και να μεταβεί στο 
Άγιον Όρος, προκειμένου να φοιτήσει στη νέα Σχολή. Το έτος 1759 εκάρη μοναχός στην αθωνική Ιερά Μονή Φιλοθέου, έλαβε το όνομα Κοσμάς και ζούσε σύμφωνα με τους 
μοναχικούς κανόνες νηστεύοντας, προσευχόμενος, μελετώντας. Ντυμένος με απλό ράσο, δεν είχε δεύτερο, όπως έλεγε ο ίδιος: «Δέν ἔχω μήτε ἄλλο ράσο ἀπό αὐτό πού φορῶ». 
Έτρωγε τόσο, όσο ήταν απαραίτητο για να κρατιέται στη ζωή. Έλεγε αργότερα: «Τά ἑκατό δράμια ψωμί εἶναι ἀπαραίτητα... καί εὐλογημένα. Ὅταν ὅμως τρώγω ἑκατόν δέκα, εἶναι 
περιττά καί πονηρά τά δέκα». Λίγους μήνες αργότερα χειροτονήθηκε Διάκονος και Πρεσβύτερος. Ήταν ήδη 45 ετών, μορφωμένος, ώριμος, γεμάτος από αγάπη προς τον Θεό 
και έτοιμος να προσφέρει συστηματικά και ολοκληρωτικά τον εαυτό του στην υπηρεσία του σκλαβωμένου Γένους. 



«Στα μικρά χωριά και τον πλατύ κάμπο»

Ο άγιος Κοσμάς, από το έτος 1760 ως τον μαρτυρικό θάνατο του το 1779, πραγματοποίησε τέσσερις (ορισμένοι μελετητές τις αριθμούν σε τρεις) περιοδείες, οργώνοντας
κυριολεκτικά ολόκληρη την ηπειρώτικη Ελλάδα, τις Κυκλάδες, τα Επτάνησα, τα Δωδεκάνησα, τις Σποράδες και τη Βόρειο Ήπειρο.
Η α΄ περιοδεία του (1760-63) περιέλαβε τη Θράκη, τη Μακεδονία, τη Θεσσαλία, την Αιτωλοακαρνανία, τον Βάλτο, τα Άγραφα και την Ήπειρο. Στο τέλος της περιοδείας αυτής
πήγε εκ νέου στην Κωνσταντινούπολη για να ενημερώσει τον πατριάρχη Ιωαννίκιο τον Γ΄ (1761-63) για τα αποτελέσματα του έργου του και να ζητήσει και πάλι την ευλογία και
άδειά του προς συνέχιση της αποστολής του.
Η β΄ περιοδεία κράτησε 11 χρόνια (1763-74) και κατ’ αυτήν πλην της Θράκης, της Μακεδονίας, της Αιτωλοακαρνανίας, της Θεσσαλίας και της Ηπείρου, πήγε στο Άγιον Όρος και
τις Σποράδες, από δε το Γαλαξίδι επέστρεψε και πάλι στην Κωνσταντινούπολη. Με νέα ευλογία και άδεια του πατριάρχη Σωφρονίου Β΄ (1774-80) ξεκίνησε.
Η γ΄ περιοδεία (1774-77) πού περιέλαβε τα Δωδεκάνησα, τις Κυκλάδες, το Άγιον Όρος, τη Χαλκιδική, τις πόλεις Βέροια, Καστοριά, Κορυτσά, Μοσχόπολη, Δέλβινο, Αργυρόκαστρο,
Τεπελένι, Ιωάννινα, Μέτσοβο, Γρεβενά, Σέρβια, Δεσκάτη, Ελασσόνα, Τρίκαλα, Άρτα, Πρέβεζα, τα νησιά Λευκάδα, Κεφαλονιά, Ζάκυνθο και Κέρκυρα, απ’ όπου πέρασε απέναντι,
στους Άγιους Σαράντα.
Από τους Άγιους Σαράντα ξεκίνησε την δ΄ περιοδεία του (1777-79), με επίκεντρο της αποστολικής δράσεως του την Ήπειρο, και κυρίως τη Βόρειο, η οποία κατεξοχήν κινδύνευε
να αφελληνισθεί εξαιτίας των βίαιων εξισλαμισμών. Επισκέφθηκε όμως στη διάρκειά της και τις περιοχές Μοναστηρίου, Καστοριάς, Γρεβενών, Θεσσαλονίκης, Θεσσαλίας.

Διδάχοι και φωτιστής του λαού

Όπως επισημαίνει ο μελετητής του βίου και των Διδαχών του Δρ. Ιω. Β. Μενούνος, ο άγιος Κοσμάς «...φρόντιζε συνήθως μέ τρεῖς διαδοχικές διδαχές, στόν ἴδιο τόπο, νά μεταδίδει
στούς ἀκροατές τοῦ τίς βασικές γνώσεις ποῦ ἔπρεπε νά γνωρίζουν ὡς χριστιανοί». Και ποιές ήταν αυτές; «...Στήν πρώτη διδαχή ...ἄρχιζε ἀπό τήν Δημιουργία, ἀπό τόν Θεό, τῶν
ἀγγέλων καί τοῦ ὑλικοῦ κόσμου, προχωροῦσε στούς πρωτοπλάστους..., τήν πτώση καί τήν ἔξωσή τους ἀπό τόν Παράδεισο, τήν τιμωρία τούς δηλαδή τόσο ἐδῶ στή γῆ, ὅσο καί
μετά τόν θάνατό τους, στόν ἄλλο κόσμο».
Στη δεύτερη διδαχή «διηγόταν τή γέννηση καί τή ζωή τῆς Παναγίας, τή γέννηση καί τή ζωή τοῦ Χριστοῦ, τό βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης μέ τό Μυστικό Δεῖπνο, τήν προδοσία τοῦ
Ἰούδα καί τήν αὐτοκτονία του», ενώ στην τρίτη διδαχή «θέμα του ήταν η Ανάσταση του Χριστού, το έργο των Αποστόλων και η εξάπλωση της χριστιανικής πίστεως με κατάληξη
τη Δευτέρα Παρουσία, μετά την οποία οι αμαρτωλοί τιμωρούνται στην Κόλαση και οι δίκαιοι αμείβονται στον Παράδεισο».
Το επί 20ετία περίπου αποστολικό έργο του μεγάλου Διδάχου είχε τεράστια ευεργετική επίδραση στην ψυχή του ελληνικού λαού. Άνθρωποι παραδομένοι ως τότε στα πάθη, τις
κλοπές, τους φόνους, τις αρπαγές, την ανηθικότητα, την αδιαφορία περί την πίστη, όταν άκουγαν τις διδαχές του άγιου άλλαζαν τρόπο ζωής.

Ιδρυτής σχολείων και υπέρμαχος της ελληνικής γλώσσας

Ως μόνο λύση για να βγει το Γένος των Ελλήνων από την απελπιστική αυτή κατάσταση έβλεπε την ίδρυση σχολείων. Με την λειτουργία σχολείων, την καλλιέργεια της ελληνικής 
γλώσσας και την τόνωση της ορθοδόξου Πίστεως πέτυχε την αναχαίτιση των εξισλαμισμών πού είχαν προσλάβει δραματικές διαστάσεις σε ορισμένες περιοχές του ελλαδικού 
χώρου. Το αποτέλεσμα των προσπαθειών του μας αφήνει κατάπληκτους. Μες στα 20 χρόνια της αποστολικής του δράσεως πέτυχε την ίδρυση και λειτουργία τόσων σχολείων, 
πού «κανένας ποτέ δέν μπόρεσε, ἔστω καί κατέχοντας ἐξουσία ὅσα αὐτός, μέ τόσο ἀνύπαρκτα μάλιστα μέσα». Λίγο πριν από τον μαρτυρικό του θάνατο, έγραφε στον αδελφό του 
Χρύσανθο: «ἕως τριάκοντα ἐπαρχίας περιῆλθον, δέκα σχολεῖα ἑλληνικά ἐποίησα, διακόσια διά κοινά γράμματα...» (στά ὁποῖα διδάσκονταν σχετικῶς μέσα καί ἀνώτερα ἡ στοιχειώδη 
μαθήματα ἀντιστοίχως).


Κοινωνικός εργάτης. Στύλος Ορθοδοξίας και ελληνικότητας

Επαινεί την τίμια εργασία, θεωρώντας την ως ευλογία για την απόκτηση των απαραίτητων προς το ζην. Συνιστά: «Νά βγάζετε τό ψωμί σας μέ τόν ἱδρώτα σας, διότι εἶναι
εὐλογημένο καί, ἄν θέλης, δῶσε κομμάτι ἀπό ἐκεῖνο τό ψωμί τοῦ πτωχοῦ• μέ ἐκεῖνο ἀγοράζεις τόν Παράδεισον» (Διδαχή Α΄). Καταδικάζει όμως τις αδικίες και την τοκογλυφία
(οζούρες άσπρων): «Νά κλαίετε καί νά θρηνῆτε ὅσοι ζῆτε μέ ἀδικίες καί μέ ἁρπαγές, μέ καμάτες καί μέ ὀζοῦρες ἄσπρων, διότι αὐτά ἀφωρισμένα εἶναι» (Διδαχή Α΄) και σε
περίπτωση πού από αυτά δοθεί ελεημοσύνη, «τίποτε δέν ὠφελοῦν, ὅτι φωτιά εἶναι καί σᾶς καίουν». Άλλοτε έλεγε: «Ἕνα ἄσπρο (νόμισμα) ἄδικο νά βάλης μέσα εἰς ἑκατό πουγγιά,
ὅλα τά μαγαρίζει. Ὁμοίως πάλιν νά πάρης ἕνα πρόβατο κλεμμένο νά τό βάλης μέσα εἰς ἑκατό ἡ χίλια πρόβατα, ὅλα τά τρώγει ἐκεῖνο τό κλεμμένο» (Διδαχή Γ΄). Γι’ αυτό και
προτρέπει: «Ὅσοι ἀδικήσαμε νά δίνωμε τά ἄδικα ὀπίσω».

Συμβούλευε να πάψουν τις ληστείες, πού την εποχή εκείνη διαπράττονταν ιδίως στις ορεινές περιοχές. Συνιστούσε στους χριστιανούς να αποφεύγουν τα δικαστήρια των Αγαρηνών
και κάθε μορφής μαγείες, εξορκισμούς και εμποδέματα, ότι «φωτιά βάνετε εἰς τά ὀσπίτια σας». Ιδιαίτερα μερίμνησε, με λόγια και έργα, για την προστασία των φτωχών, ορφανών,
εγκαταλειμμένων, άρρωστων και παραστρατημένων παιδιών. Και για να πετύχει στο σκοπό του, παρακινεί πλούσιους και φτωχούς να φροντίζουν αυτά τα παιδιά όπως το δικό τους,
λέγοντας: «Ἄν θέλης νά ζήση τό παιδί σου, ἐγώ νά σέ εἰπῶ πῶς νά κάμης. Νά κάμης τοῦ παιδιοῦ σου ἕνα φόρεμα κι ἄλλο ἕνα ἐκείνου τοῦ φτωχοῦ• καί διά τό χατήρι ἐκείνου τοῦ
φτωχοῦ παιδιοῦ, χαρίζει ὁ Θεός τήν ζωήν τοῦ παιδιοῦ σου. Καί νά ἀγαπᾶς τά φτωχά τά παιδιά καλύτερα ἀπό τά ἐδικά σου...»

Από την άλλη, τονίζει και άλλα βασικά σημεία στο κήρυγμά του, με κοινωνικές προεκτάσεις. Καταδικάζει τον εγωισμό και επαινεί την ταπεινοφροσύνη. Χαρακτηρίζει την
υπερηφάνεια «πρώτη θυγατέρα του διαβόλου, στράτα οπού μας πηγαίνει εις την κόλασιν », ενώ την ταπείνωση «ὅπου εἶναι ἀγγελική, στράτα ὁπού μᾶς πηγαίνει εἰς τόν
παράδεισον» (Διδαχή Α΄). Συνιστά τον αλληλοσεβασμό, την αναγνώριση των κοινωνικών ρόλων, την απόδοση τιμής και σεβασμού στους γεροντότερους, την αγάπη μεταξύ των
συζύγων κ.λπ.
Με όλα αυτά, κι ακόμα περισσότερα, αναδείχθηκε σε κείνους τους δύσκολους καιρούς, στύλος της Ορθοδοξίας και της ελληνικότητας. Η επωδός του «ψυχή καί Χριστός σᾶς
χρειάζονται» αποτελούσε τη συνισταμένη του ιεραποστολικού του έργου. Στήριζε τις ψυχές των χριστιανών, ποδηγετούσε και ενίσχυε τον πατριωτισμό τους, προετοίμαζε «το
ποθούμενον». Υπήρξε κήρυκας της ισότητας, της αδελφότητας και της δικαιοσύνης λίγα χρόνια πριν οι τρεις αυτές έννοιες αποτελέσουν το σύνθημα της Γαλλικής Επανάστασης
(τού 1789).

Τουρκαλβανοί, Εβραίοι και χριστιανοί τον οδηγούν στο μαρτυρικό τέλος

Όμως η 20ετής δράση του άγιου Κοσμά δεν δημιούργησε μόνο θαυμαστές και φίλους. Γέννησε και εχθρούς πού δεν έβλεπαν με καλό μάτι την απήχηση πού είχε ο λόγος και τα 
έργα του στο λαό. Έγραφε ο ίδιος στον αδελφό του Χρύσανθο, στις 2 Μαρτίου του 1779: «Δέκα χιλιάδες χριστιανοί μέ ἀγαπῶσι καί ἕνας μέ μισεῖ. Χίλιοι Τοῦρκοι μέ ἀγαπῶσι καί 
ἕνας ὄχι τόσον. Χιλιάδες Ἑβραῖοι θέλουν τόν θάνατόν μου καί ἕνας ὄχι». Γιατί αυτό;
Οι Έλληνες τον αγαπούσαν, αλλά υπήρχαν και ελάχιστοι ανάμεσά τους, κοτζαμπάσηδες και ανώτεροι κληρικοί, πού θίγονταν επειδή ο άγιος στηλίτευε την προκλητική τους ζωή. 
Οι λίγοι Τούρκοι και Αλβανοί, για τον ίδιο λόγο, επειδή έλεγχε την ασυδοσία της εξουσίας τους. Οι Βενετσιάνοι και κυρίως οι Εβραίοι, επειδή ζημιώθηκαν οικονομικά από τις 
συστάσεις του να μεταφερθούν τα κατά τόπους παζάρια από την Κυριακή στο Σάββατο.
Και ο κύβος ερρίφθη. Οι Εβραίοι της περιοχής «έδωκαν πολλά πουγγία (χρήματα) εις τον πασάν, διά να τον εβγάλη από την ζωήν, όστις και συμβουλευθείς με τον χόντζαν του, 
απεφάσισε διά μέσου αυτού να τον θανατώση».

Στις 23 Αυγούστου του έτους 1779 ο φλογερός διδάχος του Γένους είχε φτάσει στο χωριό Κολικόντασι της περιοχής Βερατίου. Ενώ λοιπόν κήρυττε «τον ύστατον λόγον του», 
ενώπιον μεγάλου πλήθους λαού, έρχονται στρατιώτες του Κούρτ πασά, ο οποίος είχε ήδη πάρει «πολλά πουγγία», και χωρίς να ανακοινώσουν τίποτε στον άγιο Κοσμά, τον 
συλλαμβάνουν. «Τότε εκατάλαβεν ο ευλογημένος διδάσκαλος πώς έχουν να τον θανατώσουν όθεν εδόξασε, και ευχαρίστησε τον Δεσπότην Χριστόν, όπου τον ηξίωσε να τελειώση 
τον δρόμον του αποστολικού κηρύγματος με μαρτύριον. Έπειτα στραφείς προς τους καλογήρους, οπού τον συνόδευαν, τους λέγει εκείνο το ψαλμικόν· «διήλθομεν διά πυρός καί 
ὕδατος καί ἐξήγαγες ἠμᾶς εἰς ἀναψυχήν»· και όλην εκείνην την νύκτα εδοξολόγει με ψαλμούς τον Κύριον, χωρίς να δείξη ολότελα κανένα σημείον λύπης διά την στέρησιν της ζωής
του, αλλά μάλιστα φαινόμενος χαριέστατος εις το πρόσωπον, ωσάν να επήγαινεν εις χαρές και ξεφαντώματα».

Όταν ξημέρωσε το Σάββατο 24 Αυγούστου 1779, επτά Τουρκαλβανοί στρατιώτες τον μετέφεραν στις όχθες του Άψου ποταμού. Κάτω από ένα δένδρο θέλησαν να του δέσουν τα 
χέρια. Αρνήθηκε, βεβαιώνοντάς τους πώς δεν θα αντισταθεί. Ύστερα σταύρωσε τα δύο χέρια, σα να του τα είχαν δέσει. Το τι ακολούθησε περιγράφει παραστατικά ο αναγνώστης 
Γεώργιος, τότε Ζήκο-Μπιστρέκης, πού ήταν ένας από τους μαθητές του και αυτόπτης μάρτυρας. Γράφει λοιπόν ο Ζήκο-Μπιστρέκης: «...Καθώς ἐπροσεύχονταν εὐλόγησεν τόν 
κόσμον σταυροειδῶς, καί ἐκεῖ ἦτον ἕνα δένδρον καί ἐβγάνοντας τό σχοινίον ἀπό τό ἄλογον καί καθώς ἐδέναμεν τόν θρόνον μέ τόν σταυρόν, ἔτσι τόν ἔδεσαν ἀπό τόν λαιμόν καί 
τόν ἔπνιξαν ...καί ἔτσι ἐπαρέδωσεν τήν ἁγίαν του ψυχήν εἰς χείρας τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καί εὐθύς τόν ἐγύμνωσαν ἀπό ὅλα τά φορέματα ὅπου εἶχεν, ἔξω ἀπό ἕνα 
παλαιοβράκι ὅπου δέν τοῦ τό ἔβγαλαν καί τόν ἔριψαν εἰς τό ποτάμι...».

Όταν μαθεύτηκε το θλιβερό γεγονός, οι χριστιανοί ζήτησαν και πήραν την άδεια να αναζητήσουν στο ποτάμι τη σορό του αγίου, «νά τόν ἐβγάλουν καί ἐγύριζαν μέ καμάκια καί μέ 
δίκτυα καί δέν τόν εὕρισκαν». Ώσπου ο ιερέας Μάρκος, «κάμνει τόν σταυρόν του καί πηγαίνει μέ τό μονόξυλον, καί ὤ τοῦ θαύματος! εὐθύς ἐφάνη εἰς τό νερόν ὀρθός!». Τον 
μετέφεραν στον ιερό ναό στο Κολικόντασι κι αφού τον έψαλαν, τον ενταφίασαν στο νάρθηκα της εκκλησίας, «ἀρχιερατεύοντας ἐν Βελεγράδοις Ἰωάσαφ», που ήταν παρών στην 
εξόδιο Ακολουθία.
Η πεποίθηση του λαού για την αγιότητα του μεγάλου ιεραποστόλου εκδηλώθηκε αμέσως μετά το μαρτυρικό του θάνατο: Έχτισαν εκκλησάκι προς τιμήν του στο μέρος όπου ο 
ιερέας Μάρκος ανέσυρε τη σορό του άγιου. Στο σημείο της ταφής του ο Αλή πασάς των Ιωαννίνων έχτισε μεγάλο μοναστήρι στη μνήμη του άγιου Κοσμά, προς τον οποίο και εν 
ζωή έδειχνε μεγάλο θαυμασμό.


Η συναρίθμηση του στο Αγιολόγιο

Ο λαός πολύ νωρίς θεωρούσε τον ιεραπόστολο Κοσμά άγιο, του έχτιζε ναούς, παρεκκλήσια και προσκυνητάρια, του ζωγράφιζε εικόνες και συνέθετε Ακολουθίες, η διοικούσα
Εκκλησία άργησε να προβεί στην επίσημη συναρίθμηση του στο Ορθόδοξο Αγιολόγιο. Αυτό συνέβη το έτος 1961. Όπου η μνήμη του τιμάται στις 24 Αυγούστου κάθε έτους.


πηγή: xristianos.gr


Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως

Θείας πίστεως, διδασκαλίᾳ, κατεκόσμησας, τὴν Ἐκκλησία, ζηλωτὴς τῶν Ἀποστόλων γενόμενος· καὶ κατασπείρας τὰ θεῖα διδάγματα, μαρτυρικῶς τὸν ἀγῶνα ἐτέλεσας. 
Κοσμᾶ ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.





Δευτέρα 10 Ιουνίου 2013

Η τέλεια Αγάπη


Αγίου Κοσμά του Αιτωλού

«”Ακουσε, παιδί μου, να σου ειπώ. Ή τελεία αγάπη είναι να πούλησης όλα σου τά πράματα, νά τά δώσης ελεημοσύνη καί νά πηγαίνης καί εσύ νά εύρης κανένα αύθεντη νά πουληθής σκλάβος. Καί όσα πάρης, νά τά δώσης όλα. Νά μη κράτησης ένα άσπρο. Ή μπορείς να το κάμης αυτό να γένης τέλειος; Βαρύ σου φαίνεται…

Δέν ημπορείς να το κάμης αυτό; Κάμε άλλο: Μη πουληθής εσύ σκλάβος. Μόνο πούλησε τα πράματά σου. Δώσε τα όλα ελεημοσύνη. Το κάμνεις; Ακόμη βαρύ σού φαίνεται και αυτό.


Ας έλθωμε παρακάτω. Δεν ημπορείς να δώσης όλα σου τα πράγματα. Δώσε τα μισά. Δώσε από τα τρία ένα. Δώσε από τα πέντε ένα. Ακόμη βαρύ σου φαίνεται.
Κάμε άλλο. Δώσε από τα δέκα ένα. Τό κάμνεις; Ακόμη βαρύ σου φαίνεται.

Κάμε άλλο. Μη κάμης ελεημοσύνη. Μη πουληθής σκλάβος. Άς έλθωμε παρακάτω: Μη πάρης τό ψωμί του άδελφού σου, μη πάρης τό έξωφόρι του. Μη τόν κατατρέχεις. ΜΗ ΤΟΝ ΤΡΩΣ ΜΕ ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ ΣΟΥ. Μήτε καί αυτό τό κάμνεις;

“Ας έλθωμε παρακάτου. Κάμε άλλο: Τόν εύρήκες τόν αδελφό σου μέσα είς την λάσπην καί δέν θέλεις νά τόν έβγάλης. Καλά. Δέν θέλεις νά του κάμης καλό. Μη του κάμης κακό. ‘Αφησέ τονε.

Πώς θέλομεν νά σωθούμεν, αδελφοί μου, τo ένα μας φαίνεται βαρύ, το άλλο βαρύ. Που να πάμε παρακάτου. Δέν έχομε νά κατεβούμεν. Ό Θεός είναι εύσπλαγχνος. Ναι. Μά είναι καί δίκαιος. Έχει καί ράβδον σιδηράν. Λοιπόν άν θέλωμεν νά σωθούμεν πρέπει νά έχωμεν την άγάπην εις τόν Θεόν καί είς τους αδελφούς μας».

Πέμπτη 4 Απριλίου 2013

Η ΝΕΟ-ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΚΗ ΠΑΠΙΖΟΥΣΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΟΙ ΗΓΕΤΕΣ ΤΗΣ ΚΑΙ ΆΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ.


Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς μὲ τὸ προφητικό του Χάρισμα εἶχε δεῖ καὶ προειδοποιήσει, γιὰ αὐτὸ δίδασκε:
«Τὸν Πάπα νὰ καταρᾶσθε», «τὸν Πάπα νὰ καταρᾶσθε, γιατὶ αὐτὸς θὰ εἶναι αἴτιος τοῦ χαλασμοῦ τοῦ τόπου».
Τόπο ἐδῶ ἐννοεῖ ὁ Ἅγιος τόσον τὸν θρησκευτικόν, ὅσον καὶ τὸν πολιτικόν. Ἡ συναλληλία, ἔστω καὶ μετ’ ἐμποδίων, ἰσχύει. Δηλαδὴ μισεῖ, σύμφωνα μὲ τὸν Ἅγιο Κοσμᾶ, ὁ Ποντίφηκας καὶ τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν καὶ τὴ Ῥωμιοσύνη, τὸ γένος ἡμῶν. Νὰ γιατὶ ὁ Ἅγιος εἶναι τόσο ἀκάθεκτος ἐναντίον τοῦ Πάπα, ὥστε νὰ μᾶς δίνει ἐντολὴ νὰ τὸν καταριώμαστε.
 
Με μεγάλη λαμπρότητα υποδέχθηκε το Φανάρι, τον Πάπα Βενέδικτο 16ο στην πρώτη επίσκεψη του στην έδρατου Οικουμενικού Θρόνου. Πρόκειται για ένα ακόμη βήμα προς την κατεύθυνση της ΕΝΩΣΗΣ των δύο Εκκλησιών.Τα διεθνή Μ.Μ.Ε. χαρακτήρισαν Ιστορική την επίσκεψη Βενέδικτου στο Φανάρι. Ενώ το CNN το Skynews αλλά και τα μεγάλα τουρκικά δίκτυα διέκοψαν το πρόγραμμα τους για να μεταδώσουν τη "δοξολογία" στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου.
πρόκειται για την πρώτη επίσημη επίσκεψη που πραγματοποιεί στην Κωνσταντινούπολη Προκαθήμενος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας τα τελευταία 27 χρόνια. Η προηγούμενη πραγματοποιήθηκε το 1979 όταν ο τότε ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΗΣ Πατριάρχης Δημήτριος υποδέχτηκε στην Κωνσταντινούπολη τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β΄.Αποτελεί συνέχεια των συναντήσεων που είχαν ο "Πατριάρχης" Αθηναγόρας και ο Πάπας Παύλος ΣΤ΄, που οδήγησαν στην άρση των Αναθεμάτων, τα οποία συνόδευσαν το μεγάλο Σχίσμα του 1054.
Οι καμπάνες χτυπούσαν χαρμόσυνα (αναρωτιόμαστε το γιατί) και ο Πάπας με ιδιαίτερη χαρά εισήλθε στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου όπου του έγινε η επίσημη υποδοχή και προσκύνησε μαζί με τον Πατριάρχη το Ιερό Ευαγγέλιο .

Ο ΠΑΠΑΣ Ρώμης και Ο ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ Οικουμενικός Πατριάρχης εισήλθαν στον Ναό και άναψαν ο καθένας ένα κερί ειδικό κερί και προχώρησαν στα ενδότερα του Ναού .

ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ: ΚΑΝΩΝ ΜΕ', ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ:
«Επίσκοπος, ή Πρεσβύτερος, ή Διάκονος αιρετικοίς συνευξάμενος, μόνον, αφοριζέσθω, ει δε επέτρεψεν αυτοίς, ως κληρικούς ενεργήσαι τι, καθαιρείσθω».


ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΞΥΠΝΑΤΕ. ΆΚΟΥΣΟΝ ΆΚΟΥΣΟΝ.
Ο Πάπας εισήλθε στον Πατριαρχικό Ναό υπό τους ψαλμούς που συντάχθηκαν και μελοποιήθηκαν ειδικά για την περίσταση (δηλαδή για τον πάπα, οι προδότες την Ελληνορθοδόξιας έγραψαν ψαλούς αντί να θυμιθούν τον Άγιο Κοσμά που έλεγε «Τὸν Πάπα νὰ καταρᾶσθε») και άρχισε η επίσημη, προδοτική και αιρετίκη δοξολογία.

Πάπας και Πατριάρχης απήγγειλαν από κοινού στα ελληνικά το «Πάτερ ημών» και πριν το τέλος της δοξολογίας οι δύο Προκαθήμενοι αντήλλαξαν χαιρετισμούς.
Το καλωσόρισμα του Πατριάρχη ήταν ιδιαίτερα θερμό προς τον αγιώτατο και πεφιλημένο αδελφό, όπως αποκάλεσε τον Πάπα. «Σας υποδεχόμεθα εις την ιεραν και ιστορικήν πόλιν ημών μετ αισθημάτων ειλικρινους χαράς και ικανοποιήσεως» είπε ο Πατριάρχης συνεχίζοντας με μια σύντομη αναφορά στην πολυτιμότητα της Κωνσταντινουπόλεως στην πορεία του Χριστιανισμού. «Εδω, αι μεγάλαι Σύνοδοι της αρχεγόνου Εκκλησίας συνήλθον δια να διαμορφώσουν το Σύμβολον της Πίστεως (ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Η αιρετικοί παπικοί εχούν αλλάξει το σύμβολον της πίστεως). Εδω, μάρτυρες και άγιοι, επίσκοποι και μοναχοί, θεολόγοι και διδάσκαλοι, ομού με εν «νέφος μαρτύρων», ωμολόγησαν οι Προφήται ως είδον, οι Απόστολοι ως εδίδαξαν, η Εκκλησία ως παρέλαβεν, οι Διδάσκαλοι ως εδογμάτισαν, η Οικουμένη ως συμπεφώνηκεν, η χάρις ως έλαμψεν, ητοι την δεδεγμένην αλήθειαν, την πίστιν των πατέρων. Αύτη η πίστις των Ορθοδόξων. Αύτη η πίστις την οικουμένην εστήριξεν» σημείωσε ο Προκαθήμενος των Ορθοδόξων. Ο Πατριάρχης μίλησε για τους προηγούμενους Πάπες και Πατριάρχες που «συνησθάνθησαν την ανεκτίμητον αξίαν και συγχρόνως την επείγουσαν ανάγκην τοιούτων συναντήσεων εν τη πορεία της συμφιλιώσεως μέσω ενός διαλόγου αγάπης και αληθείας».
Ο χαιρετισμός του Πατριάρχη κατέληξε με την φράση: «Προσφιλέστατε Αδελφέ, καλώς ήλθετε! «Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου».

ΑΚΟΥΣΑΤΕ ΠΟΛΥ ΚΑΛΑ...ΕΙΠΕ ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΟΣ ΣΤΟΝ ΠΑΠΑ:
 «Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου»
ΤΙ ΑΛΛΟ ΘΕΣ ΝΑ ΑΚΟΥΣΕΙΣ ΑΔΕΛΦΕ ΟΡΘΟΔΟΞΕ ΓΙΑ ΠΑΨΕΙΣ ΝΑ ΑΝΗΚΕΙΣ ΣΤΟ "ΠΟΙΜΝΙΟ" ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ;;;;;;;
Από την πλευρά του ο Πάπας μίλησε με θερμά λόγια για τον Πατριάρχη ευχαριστώντας τον «για την φιλοξενία και την καλή θέληση». Είπε στα ελληνικά τη φράση «Ο Θεός αγάπη εστίν» και αναφέρθηκε με τη σειρά του στους Προκατόχους που άνοιξαν τον δρόμο για τον διάλογο προς την επανένωση Ανατολής και Δύσης.

«Μου δίνει μεγάλη χαρά που βρίσκομαι μαζί σας και που μας δόθηκε η ευκαιρία να προσευχηθούμε από κοινού και να ευχηθούμε την πλήρη ένωση Καθολικών και Ορθοδόξων» είπε ο Ρωμαίος Ποντίφικας, ευχόμενος ο Θεός να ενδυναμώσει την κοινή δέσμευση και επιθυμία για κοινή πορεία προς την ένωση
ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ: ΚΑΝΩΝ ΜΕ', ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ:
«Επίσκοπος, ή Πρεσβύτερος, ή Διάκονος αιρετικοίς συνευξάμενος, μόνον, αφοριζέσθω, ει δε επέτρεψεν αυτοίς, ως κληρικούς ενεργήσαι τι, καθαιρείσθω».


ΠΗΓΗ:http://krupho-sholeio.blogspot.gr/2012/03/blog-post_29.html#more